Το τρισάγιο και η ταφή που άργησαν δεκαετίες [βίντεο]

Το μεταλλικό έλασμα που κρατάει στο χέρι του έχει μήκος μια παλάμη. Επάνω του έχει χτυπημένη με καρφί μια λέξη: «Greco», διαβάζει ο ταξίαρχος ε.α. Κωνσταντίνος Ροδόπουλος, «Ελληνας» στα ιταλικά και δίπλα μια σειρά αριθμών και γραμμάτων: «319 R». Τοποθετεί τη μικρή μεταλλική επιγραφή με προσοχή πίσω στη διάφανη προθήκη της και μας δείχνει το μεταλλικό κράνος που τη συνοδεύει. «Το βγάλαμε από τα λείψανα ενός στρατιώτη που βρέθηκε θαμμένος στην ευρύτερη περιοχή των Βουλιαράτων. Είναι ιταλικό αλλά χάρη στην επιγραφή ξέρουμε ότι ανήκε σε Ελληνα στρατιώτη. Οπως βλέπετε», λέει και μας δείχνει μια σχισμή στη μια πλευρά του μεταλλικού κράνους, «ο στρατιώτης πρέπει να σκοτώθηκε από έκρηξη που έγινε κοντά του και προκάλεσε αυτό το άνοιγμα. Είναι από τα πιο ιερά αντικείμενα που έχω πιάσει στα χέρια μου. Το φυλώ ως κόρην οφθαλμού».
Μετά το σκάνδαλο των «πυραμίδων» και την αναταραχή που επικράτησε στην Αλβανία, οι εκλογές του 1997 έγιναν υπό διεθνή εποπτεία και με την παρουσία της Ελληνικής Δύναμης Αλβανίας (ΕΛΔΑΛ). Τον Απρίλιο του 1998 παρέμεινε η ΕΛΔΑΛ-2 στο πλαίσιο μιας στρατιωτικής συνεργασίας μεταξύ των δύο χωρών για την ανακατασκευή στρατοπέδων, την ανέλκυση ναυαγίων από το λιμάνι του Δυρραχίου και άλλες εργασίες. Διοικητής της ΕΛΔΑΛ ήταν ο Κωνσταντίνος Ροδόπουλος και επί των ημερών του ξεκίνησαν, άτυπα στην αρχή, οι πρώτες έρευνες, ο εντοπισμός και η εκταφή των οστών των ηρώων του αλβανικού μετώπου που στοίχειωνε τη συλλογική μνήμη. «Προσωπικά με πλήγωνε που ήταν εκεί άταφοι, που δεν τους έκανε κανείς ένα τρισάγιο. Ηταν μέσα μου, τους ένιωθα συστρατιώτες μου. Ενιωθα βαριά την κληρονομιά να τους αναζητήσω και από καλή τύχη να είμαι εγώ εκείνος, που μαζί με άλλους συναδέλφους θα κάναμε αυτό το τρισάγιο», μας λέει ο κ. Ροδόπουλος.


Το πρώτο τρισάγιο έγινε στο χωριό Βουλιαράτες της Δρόπολης, στο μοναδικό οργανωμένο νεκροταφείο Ελλήνων στρατιωτών που βρέθηκε στην περιοχή. Το χωριό ήταν έδρα των κινητών χειρουργείων της ελληνικής μεραρχίας, όπου διακομίζονταν οι τραυματίες του μετώπου και όσοι κατέληγαν θάβονταν σε ένα κτήμα δίπλα στο χωριό. Οι σταυροί είχαν πάνω τους τα διακριτικά του Ελληνικού Στρατού (Ε.Σ.) και έναν αύξοντα αριθμό μέχρι τους 57 στρατιώτες που θάφτηκαν εκεί. Κατά τη διάρκεια του πολέμου, μας λέει ο κ. Ροδόπουλος, οι σταυροί έμειναν πάνω στους τάφους. «Μετά τη λήξη όμως και με την αποχώρηση των Ιταλών και την εγκαθίδρυση του Εμβέρ Χότζα, ο αείμνηστος Μπάκος που είχε το κτήμα έθαψε τους σταυρούς μαζί με τα οστά και άφησε τα χόρτα να μεγαλώσουν για να μην αναγνωρίζεται το νεκροταφείο. Με την πτώση του κομμουνισμού στην Αλβανία το κτήμα καθαρίστηκε, οι σταυροί επανατοποθετήθηκαν και τους βρήκαμε στη θέση τους το 1998. Ηταν μια συγκλονιστική στιγμή», σημειώνει.

Με αφετηρία το νεκροταφείο στους Βουλιαράτες και τις μαρτυρίες του τοπικού πληθυσμού στο χωριό και στην ευρύτερη περιοχή ξεκίνησαν οι επόμενες έρευνες για την ανακομιδή των οστών. Οι γηραιότεροι είχαν συνήθως συμμετάσχει οι ίδιοι στις ταφές, ενώ οι νεότεροι στις σχετικές έρευνες που είχε διατάξει ο Χότζα στα μέσα του 1960.

«Greco soldato», «Sconosciuto»Εθνόσημα και ενθυμήματα εντοπίστηκαν μαζί με τα οστά. (Φωτ. ΝΙΚΟΣ ΚΟΚΚΑΛΙΑΣ)

Εκείνη τη χρονιά εντοπίστηκαν και έγιναν ανακομιδές σε 475 ταφές στην ευρύτερη περιοχή της Δρόπολης (Βουλιαράτες, Κλεισούρα κ.α.) από τις οποίες μόλις επτά είχαν ορισμένα στοιχεία ταυτότητας χάρη στη μεταλλική επιγραφή που είχαν φτιάξει πρόχειρα οι Ιταλοί, τότε, εισβολείς. «Greco soldato» (Ελληνας στρατιώτης), «Greco ufficiale» (Ελληνας αξιωματικός) και πιο συχνά «Sconosciuto» (Αγνωστος) ήταν τα μόνα διακριτικά που συνόδευαν τα οστά των στρατιωτών. Τα οστά τοποθετούνταν σε ξύλινες οστεοθήκες με την ένδειξη «Αγνωστος Ελληνας Στρατιώτης».

Στη διάρκεια των μαχών υπήρξαν εκεχειρίες για την περισυλλογή των τραυματιών και την ταφή των χιλιάδων νεκρών από τα δύο στρατόπεδα. Αυτό ωστόσο δεν ήταν πάντα δυνατό, ειδικά μέσα στον βαρύ χειμώνα εκείνης της χρονιάς.

Οταν κατέρρευσε το μέτωπο και ο ελληνικός στρατός αποχώρησε, οι ιταλικές δυνάμεις έθαψαν και τους Ιταλούς αλλά και τους Ελληνες στρατιώτες που βρήκαν παγωμένους στο πεδίο της μάχης. «Οι Ιταλοί με δύο τάγματα υγειονομικού, με κληρικούς και με επίτακτους τους τοπικούς πληθυσμούς συνέλεξαν τους νεκρούς και τους έθαψαν στα πεδία των μαχών. Από τη μια μεριά, στο μήκος ενός μονοπατιού, τους Ιταλούς και από την άλλη τους Ελληνες», μας λέει ο κ. Ροδόπουλος.

Υπήρχαν ακόμη και διαφορές στον τρόπο ταφής, εξηγεί ο τέως διοικητής. Οι ταφές που έγιναν από τις ελληνικές δυνάμεις μέσα στον αχό του πολέμου ήταν πρόχειρες και σχεδόν επιφανειακές, ενώ οι ταφές των Ιταλών ήταν συστηματικές, κατά μήκος και πλάτος, στο προβλεπόμενο βάθος και όλες ήταν προσανατολισμένες ανατολικά.

