Αποκαθιστώντας τον «προδότη» Νίκο Ακριβογιάννη

Το άρτι εκδοθέν βιβλίο δεν είναι ούτε μία ακραιφνής ιστορική μελέτη ούτε ένα αστυνομικό μυθιστόρημα. Στην πραγματικότητα, το παραπάνω έργο, υπερβαίνει και τα δύο είδη, ενσωματώνοντάς τα, με απαράμιλλη επιδεξιότητα, χωρίς επ’ουδενί να υπολείπεται σε ιστορική τεκμηρίωση, καθώς είναι απαύγασμα πρωτογενούς, αδημοσίευτου έως σήμερα, απόρρητου αρχειακού υλικού, από τα αλβανικά αρχεία αλλά και άλλων ελληνικών τεκμηρίων (Αρχείο Υπουργείου Εξωτερικών, προσωπική επιστολογραφία του Νίκου Ακριβογιάννη κ.ά.). Μπορεί να αναγνωσθεί με την ίδια ευκολία και ενδιαφέρον τόσο από τον εξειδικευμένο επιστήμονα και τον ιστοριοδίφη, όσο και από το πολυάριθμο αναγνωστικό κοινό που προτιμά τη λογοτεχνία.

Πρόκειται για την εξαίρετη μονογραφία του έγκριτου ιστορικού, Σταύρου Ντάγιου, ειδικού στα ζητήματα των ελληνοαλβανικών σχέσεων, αλλά και του ευρύτερου βαλκανικού χώρου, με έμφαση την περίοδο του κομμουνισμού στα Βαλκάνια. Κεντρικός ήρωας, όπως ο τίτλος μαρτυρεί, ο Νίκος Ακριβογιάννης. «Ίκαρος» της ελληνικής Αεροπορίας και κατάσκοπος, στρατολογημένος από τις ελληνικές υπηρεσίες, ο οποίος κυριολεκτικά θυσιάσθηκε από και όχι για την πατρίδα του, στο βωμό της, αυθαίρετης και με αστήρικτα στοιχεία, απόπειρας «εκκαθάρισης» της Αεροπορίας από τα δημοκρατικά μετριοπαθή στελέχη, στο πλαίσιο της ψυχροπολεμικής αντικομμουνιστικής υστερίας.

Την περίοδο εκείνη είχε μόλις προηγηθεί, το Φεβρουάριο-Μάρτιο 1952, η δίκη, η καταδίκη και η εκτέλεση, τεσσάρων εκ των έξι μελών, της «ομάδας Μπελογιάννη», σχετικά με την «υπόθεση των ασυρμάτων», με την κατηγορία της κατασκοπείας εις βάρος της Ελλάδας και καθώς ο αντικομμουνισμός βρισκόταν σε έξαρση, θύλακες του παρακράτους στο στρατό, συνεπικουρούμενοι από τη CIΑ, εξύφαιναν τη σκευωρία της κατοπινής «δίκης των Αεροπόρων», άρρηκτα συνυφασμένης με την αποστολή του Ακριβογιάννη στην Αλβανία. Ο Ακριβογιάννης στρατολογήθηκε για να αποσταλεί, στις 7 Απριλίου 1952, με αεροπλάνο τύπου «Χάρβαρντ», στην Αλβανία, με το «πέπλο» του φυγά κομμουνιστή, όπου θα δήλωνε κομμουνιστής και θα ερχόταν σε επαφή με τους εξόριστους του Δημοκρατικού Στρατού (ΔΣΕ) σε μία «εθνική», αλλά αβέβαιη αποστολή με βέβαιη όμως κατάληξη, τον θάνατο. Οι αλβανικές αρχές, χωρίς να πείθονται για το σκοπό της αποστολής του, αφού τον συνέλαβαν, τον ανέκριναν, τον βασάνισαν, τον φυλάκισαν, τον καταδίκασαν, τελικά τον εκτέλεσαν.

Από τη μακρόχρονη και εξαντλητική έρευνα του συγγραφέα στα αλβανικά αρχεία, όπου σταχυολογήθηκαν τεκμήρια και ντοκουμέντα εκατοντάδων σελίδων προανακριτικού και ανακριτικού υλικού, αλλά και την επιστολογραφία του Ακριβογιάννη με συγγενικά και φιλικά του πρόσωπα, δεν προκύπτει η παραμικρή μνεία για συσχετισμό του τελευταίου με την κομμουνιστική ιδεολογία ή η όποια εμπλοκή του σε κάποια από τις μυστικές υπηρεσίες του ανατολικού συνασπισμού, καθότι στην Ελλάδα κατηγορήθηκε ως διπλός πράκτορας. Ουσιαστικά ο συγγραφέας αποτολμά και τελικά κατορθώνει, μέσω πλήθους τεκμηρίων, να αποκαταστήσει, αν όχι εν όλω, τουλάχιστο εν μέρει, τη μνήμη και την υστεροφημία ενός διπλά εκτελεσθέντος Έλληνα αεροπόρου. Από τις αλβανικές αρχές κυριολεκτικά, αλλά και από τη μητέρα-πατρίδα του, την Ελλάδα, μεταφορικά, καθώς είχε άδικα «χρεωθεί» το στίγμα του «προδότη κομμουνιστή φυγά»

Σάββας Χ. Ιακωβίδης
Υπ. Δρ. Βαλκανικής Ιστορίας, ΠΑ.ΜΑΚ

Σχόλια