Το τέλος του πολέμου (1944) ήταν και η αρχή της περιόδους της πολιτικής εκδίκησης στην Αλβανία, που ύστερα μετατράπηκε από το κομμουνιστικό καθεστώς ως ένα πραγματικό σύστημα διακυβέρνησης που βασιζόταν σε συλλήψεις και διωγμούς των πολιτικών αντιπάλων, ξεκινώντας από τους πρώην αρχηγούς, διανοούμενους, εμπόρους και κτηματίες.
Οι φυλακές που ήταν στην διάθεση της κυβέρνησης το 1944 ήταν ανεπαρκής για να καλύψουν τις νέες ανάγκες.
Έτσι η νέα κυβέρνηση με αρχηγό τον Ε Χότζα ξεκίνησε χρησιμοποιώντας τα ιδιόκτητα κτίρια και τις δημόσιες υπηρεσίες ως κέντρα κράτησης και βασανισμών.
Τα έτη 1944-1946 οι πολιτικές φυλακές βρίσκονταν υπό την Διεύθυνση της Λαϊκής Προστασίας, επιχειρησιακή δομή του Υπουργείου Άμυνας. Το έτος 1947 όπως και όλες οι φυλακές πέρασαν υπό τον έλεγχο του Υπουργείου Εσωτερικών. Από το σύνολο των φυλακών που υπήρχαν στην Αλβανία οι οχτώ κρατήθηκαν για τους πολιτικούς φυλακισμένους οι οποίοι χαρακτηρίζονταν ως «εχθροί του λαού», οι εφτά στους κανονικούς φυλακισμένους και τρείς ήταν μικτές. Με το πέρασμα του χρόνου το καθεστώς έχτισε καινούριες φυλακές σε όλα τα βασικά κέντρα, διαχωρίζοντας ποιες ήταν για πολιτικούς κρατούμενους και ποιες για τους κανονικούς.
Ο επίσημος σκοπός της προφυλάκισης που αφορούσε τους πολιτικούς κρατούμενους ήταν «επαναδιαπαιδαγώγηση και επανένταξη» μέσω του πόνου και της εργασίας. Έτσι πέρα από τις φυλακές ( πού ήταν απομονωμένες και περιφραγμένες με συρματοπλέγματα και στρατιώτες, μέσα στα οποία οι φυλακισμένοι εκτίαν την ποινή τους χωρίς να εργάζονται) το καθεστώς άρχισε την οικοδόμηση των στρατοπέδων συγκέντρωσης για εργασία. Τα στρατόπεδα συγκέντρωσης εργασίας ήταν τα μέρη που η ποινή εκτίονταν με την υποχρεωτική εργασία όπως αποκαταστάσεις, χτίσιμο δημόσιων έργων, εξόρυξη μετάλλων ή γεωργικές εργασίες.
Τα στρατόπεδα εργασίας χτίζονταν επίτηδες κοντά στο μέρος όπου οι φυλακισμένοι θα έπρεπε να εργαστούν. Τέτοια στρατόπεδα των πλείστων των περιπτώσεων ήταν προσωρινά, (χτισμένα με σκηνές ή ξύλινες κατασκευές , περιφραγμένες με σύρματα και ένοπλους στρατιώτες γύρω τους) ενώ σε κάποιες περιπτώσεις ήταν τοποθετημένα σε μόνιμες εγκαταστάσεις ιδιαίτερα κοντά στα ορυχεία.
Σχεδόν όλοι οι φυλακισμένοι που μπορούσαν να δουλέψουν ορίζονταν να πάνε στις φυλακές αυτές και με το πέρας του χρόνου ο αριθμός των στρατοπέδων ξεπέρασε αυτό των φυλακών.
Τα μεγάλα δημόσια έργα στην Αλβανία, κατά τα χρόνια του κομμουνισμού, έχουν γίνει μέσα από την υποχρεωτική εργασία των φυλακισμένων ( πολιτικούς και κοινούς φυλακισμένους) και των εξόριστων, οι οποίοι ήταν υποχρεωμένοι να δουλέψουν στα έργα αυτά για να εξασφαλίσουν τα προς το ζην.
Από τις φυλακές που προορίζονταν για «τους εχθρούς του λαού» το πιο κακόφημο ήταν αυτό του Μπουρέλ, αφού θεωρούνταν ως μία υπερ-φυλακή από το οποίο ήταν αδύνατον να δραπετεύσεις και στον οποίο οι πολιτικοί κρατούμενοι ζούσαν σε απάνθρωπες συνθήκες. Από το 1946 μέχρι το 1950 τα στρατόπεδα εργασίας ήταν 20, όμως κατά την περίοδο 1950-1990 χτίστηκαν άλλα 90 στρατόπεδα, τα οποία λειτουργούσαν μέχρι την ολοκλήρωση του έργου που είχε ανατεθεί στους φυλακισμένους. Το μεγαλύτερο όλων ήταν και το κακόφημο του Σπάτς, το οποίο παρέμεινε ανοιχτώ από το 1968 έως το 1990 για την εκμετάλλευση ενός ορυχείου χαλκού και πυρίτι.
Η ζωή στις κομμουνιστικές φυλακές όπως και στα στρατόπεδα εργασίας ήταν πολύ δύσκολη. Οι πολιτικοί κρατούμενοι, πολλές φορές καταδικασμένοι με βάση ψεύτικες μαρτυρίες ή με ομολογίες αντλημένες από τα βασανιστήρια του Σιγκουρίμι (Μυστική Υπηρεσία), εάν δεν καταδικάζονταν με εκτέλεση συχνά πέθαιναν εξαιτίας των ασθενειών, της πείνας ή των δύσκολων συνθηκών εργασίας.
Σε κάθε φυλακή η στρατόπεδο εργασίας το Σιγκουρίμι είχε συνεργάτες ανάμεσα στους φυλακισμένους. Για να πάρουν ένα κομμάτι ψωμί παραπάνω ή σαπούνι ήταν έτοιμοι να καταγγείλουν τους συγκρατούμενους του στο κελί λέγοντας ψέματα.
Στο αρχείο του Υπουργείου Εσωτερικού μέχρι το 1990 φαίνονται καταδικασμένοι 25000 πολιτικοί κρατούμενοι, αλλά επειδή λείπουν τα στατιστικά των καταδικασθέντων κατά την περίοδο 1945-1946 και των καταδικασθέντων για μικρά αδικήματα, θεωρείτε πως οι πολιτικοί κρατούμενοι στην Αλβανία ήταν περίπου 30.000-34.000. Σύμφωνα με την αναφορά που δημοσιεύθηκε το 2016 από το Ίδρυμα Μελετών για τα Εγκλήματα και τις Συνέπειες του Κομμουνισμού στην Αλβανία, οι πολιτικοί κρατούμενοι ήταν 26.768 άντρες και 7367 γυναίκες, φυλακισμένοι και νεκροί στην φυλακή εξαιτίας των δύσκολων συνθηκών ήταν 984 και άλλοι 308 έχασαν την ικανότητα τους να σκέφτονται, με λίγα λόγια έχασαν τα λογικά τους. Σύμφωνα με την ίδια πηγή 5577 άντρες και 450 γυναίκες καταδικάστηκαν εις θάνατον και εκτελέστηκαν. Τα σώματα των κρατουμένων που εκτελέστηκαν ή πέθαιναν στην φυλακή κατά την υποχρεωτική εργασία ή από αρρώστιες, δεν επιστρέφονταν στους συγγενείς.
Οι φυλακές που ήταν στην διάθεση της κυβέρνησης το 1944 ήταν ανεπαρκής για να καλύψουν τις νέες ανάγκες.
Έτσι η νέα κυβέρνηση με αρχηγό τον Ε Χότζα ξεκίνησε χρησιμοποιώντας τα ιδιόκτητα κτίρια και τις δημόσιες υπηρεσίες ως κέντρα κράτησης και βασανισμών.
Τα έτη 1944-1946 οι πολιτικές φυλακές βρίσκονταν υπό την Διεύθυνση της Λαϊκής Προστασίας, επιχειρησιακή δομή του Υπουργείου Άμυνας. Το έτος 1947 όπως και όλες οι φυλακές πέρασαν υπό τον έλεγχο του Υπουργείου Εσωτερικών. Από το σύνολο των φυλακών που υπήρχαν στην Αλβανία οι οχτώ κρατήθηκαν για τους πολιτικούς φυλακισμένους οι οποίοι χαρακτηρίζονταν ως «εχθροί του λαού», οι εφτά στους κανονικούς φυλακισμένους και τρείς ήταν μικτές. Με το πέρασμα του χρόνου το καθεστώς έχτισε καινούριες φυλακές σε όλα τα βασικά κέντρα, διαχωρίζοντας ποιες ήταν για πολιτικούς κρατούμενους και ποιες για τους κανονικούς.
Ο επίσημος σκοπός της προφυλάκισης που αφορούσε τους πολιτικούς κρατούμενους ήταν «επαναδιαπαιδαγώγηση και επανένταξη» μέσω του πόνου και της εργασίας. Έτσι πέρα από τις φυλακές ( πού ήταν απομονωμένες και περιφραγμένες με συρματοπλέγματα και στρατιώτες, μέσα στα οποία οι φυλακισμένοι εκτίαν την ποινή τους χωρίς να εργάζονται) το καθεστώς άρχισε την οικοδόμηση των στρατοπέδων συγκέντρωσης για εργασία. Τα στρατόπεδα συγκέντρωσης εργασίας ήταν τα μέρη που η ποινή εκτίονταν με την υποχρεωτική εργασία όπως αποκαταστάσεις, χτίσιμο δημόσιων έργων, εξόρυξη μετάλλων ή γεωργικές εργασίες.
Τα στρατόπεδα εργασίας χτίζονταν επίτηδες κοντά στο μέρος όπου οι φυλακισμένοι θα έπρεπε να εργαστούν. Τέτοια στρατόπεδα των πλείστων των περιπτώσεων ήταν προσωρινά, (χτισμένα με σκηνές ή ξύλινες κατασκευές , περιφραγμένες με σύρματα και ένοπλους στρατιώτες γύρω τους) ενώ σε κάποιες περιπτώσεις ήταν τοποθετημένα σε μόνιμες εγκαταστάσεις ιδιαίτερα κοντά στα ορυχεία.
Σχεδόν όλοι οι φυλακισμένοι που μπορούσαν να δουλέψουν ορίζονταν να πάνε στις φυλακές αυτές και με το πέρας του χρόνου ο αριθμός των στρατοπέδων ξεπέρασε αυτό των φυλακών.
Τα μεγάλα δημόσια έργα στην Αλβανία, κατά τα χρόνια του κομμουνισμού, έχουν γίνει μέσα από την υποχρεωτική εργασία των φυλακισμένων ( πολιτικούς και κοινούς φυλακισμένους) και των εξόριστων, οι οποίοι ήταν υποχρεωμένοι να δουλέψουν στα έργα αυτά για να εξασφαλίσουν τα προς το ζην.
Από τις φυλακές που προορίζονταν για «τους εχθρούς του λαού» το πιο κακόφημο ήταν αυτό του Μπουρέλ, αφού θεωρούνταν ως μία υπερ-φυλακή από το οποίο ήταν αδύνατον να δραπετεύσεις και στον οποίο οι πολιτικοί κρατούμενοι ζούσαν σε απάνθρωπες συνθήκες. Από το 1946 μέχρι το 1950 τα στρατόπεδα εργασίας ήταν 20, όμως κατά την περίοδο 1950-1990 χτίστηκαν άλλα 90 στρατόπεδα, τα οποία λειτουργούσαν μέχρι την ολοκλήρωση του έργου που είχε ανατεθεί στους φυλακισμένους. Το μεγαλύτερο όλων ήταν και το κακόφημο του Σπάτς, το οποίο παρέμεινε ανοιχτώ από το 1968 έως το 1990 για την εκμετάλλευση ενός ορυχείου χαλκού και πυρίτι.
Η ζωή στις κομμουνιστικές φυλακές όπως και στα στρατόπεδα εργασίας ήταν πολύ δύσκολη. Οι πολιτικοί κρατούμενοι, πολλές φορές καταδικασμένοι με βάση ψεύτικες μαρτυρίες ή με ομολογίες αντλημένες από τα βασανιστήρια του Σιγκουρίμι (Μυστική Υπηρεσία), εάν δεν καταδικάζονταν με εκτέλεση συχνά πέθαιναν εξαιτίας των ασθενειών, της πείνας ή των δύσκολων συνθηκών εργασίας.
Σε κάθε φυλακή η στρατόπεδο εργασίας το Σιγκουρίμι είχε συνεργάτες ανάμεσα στους φυλακισμένους. Για να πάρουν ένα κομμάτι ψωμί παραπάνω ή σαπούνι ήταν έτοιμοι να καταγγείλουν τους συγκρατούμενους του στο κελί λέγοντας ψέματα.
Στο αρχείο του Υπουργείου Εσωτερικού μέχρι το 1990 φαίνονται καταδικασμένοι 25000 πολιτικοί κρατούμενοι, αλλά επειδή λείπουν τα στατιστικά των καταδικασθέντων κατά την περίοδο 1945-1946 και των καταδικασθέντων για μικρά αδικήματα, θεωρείτε πως οι πολιτικοί κρατούμενοι στην Αλβανία ήταν περίπου 30.000-34.000. Σύμφωνα με την αναφορά που δημοσιεύθηκε το 2016 από το Ίδρυμα Μελετών για τα Εγκλήματα και τις Συνέπειες του Κομμουνισμού στην Αλβανία, οι πολιτικοί κρατούμενοι ήταν 26.768 άντρες και 7367 γυναίκες, φυλακισμένοι και νεκροί στην φυλακή εξαιτίας των δύσκολων συνθηκών ήταν 984 και άλλοι 308 έχασαν την ικανότητα τους να σκέφτονται, με λίγα λόγια έχασαν τα λογικά τους. Σύμφωνα με την ίδια πηγή 5577 άντρες και 450 γυναίκες καταδικάστηκαν εις θάνατον και εκτελέστηκαν. Τα σώματα των κρατουμένων που εκτελέστηκαν ή πέθαιναν στην φυλακή κατά την υποχρεωτική εργασία ή από αρρώστιες, δεν επιστρέφονταν στους συγγενείς.
Διαβάστε ακόμη
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών