Η πόλη των Αγίων Σαράντα γιορτασε τον Πολιούχο της


Γράφει ο π. Ηλίας Μάκος | Romfea.gr

Τον πολιούχο της Άγιο Χαράλαμπο, εόρτασε με λαμπρότητα, η πόλη των Αγίων Σαράντα Βορείου Ηπείρου, την Κυριακή 10 Φεβρουαρίου 2019.

Το εκκλησίασμα ήταν πυκνό, μεταξύ των οποίων και μαθητές/τριες των εκπαιδευτηρίων στην περιοχή της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Αλβανίας, ενώ την ελληνική κοινότητα εκπροσώπησε ο γενικός πρόεδρος της «Ομόνοιας» Βασίλης Κάγιος.

Ιερούργησε ο  Σεβ. Μητροπολίτης Αργυροκάστρου κ. Δημήτριος, περιστοιχιζόμενος από πλειάδα ιερέων. Την παραμονή είχε προηγηθεί εσπερινός και περιφορά της εικόνας, ενώ οι λατρευτικές εκδηλώσεις ολοκληρώθηκαν το απόγευμα της Κυριακής με παρακλητικό κανόνα.

Να σημειωθεί ότι ο ναός του Αγίου Χαραλάμπους, ο οποίος ήταν προστάτης της πόλης πριν ακόμη επιβληθεί το αθεϊστικό καθεστώς, αποτελεί ένα κόσμημα και εγκαινιάστηκε από τον προκαθήμενο της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Αλβανίας Αναστάσιο τον Αύγουστο του 2011.

Άρχισε να κτίζεται, στο πλαίσιο του δημιουργικού και ανακαινιστικού έργου του Μακαριωτάτου, το 1995, σε σημείο, που υπήρχε παλαιότερα ναός και είχε κατεδαφιστεί από το Χότζα,, για να μετατραπεί σε πάρκο.

Με τη μεσολάβηση των ταραχών του 97, οι εργασίες σταμάτησαν, για να ξεκινήσουν εκ νέου το 1998 και να ολοκληρωθούν το 1999, οπότε ο ναός αποτέλεσε ενορία των Αγίων Σαράντα.

Ο Μητροπολίτης Δημήτριος, που ακολουθεί αφοσιωμένα τη γραμμή και την πνοή αγάπης του Αρχιεπισκόπου Αναστασίου, στο κήρυγμά του αναφέρθηκε συνοπτικά στη ζωή και το έργο του ιερομάρτυρα, τονίζοντας τη δύναμη της πίστης του, που τον οδήγησε να αντέξει τα βασανιστήρια σε ηλικία 113 ετών.

Και οι πιστοί, ακούγοντας τα ταπεινά λόγια του Επισκόπου, ένιωσαν στην κουρασμένη ψυχούλα τους την αίσθηση, που είναι και ανάγκη, να μένουν αμετακίνητοι, σταθεροί και αφοσιωμένοι ακόλουθοι του Χριστού.

Μέσα στο ναό του Αγίου Χαραλάμπους αισθάνθηκαν, οι Ορθόδοξοι των Αγίων Σαράντα, την προσμονή... Ότι θα δουν το Χριστό. Θα αντικρίσουν το φως του.

Τα μάτια τους, αν και χωμάτινα, κρατούν μέσα τους αναμμένη τη λαμπάδα της απαντοχής, της εγκαρτέρησης, που δεν λιώνει με το χρόνο, δεν χωνεύει, δεν σβήνεται.

Τι και αν αφήνουν στεναγμό, βαθύ, σφικτό, πονεμένο, από την άβυσσο της ύπαρξής τους, για τις δυσκολίες, που αντιμετωπίζουν. Τι και αν οι χτύποι της καρδιάς τους μοιάζουν με κύματα αφρισμένα, που ροχθίζουν στους βράχους της υπομονής.

Και σπάνε. Και γυρνάνε πίσω. Και πάλι, και ξανά. Τι και αν συμβαίνουν αυτά. Μέσα στο ναό, σηκώνουν το βλέμμα ψηλά. Και τότε βλέπουν πως δεν ήταν στα μάταια η τόση καρτερία, γιατί ξεχειλίζουν από πλήρωμα θεϊκό.


Σχόλια