Ο Αυγενάκης, το Μαξίμου και το σκάνδαλο ΟΠΕΚΕΠΕ: όταν η εξουσία γίνεται λάφυρο

Η υπόθεση του ΟΠΕΚΕΠΕ και η κατάθεση του πρώην προέδρου του οργανισμού, Ευάγγελου Σημανδράκου, στην εξεταστική επιτροπή της Βουλής, ανοίγει ξανά τον φάκελο των παρεμβάσεων και των σκοτεινών πρακτικών που διαχρονικά στιγματίζουν τη δημόσια διοίκηση. Όμως, αυτή τη φορά, το πρόσωπο που βρίσκεται στο επίκεντρο δεν είναι ένα ανώνυμο στέλεχος ή κάποιος αθέατος μηχανισμός, αλλά ο πρώην υπουργός Λευτέρης Αυγενάκης και το ίδιο το Μέγαρο Μαξίμου.
Οι αποκαλύψεις του Σημανδράκου είναι βαριές. Περιέγραψε πιέσεις που δέχτηκε για να πληρωθούν δικαιούχοι με «κόκκινα» ΑΦΜ, ειδικότερα ο γνωστός κτηνοτρόφος Γιώργος Ξυλούρης, παρά το γεγονός ότι οι δηλώσεις του κρίνονταν προβληματικές και οι πληρωμές έπρεπε να παγώσουν μέχρι τον έλεγχο. Όταν ο γενικός γραμματέας του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης, Γιώργος Στρατάκος, φέρεται να τον καλούσε επανειλημμένα λέγοντας «πρέπει να πληρωθεί ο Γιώργος», ο Σημανδράκος αντιστεκόταν. Το τίμημα όμως ήταν βαρύ.

Ο Λευτέρης Αυγενάκης, αντί να στηρίξει τη νομιμότητα, εμφανίστηκε να υπονομεύει τον πρόεδρο του ΟΠΕΚΕΠΕ με δημόσιους χαρακτηρισμούς «τζούφιος» και «αναποτελεσματικός». Η τακτική είναι γνώριμη: όταν ένας δημόσιος λειτουργός δεν συμμορφώνεται με την πολιτική βούληση, διασύρεται και εξωθείται σε παραίτηση. Η συνέχεια ήταν ακόμη πιο αποκαλυπτική. Ο Σημανδράκος είχε ενημερώσει το Μέγαρο Μαξίμου και συγκεκριμένα τον υφυπουργό παρά τω πρωθυπουργώ Γιάννη Μπρατάκο, τον Σταύρο Παπασταύρου και τον Μάκη Βορίδη. Παρά ταύτα, όχι μόνο δεν προστατεύθηκε, αλλά του ζητήθηκε μάλιστα να αναβάλει συνεδρίαση του ΔΣ του Οργανισμού. Στην απουσία του, ο αντιπρόεδρος και μετέπειτα διάδοχός του, Κυριάκος Μπαμπασίδης, άλλαξε όλους τους διευθυντές, με μια διαδικασία που ο ίδιος ο Σημανδράκος χαρακτήρισε «παράτυπη κατάληψη της εξουσίας».
Η εικόνα που σχηματίζεται είναι θλιβερή: υπουργοί και γενικοί γραμματείς να πιέζουν για εξυπηρέτηση συγκεκριμένων συμφερόντων· το Μέγαρο Μαξίμου να γνωρίζει αλλά να σιωπά· και τελικά ένας πρόεδρος οργανισμού να εξωθείται σε παραίτηση επειδή επέλεξε τη νομιμότητα αντί της συναλλαγής. Αυτό δεν είναι μεμονωμένο περιστατικό. Είναι το σύμπτωμα μιας κυβέρνησης που έχει μετατρέψει την κρατική μηχανή σε εργαλείο πολιτικής πελατείας, παραμερίζοντας κάθε θεσμικό αντίβαρο.

Ο Λευτέρης Αυγενάκης, που έχει επανειλημμένα απασχολήσει την επικαιρότητα με πρακτικές που κινούνται στο όριο του θεσμικού εκτροχιασμού, λειτουργεί ως χαρακτηριστικό παράδειγμα υπουργού που δεν κατανοεί τον ρόλο του. Ο υπουργός δεν είναι προστάτης «ημετέρων» ούτε εντολοδόχος συγκεκριμένων παραγόντων. Είναι θεματοφύλακας του δημοσίου συμφέροντος. Κι όταν αυτό το ξεχνά, τότε το πρόβλημα δεν είναι προσωπικό αλλά βαθιά πολιτικό.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη καλείται να απαντήσει: γνώριζε και συγκάλυπτε ή αγνοούσε και άφησε ανεξέλεγκτους τους υπουργούς της; Και στις δύο περιπτώσεις, η ευθύνη βαραίνει το ίδιο το Μαξίμου. Δεν αρκούν πια οι επικοινωνιακές υπεκφυγές. Οι αγρότες και οι κτηνοτρόφοι που περιμένουν δίκαιες πληρωμές, αλλά και οι πολίτες που ζητούν κράτος δικαίου, απαιτούν καθαρές απαντήσεις.

Το ζήτημα δεν είναι μόνο αν ο Σημανδράκος δικαιώνεται πολιτικά. Το ζήτημα είναι ότι η χώρα δεν μπορεί να προχωρά με κυβερνήσεις που αντιμετωπίζουν τους θεσμούς ως λάφυρα και τους δημόσιους οργανισμούς ως χωράφια εξυπηρέτησης «φίλων». Αν η υπόθεση αυτή δεν οδηγήσει σε πραγματική κάθαρση, τότε θα έχουμε άλλη μία χαμένη ευκαιρία να αποδείξουμε ότι η Ελλάδα μπορεί να λειτουργήσει με κανόνες διαφάνειας και λογοδοσίας.

Διαβάστε ακόμη

Σχόλια