Τη δεκαετία του ’60 ολοκληρώθηκε η περισυλλογή των περίπου 13.000 Ιταλών πεσόντων, που είχε ξεκινήσει σχεδόν αμέσως μετά τη λήξη του πολέμου. Τα επόμενα χρόνια τα δύο στρατιωτικά επιτελεία (Ελλάδας – Ιταλίας) είχαν ανταλλάξει πληροφορίες σχετικά με τα σημεία όπου ήταν θαμμένοι και οι Ελληνες στρατιώτες, αλλά δεν είχε γίνει καμία κίνηση μέχρι να εξομαλυνθούν οι σχέσεις της Ελλάδας με την Αλβανία.

Η άτυπη επιχείρηση που ξεκίνησε τη χρονιά 1998-99 οφείλει την επιτυχία της σε ορισμένα πρόσωπα-κλειδιά, όπως τον τότε ταξίαρχο και ακόλουθο Αμυνας Τιράνων, Αλεξάνδρο Ξηρό, τον τότε συνταγματάρχη και επικεφαλής της ΕΣΑΑ Εμμανουήλ Ξεκαλάκη, αλλά και τον ομογενή Γιώργο Νίκα που ίδρυσε τον σύλλογο «Πεσόντες 1940» κατά προτροπή και υπόδειξη, μας λέει ο κ. Ροδόπουλος, της ελληνικής στρατιωτικής και πολιτικής ηγεσίας. 

Η σπαρακτική εικόνα στο Υψωμα 731«
Το φυλάω ως κόρην οφθαλμού», λέει ο ταξίαρχος ε.α. Κωνσταντίνος Ροδόπουλος για το κράνος που βρέθηκε στα πεδία των μαχών του αλβανικού μετώπου. (Φωτ. ΝΙΚΟΣ ΚΟΚΚΑΛΙΑΣ)

Μια πληροφορία από τις πολλές που μοιράζονταν οι ντόπιοι με τον Κωνσταντίνο Ροδόπουλο, τον οδήγησε στο Υψωμα 731, εκεί όπου το 1941 εκτυλίχθηκε μία από τις σφοδρότερες και πολυήμερες μάχες του πολέμου. Η εμπειρία των ερευνών τον έκανε να ξεχωρίζει τους τάφους από μακριά.

«Το χώμα έχει υποχωρήσει πάνω από τον τάφο και τα χόρτα που βγαίνουν από πάνω είναι διαφορετικά», μας λέει.

Επειτα από πολύωρη ανάβαση βρέθηκε μπροστά σε μια σπαρακτική εικόνα. «Βλέπω μπροστά στα μάτια μου να προεξέχουν δύο άρβυλα. Σκουπίσαμε το χώμα, τις πέτρες και ήταν τα κόκαλα του στρατιώτη, σχεδόν στην επιφάνεια», μας λέει.

Παρόμοιες πληροφορίες οδήγησαν τις έρευνες σε σπαρμένα χωράφια, σε αυλές σπιτιών ή και κάτω από πρόχειρα χτισμένα καταλύματα, αλλά ακόμα και σε αυλές σχολείων, όπου κείτονταν Ελληνες στρατιώτες του μετώπου. Μαζί με τα οστά καταγράφονταν σε πρωτόκολλο όσα ακόμα αντικείμενα βρέθηκαν στους πρόχειρους τάφους, όπως δαχτυλίδια, σταυροί, τσατσάρες, ξυράφια, αμπούλες με βάμμα ιωδίου και πράσινο οινόπνευμα.

Στο λεπτομερές αρχείο που διατηρούσε η ΕΛΔΑΛ αναφέρονταν τα πιθανά αίτια θανάτου. «Βρήκαμε να λείπουν τα οστά του ποδιού, προφανώς κάποιος ακρωτηριασμένος, ένα οστό κρανίου με διαμπερή τρύπα, μάλλον από κάποια σφαίρα που είχε δώσει το τραγικό τέλος. Συγκλονιστικές εικόνες που δεν πρόκειται ποτέ να τις ξεχάσω, ποτέ δεν θα φύγουν από το μυαλό μου και από τα μάτια της ψυχής μου».

Σάκης Ιωαννίδης
kathimerini.gr

Διαβάστε επίσης:

Σχόλια