Αλβανία: Αποδέσμευση από κοινή ενταξιακή πορεία με Β. Μακεδονία

Γράφει ο Κορνήλιος Καλφόπουλος

Οι διμερείς σχέσεις της Αλβανίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση ξεκινούν τον Απρίλιο του 2009 με την υπογραφή της Συμφωνίας Σταθεροποίησης και Συνεργασίας, αλλά ήδη από το 2014 συνδέθηκε με την ενταξιακή πορεία της Βόρειας Μακεδονίας. Όταν η Ελλάδα απέσυρε το βέτο επί του ζητήματος της ονομασίας, μετά την υπογραφή της Συμφωνία των Πρεσπών, το 2018, οι ελπίδες αναπτερώθηκαν και το μέλλον της ένταξης των δύο χωρών προδιαγραφόταν ανέφελο. Ωστόσο, η Βουλγαρία, με τη σειρά της, προέβαλε βέτο στην ένταξη των δύο χωρών, φέρνοντας ως λόγο, μεταξύ άλλων, την απουσία αναγνώρισης της βουλγαρικής μειονότητας εντός της Βόρειας Μακεδονίας. Αυτό καθυστέρησε αρκετά την ενταξιακή πορεία και της Αλβανίας, ενώ οι συνομιλίες με την Ευρωπαϊκή Ένωση επρόκειτο να ξεκινήσουν στα τέλη του 2020, με τις δυο χώρες να πληρούν πλέον όλα τα ενταξιακά προαπαιτούμενα. Σε γενικές γραμμές, η ένταξη, μεταξύ άλλων, της Αλβανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση συναντούσε εμπόδια από μια διχασμένη ως προς την εισδοχή της στην Ε.Ε., κάποιες φορές από τη Γαλλία, την Ολλανδία και την Ουγγαρία, κάποιες άλλες από τη Τσεχία και τη Σλοβακία και άλλοτε από την Ελλάδα και τη Βουλγαρία. Αυτό συνέβαινε όχι μόνο λόγω της συστημικής διαφθοράς που ταλάνιζε τη χώρα, αλλά και επειδή συνδέθηκε με την πορεία της γειτονικής της χώρας προς την ένταξη και με τα εθνοτικά ζητήματα, τα οποία την απασχολούν από τη σύσταση του κράτους, τη δεκαετία του 1990.

Η απαισιοδοξία της αλβανικής κοινής γνώμης και της κυβέρνησης ως προς την βελτίωση της εν λόγω κατάστασης κατά την περίοδο της πανδημίας συσσωρεύτηκε. Ο πρωθυπουργός Edi Rama φαίνεται να δήλωσε «Η Αλβανία δεν μπορεί να περιμένει άλλο έως ότου δύο γείτονες λύσουν τη διαμάχη τους». Μάλιστα, ο ίδιος εκδήλωσε επίσημα, στις αρχές Απριλίου 2022, την επιθυμία η χώρα του να επιδιώξει διαφορετική ενταξιακή πορεία, μη εξαρτώμενη από εκείνη της γείτονος χώρας και ότι προτίθεται να πραγματοποιήσει σχετικό αίτημα, εφόσον δεν προχωρήσει η διαδικασία μέχρι τη Σύνοδο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τον Ιούνιο του 2022. Συμφωνα με το ειδησεογραφικό πρακτορείο Reuters, ο πρωθυπουργός Rama προέβη στις παραπάνω δηλώσεις, στο πλαίσιο παρουσίασης έρευνας κοινής γνώμης, στην οποία συμμετείχε περίπου μισό εκατομμύριο αλβανοί πολίτες. Το 67% των ερωτηθέντων ήταν υπέρ της επιδίωξης ξεχωριστής πορείας για τη χώρα τους.

Παράλληλα, ο καγκελάριος της Γερμανίας, Olaf Scholz, φαίνεται να πιέζει προς την κατεύθυνση της επίλυσης των διαφορών μεταξύ Βουλγαρίας και Β. Μακεδονίας, ώστε να προχωρήσει η διαδικασία, τονίζοντας ότι τα Δυτικά Βαλκάνια είναι μια περιοχή κομβικής σημασίας και ότι περαιτέρω καθυστέρηση τα καθιστά περισσότερο ευάλωτα σε έξωθεν παρεμβάσεις. Η γενικότερη κατάσταση που προέκυψε μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία προς τα τέλη Φεβρουαρίου και τις εξελίξεις σχετικά με την επίδοση ιδιότητας υποψήφιου μέλους στην περίπτωση της Ουκρανίας, λειτουργεί ποικιλοτρόπως για την ένταξη της Αλβανίας. Από τη μια πλευρά, εντείνει τη δυσαρέσκεια και την απογοήτευση για τις καθυστερήσεις, αλλά, από την άλλη, προσθέτει πίεση στη Βουλγαρία να άρει το βέτο, ώστε να προχωρήσουν οι διαδικασίες, κάτι που ίσως επιφέρει θετικά αποτελέσματα για την περίπτωση της Αλβανίας.

Ωστόσο, προς το παρόν, η υπόθεση εξελίσσεται με αργούς ρυθμούς και η εμπόλεμη κατάσταση στα ανατολικά της Ευρωπαϊκής Ένωσης αυξάνει την ένταση. Μη έχοντας κάτι συγκεκριμένο να περιμένουν, η Αλβανία μαζί με τη γείτονα χώρα της και τη Σερβία, προειδοποίησαν με μποϊκοτάζ στη Σύνοδο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στις 23 και 24 Ιουνιου. Δεν κατέστησαν σαφές αν θα συμμετέχουν σε αυτήν, δηλώνοντας απογοητευμένες από τη στάση της Ένωσης στο ζήτημα τους.

Τι σημαίνει αυτό για την περίπτωση της Αλβανίας; Είναι αμφίβολο, αν όχι λιγότερο πιθανό να πραγματοποιήσει τις “απειλές” της, να προχωρήσει δηλαδή σε νέο αίτημα ένταξης, το οποίο αυτή τη φορά θα αφορά μόνο την ίδια, για αποφυγή περαιτέρω κωλυμάτων. Μια τέτοια εξέλιξη θα καθυστερούσε ακόμη περισσότερο την ένταξη της, φέρνοντας την πάλι στην αρχή. Υπάρχουν άλλες, γειτονικές χώρες, όπως η Σερβία και το Μαυροβούνιο, οι οποίες προηγούνται στις ενταξιακές διαπραγματεύσεις. Επιπρόσθετα, ο πόλεμος στην Ουκρανία, έχει εγκλωβίσει, έστω και προσωρινά, την προσοχή των ευρωπαίων ιθυνόντων προς την αντιμετώπιση των τρεχόντων ζητημάτων που προκύπτουν από τη νέα κατάσταση. Σε αυτή την περίπτωση, η Αλβανία βρίσκεται σε μια στάσιμη κατάσταση, όσον αφορά τις φιλοδοξίες και την ευρωπαϊκή προοπτική της. Αυτό, εάν συνεχιστεί η καθυστέρηση με την ένταξη της ίδιας, όσο και των υπολοίπων κρατών των Δυτικών Βαλκανίων, την καθιστά στόχο αναφορικά με την υπαγωγή της σε σφαίρα επιρροής διαφόρων περιφερειακών δυνάμεων, όπως η Τουρκία, η Σερβία, μέσω του εγχειρήματος «Open Balkans», αλλά και της Ρωσίας. Αυτό με τη σειρά του, αποστερεί ευκαιρίες από την Αλβανία σε τομείς, όπως η οικονομική ανάπτυξη, η πολιτική σταθερότητα τόσο της ίδιας, αλλά και της ευρύτερης περιοχής. Επιπλέον, η πιθανότητα της ένταξης συνοδεύεται και από την προσδοκία να ανασχεθεί η οικονομική μετανάστευση μεγάλου μέρους του αλβανικού πληθυσμού, καθώς μόνο την τελευταία δεκαετία έχουν μεταναστεύσει σε διάφορες χώρες της Ευρώπης πάνω από 400.000 πολίτες.

Αυτό, εν τέλει, ανάγει την ένταξη της Αλβανίας σε ζήτημα υψίστης σημασίας σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα για την Ευρωπαϊκή Ένωση και θα έχει σοβαρές συνέπειες αν αμεληθεί περισσότερο.

Σχετικές Δημοσιεύσεις

Σχόλια