Είκοσι χρόνια από την έναρξη της «δίκης των 5» της Ομόνοιας

• Με το όνομα «Η δίκη των 5» έμειναν στην ιστορία του σύγχρονου βορειοηπειρωτικού αγώνα, τα συγκλονιστικά γεγονότα που διαδραματίστηκαν τον Απρίλιο του 1994 με τη σύλληψη 5 ηγετικών  στελεχών της «Ομόνοιας» και την δίκη παρωδία  που ξεκίνησε το Δεκαπενταύγουστο του ίδιου έτους. Τα γεγονότα αυτά προκάλεσαν την κινητοποίηση και τη συμπαράσταση του ελληνισμού απ' όλα τα μέρη της γης. Οι 5 ηγέτες ήταν οι Θ. Μπεζιάνης, Β. Παπαχρήστου, Η. Σύρμος, Κ. Κυριακού και Π. Μάρτος.

Με τη συμπλήρωση σήμερα 20 χρόνων από την έναρξη της πολύκροτης δίκης στα Τίρανα δημοσιεύουμε σχετικό απόσπασμα από το ανέκδοτο βιβλίο
του Βαγγέλη Παπαχρήστου «Ταλαιπωρημένοι μα αγέρωχοι»:
***
Ύστερα από τέσσερις μήνες έντονων ανακρίσεων, πιέσεων και εκβιασμών, ανακοινώθηκε  η ημερομηνία της δίκης: Δεκαπέντε  Αυγούστου, ανήμερα της γιορτής της Παναγίας. Οι πληροφορίες έλεγαν ότι θα ήταν μια δίκη ανοιχτή, δημοκρατική και με την συμμετοχή των ΜΜΕ.

Ξημέρωσε. Το έγχρωμο νερό, που το ονόμαζαν τσάι, εκείνο το πρωί το στερήθηκαν. Ανήσυχες οι αρχές, μπας και αργούσανε για τη δίκη, τους αφαίρεσαν αυτό το «αγαθό».  Τους έβαλαν τις χειροπέδες ανά δύο - ο Παναγιώτης έμεινε μόνος του - και τους έμπασαν στο αστυνομικό ford, μαζί με μια ομάδα οπλισμένων αστυνομικών. Ανάμεσα σε δύο άλλα θωρακισμένα οχήματα, γεμάτα με οπλισμένους αστυνομικούς, κορνάροντας στους δρόμους της πρωτεύουσας, μπήκανε στο Δικαστικό Μέγαρο. Στους δρόμους οι πολίτες σταματούσαν φοβισμένοι και κοιτούσαν σαστισμένοι...

Βία και αγριότητα...
Έξω από το Δικαστικό Μέγαρο πάρα πολύς κόσμος. Οι δικοί τους, που ήρθαν να παραστούν στη δίκη,  Έλληνες και Αλβανοί  δημοσιογράφοι, κάμεραμαν. Βουλευτές και δικηγόροι από την Ελλάδα, που ήρθαν να τους συμπαρασταθούν, απλοί πολίτες της πρωτεύουσας. Όταν η φάλαγγα έφθασε κοντά στο Μέγαρο, βία και αγριότητα από τους αστυνομικούς, για να κλείσουν γρήγορα τη σιδερένια πόρτα. Το πλήθος, σαν φουρτουνιασμένη θάλασσα, πλησίασε: «Ανοίξτε μας, θέλουμε να παραβρεθούμε στη δίκη. Είναι αθώοι... Είναι λεβέντες... Ζήτω τα παλικάρια μας!...»

Χτύπησαν τα τηλέφωνα. Νέες οπλισμένες δυνάμεις πλημμύρισαν τον χώρο. Σφυρίγματα και σπρωξίματα.  Ο βούρδουλας άρχισε για καλά. Οι αστυνομικοί χτυπούσαν στο ψαχνό. Η είσοδος ήταν καλά ελεγχόμενη. Δεν επέτρεψαν κανέναν ξένο δημοσιογράφο και κάμεραμαν, οι οποίοι κάνανε υπεράνθρωπες προσπάθειες να προστατέψουν τις κάμερες και τις φωτογραφικές μηχανές από την άγρια μανία των αστυνομικών που είχαν πάρει οδηγίες να μην αφήσουν τίποτε όρθιο.

«Αφήστε με να περάσω...»
Η Αννούλα προσπαθούσε να περάσει τη μεγάλη σιδερένια πόρτα. Την άδεια εισόδου της την είχε δώσει σ’ έναν Έλληνα πολιτικό που έπρεπε να παραστεί στη δίκη.
- Είμαι η σύζυγος ενός κατηγορουμένου και πρέπει να παραβρεθώ στη δίκη. Αφήστε με να περάσω, φώναζε η Αννούλα.
- Ποιος δεν έχει άδεια εισόδου να μην περάσει, πρόσταζε τους αστυνομικούς ένας  αντιπαθητικός άστολος, με μούσι και με μάτια γουρλωμένα.
Ξαναπροσπάθησε να μπει η Αννούλα. Τέσσερα χέρια την άρπαξαν  και, αφού την σβάρνισαν μερικά μέτρα, την έμπασαν σ’ ένα αστυνομικό τζιπ. Μαζί με τους άλλους διαδηλωτές, που ήταν μέσα στην κλούβα,  την οδήγησαν στο αστυνομικό τμήμα.
Η αίθουσα, που  διεξαγόταν η δίκη, ήταν τόσο  μικρή, που μπορούσες να λιποθυμήσεις. Τα παράθυρα κλειστά, καλυμμένα με βαριές καφέ κουρτίνες. Στην κορυφή, στην εξέδρα, το τριμελές δικαστικό σώμα. Στην πίσω μεριά μερικές καρέκλες  στις οποίες είχαν λάβει θέση  δημοσιογράφοι, χαφιέδες  και πράκτορες των μυστικών υπηρεσιών. Η πρώτη σειρά ήταν άδεια. Την άφησαν για την Κοινοβουλευτική Ομάδα των Ελλήνων βουλευτών. Ο Έλληνας Πρέσβης μπαίνει πρώτος.

Η δίκη αρχίζει...
Ο Πρόεδρος του Δικαστηρίου έριξε μια ματιά στην αίθουσα. Κοίταξε τους κατηγορουμένους και, αφού διάβασε τα ονόματά τους με όλα τα στοιχεία, ανήγγειλε  την έναρξη της δίκης. Οι πέντε κατηγορούμενοι, που βρήκαν το χρόνο να τα πουν μεταξύ τους, προτού αρχίσει η δίκη, συνεννοήθηκαν αμέσως με το νεύμα της καρδιάς, της αλήθειας και της αθωότητας. Μόλις τελείωσε ο πρόεδρος, σηκώθηκαν απότομα όρθιοι, λες και είχαν έναν αυτόματο μηχανισμό, και βροντοφώναξαν: «Δεν μπορούμε να καταθέσουμε, γιατί είμαστε νηστικοί!». Αυτό έπεσε σαν κεραυνός μέσα στην αίθουσα, όπου υπήρχαν και πολλοί ξένοι. Αμέσως, την άλλη μέρα, το γεγονός έγινε πρωτοσέλιδο στις εφημερίδες. Έδωσε διαταγή ο πρόεδρος να διακοπεί η δίκη και να φέρουν κάτι στους κατηγορουμένους να φάνε. Τους οδήγησαν στη διπλανή αίθουσα, όπου φέρανε πέντε σάντουιτς και πέντε πορτοκαλάδες. Ήταν το καλύτερο πρωινό και γεύμα που δοκίμασαν στους τέσσερις μήνες της απομόνωσής τους.

Βαρύ «κατηγορώ»...
Ξανάρχισε η δίκη. Τον λόγο πήρε ο ψηλός και λιγνός εισαγγελέας, που τα μαλλιά του λαμπύριζαν απ’ το ζελέ. Η δικογραφία του μακροσκελής και με βαριές κατηγορίες. Σαν ολοκλήρωσε ανέγνωσε το κατηγορητήριο: «Κατηγορήστε γιατί, σε συνεργασία με τις ξένες μυστικές υπηρεσίες, διαπράξατε το αδίκημα της εσχάτης προδοσίας, επιβουλευόμενοι την ακεραιότητα της χώρας».
 - Κατηγορούμενοι,  δέχεστε την κατηγορία; ακούστηκε η φωνή του προέδρου, μέσα στην απόλυτη σιωπή που επικράτησε. Ύστερα από το «ΟΧΙ» του κάθε κατηγορουμένου, ένα ενθαρρυντικό «μπράβο, παιδιά», από το μέρος της αίθουσας. Ήταν η φωνή του Έλληνα πρέσβη, που κάθε μέρα, καθώς έμπαινε στην αίθουσα του δικαστηρίου, χαιρετούσε δυνατά: «Καλημέρα, παιδιά!».
- Οι κατηγορούμενοι είναι ένοχοι... Γι’ αυτό μιλούν τα στοιχεία…., συνέχισε ο εισαγγελέας.
Ξαναπήρε το λόγο ο πρόεδρος και ρώτησε τους κατηγορουμένους, αν ήταν σύμφωνοι με την κατηγορία.

Οι απαντήσεις των «5»
- Εδώ δικάζονται στελέχη της ηγεσίας της οργάνωσης «ΟΜΟΝΟΙΑ» και ο κυριότερος σκοπός είναι ο εξευτελισμός και η διάλυσή της..., μίλησε μεγαλοφώνως πρώτος ο Βλάσης.
- Ποια στοιχεία, κύριε πρόεδρε. Εμένα με τρέλαναν, γιατί δεν συμφωνούσα με τα στοιχεία τους..., απάντησε με τη σειρά του ο Παναγιώτης.
- Γιατί δεν αναφέρατε την ψυχική και σωματική βία που ασκήθηκε σε μας; Ήταν η ερώτηση του Κώστα, για να συνεχίσει ο Ηρακλής με τη χοντρή φωνή του:
- Γιατί δεν αναφέρεστε στις σταλινικές μεθόδους, που μεταχειρίζονται ακόμα;
- Τίποτε από αυτά δεν στέκουν. Εμείς κατηγορούμαστε και καθόμαστε στο εδώλιο του κατηγορουμένου, μόνον και μόνον, γιατί είμαστε ΕΛΛΗΝΕΣ.., ήταν η θαρραλέα απάντηση του Θοδωρή και η  αίθουσα πάγωσε. Το δικαστικό σώμα μάργωσε. Οι βουλευτές και οι δημοσιογράφοι έγραφαν. Ο Έλληνας πρέσβης κούναγε το κεφάλι του... Όλοι τους σκέφτονταν τις φράσεις: «Ασκήθηκε βία… Κατηγορούμαστε, γιατί είμαστε Έλληνες...».

Αλλαγή κατηγορίας!..
Κάτι είπαν μεταξύ τους οι εισαγγελείς  και ο ένας απ’ αυτούς, απευθυνόμενος προς τον Πρόεδρο του Δικαστηρίου ζήτησε  την αλλαγή της κατηγορίας, αναφέροντας χαρακτηριστικά:
«Κύριε Πρόεδρε! Η επαγγελματική μου συνείδηση, οι μεγάλες δημοκρατικές εξελίξεις στην Αλβανία, συμμέτοχοι στις οποίες είμαστε κι εμείς οι δημόσιοι κατήγοροι, με ωθούν να ζητήσω από σας σήμερα να αποσύρετε την κατηγορία περί εσχάτης προδοσίας κατά της πατρίδας για αλλοίωση εδαφών για τους κατηγορουμένους... Ζητώ την ανάκληση αυτού του μέρους της κατηγορίας και την εκδίκαση των κατηγορουμένων για τ’ άλλα ποινικά αδικήματα».
Η ΠΑΝΑΓΙΑ έκανε το θαύμα της!

proinoslogos.gr

Σχόλια