Αντίθετα με τους επαναστατημένους Έλληνες, οι οποίο διείδαν την ανάγκη συγκρότησης τακτικού στρατού, η Οθωμανική Αυτοκρατορία, την περίοδο της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, δεν διέθετε σοβαρές τακτικές δυνάμεις. Από το 1790 ο σουλτάνος Σελίμ Γ’ είχε επιχειρήσει να συγκροτήσει τακτικό πεζικό, αντίστοιχο των τμημάτων γραμμής των ευρωπαϊκών δυνάμεων.
Βρέθηκε όμως ενώπιον της σφοδρής αντίδρασης του τότε στρατιωτικού κατεστημένου της Κωνσταντινούπολης και κυρίως των γενιτσάρων. Οι τελευταίοι, αν και είχαν πλέον εκπέσει και ουδεμία σχέση είχαν με τα παλαιά μαχητικότατα σώματα, διέθεταν μεγάλη επιρροή στην οθωμανική κοινωνία, ικανή να αψηφήσει τις διαταγές του ίδιου του σουλτάνου.
Παρόλα αυτά ο Σελίμ προχώρησε στη συγκρότηση ενός σώματος τακτικού πεζικού, του Nizam i Cedit (οι Νιζάμηδες, όπως τους έλεγαν οι Έλληνες). Σε αυτό ενέταξε μερικές χιλιάδες απόρων και ανέργων αργόσχολων της Κωνσταντινούπολης, υπό την καθοδήγηση εξωμοτών Ρώσων και Γερμανών κυρίως αξιωματικών.
Οι γενίτσαροι όμως επαναστάτησαν και το 1807 και αφού αποκεφάλισαν τον «ευρωπαϊστή» σουλτάνο διέλυσαν το τακτικό σώμα. Κατόπιν τούτου η Οθωμανική Αυτοκρατορία βρέθηκε χωρίς πεζικό αντίστοιχο του ευρωπαϊκού.
Οι Τούρκοι, των γενιτσάρων περιλαμβανομένων και οι λοιποί υπήκοοι τους στρατιώτες εξακολούθησαν να πολεμούν με τακτικές που στην καλύτερη περίπτωση χρονολογούντο στον 17ο αιώνα.
Το πεζικό
Πέρα των γενιτσάρων οι Τούρκοι στον αγώνα τους για την καταστολή της ελληνικής επανάστασης χρησιμοποίησαν πολλές χιλιάδες «Σεγκμπάν». Οι άνδρες αυτοί στρατολογημένοι κυρίως από την Ανατολία, αποτελούσαν ένα είδος μόνιμου στρατού, μιας πολιτοφυλακής. Ήταν εξοπλισμένοι με μουσκέτο ή καρυοφύλλι, γιαταγάνι και πιστόλες. Δεν διέθεταν ξιφολόγχες.
Άσχημα εκπαιδευμένοι και συνηθισμένοι περισσότερο να σφάζουν αμάχους, υπέστησαν δεινές ήττες από τα εμπειροπόλεμα άτακτα ελληνικά τμήματα. Φυσικά οι Σεγκμπάν δεν μπορούσαν καν να σταθούν απέναντι σε τακτικό τμήμα. Όπως και οι γενίτσαροι προήλαυναν σε ομάδες (μπουλούκ) των 40-50 ανδρών, ταγμένοι σε δύο ζυγούς.
Πυροβολούσαν ανά ζυγούς - όπως το ευρωπαϊκό πεζικό του 17ου αιώνα – και προσπαθούσαν να πλησιάσουν τον αντίπαλο σε απόσταση εφόδου, οπότε και επιτίθεντο εναντίον του κραδαίνοντας τα γιαταγάνια και φωνάζοντας «Αλλάχ, Αλλάχ».
Πέραν αυτών υπήρχαν και τα επαρχιακά στρατεύματα, τα αποτελούντα είτε τη φρουρά μιας περιοχής, είτε τους μισθοφόρους κάποιου τοπικού πασά. Τα τμήματα αυτά ήταν σαφώς πιο εμπειροπόλεμα των «αυτοκρατορικών». Ήταν όμως άτακτα και απείθαρχα. Στις τάξεις τους κατατάσσονταν κυρίως Αλβανοί, οι οποίοι πολεμούσαν με τον ίδιο τρόπο με τους Έλληνες άτακτους.
Ένα άλλο σώμα ήταν αυτό των «Τουφεξήδων». Αυτοί, μερικές φορές, διέθεταν και άλογα για να κινούνται ταχύτερα. Πολεμούσαν όμως αποκλειστικά ως ελαφρύ πεζικό σε διάταξη ακροβολισμού. Αυτοί ήσαν κυρίως Κούρδοι. Τα μόνα τακτικά τμήματα, και πάλι με την παρεμφερή και μόνο έννοια του όρου, ήταν αυτά των «Μποσταντζήδων» και των «Σολάκων».
Οι πρώτοι ήταν ουσιαστικά ένα επίλεκτο σώμα γενιτσάρων, φέρων τον ίδιο οπλισμό και έχων τα ίδια μειονεκτήματα με αυτούς. Οι δε «Σολάκοι» δεν ήταν παρά η φρουρά του σουλτάνου, απόλεμη σε μεγάλο βαθμό, με ιδιαίτερη ικανότητα στις ανακτορικές ίντριγκες. Το πεζικό συμπλήρωναν τέλος και κάποια άτακτα σώματα βοηθητικών, οπλισμένων με αγχέμαχα όπλα, ακόμα και με τόξα.
Ιππείς και πυροβολητές
Το τουρκικό ιππικό, το άλλοτε ακλόνητο στήριγμα της αυτοκρατορίας, είχε και αυτό εκπέσει. Με εξαίρεση το σώμα των «Δούλων της Πύλης» (Καπικουλού) όλο το λοιπό ιππικό ήταν ελαφρύ και άτακτο. Οι Καπικουλού θεωρούνται τακτικό τμήμα γιατί μισθοδοτούντο από την Πύλη.
Κατά τα άλλα οι τακτικές τους και η οργάνωση τους ήταν επίσης παρωχημένα. Ο μεγάλος όγκος του τουρκικού ιππικού της περιόδου πάντως αποτελείτο από τους Σπαχήδες και τους Ντελήδες (οι τρελοί). Οι Σπαχήδες ήταν το κατάλοιπο του παλαιού φεουδαρχικού ιππικού. Ήταν τραγικά εξοπλισμένοι και ικανοί μόνο για επιδρομές και σφαγές αμάχων.
Οι Ντελήδες ήταν κυρίως Βαλκάνιοι, ελαφροί ακροβολιστές ιππείς και αρκετά εμπειροπόλεμοι. Καλά εκπαιδευμένοι σε ατομικό επίπεδο, δεν ήταν ικανοί να πολεμούν ως συγκροτημένο σώμα και δεν άντεχαν στα πυρά τακτικού πεζικού. Το πυροβολικό ήταν ότι αξιολογότερο είχε να παρουσιάσει ο οθωμανικός στρατός της περιόδου.
SLpress.gr
Βρέθηκε όμως ενώπιον της σφοδρής αντίδρασης του τότε στρατιωτικού κατεστημένου της Κωνσταντινούπολης και κυρίως των γενιτσάρων. Οι τελευταίοι, αν και είχαν πλέον εκπέσει και ουδεμία σχέση είχαν με τα παλαιά μαχητικότατα σώματα, διέθεταν μεγάλη επιρροή στην οθωμανική κοινωνία, ικανή να αψηφήσει τις διαταγές του ίδιου του σουλτάνου.
Παρόλα αυτά ο Σελίμ προχώρησε στη συγκρότηση ενός σώματος τακτικού πεζικού, του Nizam i Cedit (οι Νιζάμηδες, όπως τους έλεγαν οι Έλληνες). Σε αυτό ενέταξε μερικές χιλιάδες απόρων και ανέργων αργόσχολων της Κωνσταντινούπολης, υπό την καθοδήγηση εξωμοτών Ρώσων και Γερμανών κυρίως αξιωματικών.
Οι γενίτσαροι όμως επαναστάτησαν και το 1807 και αφού αποκεφάλισαν τον «ευρωπαϊστή» σουλτάνο διέλυσαν το τακτικό σώμα. Κατόπιν τούτου η Οθωμανική Αυτοκρατορία βρέθηκε χωρίς πεζικό αντίστοιχο του ευρωπαϊκού.
Οι Τούρκοι, των γενιτσάρων περιλαμβανομένων και οι λοιποί υπήκοοι τους στρατιώτες εξακολούθησαν να πολεμούν με τακτικές που στην καλύτερη περίπτωση χρονολογούντο στον 17ο αιώνα.
Το πεζικό
Πέρα των γενιτσάρων οι Τούρκοι στον αγώνα τους για την καταστολή της ελληνικής επανάστασης χρησιμοποίησαν πολλές χιλιάδες «Σεγκμπάν». Οι άνδρες αυτοί στρατολογημένοι κυρίως από την Ανατολία, αποτελούσαν ένα είδος μόνιμου στρατού, μιας πολιτοφυλακής. Ήταν εξοπλισμένοι με μουσκέτο ή καρυοφύλλι, γιαταγάνι και πιστόλες. Δεν διέθεταν ξιφολόγχες.
Άσχημα εκπαιδευμένοι και συνηθισμένοι περισσότερο να σφάζουν αμάχους, υπέστησαν δεινές ήττες από τα εμπειροπόλεμα άτακτα ελληνικά τμήματα. Φυσικά οι Σεγκμπάν δεν μπορούσαν καν να σταθούν απέναντι σε τακτικό τμήμα. Όπως και οι γενίτσαροι προήλαυναν σε ομάδες (μπουλούκ) των 40-50 ανδρών, ταγμένοι σε δύο ζυγούς.
Πυροβολούσαν ανά ζυγούς - όπως το ευρωπαϊκό πεζικό του 17ου αιώνα – και προσπαθούσαν να πλησιάσουν τον αντίπαλο σε απόσταση εφόδου, οπότε και επιτίθεντο εναντίον του κραδαίνοντας τα γιαταγάνια και φωνάζοντας «Αλλάχ, Αλλάχ».
Πέραν αυτών υπήρχαν και τα επαρχιακά στρατεύματα, τα αποτελούντα είτε τη φρουρά μιας περιοχής, είτε τους μισθοφόρους κάποιου τοπικού πασά. Τα τμήματα αυτά ήταν σαφώς πιο εμπειροπόλεμα των «αυτοκρατορικών». Ήταν όμως άτακτα και απείθαρχα. Στις τάξεις τους κατατάσσονταν κυρίως Αλβανοί, οι οποίοι πολεμούσαν με τον ίδιο τρόπο με τους Έλληνες άτακτους.
Ένα άλλο σώμα ήταν αυτό των «Τουφεξήδων». Αυτοί, μερικές φορές, διέθεταν και άλογα για να κινούνται ταχύτερα. Πολεμούσαν όμως αποκλειστικά ως ελαφρύ πεζικό σε διάταξη ακροβολισμού. Αυτοί ήσαν κυρίως Κούρδοι. Τα μόνα τακτικά τμήματα, και πάλι με την παρεμφερή και μόνο έννοια του όρου, ήταν αυτά των «Μποσταντζήδων» και των «Σολάκων».
Οι πρώτοι ήταν ουσιαστικά ένα επίλεκτο σώμα γενιτσάρων, φέρων τον ίδιο οπλισμό και έχων τα ίδια μειονεκτήματα με αυτούς. Οι δε «Σολάκοι» δεν ήταν παρά η φρουρά του σουλτάνου, απόλεμη σε μεγάλο βαθμό, με ιδιαίτερη ικανότητα στις ανακτορικές ίντριγκες. Το πεζικό συμπλήρωναν τέλος και κάποια άτακτα σώματα βοηθητικών, οπλισμένων με αγχέμαχα όπλα, ακόμα και με τόξα.
Ιππείς και πυροβολητές
Το τουρκικό ιππικό, το άλλοτε ακλόνητο στήριγμα της αυτοκρατορίας, είχε και αυτό εκπέσει. Με εξαίρεση το σώμα των «Δούλων της Πύλης» (Καπικουλού) όλο το λοιπό ιππικό ήταν ελαφρύ και άτακτο. Οι Καπικουλού θεωρούνται τακτικό τμήμα γιατί μισθοδοτούντο από την Πύλη.
Κατά τα άλλα οι τακτικές τους και η οργάνωση τους ήταν επίσης παρωχημένα. Ο μεγάλος όγκος του τουρκικού ιππικού της περιόδου πάντως αποτελείτο από τους Σπαχήδες και τους Ντελήδες (οι τρελοί). Οι Σπαχήδες ήταν το κατάλοιπο του παλαιού φεουδαρχικού ιππικού. Ήταν τραγικά εξοπλισμένοι και ικανοί μόνο για επιδρομές και σφαγές αμάχων.
Οι Ντελήδες ήταν κυρίως Βαλκάνιοι, ελαφροί ακροβολιστές ιππείς και αρκετά εμπειροπόλεμοι. Καλά εκπαιδευμένοι σε ατομικό επίπεδο, δεν ήταν ικανοί να πολεμούν ως συγκροτημένο σώμα και δεν άντεχαν στα πυρά τακτικού πεζικού. Το πυροβολικό ήταν ότι αξιολογότερο είχε να παρουσιάσει ο οθωμανικός στρατός της περιόδου.
SLpress.gr
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών