Φυλακίσεις, εξορίες, δραπετεύσεις στους Σχωριάδες Πωγωνίου (1945-1990)

Πρόλογος
Το θέμα της πολιτικής δίωξης που υπέστη ένα μεγάλο κομμάτι του πληθυσμού του χωριού μας, αλλά και γενικότερα ο χώρος μας, θεωρώ πως μέχρι σήμερα δεν βρήκε την απαιτούμενη προβολή που θα του άξιζε σε σχέση με τις τεράστιες πολιτικό κοινωνικές διαστάσεις του και τις βαθιές τραυματικές πληγές που προκάλεσε. O σπουδαίος ιστορικός ερευνητής και μελετητής Σταύρος Ντάγιος, κατά καιρούς φέρνει στο φως της δημοσιότητας τρανταχτά στοιχεία που αφορούν το συγκεκριμένο θέμα στο χώρο του Ελληνισμού της Βορείου Ηπείρου . Ο περίφημος συγγραφέας Τηλέμαχος Κώτσιας, στο πρόλογο του βιβλίου "Σινική μελάνη", με αντικείμενο το συγκεκριμένο θέμα κάνει έκκληση να το διαβάσουν οι Αριστεροί . Η ανύψωση της προτομής του Βασίλη Σαχίνη, ενός συμβόλου της πολιτικής και εθνικής δίωξης, με τη μέριμνα του δημοσιογράφου Γιώργο Μύτιλη, αντιμετωπίστηκε από τους πολιτικούς φορείς του τόπου μας και από ένα κομμάτι της κοινότητας μας, με μια αίσθηση δυσπιστίας και αδιαφορίας. Οι σποραδικές αναφορές και μνημονεύσεις για το συγκεκριμένο θέμα από τούς ίδιους τούς παθόντες αντιμετωπίζονται με μία απλή συμπόνια λες και δεν συνέβησαν στη διπλανή μας πόρτα. 30 χρόνια λοιπόν, από την πτώση ενός Δικτατορικού καθεστώς, η ελευθερία σκέψης και ιδεών φαίνεται να μην έχει συνέλθει πλήρες από τη βαριά νάρκωση που προκάλεσε η ξέφρενη πρώην κομμουνιστική προπαγάνδα. Μια προπαγάνδα που με την κάλπικη λάμψη του ” σοσιαλιστικού παράδεισου”, προσπάθησε να κρατήσει αθέατη την άλλη όψη του νομίσματος, τη σκοτεινή ,του φόβου και του τρόμου, της βίας και του πόνου. Πάντα βρισκόμουν στο δίλημμα, αξίζει ή όχι να μνημονεύσω γεγονότα που, εκτός των άλλων, προκαλούν και πολύ πόνο ψυχής. Πρέπει να σκαλίσω πληγές, ή να αφήσω τα πράματα στην αλησμονιά του χρόνου; Την τελική απόφαση να ασχοληθώ, την πείρα πριν από καιρό, φεύγοντας από μια συνάντηση με έναν από τους τελευταίους πρωταγωνιστές του όλου δράματος που έφυγε από τη ζωή πρόσφατα, τον πολύπαθο Αντώνη Βάγιο. Στάθηκε στο κατώφλι της πόρτας τού σπιτιού του και μου είπε :"Η θρησκεία μας διδάσκει μετάνοια , συγχώρεση και αγάπη. Το ασπάζομαι και το σεβάστηκα, και εγώ και όλοι αυτοί που φύγανε. Δεν μπορώ όμως, να ξεχάσω ”. Όλοι αυτή τη σεμνή και ταπεινή προσπάθεια, τη θεωρώ ένα μικρό κεράκι στη μνήμη όλων εκείνων, των δικών μας ανθρώπων που υπέστησαν τόσες αδικίες, κακουχίες και φύγανε με πολύ παράπονο. Γνώμονας μου, η ιστορία πρέπει να διδάσκεται όχι για να προκαλεί οργή και αναμόχλευση μίσους, αλλά για το μήνυμα :ΠΟΤΈ ΞΑΝΆ.

Πρώτο μέρος
Ο σκοπός που αναφέρομαι στα όσα περιγράφω δεν είναι ούτε να κρίνω , ούτε να καταδικάσω άτομα και γεγονότα που συνέβησαν πριν από μισό αιώνα και βάλε. Ένα σύνηθες λάθος που γίνετε συχνά, είναι η κρίση του χθες από το ύψος των σημερινών δεδομένων , παραβλέποντας το φόντο των πολιτικών και κοινωνικών εξελίξεων της κάθε χρονικής περιόδου. Νιώθω όμως υποχρέωση την καταγραφή το τη συνέβη την πολυτάραχη και πολυσυζητημένη περίοδο αυτή, με σκοπό τη γνώση και κατανόηση των επόμενων γενιών για ένα κομμάτι της ιστορίας του τόπου μας. Αναφέρομαι σε υποθέσεις και γεγονότα που μέχρι πριν από λίγα χρόνια θεωρούνταν ταμπού και περιτυλιγμένα καλά με ένα πέπλο μυστικότητας. Συμβάντα και επιλογές ανθρώπων που υπό άλλες συνθήκες θα ήταν απολύτως φυσιολογικές, θεωρήθηκαν βαριά πολιτικά εγκλήματα. Διώξεις και στιγματισμοί που προκάλεσαν ένα βουνό βάσανα, ταλαιπωρίες και ατελείωτο ψυχικό πόνο. Πόλωση της κοινωνίας και υστέρηση βασικών ελευθερίων. Ζωντανό χωρισμό της μάνας από το παιδί και της συζήγου από το σύζυγο. Παιδιά που μεγάλωσαν ορφανά γιατί οι πατεράδες τους ξαφνικά βρέθηκαν ή πίσω από τα σίδερα της φυλακής, ή πέρα από τα κρατικά σύνορα. Μετά το 1990, οι άνθρωποι του ίδιου χωριού, υπό την οπτική γωνία του καθενός θύματα και θύτες, χρειάστηκε να μαζέψουν τα κομμάτια των συντριμμιών που άφησε πίσω μία ολόκληρη 45 χρόνη Δικτατορία. Φυσικά, η επούλωση των συνεπειών, πολλαπλών υλικών ζημιών και των βαθύτατων ψυχικών τραυμάτων, τελεί μια πολυδιάστατη και χρονοβόρα διαδικασία που θα κριθεί σε βάθος χρόνου.

Το εγχείρημα να ξετυλίξω το κουβάρι των συμβάντων μιας ολόκληρης εποχής, βασίστηκε , εκτός από τις προσωπικές εμπειρίες και ακούσματα του στενού περιβάλλοντος, και στις μαρτυρίες μεγαλύτερων ανθρώπων που βρέθηκαν στη πορεία των γεγονότων όπως ο δάσκαλος Θωμάς Λώλης, Αντώνης Βάγιος, Θανάσης Πασπαλης, Αντώνης Βαγγέλης, Γρηγόρης Νταλές και πολλών άλλων συγγενών ανθρώπων που αναφέρονται στα γεγονότα.

Ας ξεκινήσουμε λοιπόν, την ανασκόπηση τον γεγονότων από την αρχή. Στα πρόθυρα της λήξης του Β. Π. Πολέμου στην Αλβανία, όπως και σε πολλές χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, έχουμε την εγκατάσταση και την καθιέρωση των κομμουνιστικών απολυταρχικών συστημάτων διακυβέρνησης .Η νέα παγκόσμια κοινωνικοπολιτική τάξη πραγμάτων, εκτός από κάποιες θαμπές ελπίδες ότι κάτι νέο δημιουργείτε στον παγκόσμιο πολιτικό χάρτη μετά από τον πιο αιματηρό πόλεμο που γνώρισε η ανθρωπότητα, προκαλεί και ένα ευρύ κλίμα αβεβαιότητας και ανασφάλειας το τι θα ακολουθήσει. 
Ένας βασικός πυλώνας στον οποίο θα βασιζόταν η ηγεμονία του νέου συστήματος ήταν η λεγόμενη Δικτατορία του Προλεταριάτου και η άσκηση της πάλης των τάξεων. Επομένως ήταν επιτακτική ανάγκη η ύπαρξη του αντίπαλου εχθρικού πόλου και, στην απουσία, η εικονική δημιουργία του .Σε αυτό το πλαίσιο μετά την απελευθέρωση, στιγματίζονται ως "κουλάκοι" τρεις συγχωριανοί μας :Ο Βασίλης Πασπαλης, Βασίλης Σιούτης και Μίτες Μεντής. Κανένα στοιχείο ή μαρτυρία δεν αποδεικνύει ότι αυτοί ήταν δυνάστες και εκμεταλλευτές , παρά μόνο άνθρωποι νοικοκυρέοι, με κύρος στο κοινωνικό περιβάλλον του χωριού και του ευρύτερου χώρου και με κάποια σχετική οικονομική και περιουσιακή επιφάνεια. Ένα κοινό χαρακτηριστικό σε όλες τις καταδίκες που θα ακολουθήσουν, εκτός της αντικαθεστωτικής δράσης, είναι και η κατηγορία του φιλελληνισμού. Πόσο αδιανόητο πια να κατηγορείς Έλληνες για Φιλελληνισμό;! Άλλωστε, τα πρώτα σημάδια , το τι θα ακολουθήσει άρχισαν να εμφανίζονται ακόμα πριν τη λήξη του πολέμου. Δημιουργούνται στα χωριά μας οι λεγόμενες επιτροπές "Λαϊκή Εξουσία" υπό τον έλεγχο του ΕΑΜ Αλβανίας με απώτερο σκοπό την κατάληψη της εξουσίας μετά τον πόλεμο, ενώ υπάρχει ήδη η εκλεγμένοι Δημογεροντία του χωριού . Στη προσπάθεια να ανοίξουν η αποθήκες σιτηρών (κοτσιέκια), σε συγκρούσεις ανάμεσα σε αντιμαχόμενες ομάδες δολοφονείται ο συγχωριανός μας Λάμπρος Μπέλος. Το καλοκαίρι του 1944, όπως αναφέρει ο δάσκαλος Θωμάς Λώλης, μέλος τη Δημογεροντίας και πρόεδρος της Επιτροπής Προστασίας του χωριού, μια ομάδα παρτιζάνων τον οδηγούν στο Μύλο της Πολύτσανης στη Γρίκα όπου συναντά και τον Πολυτσανιτη δάσκαλο Μήνα Πάρα και κάποιων άλλων που μου ξεφεύγει το όνομα του. Κάποια στιγμή εμφανίζεται ο Λευτέρης Τάλιος, ηγετικό στέλεχος των παρτιζάνων, πρώην συμμαθητής του στη Παιδαγωγική Ακαδημία Ιωαννίνων, αλλά και κουμπάρος του . Στο ερώτημα γιατί βρίσκονταν εκεί, τους απαντάει ψυχρά :"Θα απολογηθείτε για ότι έχετε πράξει", και έφυγε . Μετά από αρκετή ώρα εμφανίστηκαν πανικόβλητοι δύο άτομα. Κάτι είχε συμβεί και σταθήκανε τυχεροί. Πήρανε μαζί τους τους φύλακες και τους άφησαν ελεύθερους...... 

Το 1946 στο πλαίσιο ενός ευρύ κλίμα διώξεων κατά των ελληνοδασκάλων συλλαμβάνεται ο δάσκαλος Θωμάς Λώλης και μετά από επτά μήνες κακουχίες, αφήνεται ελεύθερος από έλλειψη ενοχοποιητικών στοιχείων. Συλλαμβάνεται και καταδικάζεται με πολλά χρόνια κάθειρξη ο Χρήστος Βάγιος. Μετά από κάποια χρόνια απεβίωνει στη φυλακή. Συλλαμβάνεται επίσης ο Δημήτρης Κοντολώλης ο οποίος μετά από τρία χρόνια απολύεται και αυτός λόγο κάποιας αμνηστίας. Το 1947 συλλαμβάνεται ο Σπύρος Κυριάκος. Αφήνεται ελεύθερος μετά από ένα χρόνο λόγο της νέας ροπής που παίρνει η υπόθεση στην οποία είχε εμπλακεί, του Κ. Τζοτζε και οι Αλβανό - Γιουγκοσλαβικές σχέσεις. Επίσης συλλαμβάνεται ο Βασίλης Σιούτης ο οποίος απεβίωνει και αυτός στις περιβόητες φυλακές του καλιά του Αργυρόκαστρου κάτω από ένα πέπλο μυστηρίου. Την πρώτη αυτή περίοδο μετά το 1945 έχουμε και έναν μεγάλο αριθμό συγχωριανών μας που δραπετεύουνε για την Ελλάδα όπως ο Γιώργος Πάλης, πρώην διοικητής του αντιφασιστικού τάγματος του Πωγωνίου, ο Χρήστος Τσαμπέρης, προπολεμικά υψηλόβαθμο τεχνοκρατικό στέλεχος στις κυβερνήσεις των Τιράνων, μαζί με την οικογένεια του, ο Γρηγόρης Λώλης με τη κόρη του Βασιλική, ο Νικόλας Βαγγέλης με τους γιούς του Βασίλης και Αλέκος, τα αδέρφια Ηλίας και Σπύρος Βαγγέλης μαζί με τη σύζυγό του Μαριάνθη (Κατσάνο), ο Μανόλης Λιτσης, ο Παντελής Παππάς, ο Κώστας Κυριάκος, ο Αντώνης και ο Βασίλης Καρασης, ο Στόλης Λώλης , Θοδωρής Ζωής, Μαρίκα Τουλούμπα, Αποστόλης Πετρίδης, Ευγενία Μπεΐκου, Ηλίας Καλύβας, Λάμπρος Καλύβας, Ηλίας Ζίκας, Μιχάλης Καλύβας, Χριστόφορος Πασπάλης. Ως γνωστόν όλοι οι φυγάδες μετά το 1945, θεωρήθηκαν πολιτικοί λιποτάκτες. 

Εστιάζοντας την προσοχή στα αίτια της μαζικής διαφυγής πολλών συγχωριανών μας που παρατηρούμε την συγκεκριμένη χρονική περίοδος, καταλήγουμε στα εξής συμπεράσματα. Πρώτον ο βασικός λόγος, όπως διαχρονικά συνέβαινε με το φαινόμενο της μετανάστευσης στο χώρο μας, είναι οικονομικός. Αυτός όμως , έρχεται και ισχυροποιείται από το φόβο του βίαιου και απότομου κλεισίματος  των συνόρων που επέβαλε το νέο καθεστώς. Και όπως αναδείχθηκε εκ των υστέρων, διάρκεσε 45 ολόκληρα χρόνια. Ένας άλλος λόγος ήταν και ο φόβος των πολιτικών διώξεων, που μπορούσαν να υποστούν κάποιοι όπως η περίπτωση του Γιώργο Πάλη ή του Θανάση Πασπάλη. Όπως γραφή ο Δημήτρης Ζώης, στρατιωτικός υπεύθυνος στην Επιτροπή Προστασίας του χωριού κατά τή διάρκεια του πολέμου, ο ίδιος μαζί με τον Φάνη Τσαούση, το Δημήτρη Τσαούση και το Γιάννη Λώλη οι οποίοι συμμετείχαν στην ίδια ομάδα, πριν ακόμα τελειώσει ο πόλεμος, έχοντας πληροφορίες ότι είχαν στοχοποιήθει από το ΕΑΜ Αλβανίας, δραπετεύουν για την Ελλάδα. Μια ιδιαίτερη περίπτωση αποτελεί ο τρόπος διαφυγής της Ελένης Καλέμη που μέσω του ανεψιού της Γ. ΓΚ. από το χωριό Σουχα, τότε αξιωματικός της ασφάλειας των συνόρων στο Πωγώνι, εξασφαλίζει από την υποπεριφέρεια Λιμποχόβου, για λόγους υγείας, με υπογραφή του διοικητή Γιασαρ Κασιματη, ειδική νόμιμη άδεια διέλευσης των συνόρων για την Ελλάδα. (Μολονότι, πολύ σπάνια υπήρχε και αυτή η εκδοχή). Αργότερα, η ίδια κηρύσσετε "λιποτάκτησα» και ο Θανάσης Νταλές που τη συνόδεψε μέχρι το σύνορο, μετά από 32 χρόνια με τη σύλληψη του το 1978 ενοχοποιείται, εκτός των άλλων και για αυτό. 

Το κύμα φυγάδων συνεχίζεται έντονο και κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του - 50. Το 1950 δραπετεύει ο Φάνης Μήλιας. Το 1951 η Βασιλική Μπαμπούρη με τη κόρη της Ελένη. Το 1952 ο Φώτης Κατσάνος και ο Αποστόλης Πασπάλης. Το 1955 στην απόπειρα να δραπετεύσουν, συλλαμβάνονται ο Αντώνης Βάγιος μαζί με τη σύζυγο του Πολυξένη Βάγιου (Κατσάνου) και τη μητέρα του Ευθυμία. Καταδικάζονται με πολλά χρόνια κάθειρξης και ξεκινάει ο Γολγοθάς ενός οικογενειακού δράματος. Το 1956 έχουμε την ίδρυση του Γεωργικού Συνεταιρισμού στα πρότυπα των "κολχόζ" της Σοβ. Ένωσης . Λίγο καιρό αργότερα το 1957 συλλαμβάνονται και καταδικάζονται με πολλά έτη φυλάκισης με τη κατηγορία της εχθρικής δράσης και δολιοφθοράς σε βάρος του Συνεταιρισμού οι συχωριανοί μας Αθανάσιος Δ. Πασπαλης, Αποστόλης Τσάνος, Βασίλης Λώλης και Δημήτρης Κοντολώλης. Στη προσπάθεια να συλληφθεί μαζί με τους προαναφερθέντες, ξεφεύγει των διωκτικών οργάνων και δραπετεύει για την Ελλάδα ο Αθανάσιος Β. Πασπαλης ο οποίος μετά από δύο χρόνια, το 1959 επιστρέφει στο χωριό και φυγαδεύει τη σύζυγο του Νίκη μαζί με τις δύο ανήλικες κόρες τους. Ένα γεγονός που προκάλεσε μεγάλη ταραχή και αναστάτωση στα όργανα της τάξης. Επίσης το 1959 συλλαμβάνονται τα αδέρφια Αθανάσιος και Χαράλαμπος Βαγγέλη. Καταδικάζονται με τη συνήθης πια κατηγορία της "εχθρικής δράσης ης βάρος της Λαϊκής Δημοκρατίας της Αλβανίας" από 25 έτη στέρηση της ελευθερίας. 
Στις αρχές του 1960 σε απόπειρα διαφυγής προς την Ελλάδα συλλαμβάνονται ο Βάιος Τέλιος μαζί με τη σύζυγο του Όλγα (Λώλη). Καταδικάζονται και αυτοί με πολυετή φυλάκιση. Το 1962 δραπετεύει στην Ελλάδα ο Βαγγέλης Μάργος. Ακολουθούν αποτυχημένες απόπειρες του περνώντας παράνομα τα σύνορα, να φυγαδεύσει τη σύζυγο και τον ανήλικο γιο του οι οποίοι από τη πρώτη στιγμή βρέθηκαν εξόριστοι στο βάθος της Αλβανίας. Δυστυχώς, θα σμίξει με την οικογένεια του μόνον μετά τη πτώση του καθεστώς. Παρεμπιπτόντως αξίζει να σημειωθεί πως κατά τη διάρκεια της περιόδου που προηγήθηκε, συντελέστηκαν και πολλές εξορίες οικογενειών ατόμων που είχαν δραπετεύσει ή καταδικαστεί. Όπως η οικογένεια του Χρήστο Βάγιου, η σύζυγος του Φώτη Κατσάνου Ροδαλία (Μήτση) η οποία περιπλανήθηκε για πολλά χρόνια σε διάφορα σημεία όπως Καμζα, Μπορσι, Λουσνια. Εξορίστηκαν επίσης για ένα διάστημα και η μητέρα και η σύζυγος του Αθανάσιου Β.Πασπαλη, επίσης και η αδερφή του Χρυσάνθη Λώλη (Πασπάλη) 
Στα τέλη της δεκαετίας του - 60 μέχρι το 1973 ακολουθεί μια περίοδο χαλάρωσης και ατονίας της πάλης των τάξεων. Η θεωρία της Δικτατορίας του Προλεταριάτου δίδασκε πώς η πάλη των τάξεων ασκείτε με σκαμπανεβάσματα, αλλά ποτέ δε σταματάει. Ο αρχιτέκτονας του όλου εγχειρήματος ο Ενβέρ Χότζια κατά καιρούς συμβούλευε :"Να χτυπήσουμε την αντιδραστική δράση στο έμβρυο, πριν αυτή εκδηλωθεί" ή με το σλόγκαν "Ακόμα και το νερό κοιμάται, ο εχθρός όμως οχι". 

Ένα δίκτυο καλοστημένο από τη περιβόητη "Σιγκουριμι", βασισμένο σε πληροφοριοδότες, καταδότες, εκβιασμούς, προβοκάτσια, ίντριγκες και πάνω από όλα στο ψέμα, καραδοκεί για νέα λεία. Και εκεί που κάποιοι νόμιζαν πώς η διώξεις και η φυλακίσεις ανήκαν στο παρελθόν ξεκινάει ένα νέο έντονο κύμα τρομοκρατίας. Η αρχή γίνεται με τη σύλληψη το 1973 και την καταδίκη για τρίτη φορά του Αποστόλη Τσάνου. Ο Γολγοθάς του είχε ξεκινήσει από το 1934 με την εμπλοκή του στην υπόθεση του σχολικού ζητήματος επί Βασιλιά Ζογκου. Καταδικάζετε με πολλά έτη φυλάκιση και απεβίωνει μετά από χρόνια στη φυλακή. Για να καταλάβει κανείς πώς χειριζόταν οι κατηγορούμενοι στην διαδικασία της ανάκρισης, τα φρικαλέα βασανιστήρια που ασκούνταν απάνω τους, αναφέρω το εξής παράδειγμα. Όταν ο Πρόεδρος του Δικαστηρίου ρώτησε τον Αποστόλη Τσάνο, γιατί αρνείται τις κατηγορίες, αφού είχε υπογράψει στην ανάκριση, ο θαρραλέος αυτός άνθρωπος του απαντάει :"Γιατί μπροστά σας σήμερα δεν θα ήμουν εγώ, αλλά το παλτό μου ". 
Το Νοέμβριο 1974 μία άλλη σύλληψη έρχεται να ταρακουνήσει την ήρεμη ζωή του, κατά τ'άλλα, φιλήσυχου χωριού, του Θανάση Μεντή. Ενός ικανότατου ανθρώπου με κύρος και επιρροή στους κύκλους της κοινότητας των βλάχων και όχι μόνο . Κατηγορείτε για σύσταση και την αρχηγία της "εχθρικής" και "κατασκοπευτικής "ομάδας των βλάχων και καταδικάζεται με την έσχατη ποινή της εκτελέσεως που εφαρμόζεται στης 5.12.1975. Μετά από ένα μήνα, ένα κρυερό και βροχερό πρωί εμφανίζονται στο χωριό δύο φορτηγά αυτοκίνητα συνοδεία πολυάριθμων αστυνομικών και στη κυριολεξία, χωρίς καμία προειδοποίηση, τσουβαλιάζουν πάνω στα φορτηγά , με όλη τη σημασία της λέξης, μεταξύ τους γέροντες και παιδιά, λες και δεν ήταν ανθρώπινες ψυχές και εξορίζουν τις οικογένειες του Θανάση Μεντή, Γιώργο Μεντή, Σπύρο Μεντή, Μιχάλη Μεντή, Αποστόλη Μεντή και Αποστόλη Τσάνου στα χωριά Φουσ Μπαρδα και Γκολεμι της επαρχίας Καρδικιού. Οι κάτοικοι του χωριού μένουν άφωνοι και μουδιασμένοι κάτω από ένα βαρύ κλίμα απερίγραπτης αγριότητας και εκφοβισμού. Ακόμα και τα κακόμοιρα ζωάκια, σκυλιά και γάτες μείνανε έρημα στους δρόμους ψάχνοντας τα αφεντικά τους. Θυμάμαι, μερικές μέρες μετά το γεγονός αυτό, σε μία γωνία της πλατείας του Αργυρόκαστρου, καθώς πήγαινα στο σχολείο, συνάντησα τον παιδικό μου φίλο Πέτρο Α. Μεντή. Στην ερώτηση μου, πως και κατέβηκε στη πόλη, προσπάθησε να μου απάντησε με μισόλογα. Δεν γνώριζα τι είχε συμβεί στο χωριό, κατάλαβα όμως κάτι σοβαρό του συνέβη. Είχε παρατήσει τη μεσαία σχολή της Νιβανης, μολονότι ήταν αριστούχους μαθητής, για να ακολουθήσει τους δικούς του στην Εξορία. Όπως αντιλαμβάνεστε η βαρβαρότητα της Δικτατορίας δεν έκανε εξαιρέσεις ούτε στα παιδιά. 

Λίγους μήνες μετά, το καλοκαίρι του 1976 το ίδιο σκηνικό επαναλαμβάνεται με τη σύλληψη του γέρου Χρήστο Μάρκου. Κατηγορείτε και καταδικάζεται με 22 χρόνια κάθειρξη για συμμετοχή στην ίδια ομάδα των βλάχων. Στη μνήμη μου έχει μείνει ένα περιστατικό που είχε συμβεί τη μέρα της σύλληψης του Αποστόλη Τσάνου. Στη συγκέντρωση του λαού που ακολούθησε τότε , τα όργανα της Ασφάλειας και του Κόμματος απευθύνθηκαν στο κόσμο :Τι λέτε θα ξεκινήσετε εσείς ή να αρχίσουμε εμείς. Τότε ο σοφός αυτός γερός, ο Μπάρμπα Κήτας Μάρκος τους είχε απαντήσει :"Πρέπει να σφυρίσει ο τσοπάνος για να γυρίσουν τα πρόβατα".(Μεγάλη και παράτολμη κουβέντα). Θεατές στο ίδιο έργο οι Σχωριαίιτες θα βρεθούν ξανά το καλοκαίρι του 1977 όταν συλλαμβάνονται και καταδικάζονται με το ίδιο μοτίβο και βαριές ποινές, 20 και 12 έτη φυλάκισης, οι γέροντες, τα αδέρφια Βασίλης και Λούκας Μεντή. Ο Μπάρμπα Βασίλης δε θα ξαναγυρίσει ποτέ ζωντανός στην οικογένεια του. 

Όλοι πια, με τα αυτιά σηκωμένα περίμεναν το επόμενο χτύπημα. Συνεπής στη τακτική τους, στης 12 Ιούλη 1978 οι καταραχιάδες θα κλείσουν άλλα δύο σπίτια . Ανακοινώνεται η σύλληψη του Κότσο Πότση (είκοσι μέρες πριν είχε εξαφανιστεί από προσώπου γης χωρίς να ξέρει κανείς πού βρίσκεται) και συλλαμβάνετε ο Θανάσης Νταλές. Ο τελευταίος κατηγορείτε ότι δήθεν είχε αναλάβει την αρχηγία της εχθρικής ομάδας των βλάχων μετά την εκτέλεση του Θανάση Μεντή. Οι ποίνες ίδιες, 17 και 25 χρόνια κάθειρξη. Ο απόηχος θα προκαλέσει ισχυρούς τριγμούς, όχι μόνο στη κοινωνία του χωριού, αλλά και της ευρύτερης περιοχής. Οι υπόνοιες των οργάνων καταστολής, "ο εχθρός προσπαθεί να διεισδύσει ακόμα και μέσα στα όργανα της Εξουσίας " Ίσως οι πιο θλιβερές μέρες της ζωής μου που θα με κάνουν να αρχίσω σιγά σιγά να βλέπω τη ζωή με άλλη ματιά. Ο κόσμος που ζούσα δεν ήταν αυτός που νόμιζα .Τίποτα και κανείς δεν ήταν ασφαλής. Τις δύσκολες αυτές στιγμές, θυμάμαι τον αείμνηστο οδηγό από την Τσιάτιστα, Κότσο Στόγια που τόλμησε να με πλησιάσει και να με συμβουλέψει ψιθυριστά :" Θα ακούσεις πολλά. Θα κλείσεις όμως τα αυτιά σου, για να επιβιώσεις". Η δίψα όμως των οργάνων καταστολής τού δικτατορικού καθεστώς, για ανθρώπινες αθώες ψυχές δεν είχε κοπάσει. 

Την ίδια περίοδο, στα τέλη της δεκαετίας του - 70,επίσης συλλαμβάνονται, στη Σκόδρα ο συγχωριανός μας Αντώνης Κατσάνος. Το 1978 στο Αργυρόκαστρο ο Αντώνης Βάγιος και το 1980 στης Σχωριάδες ο Θωμάς Κατσάνος. Όλοι τους με τη κατηγορία της προπαγάνδας εναντίων του συστήματος. Μάλιστα, ο Αντώνης Βάγιος για δεύτερη φορά και καταδίκη του για τρίτη φορά (είχε προηγηθεί και μία καταδίκη την περίοδο που ήταν έγκλειστος στη πρώτη φυλακή). Τι να πει κανείς, μία ζωή στα κάτεργα. 

Στις αρχές της δεκαετίας του 1980 η ροπή της "πάλης των τάξεων" παίρνει νέα κατεύθυνση. Στον εξωτερικό κόσμο επικρατεί παγκόσμια κατακραυγή κατά της αφόρητης καταπάτησης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Αλβανία και την καταδίκη του Δικτατορικού καθεστώς από διεθνείς οργανισμούς και φορείς. Η ηγεσία του συστήματος θέλει να δείξει στον έξω κόσμο μία άλλη εικόνα. Είχε προηγηθεί το Μάρτη του 1978 η ομιλία του Ενβέρ Χότζα στη Γράψη της Δρόπολης όπου με ξεδιάντροπο ψέμα δήλωνε πως, σε όλη την Ελληνική μειονότητα της Αλβανίας μόνον τρεις πολιτικοί κρατούμενοι υπήρχαν. ( μόνον από το χωριό μας τη συγκεκριμένη στιγμή βρισκόταν στις φυλακές 5 πολιτικοί κρατούμενοι ).

Το 1982 ξηλώνεται το "εχθρικό" κύκλωμα στην ηγεσία του Υπουργείου Εσωτερικών της Αλβανίας. Μία συνήθης τακτική του Ενβερ Χότζα στην εξόντωση όλων των πιθανών ανταγωνιστών του . Είχε προηγηθεί η ”αυτοκτονία” ( ; ) του πρωθυπουργού της χώρας Μεχμετ Σεχου. Τα όργανα καταστολής επιδιώκουν νέους τρόπους στο χτύπημα της "εχθρικής" δράσης. Χαλαρώνουν τις συλλήψεις και χρησιμοποιούν τη δημόσια διαπόμπευση. Σε αυτό το πλαίσιο είχε προηγηθεί η διαπόμπευση του Γιάννη Τσάνου μετά τη σύλληψη του αδερφού του Αποστόλη Τσάνου. 
Το - 80 πια, οι υποψήφιοι "εχθροί" καλούνται στην Κομματική Επιτροπή Αργυρόκαστρου και προειδοποιούνται αυστηρά, πώς τους περιμένει η φυλακή αν συνεχίσουν να τρέφουν αισθήματα αντιπάθειας και δυσπιστίας για το Κόμμα και τη Λαϊκή Εξουσία. Σε αυτή τη δυσάρεστη θέση, βρέθηκαν οι συγχωριανοί μας Λάμπρος Νταλές, Θοδωρής Μάρκος, Γιάννης Καραγιάννης (ακουσών ακουσών, γιατί διέθετε σε μία μαγνητική κασέτα το τραγούδι "Δέλβινο και Τσαμουριά"), Αναστασία Μεντή, Κώστας Μπέλος, ίσος και άλλοι που μου ξεφεύγουν . 
Στο τέλος της δεκαετίας του - 80, πλησιάζοντας το 1990, τα σοσιαλιστικά - κομουνιστικά καθεστώτα της Ανατολικής Ευρώπης αρχίζουν να πέφτουν ένα μετά το άλλο. Η επίδραση και στην Αλβανική κοινωνία ήταν αναπόφευκτη . Ο απόηχος των νέων εξελίξεων φθάνει δειλά δειλά και στο απόμακρο χωριό μας. Μια ευρύ τάση μαζικής διαφυγής από την χώρα, ήταν πια έκδηλη παντού. Ένα πίσω από τ’ άλλο, μπουλούκια ανθρώπων ερχόμενοι από το βάθος, απευθυνόταν προς τα Ελληνο-Αλβανικά σύνορα. Οι νύχτες είχαν χάσει τον ύπνο τους από τις ριπές πυροβολισμών που δεν λέγαν να κοπάσουν. Σε αυτό το πλαίσιο έχουμε και τους πρώτους δραπέτες από το χωριό μας, τους νεαρούς Λευτέρη Καραγιάννη και Νίκο Μπάντο. Στην απόπειρα διαφυγής, ο νεαρός Σταύρος Τέλιος συλλαμβάνεται και καταδικάζεται με φυλάκιση. Ήταν ο τελευταίος πολιτικός φυλακισμένος μιας εποχής που πια της είχε έρθει το ΤΈΛΟΣ.

Στατιστικά
Σε ένα χωριό με περίπου 90 οικογένειες και πληθυσμό το 1990, 435 ψυχές, έχουμε :
- 24 πολιτικούς φυλακισμένους .
- 1 εκτελεσθέντα
- 5 άτομα αποθανών στη φυλακή
-40 και άνω δραπετεύσεις
-50 και άνω εξόριστοι .

(συνεχίζεται με το δεύτερο μέρος)

Αλκιβιάδης Νταλές

Διαβάστε ακόμη:

Σχόλια