Η επίθεση της Τουρκίας στην Συρία ως αυτοάμυνα έναντι της τρομοκρατίας;

Γράφει ο Στέλιος Φενέκος

Μετά την πρόσφατη τρομοκρατική επίθεση στην πλατεία Ταξίμ, η Τουρκία ξεκίνησε επιθετικές επιχειρήσεις σε ξένο έδαφος (της Συρίας), ισχυριζόμενη ότι ενασκεί το δικαίωμα της αυτοάμυνας έναντι των Κούρδων που ζουν τις περιοχές αυτές και τους κατηγορεί ότι ευθύνονται για την τρομοκρατική επίθεση.

Δεν θα εξετάσουμε την βασιμότητα των αιτιάσεων αυτών της Τουρκίας κατά των Κούρδων γενικά, αν και εκφράζονται και από Τούρκους αμφισβητήσεις για την εγκυρότητα των στοιχείων που δημοσιεύτηκαν για την τεκμηρίωση των κατηγοριών κατά των Κούρδων των περιοχών αυτών, γενικά και αόριστα.
Θα ασχοληθούμε όμως, με το εάν ένα κράτος Τ έχει το δικαίωμα να επικαλείται την αυτοάμυνα και να επιτίθεται/εισβάλλει σε άλλη χώρα Σ, λόγω τρομοκρατικής επίθεσης που έγινε στο έδαφος του κράτους Τ από ομάδες μη κρατικές, που βρίσκονται όμως στο έδαφος της χώρας Σ.

Η ΧΡΗΣΗ ΒΙΑΣ ΕΝΑΝΤΙ ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΩΝ ΣΕ ΞΕΝΟ ΕΔΑΦΟΣ ΩΣ ΑΥΤΟΑΜΥΝΑ
ΤΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (ICJ)

Η απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου (ICJ) στην υπόθεση “DRC (Democratic Republic of the Congo) κατά Ουγκάντα” θίγει, αλλά δεν εξετάζει, τις συνθήκες υπό τις οποίες ένα κράτος έχει δικαίωμα να χρησιμοποιήσει βία για αυτοάμυνα κατά μη κρατικών παραγόντων.
Ειδικότερα, το Δικαστήριο κρίνει ότι, επειδή οι επιθέσεις που πραγματοποιούνται από αντάρτες/τρομοκράτες που ενεργούν από το έδαφος της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό (ΛΔΚ) κατά της Ουγκάντα δεν μπορούν να αποδοθούν στην ΛΔΚ, η Ουγκάντα δεν έχει δικαίωμα να χρησιμοποιήσει βία για αυτοάμυνα κατά της ΛΔΚ.

Υπάρχουν αναμφισβήτητα νομικά επιχειρήματα για την άρνηση του Δικαστηρίου να αποφανθεί επί του θέματος.
Όμως, η απόφασή του δεν αποκλείει απολύτως τη χρήση βίας ενός κράτους επί οντοτήτων στο έδαφος άλλου κράτους, ως απάντηση σε ένοπλες επιθέσεις που υφίσταται από το έδαφος του άλλου κράτους από αυτές τις μη κρατικές οντότητες.

Η συνεχιζόμενη άρνηση του Δικαστηρίου να ασχοληθεί διεξοδικά με το θέμα, ωστόσο, είχε ως αποτέλεσμα πολιτικοί/δημοσιολόγοι/καθηγητές και αναλυτές πολλές φορές να λαμβάνουν ακραίες θέσεις, σχετικά με το δικαίωμα χρήσης βίας ως αυτοάμυνα εναντίον μη κρατικών παραγόντων σε ξένο έδαφος, από το οποίο δρουν με επιθέσεις είτε με τρομοκρατικές δράσεις εναντίον της θιγόμενης χώρας:
α) Πολλοί ερμηνεύουν την νομολογία του Δικαστηρίου ως απαίτηση, αυτές οι ένοπλες/τρομοκρατικές επιθέσεις εναντίον του θιγόμενου κράτους να αποδίδονται στο κράτος που φιλοξενεί τις ομάδες που κάνουν τις επιθέσεις, προτού γεννήσουν το δικαίωμα για αυτοάμυνα με χρήση βίας στο ξένο αυτό έδαφος.
β) Πολλοί άλλοι θεωρούν, ότι υπάρχει ένα αναδυόμενο δικαίωμα στο θιγόμενο κράτος για τη χρήση βίας για αυτοάμυνα απευθείας εναντίον των μη κρατικών αντάρτικων/τρομοκρατικών ομάδων στο έδαφος της χώρας που τους φιλοξενεί, από το έδαφος του οποίου διενεργούνται οι επιθέσεις/τρομοκρατικές επιθέσεις, ανεξάρτητα από την καθ’ οιονδήποτε τρόπο ανάμειξη ή μη του κράτους αυτού.

Αυτό δεν πρέπει να σημαίνει, ωστόσο, ότι υπάρχει δικαίωμα χρήσης βίας για αυτοάμυνα κατά μη κρατικών παραγόντων στο έδαφος της χώρας φιλοξενίας/υποδοχής των ανταρτών/τρομοκρατών, ανεξάρτητα από το εάν δεν έχει αναμειχθεί το κράτους υποδοχής στις τρομοκρατικές/επιθετικές δραστηριότητες.
Η αναγνώριση ενός τέτοιου δικαιώματος θέτει σε αμφισβήτηση τον Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών όπως ορίζεται στο άρθρο 51, ο οποίος απαγορεύει τη χρήση βίας ενάντια στην εδαφική ακεραιότητα (και την πολιτική ανεξαρτησία) των κρατών, πλην όμως ο Χάρτης προβλέπει την περιορισμένη εξαίρεση της χρήσης βίας για αυτοάμυνα, αλλά υπό προϋποθέσεις.

Ο εξισορροπητικός μηχανισμός μεταξύ του δικαιώματος αυτοάμυνας έναντι μη κρατικών παραγόντων σε ξένο έδαφος και του δικαιώματος των κρατών να σεβαστούν την εδαφική ακεραιότητα άλλων κρατών εμπίπτει στις απαιτήσεις του Εθιμικού Δικαίου, στις οποίες υπόκειται η νόμιμη άσκηση του δικαιώματος αυτοάμυνας, με την προϋπόθεση η χρήση βίας να είναι αναγκαία και αναλογική.
Οι χρήσεις βίας για αυτοάμυνα στο έδαφος άλλης χώρας κατά μη κρατικών τρομοκρατών μπορούν να λάβουν δύο διαφορετικές μορφές:
α) Το πρώτο λαμβάνει την μορφή χρήσης βίας που στοχεύει μόνο στους μη κρατικούς παράγοντες και στις βάσεις δράσης τους σε ξένο έδαφος.
β) Το δεύτερο την μορφή χρήσης βίας που στοχεύει το κράτος από το έδαφος του οποίου δρουν οι μη κρατικοί φορείς.

Η πλειοψηφία του Διεθνούς Δικαστηρίου της Δικαιοσύνης (ICJ) έχει κρίνει σταθερά, ότι το δικαίωμα χρήσης βίας σε έδαφος άλλης χώρας, για αυτοάμυνα έναντι επίθεσης από μη κρατικούς παράγοντες που δρουν από αυτήν την χώρα, ισχύει μόνο όταν η επίθεση αποδίδεται στο κράτος το έδαφος του οποίου χρησιμοποιείται για την φιλοξενία και τις επιθέσεις αυτές. Αυτή η θέση έχει επικριθεί ευρέως, αλλά μπορεί να εξηγηθεί από τη διάκριση που αναφέρθηκε παραπάνω.
Και στις δύο επίμαχες υποθέσεις που αφορούσαν το δικαίωμα αυτοάμυνας έναντι μη κρατικών παραγόντων (ΗΠΑ/Ελ Σαλβαδόρ-Νικαράγουα και Ουγκάντα κατά ΛΔΚ), οι αμυντικές χρήσεις βίας δεν στράφηκαν αποκλειστικά στους μη κρατικούς παράγοντες που φέρεται ότι εξαπέλυσαν ένοπλες επιθέσεις. Οι αμυντικές χρήσεις βίας κατευθύνονταν εξίσου (αν όχι αποκλειστικά) στο κράτος από το έδαφος του οποίου δρούσαν οι μη κρατικοί παράγοντες.

ΤΟ ΣΑ/ΟΗΕ ΓΙΑ ΤΗΝ ΧΡΗΣΗ ΒΙΑΣ ΣΕ ΞΕΝΟ ΕΔΑΦΟΣ ΩΣ ΑΥΤΟΑΜΥΝΑ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Το Συμβούλιο Ασφαλείας υποστήριξε την θέση των Ηνωμένων Πολιτειών ότι οι τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου δημιούργησαν το δικαίωμα χρήσης βίας για αυτοάμυνα. Ειδικότερα το ψήφισμα 1368 του Συμβουλίου Ασφαλείας καταδίκασε τις τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 και «αναγνώρισε το εγγενές δικαίωμα ατομικής ή συλλογικής αυτοάμυνας σύμφωνα με τον Χάρτη».
Τα κράτη που ενημέρωσαν το Συμβούλιο Ασφαλείας για τα μέτρα που ελήφθησαν στο Αφγανιστάν κατά την άσκηση του συλλογικού δικαιώματος αυτοάμυνας τόνισαν ότι οι χρήσεις βίας στράφηκαν τόσο κατά των βάσεων της Αλ Κάϊντα όσο και κατά των Ταλιμπάν που κυβερνούσαν και υποστήριζαν την Αλ Κάϊντα (αλλά όχι κατά του Αφγανικού του λαού ή του Ισλάμ).
Η διεθνής κοινότητα θεώρησε τόσο την Αλ Κάϊντα όσο και τους Ταλιμπάν ως νόμιμους στόχους της αμυντικής ισχύος (αυτοάμυνας).

Οι αποφάσεις που ελήφθησαν υπό την ηγεσία των ΗΠΑ το 2001 φαίνεται να υποστηρίζουν το επιχείρημα ότι η συναίνεση των Ταλιμπάν με το να δέχονται να φιλοξενούν στο Αφγανιστάν τρομοκράτες, ήταν επαρκής για την απόδοση ευθυνών για την τρομοκρατική επίθεση στο κράτος του Αφγανιστάν από το έδαφος του οποίου δρούσαν οι τρομοκράτες.
Ορισμένοι δημοσιολόγοι/καθηγητές/αναλυτές υποστήριξαν ότι η στόχευση των Ταλιμπάν το 2001 βασίζεται στην απόδοση ευθύνης σε αυτούς για τις τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου, αλλά απορρίπτουν τη συναίνεση τους ως βάση για την απόδοση ευθύνης στο ίδιο το κράτος του Αφγανιστάν.

ΤΑ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΑΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΠΙΘΕΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΣΥΡΙΑ
Ας δούμε τι συμβαίνει τώρα με την Τουρκία, η οποία επιτίθεται εναντίον Κουρδικών ομάδων στο έδαφος της Συρίας, επειδή θεωρεί ότι ευθύνονται για την τρομοκρατική επίθεση στην πλατεία Ταξίμ.
Επικαλείται το δικαίωμα στην αυτοάμυνα, με βάση τις αμφιλεγόμενες αποφάσεις του Διεθνούς Δικαστηρίου.
Επίσης στην απόφαση του ΣΑ/ΟΗΕ 1368 που νομιμοποίησε την επίθεση των ΗΠΑ και της Διεθνούς συμμαχίας εναντίον της Αλ Κάϊντα και των Ταλιμπάν στο Αφγανιστάν.

Επίσης εκμεταλλεύεται τις πολλές συνομιλίες της Αστάνα και τη εκεχειρίας του 2017, με Ρωσία, Συρία, Ιράν και Ιράκ, όπου συμφωνήθηκε ότι εάν η Συρία δεν μπορεί να ελέγξει τις τρομοκρατικές δράσεις των Κούρδων, τότε η Τουρκία θα μπορεί να δράσει στις περιοχές μη διαμάχης και ασφαλείας εντός της Συρίας.

ΚΑΤΑΛΗΓΟΝΤΑΣ
Η εισβολή της μπορεί να επικρίθηκε από ΗΠΑ ΕΕ και Ρωσία, όμως στην ουσία δεν ήταν τόσο έντονες οι αντιδράσεις ώστε να υπάρξει παύση των τυφλών βομβαρδισμών που κάνει η Τουρκία εντός της Συρίας. Εξ’ ίσου άτονες ήταν και οι αντιδράσεις της Συρίας για τους βομβαρδισμούς.
Το διπλωματικό τίμημα που ενδέχεται να πληρώσει η Τουρκία για την συνέχιση των βομβαρδισμών, (επικαλούμενη πάντα το δικαίωμα της αυτοάμυνας όπως αναλύθηκε πιο πάνω) μπορεί επομένως να το αντέξει.

Για εσωτερικούς λόγους κυρίως, πολλά συναινούν στο ότι ο Ερντογάν θα επιδιώξει την κλιμάκωση και την εισβολή στρατιωτικών μηχανοκίνητων μονάδων (έστω και περιορισμένη για να μην παραλληλιστεί η δράση τους με αυτήν της Ρωσίας στην Ουκρανία), οι οποίες θα δράσουν ταχέως και θα αποχωρήσουν στην συνέχεια, δηλώνοντας ότι οι περιορισμένοι στόχοι αυτοάμυνας κατά της τρομοκρατίας επιτεύχθηκαν.
Η ιστορική εμπειρία από την Τουρκία δείχνει ότι ως αποτέλεσμα μίας στρατιωτικής εισβολής στην Συρίας, οι ψήφοι του κυβερνώντος κόμματος αυξάνονται περίπου κατά 3% έως 4% , κάτι που μπορεί να κάνει τη διαφορά μεταξύ νίκης και ήττας στις επερχόμενες εκλογές.

Σχετικά Θέματα

👉Κάντε εγγραφή στο κανάλι apenadi blogspot στο youtube για να βλέπετε πρώτοι τα βίντεο μας.

Σχόλια