Γράφει ο Γιώργος Καρελιάς
Το σκάνδαλο των παρακολουθήσεων συνταράσσει την πολιτική ζωή. Η αδιαμφισβήτητη εμπλοκή της «πρωθυπουργικής» ΕΥΠ αναδεικνύει πρωτεύουσα την ευθύνη του Κυριάκου Μητσοτάκη, η γραμμή άμυνας του οποίου(«δεν γνώριζα») βρίσκεται υπό κατάρρευση. Και, για πρώτη φορά μετά τις εκλογές του 2019, ακόμα και φανατικοί υποστηρικτές της κυβέρνησης εκφράζουν ανησυχία για το πλήγμα που έχει δεχθεί και για την, βέβαιη μέχρι πρότινος, «κυριαρχία» του πρωθυπουργού.
Από τους μέχρι τώρα χειρισμούς διαφαίνεται η σαφής κυβερνητική πρόθεση να «κουκουλωθεί» πολιτικά η υπόθεση, είτε μέσω των ελεγχόμενων από την πλειοψηφία κοινοβουλευτικών διαδικασιών, είτε με τη διάχυση των ευθυνών, με την επέκταση της έρευνας σε βάθος δεκαετίας.
Αυτό, όμως, που δεν μπορεί να κάνει η κυβέρνηση είναι να εμποδίσει την έρευνα που διεξάγει ήδη η δικαιοσύνη, εφόσον η Εισαγγελική Αρχή είναι αποφασισμένη να «σπάσει αβγά» και να φέρει αποτέλεσμα. Μέχρι στιγμής, πάντως, οι εισαγγελικές έρευνες φαίνεται ότι καρκινοβατούν.
Σύμφωνα με όσα έχουν γίνει γνωστά, διεξάγονται δύο παράλληλες έρευνες από την Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών και μία από τον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου. Οι δύο πρώτες αφορούν την ουσία της υπόθεσης, δηλαδή τις παρακολουθήσεις του δημοσιογράφου Θανάση Κουκάκη και του προέδρου του ΠΑΣΟΚ Νίκου Ανδρουλάκη. Ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Ισίδωρος Ντογιάκος ερευνά πώς διέρρευσαν στη δημοσιότητα στοιχεία από την ΕΥΠ, δηλαδή μια δευτερεύουσα πτυχή της υπόθεσης.
Από την καταγγελία του δημοσιογράφου για παρακολούθησή του έχουν περάσει τέσσερις μήνες. Και από τη μηνυτήρια αναφορά του προέδρου του ΠΑΣΟΚ στον Άρειο Πάγο ένας μήνας. Και ακόμα δεν γνωρίζουμε να έχουν κληθεί πρόσωπα που εμπλέκονται στην υπόθεση(όπως ο παραιτηθείς διοικητής της ΕΥΠ), ούτε να έχει γίνει κάποια σημαντική ενέργεια, η οποία θα μπορούσε να διευκολύνει και να επιταχύνει την έρευνα. Για παράδειγμα, τι νόημα έχει σε μια τόσο σημαντική υπόθεση να «τρέχουν» τρεις χωριστές έρευνες; Γιατί να μην ανατεθεί συνολικά η έρευνα σε έμπειρο(ανώτερο) εισαγγελέα;
Θυμίζουμε ότι η πολύκροτη υπόθεση της Χρυσής Αυγής προχώρησε γρήγορα όταν, με παρέμβαση του τότε (2013) υπουργού Δημόσιας Τάξης Νίκου Δένδια στην τότε εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ευτέρπη Γκουτζαμάνη, ενοποιήθηκαν τα περιστατικά εγκληματικής δράσης, διευκολύνθηκαν οι εισαγγελείς και είχαμε αποτέλεσμα σε εύλογο χρόνο.
Οι παρακολουθήσεις, ακόμα και οι νομιμοφανείς της ΕΥΠ, συνιστούν μείζον θέμα. Πόσο μάλλον όταν τη νομιμότητά τους έχουν αμφισβητήσει, με πλήθος επιχειρημάτων, επιφανείς νομικοί, που δεν συντάσσονται με την αντιπολίτευση, όπως ο Ευάγγελος Βενιζέλος και ο Νίκος Αλιβιζάτος.
Η κυβέρνηση έχει συμφέρον να μην προχωρήσει και εντέλει να κουκουλωθεί η υπόθεση. Και διότι την πλήττει πολιτικά και διότι μπορεί να προσλάβει ανεξέλεγκτες διαστάσεις, αν αποκαλυφθεί, για παράδειγμα, ότι ο Νίκος Ανδρουλάκης δεν ήταν το μοναδικό πολιτικό πρόσωπο που παρακολουθούσε η ΕΥΠ.
Όμως, η δικαιοσύνη (πρέπει να) είναι, κατά το Σύνταγμα, ανεξάρτητη εξουσία. Και οι κεφαλές της έχουν την υποχρέωση και την ευθύνη να διερευνήσουν, εξονυχιστικά και γρήγορα, όλες τις πτυχές του σκανδάλου. Ειδικά ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου επωμίζεται τη μεγαλύτερη ευθύνη, καθώς πρέπει να καθοδηγήσει την έρευνα και των υφισταμένων του, ώστε να εντοπιστούν όσοι παρανόμησαν και-για να θυμηθούμε μια έκφραση του πολιτικού συρμού- «όσο ψηλά κι αν βρίσκονται».
Οτιδήποτε άλλο, που θα οδηγεί την υπόθεση σε μακρόσυρτη διερεύνηση, με τελικό στόχο να μπει «στο ψυγείο», θα σημαίνει έγκλημα εναντίον και της πολιτικής και των θεσμών της.
Εν προκειμένω οι εισαγγελείς καλούνται να διαψεύσουν τη ρήση του Πλάτωνα «το δίκαιον ουκ άλλο τι ή του κρείττονος ξυμφέρον» («το δίκαιο δεν είναι τίποτα άλλο παρά το συμφέρον του ισχυρού»)…
Θυμίζουμε ότι η πολύκροτη υπόθεση της Χρυσής Αυγής προχώρησε γρήγορα όταν, με παρέμβαση του τότε (2013) υπουργού Δημόσιας Τάξης Νίκου Δένδια στην τότε εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ευτέρπη Γκουτζαμάνη, ενοποιήθηκαν τα περιστατικά εγκληματικής δράσης, διευκολύνθηκαν οι εισαγγελείς και είχαμε αποτέλεσμα σε εύλογο χρόνο.
Οι παρακολουθήσεις, ακόμα και οι νομιμοφανείς της ΕΥΠ, συνιστούν μείζον θέμα. Πόσο μάλλον όταν τη νομιμότητά τους έχουν αμφισβητήσει, με πλήθος επιχειρημάτων, επιφανείς νομικοί, που δεν συντάσσονται με την αντιπολίτευση, όπως ο Ευάγγελος Βενιζέλος και ο Νίκος Αλιβιζάτος.
Η κυβέρνηση έχει συμφέρον να μην προχωρήσει και εντέλει να κουκουλωθεί η υπόθεση. Και διότι την πλήττει πολιτικά και διότι μπορεί να προσλάβει ανεξέλεγκτες διαστάσεις, αν αποκαλυφθεί, για παράδειγμα, ότι ο Νίκος Ανδρουλάκης δεν ήταν το μοναδικό πολιτικό πρόσωπο που παρακολουθούσε η ΕΥΠ.
Όμως, η δικαιοσύνη (πρέπει να) είναι, κατά το Σύνταγμα, ανεξάρτητη εξουσία. Και οι κεφαλές της έχουν την υποχρέωση και την ευθύνη να διερευνήσουν, εξονυχιστικά και γρήγορα, όλες τις πτυχές του σκανδάλου. Ειδικά ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου επωμίζεται τη μεγαλύτερη ευθύνη, καθώς πρέπει να καθοδηγήσει την έρευνα και των υφισταμένων του, ώστε να εντοπιστούν όσοι παρανόμησαν και-για να θυμηθούμε μια έκφραση του πολιτικού συρμού- «όσο ψηλά κι αν βρίσκονται».
Οτιδήποτε άλλο, που θα οδηγεί την υπόθεση σε μακρόσυρτη διερεύνηση, με τελικό στόχο να μπει «στο ψυγείο», θα σημαίνει έγκλημα εναντίον και της πολιτικής και των θεσμών της.
Εν προκειμένω οι εισαγγελείς καλούνται να διαψεύσουν τη ρήση του Πλάτωνα «το δίκαιον ουκ άλλο τι ή του κρείττονος ξυμφέρον» («το δίκαιο δεν είναι τίποτα άλλο παρά το συμφέρον του ισχυρού»)…
Σχετικές Δημοσιεύσεις
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών