Η ποίηση του Νίκου Κατσαλίδα συνεχώς αναγεννάται τρεφόμενη από τον ίδιο τον πυρήνα της. Το ίδιο αυτό όραμα υπηρετεί και το παρόν βιβλίο του με συνέπεια, εργατικότητα και μουσικό αίσθημα. Ένα ποιητικό όραμα εμποτισμένο από τη νοσταλγία μιας πατρίδας ιδεατής, χαμένης στο βάθος της ιστορίας, που συνεχίζει να βαδίζει τους μύθους της ως το τέλος του χρόνου».
(Άννα Αφεντουλίδου, Ποιήτρια, Κριτικός Λογοτεχνίας)
Ο Νίκος Κατσαλίδας είναι αγνός ποιητής, κληρονόμος μιας γλωσσικής παράδοσης αιώνων, από την αρχαία Ήπειρο μέχρι σήμερα αδιαλείπτως. Κουβαλάει μέσα του σαν άγια τοις αγίοις τα νάματα της Φύσης που τον εξέθρεψε σαν Μεγάλη Μητέρα Θεά, που τον έμαθε να αγαπά το θήλυ, να εκτιμά τη ζωή, να εργάζεται ανελλιπώς για το Καλό τής Οικουμένης.
Συγκινούμαι όταν ακούω τόσο ατόφιες φωνές, αμάλαγες, να τραγουδούν σιγαλά και με ρυθμό την πανάρχαια χαρμολύπη της ανθρώπινης κατάστασης πάνω σε αυτόν τον πανέμορφο πλανήτη Γαία.
Ακόμα και όταν πεζογραφεί, ο Νίκος Κατσαλίδας είναι ποιητής, ο λόγος του χορευτικός, η ανάσα του βακχική. Ο Διόνυσος και ο Απόλλωνας παλεύουν εντός του για την επικυριαρχία κάτω από τον Ήλιο, μόνον που κανείς δεν νικάει κι αυτή η διαρκής αντιπαλότητα πλάθει ένα έργο εμβληματικό, άκρως συμβολικό, σχεδόν αρχετυπικό.
Η λογοτεχνία όταν είναι βαθιά ριζωμένη στο βίωμα και δεν έχει χάσει την επαφή της με την φύση, όταν τιμάει την ντοπιολαλιά και οδηγεί στην λεπταίσθητη διαρκή επεξεργασία μιας ιδιολέκτου ξεχωριστής, είναι σαν τα υφαντά που φιλοτεχνούσαν οι παλιές κυράδες στους ξύλινους αργαλειούς, ίδιους και απαράλλαχτους από την εποχή του Ομήρου.
Ακόμα και όταν πεζογραφεί, ο Νίκος Κατσαλίδας είναι ποιητής, ο λόγος του χορευτικός, η ανάσα του βακχική. Ο Διόνυσος και ο Απόλλωνας παλεύουν εντός του για την επικυριαρχία κάτω από τον Ήλιο, μόνον που κανείς δεν νικάει κι αυτή η διαρκής αντιπαλότητα πλάθει ένα έργο εμβληματικό, άκρως συμβολικό, σχεδόν αρχετυπικό.
Η λογοτεχνία όταν είναι βαθιά ριζωμένη στο βίωμα και δεν έχει χάσει την επαφή της με την φύση, όταν τιμάει την ντοπιολαλιά και οδηγεί στην λεπταίσθητη διαρκή επεξεργασία μιας ιδιολέκτου ξεχωριστής, είναι σαν τα υφαντά που φιλοτεχνούσαν οι παλιές κυράδες στους ξύλινους αργαλειούς, ίδιους και απαράλλαχτους από την εποχή του Ομήρου.
Αυτό ακριβώς εννοώ εδώ: πως η Τέχνη του Κατσαλίδα, η υψηλή αυτή Τέχνη είναι χειροτεχνική, σωματική, σε διαρκή συντονισμό με την ζωντανή ανάσα, που την νιώθεις ανάμεσα στις γραμμές και την αφήνεις να σε συμπαρασύρει σε έναν χείμαρρο εικόνων και ήχων αλησμόνητων.
Γιατί τι άλλο είναι η ποίηση εκτός από αυτόν τον πρωτότυπο κάθε φορά συμφυρμό συναισθητικών μεταφορών και καταστάσεων που δεν τολμά να αναλύσει το αριστερό ημισφαίριο της Λογικής όταν είναι ξύπνιο.
Εξαιρετική η εισαγωγή από την διακεκριμένη φιλόλογο και αισθαντική ποιήτρια Άννα Αφεντουλίδου, φωτίζει το κείμενο από όλες τις απαραίτητες τεχνικές γωνίες έτσι ώστε να γεωμετρείται η προοπτική του.
Γιατί τι άλλο είναι η ποίηση εκτός από αυτόν τον πρωτότυπο κάθε φορά συμφυρμό συναισθητικών μεταφορών και καταστάσεων που δεν τολμά να αναλύσει το αριστερό ημισφαίριο της Λογικής όταν είναι ξύπνιο.
Εξαιρετική η εισαγωγή από την διακεκριμένη φιλόλογο και αισθαντική ποιήτρια Άννα Αφεντουλίδου, φωτίζει το κείμενο από όλες τις απαραίτητες τεχνικές γωνίες έτσι ώστε να γεωμετρείται η προοπτική του.
Δεν θέλω να παραθέσω καμία ψηφίδα για να μην αδικήσω την όλη σύνθεση. Ξεχωρίζω όμως κάποια κομμάτια της καρδιάς μου, όπως “Ο Σέρτος” (της σελίδας 107), καθώς και ποιήματα αφιερωμένα ευγενώς σε ζώντες, σύγχρονούς μας ποιητές (στις σελίδες 99, 88, 84, 74 κ.ά.).
Αγαπημένα μου τα σχετικά σύντομα πονήματα με τίτλο: “Προσωπίδες” (σελ. 29), “Δέηση” (σελ. 33), “Δωρικό κιονόκρανο” (σελ. 41), “Μα δε βογκούνε τα βουνά” (σελ. 73), “Αδιαφορία των νεκρών ΙΙ” (σελ. 77), κ.ά.
Αναζητείστε αυτό το κομψό βιβλίο και θα ανταμειφθείτε με την μετάγγιση πλούτου ψυχής από έναν σημαντικό λογοτέχνη του καιρού μας που τιμάει την ελληνική γλώσσα και τον μακραίωνο πολιτισμό της χερσονήσου τού Αίμου, τον μεγάλο προϊστορικό μεσογειακό πολιτισμό μας.
Αγαπημένα μου τα σχετικά σύντομα πονήματα με τίτλο: “Προσωπίδες” (σελ. 29), “Δέηση” (σελ. 33), “Δωρικό κιονόκρανο” (σελ. 41), “Μα δε βογκούνε τα βουνά” (σελ. 73), “Αδιαφορία των νεκρών ΙΙ” (σελ. 77), κ.ά.
Αναζητείστε αυτό το κομψό βιβλίο και θα ανταμειφθείτε με την μετάγγιση πλούτου ψυχής από έναν σημαντικό λογοτέχνη του καιρού μας που τιμάει την ελληνική γλώσσα και τον μακραίωνο πολιτισμό της χερσονήσου τού Αίμου, τον μεγάλο προϊστορικό μεσογειακό πολιτισμό μας.
(Κωνσταντίνος Μπούρας , ποιητής, θεατρολόγος και κριτικός )
Διαβάστε ακόμη:
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών