Στη Μοσχόπολη - 2 φωνές & 2 γεφύρια

Του Σπύρου Μαντά

√ Η Αθήνα της τουρκοκρατίας !
√ Το άνθος των Βαλκανίων !
√ Το μικρό Παρίσι της Ανατολής !

Η Μοσχόπολη ιδρύθηκε, ως Βοσκόπολη, στα μέσα του 14ου αιώνα από βλάχους κτηνοτρόφους. Με τη βιοτεχνία και το εμπόριο, γρήγορα αναδείχθηκε σε σημαντικό οικονομικό και πνευματικό κέντρο της Βαλκανικής. Στο απόγειό της έφτασε σε πληθυσμό τους 60.000 κατοίκους με 12.000 σπίτια σε 12 συνοικίες. Λειτούργησαν, μεταξύ των άλλων, Ακαδημία, βιβλιοθήκη, τυπογραφείο και 24 ναοί! Απ’ τις πολλές της οικογένειες που δραστηριοποιήθηκαν κυρίως στην κεντρική Ευρώπη, ξεχώρισε εκείνη των Σίνα. Δυστυχώς τούτη η θαυμαστή πολιτεία -άτυχη η μοίρα της- λεηλατήθηκε απ’ τους αλλόθρησκους γειτόνους της το 1769, ανέκαμψε αργότερα μερικώς, για να έλθει οριστικά το τέλος της, πάλι με επιδρομές, το 1916. Σήμερα, φτωχό χωριό, ξανάγινε …Βοσκόπολη (Βοσκοπόγιε)!

Ξαναβρέθηκα στη Μοσχόπολη εφέτος στις 4 Σεπτεμβρίου. Βίωσα και πάλι πόνο και θλίψη, δηλαδή όσα νιώθει ο κάθε επισκέπτης που γνωρίζει, που έχει μελετήσει. Και μόνο το πρωινό αεράκι που μου δρόσιζε το πρόσωπο -αλλού ο απόλυτος καύσωνας- έδινε κουράγιο να συνεχίσω να περιφέρομαι ανάμεσα σε ερείπια που ακόμη μιλούν, σε περισσότερα που ανακαλεί η ιστορία.

Έφυγα έχοντας στην ψυχή του νου μου δύο φωνές να με συντροφεύουν· δύο πετρογέφυρα που διαβαίνοντάς τα υποσχέθηκα να ξαναγυρίσω.

Ο Θεόφραστος Γεωργιάδης (1885-1974), παρών στη σφαγή του 1916, πάντα θα ιστορεί…
Ο Θεόδωρος Σγκούρι (1922), ολοζώντανο μνημείο στο σήμερα, διευκρινίζει…




Ο Θ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ (1885-1974) ΙΣΤΟΡΕΙ…

Ο Θεόφραστος Γεωργιάδης, δάσκαλος Μοσχοπολίτης, έζησε τη σφαγή του 1916, 31 χρονών, και έγραψε:

«Η νυξ της 15 προς την 16 Οκτωβρίου 1916 υπήρξε νυξ απαισία και θλιβερά, η τελευταία της ζωής της Μοσχοπόλεως.

Ήρχισαν να διαδίδωνται φήμαι ότι συμμορίαι άτακτοι περιοίκων εξωμοτών αλλοθρήσκων καπεταναίων κατήρχοντο προς αυτήν εκ διαφόρων διευθύνσεων. Με επικεφαλής αιμοχαρείς αρχηγούς κατελάμβανον την επαρχίαν Οπάρεως και Γκόρας με κατεύθυνσιν την ατυχή Μοσχόπολιν.

Ανέτειλεν η Κυριακή ημέρα 16 Οκτωβρίου, και πάντες έντρομοι ήνωνον τας δεήσεις των προς τον Ύψιστον και τους Αγίους τους περιστοιχούντας την Μοσχόπολιν, παρακαλούντες να αποτραπή ο κίνδυνος.

Ακούονται οι πρώτοι πυροβολισμοί, η μάχη εγενικεύθη και φρικωδώς αντηχούσαν αι πέριξ φάραγγες και τα γύρω βουνά από τους πυροβολισμούς. Εις μάτην οι Μοσχοπολίται εζήτουν την συνδρομήν των Γάλλων, ούτοι εκώφευσαν τελείως.

Κατά την συμπλοκήν οι ημέτεροι ημύνθησαν κρατεώς, αλλ’ ευρεθέντες προ ασυγκρίτως υπερτέρων δυνάμεων και άνευ επαρκών πυρομαχικών, ηναγκάσθησαν να οπισθοχωρήσουν. Οι συμμορίται εισήλθον εις την πόλιν και αμέσως έθεσαν πυρ εις την πρώτην τυχούσαν οικίαν του Κύργιο-Ντάλτα, ήτις αμέσως ανεφλέγη.

Το πυρ μετεδόθη και εις ετέρας παρακειμένας οικίας και εγενικεύθη εις όλην την πόλιν. Δεν δύναμαι να περιγράψω τας τραγικάς εκείνας ώρας, τον τρόμον και την σύγχυσιν των ταλαιπώρων συμπατριωτών μου και των γυναικοπαίδων, τα οποία εθρήνουν και ωλοφύροντο μη γνωρίζοντα, πού να κατευθυνθούν. Φωτιά και θάνατος παντού…

Οι ημέτεροι έλαβον διαφόρους κατευθύνσεις, άλλοι μεν προς Κορυτσάν, οι πλείστοι δε προς το Μοναστήρι του Προδρόμου, όπου ενόμιζαν ότι θα εύρουν άσυλον και σωτηρίαν. Άλλοι εκλείσθησαν εις τας οικίας των, όπου έπεσαν μαχόμενοι.

Ο εχθρός γενόμενος κύριος της πόλεως επέφερε γενικήν καταστροφήν και λεηλασίαν. Πλήστοι εύρον τον θάνατον και πλείστοι εκάησαν εντός των οικιών των. Εις την Μονήν του Προδρόμου συνεκεντρώθησαν χιλιάδες γυναικόπαιδα φεύγοντα πανικόβλητα το πυρ και την μάχαιραν.

Λήσταρχος τις εισέρχεται αγρίως μετά της συμμορίας του εις το μοναστήρι και εκάλεσε τους δύο ιερείς του να παραδώσουν άπαντας τους καταφυγόντας εκεί δυστυχείς. Ο αιμοβόρος λήσταρχος περιήλθεν όλας τας αιθούσας και, αφού εξεγύμνωσε τα γυναικόπαιδα, συνέλαβε τεσσαράκοντα πέντε Μοσχοπολίτας μπροστά στα μάτια των οδυρωμένων μητέρων, συζύγων, αδελφών, τέκνων και συγγενών αυτών και αφού τους έδεσεν όλους μαζί δια σχοινίου τους έσυρεν ως πρόβατα έξω της Μονής και εις ένα απόκρημνον μέρος προς την Σίπισχαν τους εξετέλεσε.

Ξημερώνει η Δευτέρα ημέρα 17 Οκτωβρίου. Η φωτιά εξακολουθεί και η λεηλασία επίσης. Ολόκληρα στίφη εκ των πέριξ γειτονικών χωρίων, μηδέ της περιφερείας Τομορίτσας του Βερατίου εξαιρουμένης, επέπεσον κατά της ατυχούς Μοσχοπόλεως και με πελέκεις και μαχαίρας κατέστρεφον ό,τι εύρισκον εμπρός των, λεηλατούντες τας ερήμους οικίας και φονεύοντες τους εις αυτάς αναπομείναντας γέρους, ασθενείς και τραυματίας. Εις τους δρόμους της πόλεως έκειντο τα πτώματα των φονευθέντων κατοίκων, τα οποία έμειναν άταφα επί πολλάς ημέρας.

Δυστυχείς Μοσχοπολίται! Η μνήμη υμών ας είναι αιωνία!




Ο ΒΑΣΙΛΙ ΣΓΚΟΥΡΙ (1922) ΔΙΕΥΚΡΙΝΙΖΕΙ…

Βρήκα τον Βασίλη Σγκούρι, 93 χρονών σήμερα, στην αυλή του σπιτιού του να τον κουρεύει η γυναίκα του, η κυρά-Βαγγελία, αυτή 91 χρονών. Βιάστηκε να τελειώσει και σε καλά ελληνικά άρχισε να απαντά στις ερωτήσεις μου, να μου διευκρινίζει τις απορίες:

«Γεννήθηκα το 1922. Τον πατέρα μου τον λέγαν Νικόλα και τον παππού μου Θεοδωράκη. Ανεβοκατεβαίναμε Κονίσπολη Μοσχόπολη με 3.000 πρόβατα. Όλη η φαμίλια μας ήταν 70 άτομα.

-Εσείς, τσελιγκάδες, και δεν μπορείτε να αγοράσετε ένα σπίτι; -είχαν πειράξει τους δικούς μου· από καπρίτσιο πληρώσαμε κι εμείς ένα σωρό λίρες κι αγοράσαμε. Μείναμε έτσι μόνιμα εδώ.

Ήταν αλλιώς στη Μοσχόπολη, άλλος κόσμος! Κάποτε βγήκε κάποιος δικός μας στην αγορά με απλά ριγμένο πάνω του το σακκάκι…

- Εδώ είναι Μοσχόπολη -τον μάλωσε κάποιος. Ή φόρεσε και τα μανίκια σου ή πήγαινε σπίτι σου να το αφήσεις.

Κάθε απόγευμα, στέλναμε έναν ψυχογιό μας και καθάριζε το μεσοχώρι. Πηγαίναν εκεί και κάνανε βόλτες οι νέοι και οι νέες, να γνωριστούνε. Αν έβλεπες κάποια και σου άρεσε, πήγαινες στους γονείς σου, το έλεγες, και αυτοί αναλάμβαναν τα υπόλοιπα. Δεν γίνονταν προξενειά στα κουτουρού. Άλλος κόσμος εδώ! Ήταν αλλιώς στη Μοσχόπολη!».

Έφερα την κουβέντα στα γεφύρια -είχα δει δύο, είχα διαβάσει για περισσότερα. Τα ήξερε καλά…

- Ναι, πούντι αλ Παπανικόλα, πούντι αλ Θανάση, πούντι αλ Ζομόρι, κι άλλα πολλά. Τα ξέρω, θα σου πω…








Η ΓΕΝΙΑ ΤΩΝ ΣΓΚΟΥΡΙ…


Βασίλη Σγκούρι (1922)


Νικόλα Σγκούρι ()


Θοδωράκη Σγκούρι (1875-1950)








ΤΟ ΓΕΦΥΡΙ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ


Βρίσκεται στην άκρη της Μοσχόπολης, στο δρόμο για το μοναστήρι του Προδρόμου. Ειπώθηκε έτσι, από διπλανή, κατεστραμμένη σήμερα εκκλησία.

Παλαιά, όπως απεικονίζεται σε γκραβούρα του 1742, ήταν τρίτοξο, τώρα όμως το βρίσκουμε με δύο καμάρες. Αυτό, γιατί στα τέλη του 19ου αιώνα, τον Αύγουστο του 1895 συγκεκριμένα, τού έγινε τέτοια επισκευή, που πρέπει να μιλάμε για καινούριο γεφύρι! Κατά τον μητροπολίτη Ιωακείμ Μαρτινιανό (1875-1953):

«…επιτροπεία, ήτις επίσης ιδιαιτέρας εξάρσεως και μνείας τυγχάνει αξία, είναι εκείνη η του επιζώντος εισέτι κ. Ναούμ Νικ. Στίργια, (1890-1916) καθ’ ην, χάρις εις την λελογισμένην αυτού διαχείρησιν, ανηγέρθη ανακαινισθείσα τελείως η λιθίνη γέφυρα Αγίας Παρασκευής».








ΤΟ ΓΕΦΥΡΙ ΤΟΥ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑ ή
ΚΟΒΑΣΗ (ΣΙΔΕΡΑ)



Βρίσκεται λίγο πριν φτάσουμε στη Μοσχόπολη, γεφυρώνοντας, στη θέση Κιοπέκα ή Παπανικόλα, το ομώνυμο μεγάλο ποτάμι της πόλης -αριστερός παραπόταμος του Δεβόλη. Είναι δηλαδή πάνω στο δρόμο που έρχεται από την Κορυτσά. Οι Βλάχοι το αποκαλούσαν Πούντι αλ Παπανικόλα. Σήμερα δεν υπάρχει με την παλαιά του μορφή· έχει καταστραφεί και αντικατασταθεί από νεότερη πέτρινη γέφυρα.

Ποια ακριβώς ήταν η πρώτη του μορφή, δυστυχώς, παρά την καίρια θέση και το γεγονός ότι σωζόταν έως κοντά τα τέλη του 19ου αιώνα, αγνοούμε.

Το καλοκαίρι τού 1895, το γεφύρι, με αρκετές ήδη φθορές, αντικαταστάθηκε με καινούριο. Εκείνη, τη δεύτερη μορφή του, την γνωρίζουμε από μια παλαιά, τραβηγμένη το 1913 φωτογραφία -αυτή που παραθέτουμε (αρχείο Μουσείου “Χρ. Κελεμκερής”).

Αλλά τραυματισμένο στους τότε πολέμους όπως βλέπουμε και στη φωτογραφία, το γεφύρι χρειάστηκε και πάλι να ξαναχτιστεί, για τρίτη φορά, μάλιστα τώρα τέτοιο ώστε να εξυπηρετεί τις νέες ανάγκες.

Εν τω μεταξύ, αποκαλούμενο έως τότε γεφύρι του Παπανικόλα, απέκτησε και δεύτερο όνομα -αποκαλείται πια και Σιδερά (Κοβάση). Αυτό από οικογένεια τσιγγάνων που ήρθαν απ’ την Κορυτσά κι έστησαν δίπλα του καλύβι προκειμένου να πεταλώνουν τα διερχόμενα άλογα.








ΤΟ ΓΕΦΥΡΙ ΤΟΥ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑ ή ΚΟΒΑΣΗ (ΣΙΔΕΡΑ)…


όπως σώζεται σήμερα, στην τρίτη του μορφή.






vlahofonoi.blogspot.gr

Σχόλια