Η συνάντηση με τον Υφυπουργό Εξωτερικών ως μια ιστορική ευκαιρία για ανάκαμψη του Ελληνισμού της Αλβανίας
(να μετατραπεί σε πανβορειοηπειρωτικό κίνημα)
Πληροφορούμαστε ότι τις προσεχείς ημέρες θα υπάρξει μια συνάντηση εργασίας του Υφυπουργού Εξωτερικών κυρίου Κωνσταντίνου Βλάση, με στελέχη της Εθνικής Ελληνικής Μειονότητας. Το συγκεκριμένο βήμα από μέρους της ελληνικής κυβέρνησης, που στηρίζεται βέβαια στην πρωτοβουλία του κυρίου Υπουργού, αποτελεί μια τομή θα λέγαμε ιστορικής σημασίας.
Να τονίσουμε ότι μια παρόμοια προσπάθεια, ξανά από κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας και με πρωτοβουλία της τότε Υπουργού Εξωτερικών κας Ντόρα Μπακογιάννη, είχε δρομολογηθεί και το 2007, γνωστή ως η συνάντηση του Κάραβελ, η οποία όμως δεν τελεσφόρησε διότι έθιγε διαπλεκόμενα συμφέροντα παραγόντων που «ασχολούνταν» με το Βορειοηπειρωτικό.
Ανεξαρτήτως αν προσωπικά θα προσκληθώ ή όχι για να μετάσχω και στη συνάντηση αυτή, πίστευα και πιστεύω, πρότεινα, στήριξα και στηρίζω, ότι στην κατάσταση που έχει φθάσει η Εθνική Ελληνική Μειονότητα στην Αλβανία, μόνο η επίσημη ελληνική πολιτική (εθνική) παρέμβαση, μπορεί να σώσει το εθνικό αυτό θέμα, η σημασία του οποίου στις εξελίξεις όπως διαμορφώνονται στην περιοχή, αποδεικνύεται μείζονος σημασίας για τα εθνικά συμφέροντα της Ελλάδας, όπως ποτέ ιστορικά.
Η νέα συνάντηση που αναλαμβάνει ο Υφυπουργός Εξωτερικών, κ. Βλάσης, έχει εξαρχής κάποιες διαφορές από το 2007. Ο ίδιος δεν ανήκει σε κάποια δομή του ένοχου παρελθόντος και φαίνεται ξεκάθαρα ότι έχει σημείο αναφοράς και προσανατολισμού το εθνικό χρέος σε ένα γενικότερο εθνικό και πολιτικό πλαίσιο.
Δεύτερο, έχει ξεκινήσει πριν από καιρό μια προεργασία καθορισμού στόχων και αναζήτησης τρόπων επίτευξης αυτών, αλλά και επιλογής προσώπων.
Τρίτο. Απ΄ όσα πληροφορούμαστε η συνάντηση δεν θα λήξει με τη γνωστή συναισθηματική έκκληση για ένωση, συμφιλίωση, ομοψυχία κλπ. Ο Υπουργός θα ακούσει προσωπικά ένα - ένα τα στελέχη της Ε.Ε.Μ για να βγάλει τα δικά του συμπεράσματα, δηλαδή θα έχει τα δικά του φίλτρα, με σκοπό, από ό τι φαίνεται, να αποχτήσει δική του άποψη για τα βάρη του καθενός από τα στελέχη αυτά, να διαπιστώσει ικανότητες, ενοχές, λάθη για να ακολουθήσει άμεσα η διαδικασία τομών και ανασύστασης δομών.
Ωστόσο, η κρισιμότητα της υπόθεσης του εθνικού μας θέματος απαιτεί την όλη στήριξη όλων των παραγόντων που ασχολούνται με το Βορειοηπειρωτικό, όλων των Βορειοηπειρωτών. Και πρωτ’ απ΄ όλοι θα πρέπει να συμβάλουμε να παρακαμφθούν οι πιέσεις που βέβαια θα δεχτεί ο Υπουργός και το επιτελείο του, οι οποίες πιέσεις δεν είναι απλές, αλλά εκπροσωπούν από οικονομικά μέχρι γεωπολιτικά συμφέροντα, από ελληνικά μέχρι αλβανικά με επέκταση σε γνωστές δυνάμεις και χώρες που στηρίζουν τα αλβανικά συμφέροντα στην περιοχή ως δικά τους.
Θα πρέπει να συμβάλλουμε να μη επιτραπεί η ανακύκλωση στελεχών και δομών που φέρουν την καίρια ευθύνη για την μέχρι τώρα κατάσταση.
Μπορεί ο καθένας μας προσωπικά, αλλά και ο κάθε σύλλογος και σύνδεσμος στην Αλβανία, στην Ελλάδα και το Εξωτερικό, να εκφραστεί, να στείλει τις απόψεις του στο γραφείου του Υπουργού και στην κυβέρνηση για το πώς ο Ελληνισμός της Βορείου Ηπείρου θα ανακάμψει και θα αποτελέσει το βαρυσήμαντο ρόλο που είχε στην Αλβανία και στην περιοχή.
Θα πρέπει η συνάντηση αυτή να μη αφεθεί στα χέρια και στην κρίση μερικών μόνων προσκεκλημένων ατόμων σ΄αυτή που πιθανών να έχουν επιλεχτεί κατά λάθος. Θα πρέπει να μετατραπεί σε μια υπόθεση όλων των Βορειοηπειρωτών, με θετική διάθεση και στήριξη με προτάσεις, τόσο προς άρνηση του κακού, όσο και προς στήριξη ριζικών λύσεων! Σε ένα κίνημα πανελληνικό και πανβορειοηπειρωτικό!
(Το τονίζω αυτό διότι προσωπικά και από καιρό έχω υποβάλλει στο γραφείο του Υπουργού γραπτές μια σειρά από προτάσεις και λύσεις και θα συνεχίσω να το κάνω και στο άμεσο μέλλον.)
Η μέχρι τώρα συμπεριφορά μας ότι επειδή επί δεκαετίες επικρατεί με τη στήριξη κύκλων και παραγόντων από Ελλάδα ένα κατεστημένο το οποίο εμείς οι Βορειοηπειρώτες δε θέλουμε, άρα ή κάνουμε άλλο κόμμα, ή καταδικάζουμε το κατεστημένο αυτό πηγαίνοντας και ψηφίζοντας αλβανικά κόμματα, απεδείχθη τραγικό εθνικό λάθος. Όπως τραγική είναι η βορειοηπειρωτική συμπεριφορά που καλλιέργησαν οι πολιτικοί μας ηγέτες ότι σημασία έχει να λύσουμε τα προσωπικά μας συμφέροντα αναζητώντας τη λύση σε μια αλβανική δομή που απαιτεί (είτε ανοιχτά, είτε ύπουλα) την απώθηση της εθνικής συνείδησης και της συλλογικής εθνικής μας συμπεριφοράς.
Τη βαρύτητα της συνάντησης αυτής καθιστά και το γεγονός ότι από τότε που η Ελλάδα επέτρεψε την απόσπαση του εδώ Ελληνισμού και την μετατροπή του σε Εθνική Μειονότητα, ποτέ η επίσημη Αθήνα (εκτός από σπάνιες περιπτώσεις και για συγκεκριμένα, αλλά ασήμαντα θέματα) δεν ζήτησε σε επίσημο διάλογο τους εκπροσώπους της και δεν ανέλαβε πρωτοβουλία υπόδειξης και καθοδήγησης προς κοινούς εθνικούς στόχους του Βορειοηπειρωτικού Ελληνισμού
Θα πρέπει επίσης να γνωρίζουμε ότι οι εκπρόσωποι της Ε.Ε. Μειονότητας, ή του Βορειοηπειρωτικού Ελληνισμού, ή του Ελληνισμού της Αλβανίας, κυρίως κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους και το Μεσοπόλεμο μέχρι μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ήταν άντρες, με βαθύ γνώσεις, με σταθερές εθνικές αρχές, με ιδιαίτερη αγάπη για τον τόπο τους.
Οφείλουμε λοιπόν και εμείς να αναδειχθούμε στο ύψος των παραδόσεων, των εθνικών υποχρεώσεων και περιστάσεων, στο ύψος των εθνικών ευθυνών μας.
Παναγιώτης Μπάρκας
7 Ιουλίου 2020
Αναδημοσίευση από την σελίδα facebook.com/panibar2011
Πληροφορούμαστε ότι τις προσεχείς ημέρες θα υπάρξει μια συνάντηση εργασίας του Υφυπουργού Εξωτερικών κυρίου Κωνσταντίνου Βλάση, με στελέχη της Εθνικής Ελληνικής Μειονότητας. Το συγκεκριμένο βήμα από μέρους της ελληνικής κυβέρνησης, που στηρίζεται βέβαια στην πρωτοβουλία του κυρίου Υπουργού, αποτελεί μια τομή θα λέγαμε ιστορικής σημασίας.
Να τονίσουμε ότι μια παρόμοια προσπάθεια, ξανά από κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας και με πρωτοβουλία της τότε Υπουργού Εξωτερικών κας Ντόρα Μπακογιάννη, είχε δρομολογηθεί και το 2007, γνωστή ως η συνάντηση του Κάραβελ, η οποία όμως δεν τελεσφόρησε διότι έθιγε διαπλεκόμενα συμφέροντα παραγόντων που «ασχολούνταν» με το Βορειοηπειρωτικό.
Ανεξαρτήτως αν προσωπικά θα προσκληθώ ή όχι για να μετάσχω και στη συνάντηση αυτή, πίστευα και πιστεύω, πρότεινα, στήριξα και στηρίζω, ότι στην κατάσταση που έχει φθάσει η Εθνική Ελληνική Μειονότητα στην Αλβανία, μόνο η επίσημη ελληνική πολιτική (εθνική) παρέμβαση, μπορεί να σώσει το εθνικό αυτό θέμα, η σημασία του οποίου στις εξελίξεις όπως διαμορφώνονται στην περιοχή, αποδεικνύεται μείζονος σημασίας για τα εθνικά συμφέροντα της Ελλάδας, όπως ποτέ ιστορικά.
Η νέα συνάντηση που αναλαμβάνει ο Υφυπουργός Εξωτερικών, κ. Βλάσης, έχει εξαρχής κάποιες διαφορές από το 2007. Ο ίδιος δεν ανήκει σε κάποια δομή του ένοχου παρελθόντος και φαίνεται ξεκάθαρα ότι έχει σημείο αναφοράς και προσανατολισμού το εθνικό χρέος σε ένα γενικότερο εθνικό και πολιτικό πλαίσιο.
Δεύτερο, έχει ξεκινήσει πριν από καιρό μια προεργασία καθορισμού στόχων και αναζήτησης τρόπων επίτευξης αυτών, αλλά και επιλογής προσώπων.
Τρίτο. Απ΄ όσα πληροφορούμαστε η συνάντηση δεν θα λήξει με τη γνωστή συναισθηματική έκκληση για ένωση, συμφιλίωση, ομοψυχία κλπ. Ο Υπουργός θα ακούσει προσωπικά ένα - ένα τα στελέχη της Ε.Ε.Μ για να βγάλει τα δικά του συμπεράσματα, δηλαδή θα έχει τα δικά του φίλτρα, με σκοπό, από ό τι φαίνεται, να αποχτήσει δική του άποψη για τα βάρη του καθενός από τα στελέχη αυτά, να διαπιστώσει ικανότητες, ενοχές, λάθη για να ακολουθήσει άμεσα η διαδικασία τομών και ανασύστασης δομών.
Ωστόσο, η κρισιμότητα της υπόθεσης του εθνικού μας θέματος απαιτεί την όλη στήριξη όλων των παραγόντων που ασχολούνται με το Βορειοηπειρωτικό, όλων των Βορειοηπειρωτών. Και πρωτ’ απ΄ όλοι θα πρέπει να συμβάλουμε να παρακαμφθούν οι πιέσεις που βέβαια θα δεχτεί ο Υπουργός και το επιτελείο του, οι οποίες πιέσεις δεν είναι απλές, αλλά εκπροσωπούν από οικονομικά μέχρι γεωπολιτικά συμφέροντα, από ελληνικά μέχρι αλβανικά με επέκταση σε γνωστές δυνάμεις και χώρες που στηρίζουν τα αλβανικά συμφέροντα στην περιοχή ως δικά τους.
Θα πρέπει να συμβάλλουμε να μη επιτραπεί η ανακύκλωση στελεχών και δομών που φέρουν την καίρια ευθύνη για την μέχρι τώρα κατάσταση.
Μπορεί ο καθένας μας προσωπικά, αλλά και ο κάθε σύλλογος και σύνδεσμος στην Αλβανία, στην Ελλάδα και το Εξωτερικό, να εκφραστεί, να στείλει τις απόψεις του στο γραφείου του Υπουργού και στην κυβέρνηση για το πώς ο Ελληνισμός της Βορείου Ηπείρου θα ανακάμψει και θα αποτελέσει το βαρυσήμαντο ρόλο που είχε στην Αλβανία και στην περιοχή.
Θα πρέπει η συνάντηση αυτή να μη αφεθεί στα χέρια και στην κρίση μερικών μόνων προσκεκλημένων ατόμων σ΄αυτή που πιθανών να έχουν επιλεχτεί κατά λάθος. Θα πρέπει να μετατραπεί σε μια υπόθεση όλων των Βορειοηπειρωτών, με θετική διάθεση και στήριξη με προτάσεις, τόσο προς άρνηση του κακού, όσο και προς στήριξη ριζικών λύσεων! Σε ένα κίνημα πανελληνικό και πανβορειοηπειρωτικό!
(Το τονίζω αυτό διότι προσωπικά και από καιρό έχω υποβάλλει στο γραφείο του Υπουργού γραπτές μια σειρά από προτάσεις και λύσεις και θα συνεχίσω να το κάνω και στο άμεσο μέλλον.)
Η μέχρι τώρα συμπεριφορά μας ότι επειδή επί δεκαετίες επικρατεί με τη στήριξη κύκλων και παραγόντων από Ελλάδα ένα κατεστημένο το οποίο εμείς οι Βορειοηπειρώτες δε θέλουμε, άρα ή κάνουμε άλλο κόμμα, ή καταδικάζουμε το κατεστημένο αυτό πηγαίνοντας και ψηφίζοντας αλβανικά κόμματα, απεδείχθη τραγικό εθνικό λάθος. Όπως τραγική είναι η βορειοηπειρωτική συμπεριφορά που καλλιέργησαν οι πολιτικοί μας ηγέτες ότι σημασία έχει να λύσουμε τα προσωπικά μας συμφέροντα αναζητώντας τη λύση σε μια αλβανική δομή που απαιτεί (είτε ανοιχτά, είτε ύπουλα) την απώθηση της εθνικής συνείδησης και της συλλογικής εθνικής μας συμπεριφοράς.
Τη βαρύτητα της συνάντησης αυτής καθιστά και το γεγονός ότι από τότε που η Ελλάδα επέτρεψε την απόσπαση του εδώ Ελληνισμού και την μετατροπή του σε Εθνική Μειονότητα, ποτέ η επίσημη Αθήνα (εκτός από σπάνιες περιπτώσεις και για συγκεκριμένα, αλλά ασήμαντα θέματα) δεν ζήτησε σε επίσημο διάλογο τους εκπροσώπους της και δεν ανέλαβε πρωτοβουλία υπόδειξης και καθοδήγησης προς κοινούς εθνικούς στόχους του Βορειοηπειρωτικού Ελληνισμού
Θα πρέπει επίσης να γνωρίζουμε ότι οι εκπρόσωποι της Ε.Ε. Μειονότητας, ή του Βορειοηπειρωτικού Ελληνισμού, ή του Ελληνισμού της Αλβανίας, κυρίως κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους και το Μεσοπόλεμο μέχρι μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ήταν άντρες, με βαθύ γνώσεις, με σταθερές εθνικές αρχές, με ιδιαίτερη αγάπη για τον τόπο τους.
Οφείλουμε λοιπόν και εμείς να αναδειχθούμε στο ύψος των παραδόσεων, των εθνικών υποχρεώσεων και περιστάσεων, στο ύψος των εθνικών ευθυνών μας.
Παναγιώτης Μπάρκας
7 Ιουλίου 2020
Αναδημοσίευση από την σελίδα facebook.com/panibar2011
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών