Ένα από τα πρώτα κείμενα που δημοσίευσε ο Βασίλειος Μπαράς είναι ένα σύντομο λαογραφικό σημείωμα για τον «Άγιο Βασίλειο εν Ηπείρω» στην εφημερίδα των Αθηνών «Ο Πύρρος», στις 29 Δεκεμβρίου του 1905. Όπως σημειώνει και ο ίδιος, προσπάθησε να καταστήσει την περιγραφή των εθίμων της πρωτοχρονιάς σύντομη, «φειδόμενος τον πολύτιμο χώρο» της εφημερίδας. Το συγκεκριμένο άρθρο παρουσιάζει ενδιαφέρον και για το γεγονός της αναφοράς εκ μέρους του δεκαοκτάχρονου τότε δασκάλου, μιας ανέκδοτης συλλογής του:
«Επί τη ευκαιρία της εγγιζούσης πρωτοχρονιάς απέσπασα, χάριν των αποδημούντων Ηπειρωτών, εξ ανεκδότου συλλογής μου φερούσης τον τίτλον «Τα Πάτρια ήθη και Έθιμα» την κατωτέρω περιγραφήν των ηθών και εθίμων της Πρωτοχρονιάς…»
Στο παρόν άρθρο, παρουσιάζεται μια εκδοχή του ίδιου άρθρου που δημοσιεύτηκε το έτος 1936, στην οποία παρατίθενται λίγες επιπρόσθετες πληροφορίες σε σχέση με το αρχικό κείμενο του 1905.
Ηπειρώτικη λαογραφία
ΗΘΗ ΚΑΙ ΕΘΙΜΑ ΤΗΣ ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑΣ
Υπό Βασιλείου Μπαρά, Δημοδιδασκάλου
Ανάμεσα στα θρυλικά δωδεκαήμερα πέφτει και η Πρωτοχρονιά. Αρκετά ενδιαφέρουσα και πρωτότυπη τυγχάνει και η εθιμοτυπία της «σημαδιακής» και «χρονιάρας» αυτής μέρας. Από το πρωί της παραμονής της, όλες οι εξώπορτες των σπιτιών στολίζονται με κλάδους ελιάς.
Το βράδυ, μετά το δείπνο αρχίζουν οι σπονδές προς τη Θεά Τύχη με διαλεχτά ελαιόφυλλα, αντί κάθε άλλης θυσίας. Έτσι, ως θυσιαστήριο χρησιμεύει το καθαρό πλακόστρωτο του απαραίτητου για κάθε χωρικό σπίτι, βωμού της Θεάς Εστίας (σ.σ. τζάκι). Ονομαστικά και ξεχωριστά για το καθένα μέλος της οικογένειας προσφέρεται, ως θυσία, από ένα εκλεκτό ελαιόφυλλο.
Αρχικά προφέρονται προς τιμή του Άη Βασίλη, δυο ελαιόφυλλα σταυρωτά, συνοδευόμενα με την φράση: «Άη Βασίλης έρχεται, Γενάρης ξημερώνει, χρόνους πολλούς…». Τα ελαιόφυλλα ωθούμενα από την θερμότητα της φωτιάς, άλλα στροβιλίζονται δαιμονιωδώς, άλλα μόλις κινούνται ελαφρώς και άλλα καίγονται χωρίς εντελώς να κουνηθούν.
Η τελευταία αυτή περίπτωση προκαλεί ελαφρά συγκίνηση στην οικογένεια, γιατί το γεγονός αυτό αποτελεί κακό οιωνό και την δυσμένεια της Τύχης προς το μέλος εκείνο που αντιπροσωπεύει το ελαιόφυλλο αυτό που καίγεται έτσι. Γι’ αυτό επαναλαμβάνεται η θυσία και με δεύτερο και τρίτο ελαιόφυλλο για να δεχτεί η Θεά να απομακρύνει τη δυσμένεια που εκδήλωσε.
Οι σπονδές τελειώνουν, αφού τοποθετηθούν στο θυσιαστήριο δύο δέσμες κλαδιών ελιάς σταυρωτά πάνω στα οποία ρίχνεται «μπρούσια»* συνοδευόμενη με τις φράσεις: «μπρούσια αρνιά, μπρούσια κατσίκια, μπρούσια γρόσια, αρνιοκάτσικα θηλυκά, παιδιά μουσκάρια αρσενκά».
Ο στροβιλισμός των ελαιόφυλλων σημαίνει ότι τα μέλη της οικογένειας τα οποία αντιπροσωπεύουν αυτά, είναι ευνοούμενα της Τύχης και καθ’ όλη την καινούργια χρονιά θα είναι ζωηρά, χαρούμενα και ευτυχισμένα, το δε κάψιμό τους χωρίς να κουνηθούν καθόλου σημαίνει το αντίθετο.
Στα ορεινά χωριά της Ηπείρου όπου τα ελαιόδεντρα σπανίζουν ή δεν υπάρχουν καθόλου, τα απαραίτητα κλαδιά ελιάς μεταφέρονται από μακριά. Στα δε πολύ ορεινά χωριά όπου είναι αδύνατη η προμήθεια ελαιόφυλλων, χρησιμοποιούν αντ’ αυτών κόκκους σιταριού.
Το επόμενο πρωί, από βαθιά τη νύχτα, στο πηγάδι ή στη βρύση κάθε χωριού, παρατηρείται οι νεότερες νύφες να συναγωνίζονται ποια πρώτη «να κλέψει το πηγάδι» όπου, σε ένδειξη αφήνουν κομμάτια πίτας ή κόλλυβα. Καθ’ όλη την ημέρα της Πρωτοχρονιάς, όσοι μπαίνουν για πρώτη φορά σε κάποιο σπίτι, οικείοι ή επισκέπτες, φέρουν απαραίτητα δέσμη από φρύγανα, τα οποία εναποθέτοντάς τα στο τζάκι λένε το παρακάτω δίστιχο:
«Όσα φύλλα και κλαριά,
Τόσα γρόσια και φλωριά».
Απαραίτητη επίσης τυγχάνει και η κλασική Βασιλόπιτα, στην οποία, πλην του Κωνσταντινάτου, γροσίου, παρά ή κάποιου άλλου αργυρού κέρματος, βάζουν και κλαδί Κρανιάς (σύμβολο υγείας).
Σε κάποια κτηνοτροφικά μέρη της Ηπείρου, μέσα στην Βασιλόπιτα βάζουν εννιά αρνιά, το κριάρι δέκα, τον βοσκό έντεκα, την «αγκλίτσα» δώδεκα και τον σκύλο δεκατρία, κατασκευασμένα από ζυμάρι. Η Βασιλόπιτα διανέμεται σε τόσα «φελιά» (τεμάχια) όσα τα παρόντα και απόντα μέλη της οικογένειας.
Το απόγευμα οι έφηβοι και των δύο φύλων κάθε χωριού, βγαίνουν στα αμπέλια «για να τα φιλέψουν».
Και κατά την προσεχή γιορτή των Φώτων, με κλαδιά ελιάς που έχουν φυλαχτεί επίτηδες από την Πρωτοχρονιά, άχυρα σιταριού και κλαδί κλήματος, κατασκευάζεται η «βρεχτούρα» με την οποία γίνεται η διαβροχή των λαχανόκηπων και διαφόρων οπωροφόρων δέντρων, με τον «αγιασμό» της ημέρας.
Επίσης κλαδιά ελιάς προσδένουν στα οπωροφόρα δέντρα για να κρατήσουν τους καρπούς. Ποια σημασία έχει η επίμονη και συνεχής αυτή χρήση της ελιάς κατά τις γιορτές της Πρωτοχρονιάς από το λαό;
Ίσως για να διέλθει ο καινούργιος χρόνος με ειρήνη και απαλλαγμένος από επιδρομές, οι οποίες ήταν συνηθισμένες σε παλιότερες εποχές, γιατί ως γνωστόν, η ελιά ήταν το σύμβολο της ειρήνης των αρχαίων προγόνων μας.
Βασίλειος Γ. Μπαράς, Ηπειρ. Μέλλον, 11 Ιανουαρίου 1936.
Μεταφορά στη δημοτική: Νέαρχος Θαλασσινός
* «Μπρούσια» μεταφορικά σημαίνει αφθονία. (σ.σ. κυριολεκτικά, μπρούσια = χόβολη, στάχτη, τέφρα)
«Επί τη ευκαιρία της εγγιζούσης πρωτοχρονιάς απέσπασα, χάριν των αποδημούντων Ηπειρωτών, εξ ανεκδότου συλλογής μου φερούσης τον τίτλον «Τα Πάτρια ήθη και Έθιμα» την κατωτέρω περιγραφήν των ηθών και εθίμων της Πρωτοχρονιάς…»
Στο παρόν άρθρο, παρουσιάζεται μια εκδοχή του ίδιου άρθρου που δημοσιεύτηκε το έτος 1936, στην οποία παρατίθενται λίγες επιπρόσθετες πληροφορίες σε σχέση με το αρχικό κείμενο του 1905.
Ηπειρώτικη λαογραφία
ΗΘΗ ΚΑΙ ΕΘΙΜΑ ΤΗΣ ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑΣ
Υπό Βασιλείου Μπαρά, Δημοδιδασκάλου
Ανάμεσα στα θρυλικά δωδεκαήμερα πέφτει και η Πρωτοχρονιά. Αρκετά ενδιαφέρουσα και πρωτότυπη τυγχάνει και η εθιμοτυπία της «σημαδιακής» και «χρονιάρας» αυτής μέρας. Από το πρωί της παραμονής της, όλες οι εξώπορτες των σπιτιών στολίζονται με κλάδους ελιάς.
Το βράδυ, μετά το δείπνο αρχίζουν οι σπονδές προς τη Θεά Τύχη με διαλεχτά ελαιόφυλλα, αντί κάθε άλλης θυσίας. Έτσι, ως θυσιαστήριο χρησιμεύει το καθαρό πλακόστρωτο του απαραίτητου για κάθε χωρικό σπίτι, βωμού της Θεάς Εστίας (σ.σ. τζάκι). Ονομαστικά και ξεχωριστά για το καθένα μέλος της οικογένειας προσφέρεται, ως θυσία, από ένα εκλεκτό ελαιόφυλλο.
Αρχικά προφέρονται προς τιμή του Άη Βασίλη, δυο ελαιόφυλλα σταυρωτά, συνοδευόμενα με την φράση: «Άη Βασίλης έρχεται, Γενάρης ξημερώνει, χρόνους πολλούς…». Τα ελαιόφυλλα ωθούμενα από την θερμότητα της φωτιάς, άλλα στροβιλίζονται δαιμονιωδώς, άλλα μόλις κινούνται ελαφρώς και άλλα καίγονται χωρίς εντελώς να κουνηθούν.
Η τελευταία αυτή περίπτωση προκαλεί ελαφρά συγκίνηση στην οικογένεια, γιατί το γεγονός αυτό αποτελεί κακό οιωνό και την δυσμένεια της Τύχης προς το μέλος εκείνο που αντιπροσωπεύει το ελαιόφυλλο αυτό που καίγεται έτσι. Γι’ αυτό επαναλαμβάνεται η θυσία και με δεύτερο και τρίτο ελαιόφυλλο για να δεχτεί η Θεά να απομακρύνει τη δυσμένεια που εκδήλωσε.
Οι σπονδές τελειώνουν, αφού τοποθετηθούν στο θυσιαστήριο δύο δέσμες κλαδιών ελιάς σταυρωτά πάνω στα οποία ρίχνεται «μπρούσια»* συνοδευόμενη με τις φράσεις: «μπρούσια αρνιά, μπρούσια κατσίκια, μπρούσια γρόσια, αρνιοκάτσικα θηλυκά, παιδιά μουσκάρια αρσενκά».
Ο στροβιλισμός των ελαιόφυλλων σημαίνει ότι τα μέλη της οικογένειας τα οποία αντιπροσωπεύουν αυτά, είναι ευνοούμενα της Τύχης και καθ’ όλη την καινούργια χρονιά θα είναι ζωηρά, χαρούμενα και ευτυχισμένα, το δε κάψιμό τους χωρίς να κουνηθούν καθόλου σημαίνει το αντίθετο.
Στα ορεινά χωριά της Ηπείρου όπου τα ελαιόδεντρα σπανίζουν ή δεν υπάρχουν καθόλου, τα απαραίτητα κλαδιά ελιάς μεταφέρονται από μακριά. Στα δε πολύ ορεινά χωριά όπου είναι αδύνατη η προμήθεια ελαιόφυλλων, χρησιμοποιούν αντ’ αυτών κόκκους σιταριού.
Το επόμενο πρωί, από βαθιά τη νύχτα, στο πηγάδι ή στη βρύση κάθε χωριού, παρατηρείται οι νεότερες νύφες να συναγωνίζονται ποια πρώτη «να κλέψει το πηγάδι» όπου, σε ένδειξη αφήνουν κομμάτια πίτας ή κόλλυβα. Καθ’ όλη την ημέρα της Πρωτοχρονιάς, όσοι μπαίνουν για πρώτη φορά σε κάποιο σπίτι, οικείοι ή επισκέπτες, φέρουν απαραίτητα δέσμη από φρύγανα, τα οποία εναποθέτοντάς τα στο τζάκι λένε το παρακάτω δίστιχο:
«Όσα φύλλα και κλαριά,
Τόσα γρόσια και φλωριά».
Απαραίτητη επίσης τυγχάνει και η κλασική Βασιλόπιτα, στην οποία, πλην του Κωνσταντινάτου, γροσίου, παρά ή κάποιου άλλου αργυρού κέρματος, βάζουν και κλαδί Κρανιάς (σύμβολο υγείας).
Σε κάποια κτηνοτροφικά μέρη της Ηπείρου, μέσα στην Βασιλόπιτα βάζουν εννιά αρνιά, το κριάρι δέκα, τον βοσκό έντεκα, την «αγκλίτσα» δώδεκα και τον σκύλο δεκατρία, κατασκευασμένα από ζυμάρι. Η Βασιλόπιτα διανέμεται σε τόσα «φελιά» (τεμάχια) όσα τα παρόντα και απόντα μέλη της οικογένειας.
Το απόγευμα οι έφηβοι και των δύο φύλων κάθε χωριού, βγαίνουν στα αμπέλια «για να τα φιλέψουν».
Και κατά την προσεχή γιορτή των Φώτων, με κλαδιά ελιάς που έχουν φυλαχτεί επίτηδες από την Πρωτοχρονιά, άχυρα σιταριού και κλαδί κλήματος, κατασκευάζεται η «βρεχτούρα» με την οποία γίνεται η διαβροχή των λαχανόκηπων και διαφόρων οπωροφόρων δέντρων, με τον «αγιασμό» της ημέρας.
Επίσης κλαδιά ελιάς προσδένουν στα οπωροφόρα δέντρα για να κρατήσουν τους καρπούς. Ποια σημασία έχει η επίμονη και συνεχής αυτή χρήση της ελιάς κατά τις γιορτές της Πρωτοχρονιάς από το λαό;
Ίσως για να διέλθει ο καινούργιος χρόνος με ειρήνη και απαλλαγμένος από επιδρομές, οι οποίες ήταν συνηθισμένες σε παλιότερες εποχές, γιατί ως γνωστόν, η ελιά ήταν το σύμβολο της ειρήνης των αρχαίων προγόνων μας.
Βασίλειος Γ. Μπαράς, Ηπειρ. Μέλλον, 11 Ιανουαρίου 1936.
Μεταφορά στη δημοτική: Νέαρχος Θαλασσινός
* «Μπρούσια» μεταφορικά σημαίνει αφθονία. (σ.σ. κυριολεκτικά, μπρούσια = χόβολη, στάχτη, τέφρα)
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών