Φανταστικός διάλογος με τον Οδυσσέα Ανδρούτσο

– Αξιολάτρευτε και αξιοσέβαστε Οδυσσέα, είπα να επικοινωνήσω μαζί σου με αφορμή τα 200 χρονια από την Επανάσταση. Έχω ακούσει πολλά για σένα, συχνά αντιφατικά, παρόλο που είσαι δικαιωμένος και θεωρείσαι από τους πλέον σημαντικούς ήρωες του έθνους.

– Πες μου, αφού σου πω πρώτα πως χαίρομαι γι’ αυτό που ακούω, γιατί γνωρίζεις ποιο ήταν το τέλος μου, παρότι αγωνίστηκα με πάθος και αυταπάρνηση για την ελευθερία της πατρίδας…

– Κατ’ αρχάς θα ήθελα να ξέρω εάν υπήρξες μουσουλμάνος μπεκτασής στα παιδικά σου χρόνια και αν γι’ αυτό σου βγάλανε το παρατσούκλι «Τουρκοδυσσέας» ή για κάποιον άλλο λόγο…

– Κοίτα να δεις, πατριώτη μου. Εγώ μεγάλωσα στην αυλή του Αλή Πασά, με τον οποίο ο πατέρας μου είχε καλές σχέσεις. Εκεί, λοιπόν, για κάποιο λόγο, μάλλον για να μη με πάρουν γενίτσαρο, οι δικοί μου με έβαλαν σε ένα μεκτασίδικο τάγμα. Και να σου πω την αλήθεια, δεν με αδικήσανε, γιατί οι μπεκτασήδες ήταν ανοιχτοί και ανεκτικοί και είχαν καλές σχέσεις με τους χριστιανούς. Ο ίδιος ο Αλής ήταν τέτοιος. Δεν είχε στην αυλή του τόσους χριστιανούς; Γιατρούς, γραμματικούς κλπ.; Εκεί έμαθα πολλά πράγματα….Το » Τουρκοδυσσέας» μου το κόλλησαν όμως οι εχθροί μου, όταν με πρόδωσε ακόμα κι ο ψυχογιός μου, ο Γκούρας, και με ρίξανε στη φυλακή σαν προδότη. Ο λόγος, η πρόφαση δηλαδή, ήταν ότι πήγα με τους Τούρκους ενάντια στον αγώνα μας….Ήταν μια συκοφαντία που τη στήριξαν στα γνωστά «καπάκια», τις συμφωνίες συνεργασίας που συνήθιζαν να συνάπτουν κλέφτες και αμαρτολοί με τους εχθρούς και ήταν σχεδιασμένες με σκοπό να τους ξεγελάσουν και να μπορέσουν έτσι να βοηθήσουν τον αγώνα. Αυτό ήταν κοινό μυστικό…Άλλωστε ξέρεις ότι οι αρματολοί ήταν διορισμένοι, όπως και οι δερβεναγάδες, και συχνά άλλαζαν ρόλους. Από αρματολοί κλέφτες και το αντίθετο, ανάλογα με τις καταστάσεις. Όπως όλοι οι άλλοι, έτσι κι εγώ έκανα «καπάκια» με εναν στρατηγικό στόχο, που δεν ήταν άλλος από την παραπλάνηση του εχθρού και τη συμβολή στον αγώνα για τη λευτεριά…

– Και γιατί όλες αυτές οι συκοφαντίες, οι κατηγορίες και το κυνήγι εναντίον σου;

– Γιατί, ενώ εμείς οι καπεταναίοι πολεμήσαμε και διώξαμε τους Τούρκους, τα ηνία τα πήραν τυχάρπαστοι και φαύλοι πολιτικοί από τη μια, ανάμεσά τους και Φαναριώτες, και από την άλλη καλαμαράδες, όλοι τους άκαπνοι κι ατσαλάκωτοι. Αυτοί έγιναν τακίμια με τους κοτσαμπάσηδες και τα τζάκια, που τα είχαν καλά με τους κατακτητές και άφησαν στο περιθώριο τους πραγματικούς αγωνιστές. Άλλοι κατάντησαν ζητιάνοι, οι πιο τυχεροί, και άλλοι σύρθηκαν στις φυλακές και στα δικαστήρια με καταδίκες κ.λπ. Αυτή ήταν η «αμοιβή» τους για την προσφορά τους στον Αγώνα!

Τελικά, άλλοι πολέμησαν και άλλοι κυβέρνησαν. Και πώς κυβέρνησαν…Δεν θα πω τίποτα άλλο. Σκέψου τις φατρίες, τους φατριασμούς, τις διαιρέσεις σε αγγλόφιλους, γαλλόφιλους και ρωσόφιλους… Σκέψου τη φαγωμάρα ανάμεσά τους, τις ίντριγκες, τις δολοπλοκίες, τις δολοφονίες….Κωλέττηδες, Μαυροκορδάτους κ.λπ. Τον Κωλέττη τον ήξερα από την αυλή του Αλή Πασά, ήταν γιατρός του….

Και αυτοί όλοι τέτοιοι ήταν από τα γεννοφάσκια τους. Αυτό που με πόνεσε πολύ ήταν η προδοσία από δικούς μου ανθρώπους. Κυρίως από το Γκούρα, που πουλήθηκε σαν τον Ιούδα. Με πρόδωσε….Τι να πω για άλλους αγωνιστές καπετάνιους…τον Καραϊσκάκη, τον Κολοκοτρώνη, το Μπότσαρη … Ακόμα ακόμα και για το λόγιο τον Κοραή, που του έγραψα…Αλλά άλλοι έκαναν κουμάντο. Αργυρώνητοι δυστυχώς και πρώην προσκυνημένοι. Το ξαναλέω, πιότερο από όλα με σφάζει η μπαμπεσιά του συντρόφου, του ψυχογιού, του μπράτιμου. Ολίγη μπέσα! Αυτό ήταν ο καημός μου. Με αυτόν παρέδωσα ψυχή….

-Λυπάμαι για όλα αυτά καπετάνιε…

– Δεν μου ταιριάζει καμιά λύπη . Έπραξα το χρέος μου και είμαι ήσυχος εδώ που είμαι. Να λυπάσαι, αν αυτά συνεχίζονται στην πατρίδα μας. Αν βασιλεύει η φαυλότητα, η αναξιοκρατία, η φαγωμάρα, τα τζάκια, ο φθόνος, ο φατριασμός και όλες οι πληγές της Ρωμιοσύνης, που εμείς οι αγωνιστές τις πήραμε μαζί μας σαν χτικιό…σαν ένα αμάρτημα συλλογικό, που μας τυραννά ακόμα κι εδώ στον άλλο κόσμο…

-Καπετάνιε, αλήθεια δεν ξέρω αν πρέπει να σου πω την αλήθεια…

Πάντως υπάρχουν ακόμα Έλληνες που σε θαυμάζουν και σε δοξάζουν ειλικρινά. Να κοιμάσαι ήσυχος τουλάχιστον για αυτό!

Βασίλης Νιτσιάκος
Καθηγητής της Κοινωνικής Λαογραφίας στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του πανεπιστημίου Ιωαννίνων
Αναδημοσίευση από την ιστοσελίδα in.gr

Διαβάστε ακόμη:

👉Ακολουθήστε μας στο facebook, κάνοντας like στη σελίδα Αγναντεύοντας για να βλέπετε πρώτοι τις δημοσιεύσεις μας

Σχόλια