Αθήνα, 2013 μ.Χ

Ο βραβευμένος συγγραφέας Τηλέμαχος Κώτσιας, από τη Δρόπολη Βορείου Ηπείρου, μας έστειλε μια σειρά διηγημάτων για να μας κάνουν παρέα τις ημέρες του κορωνοϊού, που πρέπει να μείνουμε στα σπίτια μας. Μερικά από αυτά δημοσιεύονται για πρώτη φορά και άλλα δημοσιεύτηκαν σε λογοτεχνικά περιοδικά. Τον ευχαριστούμε πολύ!

ΑΘΗΝΑ, 2013 μ.Χ.
Στο Μοναστηράκι, η ζωή χύμα. Ζητιάνοι, γυρολόγοι, πλανόδιοι
μουσικοί, λαθρομετανάστες, αδέσποτα σκυλιά. Περαστικοί
μπερδεύονται στα στρώματα των αστέγων που έχουν στρατοπεδεύσει
στο σταθμό του Μετρό. Παλιατζίδικα, παντού. Πάσης φύσεως
χρησιμοποιημένα εμπορεύματα, ερείπια κατειλημμένα. Μια ολόκληρη
πόλη σε ανακύκλωση. Φαίνεται, η Αθήνα έχει πολλά να πετάξει,
πράγματα, ανθρώπους… Πολύ λίγα καταλήγουν οριστικά στα
σκουπίδια, αλλά κι εκείνα, περνούν πρώτα από διάφορα χέρια
ρακοσυλλεκτών και άλλων που έχουν αναλάβει την ανακύκλωση:
σίδερα, γυαλιά, πλαστικά, χαρτιά, ξύλα… όπως τα σκαθάρια που
καθαρίζουν το γρασίδι από τα περιττώματα.

Δίπλα στα πεταμένα, μια πλαστική τσάντα κρεμασμένη διακριτικά
σε μια πρόκα στον τοίχο, με τέσσερεις πέντε φραντζόλες,
τοποθετημένες σε χάρτινες σακούλες. Περνάει κάποιος, μάλλον
άστεγος, και ψάχνει στα σκουπίδια. Φοράει παλιά φτηνά ρούχα, ίσως
από τα πεταμένα. Είναι η ώρα του φαγητού. Η προσοχή του είναι
ακονισμένη. Το βλέμμα του πέφτει πάνω στην τσάντα με τις
φραντζόλες. Το πρόσωπό του ζωντάνεψε. Ξεκρεμάει την τσάντα και
περιεργάζεται το περιεχόμενο. Κοιτάζει τις φραντζόλες. Τις βγάζει να
τις ελέγξει. Είναι εντάξει, καλές, καθαρές. Ύστερα παίρνει μόνο μια
και ξαναβάζει τις υπόλοιπες στην τσάντα, τις ξανακρεμάει στην πρόκα.
Φεύγει με τη φραντζόλα παραμάσχαλα.

Σχόλια