π. Μιχάλης Ντάκος: ο ήρωας παππάς της Δερβιτσάνης

8 Μαρτίου τοῦ 1998, ὁ ἡρωικός παπα-Μιχάλης Ντάκος τῆς Δερβιτσάνης, ἐκοιμήθη ἐν Κυρίω πλήρης ἡμερῶν, ἀλλά καί ἔργων ἀγαθῶν.
Τό πρωί ἐκεῖνο, συνοδευόμενος ἀπό τόν συγχωριανό του καντηλανάφτη Κῶν. Σταμούλη, πῆγε στήν Ἐκκλησία τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου καί εἰσῆλθε στό ἱερό γιά νά προετοιμαστεῖ γιά τήν καθιερωμένη Θεία Λειτουργία. Μετά ἀπό λίγα λεπτά ὁ καντηλανάφτης, τόν ἐρώτησε ἄν ἦταν ὥρα νά χτυπήσει τήν καμπάνα καί σάν δέν πῆρε ἀπάντηση καί στή δεύτερη ἐρώτησή του, μπῆκε στό ἱερό νά δεῖ τί συμβαίνει. Ἐκεῖ ἀντίκρυσε τόν παπά σάν θεϊκό ὅραμα καί σέ στάση κατανυκτικῆς προσευχῆς νά εἶναι πεσμένος ἐπάνω στήν Ἁγία Τράπεζα ἀγκαλιά μέ τόν σταυρό τοῦ Ἐσταυρωμένου Χριστοῦ...».

Γεννήθηκε τό 1918 στή Δερβιτσάνη, στό μεγαλύτερο ἑλληνικό κεφαλοχώρι τῆς Βορείου Ἠπείρου ὅπου καί ἔμαθε τά πρῶτα γράμματα.
Τό 1952 χειροτονήθηκε διάκονος καί τό 1954 πρεσβύτερος, ἀπό τόν Μητροπολίτη Ἀργυροκάστρου Δαμιανό, ὑπηρετώντας ὡς ἄλλος ποιμένας, τόν λαό τοῦ θεοῦ στή γενέτειρά του.

Τό 1967 ἀποσχηματίστηκε καί ξυρίστηκε ἀπό τό ἀθεϊστικό καθεστώς, ἀφοῦ πρόλαβε νά πάρει κρυφά τό εὐαγγέλιο καί τό ἅγιο δισκοπότηρο τοῦ ναοῦ πρίν αὐτός μετατραπεῖ σέ ἀποθήκη λιπασμάτων .
Τό ὄνομα τοῦ παπα-Μιχάλη συνδέθηκε μέ τήν ἱστορική θεία λειτουργία τῆς 12.12.1990, γιορτῆς τοῦ Ἁγίου Σπυρίδωνος, λίγο πρίν ἀπό τήν πτώση τοῦ κομμουνιστικοῦ καθεστῶτος. Ὅπως διηγεῖται δερβιτσιανιώτης, «...ὁ παπα-Μιχάλης χωρίς ράσα καί ἱερά ἄμφια, πῆρε τό εὐαγγέλιο καί τό ἅγιο δισκοπότηρο πού εἶχε διαφυλάξει κρυμμένα καί πῆγε ψηλά στό βουνό, ὅπου βρίσκεται τό ξωκκλήσι τῆς Ζωοδόχου Πηγῆς. Ἐκεῖ, ἐνώπιον πολλῶν γενναίων παλλικαριῶν τῆς Δερβιτσάνης, κάνει τήν πρώτη, μετά τήν κατάργηση τῆς θρησκείας τό 1967, θεία λειτουργία σέ ὅλη τή Βόρειο Ἤπειρο.

Ρασοφορέθηκε γιά πρώτη φορά ἀπό τά μέλη τῆς ΣΦΕΒΑ περιπετειωδῶς, μέ μεγάλο κίνδυνο, Χριστούγεννα τοῦ 1990 (βλ. κείμενο παρακάτω καί ἐφημ. Βορειοηπειρωτικό Βῆμα τεῦχος 6 ). Ἡ μεγάλη στιγμή ὅμως ἦταν λίγους μῆνες ἀργότερα, ὅταν ἀπό τά ἅγια χέρια τοῦ Σεβαστιανοῦ, στήν Κόνιτσα , ὁ παπα-Μιχάλης φοροῦσε τό τιμημένο ράσο του καί μέ τή βοήθεια ἕλληνα πατριώτη πού ἐκτελοῦσε διαταγή τοῦ Σεβαστιανοῦ, περνοῦσε τά σύνορα καί τούς ἀλβανούς ἀστυνομικούς καί ἐρχόταν στή Δερβιτσιάνη, στήν ἐκκλησιά πού τόσο ἀγάπησε γιά νά τήν ξαναυπηρετήσει, μέχρι νά κλείσει τά μάτια του.

(δημοσιεύτηκε στο Βορειοηπειρωτικό Βήμα, Μαρτίου-Απριλίου 2011)

12 Δεκεμβρίου 1990-Δερβιτσάνη
Πάνε μέρες τώρα που ο πάπα Μιχάλης δεν μπορεί να ησυχάσει. 23 χρόνια κουβαλά την πίκρα εκείνης της σκοτεινής μέρας του 1967 που το καθεστώς Χότζα τον αποσχημάτισε και τον ξύρισε, αυτόν όπως και όλους τους ιερείς, κηρύσσοντας την θρησκευτική απαγόρευση. Αλλά εδώ και λίγες μέρες η ιδέα του έχει γίνει εμμονή. Να λειτουργήσει πάλι, αλλά πώς! Η εκκλησιά του χωριού κλειστή. 23 χρόνια λειτουργεί σαν αποθήκη ζωοτροφών. Άμφια και σκεύη χάθηκαν όλα. Όμως η λαχτάρα του καίει την ψυχή κι ασυναίσθητα προσπαθεί να θυμηθεί τα ιερά τα λόγια που σκεπάστηκαν στις στάχτες. 23 χρόνια έζησε στο χωριό του, τη Δερβιτσάνη, υπό αυστηρή επιτήρηση, μην τυχόν και σκεφτεί το Θεό και την πίστη του, στη χώρα που κάθε υποψία πίστεως ή λατρείας τιμωρείται ως ποινικό αδίκημα.
Όμως η γέρικη καρδιά του δεν αντέχει άλλο. Είμαι γέρος μονολογεί, κοντά στο θάνατο, τι μπορούν να μου κάνουν; Πριν πεθάνω θέλω να λειτουργήσω ξανά. Αυτή η επιθυμία τον έχει ζώσει και φτιάχνει το πρώτο του πετραχήλι, μόνος του, κρυφά, από κουρελάκια που σιγά –σιγά ξεκλέβει. Και ήρθε η μέρα που η ψυχή ορθώθηκε.

12 Δεκεμβρίου 1990. Ανήμερα του Αγίου Σπυρίδωνα, στο ξωκλήσι της Παναγίας κάνει κρυφά τον πρώτο του εσπερινό. Κι η γέρικη καρδιά ξεθάρρεψε.
Εκείνες τις μέρες ήταν που έφτασε στη ΣΦΕΒΑ το μήνυμα : «Δεν έχω άμφια ούτε σκεύη, όμως τα Χριστούγεννα θέλω να λειτουργήσω.»

Ανήμερα τα Χριστούγεννα, στη Δερβιτσάνη του Αργυροκάστρου, τα παλικάρια του χωριού έχουν αδειάσει και καθαρίσει την εκκλησία κι όλο το χωριό περιμένει με λαχτάρα την πρώτη Λειτουργία. Στέλνει στο δρόμο το γιό του ο παπα-Μιχάλης κι η αγωνία τον ζώνει γιατί η ώρα περνά και το ιερό φορτίο δεν έχει φανεί.
Πριν καλά-καλά αρχίσει η μεγάλη φυγή των αδελφών μας, δυο Σφεβίτες παίρνουν τον δρόμο της λευτεριάς ανάποδα και περνούν τα ηλεκτροφόρα συρματοπλέγματα όχι για να φύγουν, αλλά για να μπουν στη χώρα-φυλακή. Με τα άμφια και τα ιερά σκεύη λυμένα και ραμμένα κάτω απ’ τη φόδρα των χειμωνιάτικων μπουφάν, και την ελπίδα ακουμπισμένη στα χέρια του Θεού, περνούν τους αυστηρούς ελέγχους των Αλβανών και φτάνουν με καθυστέρηση στο κεφαλοχώρι της Δρόπολης.

Άρατε πύλας και εισελεύσεται ο Βασιλεύς της Δόξης. Εκείνα τα Χριστούγεννα, μετά από 23 χρόνια , ο Χριστός γεννήθηκε ξανά στη μαρτυρική Βόρειο Ηπειρο. Όσο για τον ηρωικό παπα Μιχάλη Ντάκο, ο Θεός του επεφύλαξε πολλές ακόμη λειτουργίες και χρόνια τόσα ώστε να βαπτίσει τα επί 23 χρόνια αβάπτιστα παιδιά της Δερβιτσάνης, αλλά και των γύρω χωριών, μέχρι την κοίμησή του, το 1998.

Διαβάστε ακόμη:

Σχόλια