Σύντομη ιστορική αναδρομή στην περιοχή Θεολόγου Β. Ηπείρου


Του ΠΕΤΡΟ Β. ΚΟΥΡΤΗ

Ίσως για αυτούς που βάζουν το πόδι τους για πρώτη φορά σε αυτήν την δυσπρόσιτη περιοχή του Θεολόγου, να αισθάνονται κάποια αμηχανία, ή μάλλον πως βρίσκονται σε κάποιον άλλον άγνωστο πλανήτη που δεν έχει σχέση με τον δικό μας.
 

Για μας όμως που πρωτοείδαμε το φως του ήλιου σε αυτήν, για μας που γνωρίζουμε και το κάθε μικρό λιθαράκι αυτών των 11 γραφικών χωριών αυτής της ορεινής περιοχής, αποτελεί τη γοητεία μας, τη λαχτάρα μας, το ίνδαλμά μας, την περηφάνια μας.
 

«Δεν ξέρω τι μ’ έχει πιάσει τον τελευταίο καιρό κ. Πέτρο- μου γράφει στο διαδίχτυο η φίλη μου Αντιγόνη Ρίζου. Σχεδόν καθημερινά φέρνω στο νου μου τα υπέροχα χωριά μας και ας έζησα σε κείνα τα πέτρινα χρόνια, μέρες που εύχομαι να μην τις ξαναζήσει ούτε ο εχτρός μου. Αυτή την πέτρινη γέφυρα που βλέπεις στο f/b, δεν την ξεχνώ ακόμα και σήμερα που βρίσκομαι στη Θεσσαλονίκη. Δυό φόρες την ημέρα, να μην πω και περισσότερες, την περνούσα στις κρύες μέρες του χειμώνα μαζί με τους συμμαθητές και τους φίλους μου στα τέσσερα χρόνια της φοιτητικής ζωής στο λύκειο του Θεολόγου. Πραγματικά τη θεωρώ σαν δεύτερο σπίτι μου» .
 

Και ασφαλώς αυτά τα φλογερά συναισθήματα έχουν γίνει χτήμα όλων των γενεών αυτής της περιοχής, οι οποίες τη γνώρισαν, αλλά και έζησαν με την πλούσια ιστορία αυτού του τόπου, με τα ήθη και έθιμα, με τις παραδόσεις και με τα υπέροχα πολυφωνικά τραγούδια τους.
 

Πράγματι είναι μια δυσπρόσιτη ορεινή περιοχή, αλλά τόσο μαγευτική όσο και λατρευτική. Μεταξύ των ορεινών όγκων που δεσπόζουν σε ολόκληρη την περιοχή του Θεολόγου, η ψηλότερη κορυφή με ύψος 1618 μ, είναι αυτή του Σεντενίκου, όπως και του Ίσαυρου (Διβροβούνι) με ύψος. 1120 μ.
Ανάμεσα σε αυτούς τους όγκους σχηματίζεται μια στενόμακρη και εύφορη κοιλάδα που διασχίζεται από το ποτάμι της Λεσινίτσας. Πόσα και πόσα ιστορικά γεγονότα έχουν διαδραματιστεί στις δυό όχθες του ποταμού και στις πλαγιές αυτών των αγέρωχων βουνών η πλειοψηφία των οποίων συγκεντρώνει δεκάδες κοπάδια γιδοπροβάτων σε όλες τις εποχές του χρόνου.
 

Διασχίζοντας αυτήν την κοιλάδα, άθελά, σε κάθε σου βήμα θα ακούς τον ψίθυρο της ιστορίας να σου αφηγείται: «Ναι, εδώ που ρίχνεις τα βήματά σου αυτή τη στιγμή, βρίσκεσαι πάνω στα ίχνη του Νεοπτόλεμου, του γιού του Οδυσσέα, όταν επέστρεφε από τον Τρωικό Πόλεμο, πηγαίνοντας στο Μαντείο της Δωδώνης για να πάρει το χρησμό από τους Ελλούς και Σελλούς». Και ακολουθώντας τον ψίθυρο της ιστορίας, το πνεύμα σου θα αισθάνεται όλο και πιο περισσότερο την ανάγκη της αφήγησης: «Ναι, εκεί σε κείνη την πλαγιά, πέρα από τη μονή του Ιωάννη του Θεολόγου, εκεί που πηγάζει το Κεφαλόβρυσο, όπως ονομάζεται εδώ στην περιοχή, σώζονται ακόμα και σήμερα τα ερείπια της αρχαίας πόλης του Ελίκρανου».
 

Μα και τι να πρωτοθυμηθώ; «Για και η περίφημη Ζαγορίτσα. Εδώ οι πρώην κάτοικοι της αρχαίας πόλης, της Μαιανδρίας, αφού καταστράφηκε αρχικά από τον Αιμίλιο Παύλο και μετά από το σεισμό του 356 μ. Χ, έχτισαν τον νέο οικισμό που στη συνέχεια εξαφανίστηκε από τους βάρβαρους, Ούννους, Γότθους, Οστρογότθους, Βούλγαρους κα».

ΛΕΣΙΝΙΤΣΑ:
Στο βάθος της στενόμακρης κοιλάδας, Β.Α από το κέντρο της περιοχής, το Θεολόγο, το μάτι μας δύσκολα μπορεί να διακρίνει τα πρώτα σπίτια της κάτω Λεσινίτσας. Την πανέμορφη Λεσινίτσα με τους πάρα πολλούς διανοούμενους σε όλους τους τομείς. Η Λεσινίτσα των μαρτύρων Βασίλη Παρτάλη και Παπά Γιώρη. Η Λεσινίτσα του ποιητή μας και συγγραφέα Νίκου Κατσαλίδα. Η γενέτειρα του ερευνητή, του συγγραφέα, του μελετητή Νίκου Υφαντή που χρόνια στη σειρά ζει με τον παλμό της ιδιαίτερης Πατρίδας μας.
Οι δυό απόκρημνοι και αγέρωχοι βράχοι στο στενό του Αη Λιά, φαντάζουν από μακριά σαν γιγάντια περιστύλια που το χέρι του Πλάστη τοποθέτησε εδώ για την προστασία των δύω οικισμών.
Η στρατηγική θέση των δύο χωριών έχει άμεση σχέση με την αλώβητη παρθενιά τους. Ποτέ στα 500 χρόνια τουρκικής σκλαβιάς, δεν μπόρεσε να βάλλει το πόδι του, τούρκος στρατιώτης. Ακόμα και οι γερμανοί ναζιστές στο διάστημα του Β-ου Πολέμου, με τα κιάλια την αγνάντεψαν από μακριά.
 

Και ο λαϊκός ποιητής εμπνευσμένος από τα γεγονότα της εποχής του γράφει:
«Οι μπέηδες συνάζονταν
Μες στα ψηλά σαράγια
Να παν να κατακτήσουνε
Την κάτω Λεσινίτσα.
Ο Μήτρο Τσίαβος φώναξε
Από τον κακό τόπο:
Πού πας Σελήμη κερατά
Μέσα στη Λεσινίτσα
Δεν είναι σύκα να τα φας
Λεμόνια να τα ζήψεις
Είναι παιδιά Λεσιτσινά
Λεβέντες παλικάρια».

Η κάθε σπιθαμή γης, το κάθε δρομάκι και δεντράκι που συναντάς στο διάβα σου αγαπητέ μου αναγνώστη, είναι κι ένας μάρτυρας της πλούσιας ελληνικότατης ιστορίας μας. Μια ιστορία γραμμένη με πολλά δάκρυα και αίμα, με πολλούς αγώνες και θυσίες που δυστυχώς ακόμα και σήμερα δεν φαίνεται να έχουν τέλος…
Όσοι είχαν την καλή τύχη να κάμουν την ανάβαση σαν επισκέπτες στα πελασγικά τείχη του Αη Λιά, στα δυτικά της Μάλτσιανης, σίγουρα που έμειναν κατάπληκτοι, αγναντεύοντας σαν στην παλάμη του χεριού τους, όλα τα χωριά της περιοχής με εξαίρεση τις δύο Λεσινίτσες.

ΣΜΙΝΕΤΣΙ:
Για, εκεί πίσω από αυτές τις βουνοκορυφές, φαντάζει πνιγμένη μέσα στην πρασινάδα η γραφική Σμίνετση του αείμνηστου και παγκόσμιας φήμης γιατρού, Πέτρου Νάκου, του κολοσσού της ιατρικής επιστήμης που δολοφόνησαν αδίκως, οι γερμανό - μπαλίστες τον Ιούνιο του 1943.

ΓΡΙΑΖΑΝΗ:
Όχι πολύ μακριά από το σημείο που επιλέξαμε, στα ανατολικά μας, δεσπόζει το πανέμορφο χωριό Γριάζανη, η γενέτειρα του ξακουστού Ζήση Σταύρου, του αγωνιστή για την αποτίναξη του τουρκικού ζυγού στην Επανάσταση του Λυκούρσι το 1878, η γενέτειρα του αείμνηστου καθηγητή Νικόλα Σταύρου και του κατακρεουργημένου αδερφού του από τα βασανιστήρια της αλβανικής sigurim, Γρηγόρη Χαρίτου, όπως κοινώς είναι γνωστός.

ΜΑΛΤΣΙΑΝΗ:
Μπροστά μας, ριζωμένη στην καρδιά του Σεντενίκου, σαν αετοφωλιά η φημισμένη Μάλτσιανη των πολλών πηγών με κρυστάλλινο νερό και του πρασίνου. Λες και απολαμβάνεις τις χάρες μιας ανείπωτης μικρής όασης. Η Μάλτσιανη των γραμμάτων και της επιστήμης με δεκάδες εκπαιδευτικούς και καθηγητές, με γιατρούς, πολιτικούς μηχανικούς, συγγραφείς, επιτυχημένους επιχειρηματίες κ.α.
Μάλτσιανη, η γενέτειρα του πατριώτη ιερέα Βασίλη Τζόρου, ένας από τους 84 που πρωτοστάτησαν στο Συνέδριο της Ανεμόραχης στις 8 Αυγούστου 1943 για την ενσωμάτωση της Β. Ηπείρου στον Εθνικό κορμό.
Είναι η γενέτειρα του αείμνηστου καθηγητή Γιώργου Παναγιώτη, που στη κλειστή συγκέντρωση των Ελλήνων διανοούμενων στα Τίρανα, το Νοέμβριο του 1993, αντιτίθεται στους εγκάθετους της εποχής, λέγοντάς τους: «Δεν έχουμε κανένα δικαίωμα να παραποιήσουμε την ελληνική μας ιστορία, επειδή εξυπηρετεί τα συμφέροντα των Αλβανών. Την ιστορία που διδασκόμαστε μέχρι σήμερα, την έγραψαν με αίμα οι πατεράδες μας, οι παππούδες μας, οι προγονοί μας. Το καθήκον μας απ΄ εδώ και στο εξής, είναι γράψουμε τη δική μας Ιστορία, αλλά όχι επηρεασμένοι από την προσωρινή ψεύτικη δόξα που μας προσφέρουν κάποιοι…»

ΤΣΕΡΚΟΒΙΤΣΑ:
Όπου και να ρίξεις το βλέμμα σου από δω ψηλά, μια απεραντοσύνη φυσικής ομορφιάς και αβρότητας, γοητεύουν συνέχεια τον ψυχικό σου κόσμο. Σχεδόν κάτω από τα πόδια μας η Τσερκοβίτσα, το πρώην κέντρο της περιοχής Θεολόγου. Η σλάβικη ονομασία της, ασφαλώς που μας ταξιδεύει στο μακρινό παρελθόν αυτού του τόπου, στους δύο αιώνες της σλαβικής υποδούλωσης και του σκοταδισμού.
Κάποτε εδώ ο τόπος βοούσε και αντηχούσε από τις εκατοντάδες χαρούμενες παιδικές φωνές του 8-χρονου, του Λυκείου, της Γεωργικής Σχολής, όπως και από τις εκατοντάδες φωνές των επισκεπτών στις δημόσιες υπηρεσίες της περιοχής.
Σήμερα εδώ τα πάντα έχουν νεκρώσει σχεδόν. Κανένα κατάστημα δεν λειτουργεί. Και το μόνο καφενείο που απέμεινε, λειτουργεί υποτονικά και άθελά σου το αποστρέφεσαι. Μια έντονη μελαγχολία κυριεύει το είναι σου, αφού απ’ εδώ μέσα διαισθάνεσαι θανάσιμα τη μοναξιά και την ερήμωση. Σκεπτόμενος και με νωχελικά βήματα, βγαίνεις με την ελπίδα πως στους εξώστες του Νοσοκομείου που δεσπόζει στην πλατεία, ίσως δεις κάποιον ασθενή. Μα η απογοήτευση που νιώθεις όμως από την πρώτη κιόλας στιγμή, μένει ο παντοτινός σου συνοδοιπόρος της ανθρώπινης ανυπαρξίας.
 

Τίποτε δυστυχώς δεν καλλιεργείται όπως πριν. Φαινόμενο γενικό σε όλα τα χωριά της περιοχής. Και ο πρώην φούρνος που εφοδίαζε τους κατοίκους με τον επιούσιο, παραμένει μια πικρή ανάμνηση. Και μένεις σαστισμένος, όταν το μάτι σου αντικρίζει μέσα στην απόγνωση κάποιο ζευγάρι ηλικιωμένων να εργάζονται στο περιβόλι τους σπέρνοντας λίγα λαχανικά, τόσα όσο να ειρωνεύονται τον εαυτόν τους. Και όταν τους ρωτάς για τα οικονομικά τους σου λένε: «Να ζήσουν τα ταξιδεμένα παιδιά μας. Να ζήσει η Ελλάδα μας».
 

Και αυτό που μας εντυπωσιάζει πιο πολύ είναι το γεγονός πως κανείς τους δε θέλει να πιστέψει πως η μητέρα Πατρίδα, τους αφαίρεσε αυτό το πενιχρό βοήθημα του ΟΓΑ. «Πάλι θα μας το δώσουν, μας λέει η Αναστασία Υφαντή από τη Λεσινίτσα. Όχι, δεν θα μας αφήσουν έτσι… Δε θέλω να ακούσω τη λέξη πως δεν μας αγαπάνε».
Και ασφαλώς, δεν είναι η μόνη που ελπίζει στη μάνα Ελλάδα, αν και σήμερα περνά δύσκολες στιγμές εξ αιτίας της οικονομικής κρίσης. Όλοι ελπίζουν.
 

Ένα φορτηγό κάνει συχνά τη διαδρομή με διάφορα εμπορεύματα, περνώντας στα χωριά με την αράδα για να τα εφοδιάσει με τα πιο αναγκαία προϊόντα.
Για μας που μεγαλώσαμε σε αυτά τα κατσάβραχα, που γνωρίσαμε έστω και το δύσκολο και σκληρό παρελθόν μας, οι αναμνήσεις παρελαύνουν μπροστά μας αδυσώπητες, ασυγκράτητες, ίσως για να λυγίσουν την αισιοδοξία μας. Και όμως ελπίζουμε. Προσδοκούμε στο αύριο. Στους νέους μας. Στον εθνικό τους πατριωτισμό.
Τσερκοβίτσα, το χωριό με τις πολλές εκκλησίες, με τους πολλούς διανοούμενους, δασκάλους, γιατρούς, επιχειρηματίες, κτηνίατρους, αγρονόμους και με δεκάδες φοιτητές στα Ελληνικά Πανεπιστήμια. Προχωρώντας προς το κέντρο του χωριού, μέσα στο κατάφυτο από οπωροφόρα δέντρα, στεκόμαστε με εκτίμηση και ευλάβεια μπροστά στο πατρικό σπίτι, του αγωνιστή κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, Αναγνώστη Τρίχα, αυτής μεγάλης για την εποχή του προσωπικότητας. Ήταν αυτός που μαζί με τον Αρχιμανδρίτη Φιλήμονα Κίτσιο από τον Αγιαντριά ως Πολιτικός Αρχηγός, το Ζήση Σταύρο από τη Γριάζανη και το Αναγνώστη Οικονόμου από τη Δίβρη, οργάνωσαν και καθοδήγησαν την επανάσταση του Λυκούρσι το Φλεβάρη του 1878.

ΓΙΑΝΝΙΤΣΑΤΕΣ:
Αυστηρή αλλά και επιβλητική η περιοχή από κάθε σημείο και αν ρίξεις το βλέμμα σου. Τόσο οι αναρίθμητες φυσικές καλλονές όσο και τα υπέροχα χαρακτηριστικά των κατοίκων της με την πατροπαράδοτη φιλοξενία και ευγένεια, με τα σταθερά ήθη και έθιμα, με την εμμονή τους στις ελληνικές παραδόσεις και στην γνησιότατη ομιλούμενη ελληνική γλώσσα, πείθουν τον απλό περιηγητή για την φυσική προέκταση του εθνικού κορμού.
Στα 400 μ πάνω από την κοίτη του ποταμού που έρχεται από τη Λεσινίτσα, ανάμεσα στο διάσελο που σχηματίζετε στους πρόποδες του Δρυάνου, το χωρίο Γιαννιτσάτι με τα ανακαινισμένα σπίτια του, όπως και σε όλα τα άλλα χωριά των Ριζών μετά το 1990, φαντάζει σήμερα σαν ένα απομονωμένο ασκητήριο στο οποίο ίσως συναντήσεις όχι περισσότερους από 8 ηλικιωμένους σε πλήρη απόγνωση και εγκατάλειψη.
Αν ζούσε σήμερα η διάσημη συγγραφέας Κατίνα Παπά, και αγνάντευε αυτήν τη στιγμή τη γενέτειρά της, δεν υπερβάλω αν θα πω, πως θα άλλαζε τον τίτλο του Βιβλίου της «Στη συκαμιά από κάτω».

ΛΟΥΨΑΤΙ:
Ακόμα πιο τρομαχτική και μακάβρια η εικόνα στο γειτονικό Λουψάτι, που φαντάζει τώρα σαν εγκαταλειμμένη αετοφωλιά.
Από τις 23 οικογένειες του χωριού, μετά τη μεγάλη φυγή στην Ελλάδα, ο μόνος που φυλάει Θερμοπύλες, που υπερασπίζεται τις περιουσίες των συγχωριανών του από τις συχνές ληστείες μερικών κακόβουλων αλβανών οι οποίοι δεν άφησαν χωριό στην περιοχή χωρίς να το λεηλατήσουν, αλλά και να υποδέχεται τους ταξιδεμένους συγχωριανούς του, όταν έρχονται καμιά φορά μόνον για τρείς ή πέντε μέρες, είναι ο Φώτος Ζώτος με την σύζυγό του Ελένη.

ΑΓ. ΑΝΔΡΕΑΣ:
Ο αυτοκινητόδρομος που συνδέει την πόλη των Αγ. Σαράντα με το κέντρο του Θεολόγου, διασχίζει καταμεσής το γραφικότατο χωριό του Αγ. Ανδρέα. Ένα χωριό ριζωμένο στους πρόποδες του Ίσαυρου και με μια πανάρχαια ιστορία χιλιάδων ετών. Είναι χτισμένο πάνω στα ερείπια της αρχαίας πόλης, Μαιανδρία η οποία καταστράφηκε αρχικά το 168 π.Χ από τον Ρωμαίο στρατηγό Αιμίλιο Παύλο.
Αγναντεύοντας πάνω από το αρχαίο φρούριο του Παλιόκαστρου, το ανθρώπινο μάτι μένει κατάπληκτο και μαγεμένο όταν προβάλλουν μπροστά σου η Αμπελιάνα, τα Δημητράκια, το γραφικό Προσήλιο, η Μαλίνα μας και η αγέρωχη Αραβουνά. Σαν αγναντεύει κανείς τα σπίτια του χωριού να χάνονται μέσα σε μια πυκνή βλάστηση οπωροφόρων, δεν θα επιθυμούσε ποτέ να ανταλλάξει αυτήν την εικόνα με τίποτε άλλο.
Δυστυχώς όμως, για πού συνέβηκε το αντίθετο.
Από τους 760 κατοίκους του χωριού, μετά τη μεγάλη φυγή στην Ελλάδα, φυλούν Θερμοπύλες αυτήν τη στιγμή μόνον 45.
Αν και σήμερα στον Άγ. Ανδρέα έχει ξεσηκωθεί μια ολόκληρη και αξιόλογη πλειάδα διανοουμένων, σπουδασμένων κυρίως στα Ελληνικά, Πανεπιστήμια, πάνω από 25: δάσκαλοι, καθηγητές, γιατροί, νομικοί, συγγραφείς, πολ. μηχανικοί κ.α, εάν θα ξυπνούσε από τον τάφο του ο Αρχιμανδρίτης Φιλήμονας Κίτσιος, ο Πολιτικός Αρχηγός της Επανάστασης του Λυκούρσι του 1878, μαζί με τα αείμνηστα παλικάρια του, το Σταύρο Γιάννη, τον Κώστα Θανάση, τον καπετάν Σπυρέλη κ.α, ούτε που θα δεχόταν, αλλά ούτε και που θα επέτρεπαν αυτήν τη μεγάλη εγκατάλειψη που ζει σήμερα το χωριό και η περιοχή ολόκληρη.
Οι δόξες οι παλιές δυστυχώς, έμειναν μια θύμηση νοσταλγική, ένας θρύλος θα έλεγα, για τους λίγους ηλικιωμένους που απέμειναν.
Λυγίζει η ψυχή σου, τρέμει το φυλλοκάρδι σου, μόλις σουρουπώνει. Μέσα στη μοναξιά, σε τρομάζει η κραυγή της κουκουβάγιας και του γκιώνη.
Όλοι οι κάτοικοι αυτής της δυσπρόσιτης περιοχής, είναι μάρτυρες ποικίλων επιδρομών ανά τους αιώνες. Κανείς όμως δεν μπόρεσε να αλλοιώσει και να βεβηλώσει την παρθενική τους Ελληνικότητα. Διατήρησαν και διατηρούν τη φυλετική τους ιδιομορφία, αλλά και τους ακατάλυτους ιστορικούς δεσμούς με τον εθνικό κορμό, αντλώντας και μεταδίδοντας τη δύναμη του Ελληνικού Μεγαλείου.

Η ΔΙΒΡΗ – (Το μπαλκονι των ριζων)

Το αυτοκίνητο που μόλις έκανε την ανάβαση στην ανηφόρα της Ανεμόραχης, σου δίνει τη δυνατότητα να απολαύσεις ένα εξαιρετικό και μαγευτικό θέαμα.
Μπροστά μας προβάλει με όλο της το φυσικό μεγαλείο το κεφαλοχώρι της περιοχής Θεολόγου, η Δίβρη ή «Το μπαλκόνι των Ριζών», όπως συνηθίσαμε να την αποκαλούμε.
Προβάλλει μπροστά μας η γενέτειρα των ανδρείων, των γραμμάτων και της επιστήμης, των μαρτύρων της Χοτζικής δικτατορίας, του συγγραφέα Χαράλαμπου Κίτσιου, του ντουφεκιού όπως τους χαρακτηρίζει ο ιστοριοδίφης Νικόλας Μυστακίδης. «Διβριώτες τουφεξήδες – Αγιαντρίτες χορευτάδες – Τσερκουβιανίτες κεραμιδάδες».
Μέσα στην απεραντοσύνη του ανοιχτού ορίζοντα, το μάτι μας σαν να προσπαθεί να αγκαλιάσει την πεδιάδα του Βούρκου, όπως και το νησί των Φαιάκων, αλλά και να ξεναγηθεί στην αρχαία πόλη του Αινεία, του Έλενου και της Ανδρομάχης, το Βουθρωτό.
 

Το άγχος που αποκομίσαμε, μέχρι στιγμής, σαν να μας εγκαταλείπει. Μέσα από τα βάθη της ψυχής μας, αναδύεται η αισιοδοξία και η ελπίδα. Δεκάδες άνθρωποι όλων των ηλικιών, κινούνται στους δρόμους του χωριού, και στα αρκετά καταστήματα, όπως και καφενεία που δεκάδες ηλικιωμένοι κυρίως, σκοτώνουν τον ελεύθερο χρόνο τους. Και αφού διαπιστώνεις πως άφησες πίσω σου το άγχος και τον μαρασμό, θεωρείς αναγκαίο να κάνεις μια δέηση στη μεγαλοπρεπέστατη εκκλησία του χωριού που αναστυλώθηκε πριν από λίγα χρόνια από τον Μακαριότατο Αναστάσιο και το άμεσο ενδιαφέρον των Διβριωτών, ανάβοντας ένα κεράκι.
 

Πάνω από την Καμάρα, τη βρύση με το γάργαρο νερό, στα γραφεία της κομούνας μας περιμένει ο Πρόεδρος Σωκράτης Καλτσούνης και ο Πρόεδρος του Κοινοτικού Συμβουλίου, ο κ. Γ. Ρέτζιος.
«Κάναμε αρκετά πράγματα για την περιοχή μας- μας λέει ο κ. Σωκράτης. Ασφαλώς που έχουμε πολλά για να κάνουμε ακόμα. Ένα από τα πιο βαρυσήμαντα πράγματα που έχουμε σχεδιάσει αυτήν τη στιγμή, είναι ασφαλτόστρωση του δρόμου Δίβρη – Θεολόγο. Η Αλβανική παρούσα Κυβέρνηση μας υποσχέθηκε πως θα μας δώσει ένα χέρι βοήθειας. Βρισκόμαστε μπροστά στις εκλογές του Ιουνίου. Ελπίζω πως, επειδή έχουν την ανάγκη του ψήφου μας κυρίως, να υλοποιηθεί η προσδοκία μας. Με αυτήν την ευκαιρία όμως θα παρακαλούσα τη Σύνταξη της εφημερίδα σας «Κραταιός λόγος», να βοηθήσει όπως πάντα για την όσο πιο μεγαλύτερη συμμετοχή των νέων μας στις επερχόμενες βουλευτικές εκλογές» .

Αθήνα:
7.04.2013

Σχόλια