Απόβαση στη Νορμανδία: Ο Χίτλερ κοιμόταν, ο Ρόμελ σε άδεια κι ο Σαρτρ τα έπινε σε πάρτι

Παραλειπόμενα και διηγήσεις από διάσημους συγγραφείς για την μεγαλύτερη μέρα του πολέμου, την 6η Ιουνίου του 1944, που οι συμμαχικές δυνάμεις αποβιβάστηκαν στις ακτές της Νορμανδίας οδηγώντας τα ναζιστικά στρατεύματα στην κατάρρευση.
Ο Μπέρτολντ Μπρεχτ έπαιζε σκάκι στη μακρινή Καλιφόρνια όταν έμαθε την είδηση: Τα συμμαχικά στρατεύματα αποβιβάστηκαν στις ακτές της Νορμανδίας. Το προηγούμενο βράδυ το BBC είχε μεταδώσει στα γαλλικά στίχους από ένα ποίημα του Πολ Βαλερί το: «Τραγούδι του Φθινοπώρου». Οι ακροατές στην κατεχόμενη Γαλλία ανατριχιάζουν και συγκινούνται. Αυτό ήταν το μήνυμα στους Γάλλους της αντίστασης ότι έρχονται οι σύμμαχοι, μέσα στις επόμενες 48 ώρες.

Τα υπόλοιπα είναι καταγεγραμμένα στις σελίδες της Ιστορίας από τον έναν ή τον άλλο ιστορικό, με διηγήσεις στρατιωτών που συμμετείχαν στην απόβαση, ή απλών ανθρώπων που παρακολούθησαν από μακριά την εισβολή των συμμαχικών δυνάμεων στα κατεχόμενα εδάφη. Ποια ήταν η αντίδραση όμως συγγραφέων και διανοούμενων στο άκουσμα της απόβασης στη Νορμανδία; Πώς σχολίασαν ή με ποιο τρόπο κατέγραψαν στο ημερολόγιό τους το ιστορικό γεγονός, που μεταδόθηκε σε ολόκληρο τον κόσμο, συνθηματικά, με ένα λογοτεχνικό μήνυμα;
Ο Καναδός πολεμικός ανταποκριτής Lionel Shapiro στο μυθιστόρημά του «Η 6η Ιουνίου», που εκδόθηκε το 1956 γράφει: «Αλεξιπτωτιστές προσγειώνονται, προσγειώνονται γύρω μου, καθώς μιλώ. Κόκκινα και άσπρα αλεξίπτωτα χρωματίζουν τον ουρανό. Είναι μια πολύ δυσάρεστη έκπληξη για τον εχθρό. Μπορώ να ακούσω τους διαπεραστικούς ήχους μιας μάχης αρμάτων που μαίνεται τρία ή τέσσερα μίλια μπροστά μου, στους αμμόλοφους».

Βρέχει, φεύγω σε άδεια...
Κι ενώ συμβαίνουν αυτά στη Νορμανδία ο Χίτλερ κοιμάται ήσυχος, ενώ ο αρχιστράτηγος των Γερμανικών δυνάμεων Ερβιν Ρόμελ λίγα 24ωρα πριν έχει μελετήσει τις καιρικές προγνώσεις, βλέπει φουρτούνα στη Μάγχη και αντάρα πάνω από τις γαλλικές ακτές και ενημερώνει τους επιτελείς του: «Πετάγομαι στη Γερμανία για τα γενέθλια της συζύγου μου. Δεν πρόκειται να συμβεί κάτι. Εχει κακοκαιρία»…
Ο Γερμανός Ernst Jünger, αξιωματικός του γενικού επιτελείου στο Παρίσι και συγγραφέας, καταγράφει στο ημερολόγιό του: «Ο Ρόμελ διαισθάνεται ότι κάτι θα συμβεί κάπου και ότι οι σύμμαχοι θα χτυπήσουν σύντομα, όμως οι σκέψεις του προσκρούουν στην εμμονή του Χίτλερ που υποστηρίζει πεισματικά πως οι εχθροί κάπου αλλού θα επιχειρήσουν. Δεν διανοείται ότι θα διαπεραστεί το ανυπέρβλητο «Τείχος του Ατλαντικού». Ο Ρόμελ είναι δύσπιστος και προβληματισμένος, ωστόσο λόγω της κακοκαιρίας φεύγει για σύντομες διακοπές στην πατρίδα του τη Σουηβία, όπου θα γιορτάσει στις 4 Ιουνίου τα γενέθλια της συζύγου του».

