Στη δεκαετία του 1990 έλαβα μέρος σε ένα διεπιστημονικό ερευνητικό πρόγραμμα του Πανεπιστημίου του Cambridge με θέμα το ανθρωπογενές τοπίο στην Ήπειρο διαχρονικά, τη σχέση του ανθρώπου με το φυσικό περιβάλλον.
Ένα από τα αποτελέσματα της έρευνας αφορούσε το ρόλο της κτηνοτροφίας και ιδιαίτερα των γιδιών στη διαμόρφωση και αναπαραγωγή του περιβάλλοντος.
Είναι γνωστή η δαιμονοποίηση του συγκεκριμένου ζώου σε ό,τι αφορά τη σχέση του με τη χλωρίδα και τα δάση. Είναι γνωστές και οι μαζικές σφαγές επί Μεταξά, το κυνήγι της γίδας, επειδή θεωρούνταν ο κατεξοχήν καταστροφικός για τα δάση παράγων.
Στο μελέτη μας, εκτός των άλλων, καταλήξαμε σε ένα αντίθετο συμπέρασμα ως προς μια διάσταση του ρόλου του δαιμονοποιημένου αυτού ζώου.
Η εξάλειψη του και η συνακόλουθη δάσωση και ερήμωση του χώρου, που πριν βόσκονταν, είχαν ως αποτέλεσμα πρώτον, την εξαφάνιση όλων των επιφανειακών υδάτων, δηλαδή των πηγών, εξαιτίας της ανάπτυξης των δέντρων που άπλωναν ρίζες βαθειά στη γη και δεύτερον, το «κλείσιμο» του τόπου με έναν τρόπο που οι ντόπιοι κάτοικοι χαρακτήριζαν «ζουγκλα» και εξέφραζαν πολύ αρνητικές απόψεις για το «αγρίεμα» αυτό του τόπου και τη σημασία του.
Μια από τις αρνητικές κρίσεις αφορούσε την ίδια την προστασία του από τις πυρκαγιές. Καθώς αυξάνονταν τα δέντρα και έκλειναν τα ξέφωτα, τα μονοπάτια και τα χωράφια καθίστατο αδύνατος ο έλεγχος και η προστασία.
Η «ζούγκλα» έδιωχνε και όσους είχαν απομείνει πίσω μετά το κύμα της αστικοποίησης και της μετανάστευσης. Ιδιαίτερα στα μέρη όπου έτεινε να κυριαρχήσει το πεύκο με το γνωστό «ιμπεριαλισμό» του τα πράγματα αποκτούσαν επικίνδυνες διαστάσεις κατά τους ίδιους τους ανθρώπους λόγω της εύφλεκτο φύσης του.
Οι λόγγοι, που μέσα τους είχαν χωράφια αλλά και βοσκές, μετατράπηκαν σε δάση, τα οποία στη συνέχεια κηρύχθηκαν δημόσιες δασικές εκτάσεις, με αποτέλεσμα, εκτός των άλλων, να αλλοτριωθούν οι τοπικοί πληθυσμοί από τον τόπο τους, ο οποίος πέρασε στον έλεγχο των κρατικών υπηρεσιών.
Η εξέλιξη αυτή είχε τραγικές συνέπειες, εξαιτίας του γεγονότος ότι χάθηκε η αυτοδιαχειριση και εξέλιπε το ενδιαφέρον των εναπομεινάντων κατά κύριο λόγο γερόντων στα χωριά. Με όλα αυτά κατέρρευσε και το συνολικό σύστημα της βιωματικής αειφορίας, που επικράτησε αιώνες στις κοινότητες και διασφάλιζε την επιβίωση και την αναπαραγωγή τους.
Ποιος και για ποιον λόγο να προστατεύσει τώρα τα δάση που πνίγουν ακόμα και τους έρημους οικισμούς; Ποιος και πώς να προλάβει να σβήσει τις πυρκαγιές που απειλούν τα χωριά μας και τους λιγοστούς κατοίκους;
Για περιαστικά δάση ισχύουν άλλα πράγματα, που έχουν να κάνουν με διαφορετικούς λόγους και αιτίες (άναρχη και αυθαίρετη δόμηση, οικοπεδοποίηση, συμφέροντα που συνδέονται με την εμπορευματοποίηση της γης κ.λπ.)
Το ερώτημα που προκύπτει, εν κατακλείδι, είναι ποια είναι η λύση. Η λύση δεν είναι εύκολη, ούτε έχει να κάνει με κάποιο πισωγύρισμα.
Ωστόσο, το παρελθόν της αυτονομίας και αυτοδιαχείρισης των κοινοτήτων, η παρουσία του ανθρώπου καλλιεργητή, βοσκού ξυλοκόπου, ρητινοσυλλέκτη, τροφοσυλλέκτη κ.λπ. και το ευρύτερο σύστημα αξιών μπορούν να αποτελέσουν πυξίδα για μια άλλη πορεία στο μέλλον, για μια άλλη σχέση με το φυσικό περιβάλλον, για την απο-ανάπτυξη, την αειφορία και την ισορροπία, που περνά μέσα από την αλλαγή του κοινωνικο-πολιτικού συστήματος ενός αδηφάγου καπιταλισμού που θέτει τα κέρδη πάνω από τους ανθρώπους και τη φύση…
Ένα από τα αποτελέσματα της έρευνας αφορούσε το ρόλο της κτηνοτροφίας και ιδιαίτερα των γιδιών στη διαμόρφωση και αναπαραγωγή του περιβάλλοντος.
Είναι γνωστή η δαιμονοποίηση του συγκεκριμένου ζώου σε ό,τι αφορά τη σχέση του με τη χλωρίδα και τα δάση. Είναι γνωστές και οι μαζικές σφαγές επί Μεταξά, το κυνήγι της γίδας, επειδή θεωρούνταν ο κατεξοχήν καταστροφικός για τα δάση παράγων.
Στο μελέτη μας, εκτός των άλλων, καταλήξαμε σε ένα αντίθετο συμπέρασμα ως προς μια διάσταση του ρόλου του δαιμονοποιημένου αυτού ζώου.
Η εξάλειψη του και η συνακόλουθη δάσωση και ερήμωση του χώρου, που πριν βόσκονταν, είχαν ως αποτέλεσμα πρώτον, την εξαφάνιση όλων των επιφανειακών υδάτων, δηλαδή των πηγών, εξαιτίας της ανάπτυξης των δέντρων που άπλωναν ρίζες βαθειά στη γη και δεύτερον, το «κλείσιμο» του τόπου με έναν τρόπο που οι ντόπιοι κάτοικοι χαρακτήριζαν «ζουγκλα» και εξέφραζαν πολύ αρνητικές απόψεις για το «αγρίεμα» αυτό του τόπου και τη σημασία του.
Μια από τις αρνητικές κρίσεις αφορούσε την ίδια την προστασία του από τις πυρκαγιές. Καθώς αυξάνονταν τα δέντρα και έκλειναν τα ξέφωτα, τα μονοπάτια και τα χωράφια καθίστατο αδύνατος ο έλεγχος και η προστασία.
Η «ζούγκλα» έδιωχνε και όσους είχαν απομείνει πίσω μετά το κύμα της αστικοποίησης και της μετανάστευσης. Ιδιαίτερα στα μέρη όπου έτεινε να κυριαρχήσει το πεύκο με το γνωστό «ιμπεριαλισμό» του τα πράγματα αποκτούσαν επικίνδυνες διαστάσεις κατά τους ίδιους τους ανθρώπους λόγω της εύφλεκτο φύσης του.
Οι λόγγοι, που μέσα τους είχαν χωράφια αλλά και βοσκές, μετατράπηκαν σε δάση, τα οποία στη συνέχεια κηρύχθηκαν δημόσιες δασικές εκτάσεις, με αποτέλεσμα, εκτός των άλλων, να αλλοτριωθούν οι τοπικοί πληθυσμοί από τον τόπο τους, ο οποίος πέρασε στον έλεγχο των κρατικών υπηρεσιών.
Η εξέλιξη αυτή είχε τραγικές συνέπειες, εξαιτίας του γεγονότος ότι χάθηκε η αυτοδιαχειριση και εξέλιπε το ενδιαφέρον των εναπομεινάντων κατά κύριο λόγο γερόντων στα χωριά. Με όλα αυτά κατέρρευσε και το συνολικό σύστημα της βιωματικής αειφορίας, που επικράτησε αιώνες στις κοινότητες και διασφάλιζε την επιβίωση και την αναπαραγωγή τους.
Ποιος και για ποιον λόγο να προστατεύσει τώρα τα δάση που πνίγουν ακόμα και τους έρημους οικισμούς; Ποιος και πώς να προλάβει να σβήσει τις πυρκαγιές που απειλούν τα χωριά μας και τους λιγοστούς κατοίκους;
Για περιαστικά δάση ισχύουν άλλα πράγματα, που έχουν να κάνουν με διαφορετικούς λόγους και αιτίες (άναρχη και αυθαίρετη δόμηση, οικοπεδοποίηση, συμφέροντα που συνδέονται με την εμπορευματοποίηση της γης κ.λπ.)
Το ερώτημα που προκύπτει, εν κατακλείδι, είναι ποια είναι η λύση. Η λύση δεν είναι εύκολη, ούτε έχει να κάνει με κάποιο πισωγύρισμα.
Ωστόσο, το παρελθόν της αυτονομίας και αυτοδιαχείρισης των κοινοτήτων, η παρουσία του ανθρώπου καλλιεργητή, βοσκού ξυλοκόπου, ρητινοσυλλέκτη, τροφοσυλλέκτη κ.λπ. και το ευρύτερο σύστημα αξιών μπορούν να αποτελέσουν πυξίδα για μια άλλη πορεία στο μέλλον, για μια άλλη σχέση με το φυσικό περιβάλλον, για την απο-ανάπτυξη, την αειφορία και την ισορροπία, που περνά μέσα από την αλλαγή του κοινωνικο-πολιτικού συστήματος ενός αδηφάγου καπιταλισμού που θέτει τα κέρδη πάνω από τους ανθρώπους και τη φύση…
Βασίλης Νιτσιάκος
Καθηγητής της Κοινωνικής Λαογραφίας στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του πανεπιστημίου Ιωαννίνων
Αναδημοσίευση από την ιστοσελίδα in.gr
Διαβάστε ακόμη:
👉Ακολουθήστε μας στο twitter
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών