Αθήνα 17 Μαϊου 1902: Η τυχαία ανακάλυψη του αρχαιότερου υπολογιστή στον κόσμο

Μεγάλη Τρίτη, 4 Απριλίου 1900, Μυρτώο Πέλαγος.

Η περιοχή δοκιμάζεται από έντονη καταιγίδα. Έχει σκοτεινιάσει, βρέχει καταρρακτωδώς, αστράφτει. Πέφτουν συνεχώς κεραυνοί, ο άνεμος λυσσομανάει και η θάλασσα είναι φουρτουνιασμένη. Τα δυσθεώρητα κύματα δοκιμάζουν τις αντοχές ενός μεσαίου μεγέθους συμιακού σπογγαλιευτικού, που για κακή του τύχη πλέει ακόμη στα ανοικτά, κατευθυνόμενο προς τις ακτές της Τυνησίας. Ο επικεφαλής του πληρώματος, ο καπετάνιος Δημήτριος Κόντος, ξεδιπλώνει εσπευσμένα τον χάρτη και μετράει με τον χάρακα αποστάσεις. Υπάρχει επιβεβλημένη ανάγκη αναζήτησης λιμανιού.

Το πλησιέστερο είναι στα Αντικύθηρα, χαράσσει λοιπόν ρότα για το άγονο νησί. Με τη βοήθεια του πληρώματος τα καταφέρνει. Ρίχνει με ασφάλεια άγκυρα στην ακτογραμμή και περιμένει να καταλαγιάσει ο καιρός. Μέχρι τότε όμως κρίνει σκόπιμο να εκμεταλλευτεί τον χρόνο πραγματοποιώντας καταδύσεις με τις στολές της εποχής. Ένας από τους πολύπειρους βουτηχτές, ο Ηλίας Σταδιάτης, είναι ο πρώτος που αντικρίζει το ναυάγιο σε βάθος περίπου 45 μέτρων. Η έκπληξή του είναι μεγάλη. Αναδύεται στην επιφάνεια και περιγράφει στα υπόλοιπα μέλη του πληρώματος του σφουγγαράδικου τα όσα είδε.

Ο κυβερνήτης διατηρεί τις αμφιβολίες του. Επιλέγει να βουτήξει ο ίδιος για να διαπιστώσει του λόγου το αληθές. Όντως, στον πυθμένα υπήρχε ένα αρχαίο σκαρί διασπαρμένο σε μήκος τουλάχιστον 4 μέτρων. Πρόκειται δηλαδή για ένα τεράστιο καράβι. Τέτοια μεγάλα καράβια χρησιμοποιούνταν στην αρχαιότητα για τη μεταφορά σιταριού από την Αίγυπτο προς τα φημισμένα λιμάνια της βορείου Μεσογείου, μεταφέροντας ενίοτε και επιβάτες. Μέχρι να κοπάσει η καταιγίδα ανελκύουν όσο περισσότερα ευρήματα μπορούν.

Κατόπιν ενημερώνουν τις αρχές, που στέλνουν πλοίο του Πολεμικού Ναυτικού στην περιοχή. Οι έρευνες συνεχίζονται για περίπου έναν χρόνο, κατά τη διάρκεια του οποίου ανασύρονται περισσότεροι από 200 αμφορείς, ασημένια νομίσματα, μαρμάρινα γλυπτά, σκεύη, λυχνάρια και περίτεχνα βάζα. Ο θάνατος ενός δύτη και η παράλυση άλλων από τη νόσο των δυτών βάζει τέλος στην επιχείρηση. Θα περάσουν 75 ολόκληρα χρόνια μέχρι να πραγματοποιήσει εκ νέου έρευνες ο Γάλλος ωκεανογράφος Ζακ Ιβ Κουστό, το φθινόπωρο του 1976.

Από την πρώτη κιόλας στιγμή όμως, αρχαιολόγοι είχαν σπεύσει να μελετήσουν τα ευρήματα που είχαν μεταφερθεί στο Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών. Τέτοιες μέρες πριν από 117 χρόνια, στις 17 Μαΐου 1902, αποφασίζει να επισκεφθεί το Μουσείο και ο τέως εδώ και μερικές εβδομάδες υπουργός Παιδείας Σπυρίδων Στάης, μαζί με τον ξάδελφό του και καταξιωμένο αρχαιολόγο Βαλέριο Στάη και την οικογένειά του. Αμφότερων η καταγωγή ήταν από τα Κύθηρα. Παρακολουθεί προσεκτικά τις εργασίες συγκόλλησης του θαυμάσιου μπρούντζινου αγάλματος του Εφήβου των Αντικυθήρων (που μέχρι τότε θεωρούνταν το σπουδαιότερο τέχνεργο του ναυαγίου, χρονολογούμενο μεταξύ 340-330 π.Χ.) από τον Γάλλο ειδικό Andre.

Ο Γάλλος έχει ζητήσει από τους συντηρητές να του τοποθετήσουν γύρω από το άγαλμα όλα τα κιβώτια που περιείχαν μπρούντζινα αντικείμενα που δεν είχαν ταυτοποιηθεί, προκειμένου να διαπιστώσει εάν ταιριάζει κανένα με αυτά που λείπουν από το άγαλμα. Ο Στάης, έχοντας στο πλάι του τον έφορο των αρχαιοτήτων του μουσείου, παρατηρεί πως ένα από τα χάλκινα αντικείμενα έχει γρανάζια και κάτι ακατάληπτα σχέδια που μοιάζουν με επιγραφές.

Ήταν ένα «μηχάνημα καθ’ ὁλοκληρίαν ὅμως ὀξειδωμένον», όπως αναφέρει η εφημερίδα Εστία στις 22 Μαΐου 1902. Προσθέτει δε πως «ὁ διευθυντής τοῦ Αὐστριακοῦ Ἀρχαιολογικοῦ Ἰνστιτούτου κ. Βίλελμ ἐξήτασεν ἀμφότερα τα τεμάχια, κατόρθωσε δε να διακρίνῃ ἐπί τοῦ μικροτέρου τεμαχίου την ἑξῆς ἐπιγραφήν: ἀκτῖνα ἡλίου. Ἀλλά τοῦτο δεν δύναται να θεωρηθῇ ὡς ὁριστικόν, θα ἐπακολουθήσουν δε και ἄλλαι μελέται ἀμφοτέρων τῶν τεμαχίων προς πληρεστέραν ἀνάγνωσιν τῶν γραμμάτων τῶν δύο πλακῶν». Η αρχική εκτίμηση ήταν πως πρόκειται για ένα μηχανικό ρολόι.

Με τον καιρό όμως και χάρη στις περισσότερο εμπεριστατωμένες μελέτες, η επιστημονική κοινότητα μένει άναυδη. Ο Μηχανισμός των Αντικυθήρων είναι ένας αναλογικός μηχανικός υπολογιστής, που χρησιμοποιούνταν ως όργανο αστρονομικών παρατηρήσεων. Πρόκειται για τον αρχαιότερο γνωστό πολύπλοκο μηχανισμό πλανητικής λειτουργίας! Κατασκευάστηκε κατά τη διάρκεια της ελληνιστικής περιόδου, μεταξύ 150 π.Χ. και 100 π.Χ., και είναι σχεδόν μισό αιώνα παλαιότερο από το ίδιο το ναυάγιο του πλοίου που το μετέφερε, το οποίο εκτιμάται πως συνέβη ανάμεσα στο 87 π.Χ. και το 63 π.Χ. Ο πολύπλοκος μηχανισμός είναι κατασκευασμένος από μπρούντζο και βρισκόταν εγκιβωτισμένος σε ξύλινο πλαίσιο.

Χάρη στη βοήθεια ειδικού τομογράφου που κατασκευάστηκε ειδικά για τον συγκεκριμένο μηχανισμό, διαπιστώθηκε ότι το κύριο θραύσμα φέρει 30 οδοντωτούς τροχούς, οι οποίοι περιστρέφονται γύρω από 10 άξονες. Η λειτουργία του κατέληγε σε τουλάχιστον 5 καντράν, με έναν ή περισσότερους δείκτες στο καθένα. Έχουν διαβαστεί αρκετές από τις επιγραφές που υπήρχαν στις πλάκες και στους περιστρεφόμενους δίσκους, οι οποίες εμπεριέχουν αστρονομικούς και μηχανικούς όρους, κάτι σαν «εγχειρίδιο χρήσης» του οργάνου. Σύμφωνα με τις πλέον πρόσφατες μελέτες, ο μηχανισμός φέρεται να υπολόγιζε με ακρίβεια τη θέση του Ήλιου και της Σελήνης, καθώς επίσης και τις φάσεις της.

Μπορούσε δε να εμφανίζει κάθε πότε θα συνέβαινε έκλειψη Ηλίου και Σελήνης, λαμβάνοντας ως βάση τον βαβυλωνιακό κύκλο του Σάρου (κατά την αρχαιότητα, ο κύκλος  αυτός ήταν μια χρονική περίοδος ίση με 6.585,3 ημέρες ή 18 έτη και 11 ημέρες περίπου). Στις εγχάρακτες πλάκες απεικονίζονται τουλάχιστον δύο ημερολόγια, ένα ελληνικό (βασισμένο στον μετωνικό κύκλο, που ισούται με περίπου 19 έτη) και ένα αιγυπτιακό, που ήταν και το κοινό «επιστημονικό» ημερολόγιο των ελληνιστικών χρόνων. Πριν από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο εικαζόταν πως ο μηχανισμός χρησιμοποιούνταν ως αστρολάβος, δρομόμετρο, αστρονομικό ναυτικό ρολόι, πλανητάριο ή αρχαίος πλοογνώμονας.

Όλες αυτές οι χρήσεις δεν είναι αμοιβαία αποκλειόμενες, καθώς οι έρευνες ακόμη συνεχίζονται. Το βέβαιο είναι ότι ανήκε σε κάποιον πάρα πολύ πλούσιο της εποχής και πως θα κάνουμε αρκετό καιρό για να ανακαλύψουμε την πλήρη χρήση του. Ο Μηχανισμός των Αντικυθήρων έχει γίνει αντικείμενο θαυμασμού εκατομμυρίων ανθρώπων, καθώς έχει εκτεθεί μέχρι το Πεκίνο, αλλά λόγω της ευαίσθητης φύσης και της σημαντικότητάς του κρίνεται πλέον σκόπιμο να μην μετακινείται εκτός Ελλάδας.

Το παρόν άρθρο δημοσιεύτηκε στο περιοδικό All about History που κυκλοφορεί μια φορά το μήνα με το Έθνος της Κυριακής

Σχόλια