Και ο Γερμανός συγγραφέας επανέρχεται δυο μέρες μετά το πρωινό της 6ης Ιουνίου: «Μάθαμε για χιλιάδες αεροσκάφη, χιλιάδες πολεμικά πλοία και στρατιώτες που πάτησαν στις ακτές της Γαλλίας. Το γεγονός έγινε γνωστό στον Ρόμελ που εξεπλάγη. Η απουσία του ήταν κομβική. Ελλειπε στο πιο κρίσιμο σημείο της Ιστορίας. Και ο Χίτλερ; Ο «Führer» βρίσκεται στο Berchtesgaden και κοιμάται το πρωί αφού, όπως συνήθως, είχε ξενυχτίσει με τους υφισταμένους και τους καλεσμένους του μέχρι την αυγή ακούγοντας Βάγκνερ και μιλώντας ακατάπαυστα. Τα κύματα της επίθεσης εναντίον των παραλιών της Νορμανδίας κυλούν από τις 05.30 έως στις 10.15. Ολοι έχουν ενημερωθεί εκτός από τον Χίτλερ.
Τελικά κάποιος τολμά να τον ξυπνήσει. Φοράει τη ρόμπα του και ακούει μισοκοιμισμένος την είδηση. Ποιο είναι το μυστικό της όλης υπόθεσης; Μόνο ο Χίτλερ, ως αρχηγός των στρατιωτικών δυνάμεων, μπορούσε να δώσει διαταγή επίθεσης των αρμάτων για να αποκρούσουν την συμμαχική εισβολή. Οι στρατηγοί του διστάζουν να πάρουν πρωτοβουλία και επίσης δεν τολμούν να τον ξυπνήσουν. Οταν ξυπνάει ο Χίτλερ είναι ήδη αργά και η διαταγή επίθεσης των αρμάτων δίνεται ακόμη πιο αργά: το απόγευμα, όταν πια οι σύμμαχοι έχουν εισχωρήσει βαθιά στη γαλλική ύπαιθρο. Η απόβαση ανακοινώνεται στη Γερμανία αφού έχει πέσει το σκοτάδι».

Από το ανοιχτό παράθυρο
Αν ο Ernst Jünger έκανε εκείνο το βράδυ μια βόλτα στους δρόμους του Παρισιού, ίσως θα έπεφτε πάνω σε ένα διάσημο ζευγάρι διανοουμένων, τον Ζαν Πολ Σαρτρ και τη Σιμόν ντε Μποβουάρ, που επιστρέφουν από ένα πάρτι φίλων, όπου ο Αλμπέρ Καμί είχε χορέψει με πάθος. Αργότερα η Σιμόν ντε Μποβουάρ στην αυτοβιογραφία της σημειώνει: «Ο Σαρτρ κι εγώ βαδίζαμε πλάι στον Σικουάνα. Υπήρχε ένας παράξενος κόμπος στο λαιμό μου. Κοιμήθηκα για πέντε ή έξι ώρες. Όταν ξύπνησα, η φωνή ενός ραδιοφώνου μπήκε από το παράθυρό. Ακούγονταν απίστευτα πράγματα, πετάχτηκα από το κρεβάτι. Τα αγγλοαμερικανικά στρατεύματα είχαν καταλάβει η Νορμανδία! Οι μέρες που ακολούθησαν ήταν σαν γιορτή». Αντίθετα ο Σαρτρ δείχνει λιγότερο ενθουσιασμό από τη σύντροφό του, επικεντρώνοντας την προσοχή του στο νέο του θεατρικό: «Κεκλεισμένων των Θυρών», το οποίο προετοιμάζει για πρεμιέρα.

Ομιχλώδες πρωινό, αλλά...
Χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά από το Παρίσι, ο διάσημος Γερμανός συγγραφέας Τόμας Μαν γιορτάζει τα γενέθλιά του ακριβώς την ημέρα της απόβασης. Ο δημιουργός του «Μαγικού Βουνού» καταγράφει στο ημερολόγιό του: «Σηκώθηκα στις οκτώ. Ηταν ένα ομιχλώδες πρωινό, αλλά διαφωτιστικό. Η κυρία Meyer τηλεφώνησε από την Ουάσινγκτον, η οποία, προτού δω την εφημερίδα, μας ενημέρωσε ότι η εισβολή στη Γαλλία είχε αρχίσει. Η Meyer πρόσθεσε ότι είχε ενθαρρυντικές ειδήσεις από το υπουργείο Πολέμου. Ένταση για συντονισμένες δράσεις από τους Ρώσους. Τηλέφωνο με τους Γάλλους. Αναμένεται άλλη μια ομιλία του Προέδρου…».
Από το φθινόπωρο του 1940 ο νομπελίστας συγγραφέας Τόμας Μαν απευθύνεται στους συμπατριώτες του μιλώντας τη γλώσσα τους από το BBC. Λίγες μέρες μετά την απόβαση θα ακουστεί η φωνή του Μαν από τον ραδιοφωνικό σταθμό του Λονδίνου: «Οι μάχες ήταν αμφίρροπες και σκληρές. Οι πιο σκληρές που έχω μάθει γι’ αυτόν τον πόλεμο. Στο δύσκολο έδαφος της Νορμανδίας, οι Γερμανοί και οι Αμερικανοί αλεξιπτωτιστές αντιμετώπισαν ο ένας τον άλλον για ώρες σώμα με σώμα».

Σαν μέσα σε φέρετρο
Ο διάσημος νομπελίστας μυθιστοριογράφος Ερνεστ Χέμινγουεϊ είχε στριμωχτεί σε μια αποβατική λέμβο του έβδομου κύματος επίθεσης και περίμενε να αποβιβαστεί στην παραλία της «Ομάχα». Ως πολεμικός ανταποκριτής ο λάτρεις των ταυρομαχιών και του κυνηγιού περιγράφει την εμπειρία του: «Πλησιάσαμε την ακτή το ξημέρωμα. Το σκάφος απόβασης είχε μήκος 36 πόδια και έμοιαζε με φέρετρο. Κάτω από την πρύμνη του χαλύβδινου σκάφους υπήρχαν κουτιά με εκρηκτικά, τυλιγμένα σε καουτσούκ, σωσίβια και αντιαρματικοί εκτοξευτήρες σε σωρούς και κουτιά με αντιαρματικά βλήματα. Η γαλλική ακτή φαινόταν καθαρά μπροστά μας. Από το ύψος του κύματος μπορεί κανείς να δει τις φιγούρες των ταχύπλοων σκαφών και τα δύο μεγάλα θωρηκτά που βρίσκονται απέναντι από την ακτή. Οταν κατεβήκαμε τη ράμπα προσγείωσης, είδα τρία από τα άρματά μας να ανεβαίνουν στην παραλία. Οι Γερμανοί τα άφησαν να περάσουν το ανοιχτό κομμάτι της παραλίας και να μπουν στο στόμα της κοιλάδας. Μετά τα χτύπησαν. Δύο άνδρες πήδηξαν έξω από τον πυργίσκο και προσγειώθηκαν στα γόνατα και στα χέρια στην πετρώδη παραλία. Ηταν τόσο κοντά μου που μπορούσα να δω τα πρόσωπά τους. Ο πραγματικός πόλεμος είναι διαφορετικός από ό, τι διαβάζουμε στα βιβλία»!

Γεύμα με θέα τους Γερμανούς
Ο Ουίνστον Τσόρτσιλ περιγράφει λιτά και χωρίς λεπτομέρειες την απόβαση στη Νορμανδία, στο βιβλίο του «Ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος», για τον οποίο τιμήθηκε με το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας: 

Σχόλια