Γράφει ο Μιχάλης Στούκας
Οι ηγέτες των κρατών της Συνεννοήσεως κατά τη διάρκεια της Συνδιάσκεψης Ειρήνης των Παρισίων που είχε ξεκινήσει στις 12 Ιανουαρίου (νέο ημερολόγιο) 1919, αποφάσισαν τον Απρίλιο του ίδιου έτους ότι πρέπει να επισπεύσουν τις αποφάσεις τους για το μέλλον των εδαφών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Οι αποφάσεις τους διευκολύνθηκαν από την αποχώρηση από την Συνδιάσκεψη του Ιταλού πρωθυπουργού Vitorio Emannuele Orlando και της αντιπροσωπείας της χώρας του που ήταν έξαλλοι με τη συμπεριφορά των άλλων Συμμάχων. Στις 22 Απριλίου/5 Μαΐου 1919 ο Lloyd George υπέβαλε την πρόταση για άμεση κατάληψη ζωτικών τμημάτων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας από Συμμαχικά στρατεύματα.
Σε αυτά θα συμπεριλαμβάνονταν και ελληνικές δυνάμεις για προστασία των Ελλήνων της Σμύρνης. Η τελευταία πρόταση προκάλεσε τις έντονες αντιδράσεις του αρχηγού του Αυτοκρατορικού Επιτελείου sir Henry Wilson αλλά και των Υπουργών Εξωτερικών Λόρδου Κόρζον και Στρατιωτικών Τσόρτσιλ. Ο Πρόεδρος των Η.Π.Α. Wilson έδειξε ότι συμφώνησε με ευχαρίστηση ενώ ο Clemencau (Κλεμανσό) υπενθύμισε τους όρους της Συνθήκης του Αγίου Ιωάννη της Μοριένης (1917) με την οποία είχαν αναγνωριστεί οι βλέψεις των Ιταλών σε μία εκτεταμένη ζώνη στην Αττάλεια αλλά και στο βιλαέτι της Σμύρνης, δεν επέμεινε όμως.
Άλλωστε η αποστολή των Ελλήνων θα είχε προσωρινό χαρακτήρα καθώς θα ίσχυε ως την υπογραφή της τελικής συνθήκης ειρήνης με την οθωμανική κυβέρνηση. Παράλληλα η εντολή στον Ελληνικό Στρατό θα αφορούσε μια συγκεκριμένη εδαφικά περιοχή από τη Σμύρνη μέχρι το Αϊβαλί και συμπεριλάμβανε και ένα τμήμα της ενδοχώρας συνολικής έκτασης 17.000 τ.χλμ. Πολλοί ιστορικοί εκτιμούν ότι οι Σύμμαχοι σε καμία περίπτωση δεν επέτρεψαν να σχηματιστεί η εντύπωση ότι επρόκειτο για οριστική εκδίκαση της περιοχής στην Ελλάδα ούτε ενθάρρυναν την εκπλήρωση των ελληνικών προσδοκιών στην Ιωνία. Ο αείμνηστος ακαδημαϊκός Κ. Σβολόπουλος αντίθετα έγραψε ότι ήταν εξόφθαλμα φανερό ότι η ανάθεση της εντολής αυτής προπαρασκεύαζε την οδό για την οριστική εκδίκαση της.
Στις 24 Απριλίου/7 Μαΐου 1919 οι Ιταλοί επέστρεψαν στο Συνέδριο του Παρισιού. Το απόγευμα της ίδιας ημέρας ο Wilson, ο Lloyd George και ο Clemencau συναντήθηκαν κρυφά. Λίγο αργότερα στη συνάντηση τους προσκλήθηκε και ο Ελευθέριος Βενιζέλος που δήλωσε στον Βρετανό ομόλογο του ότι έχει 15.000 άνδρες διαθέσιμους για άμεση αποβίβαση στη Σμύρνη. Ο Κρητικός πολιτικός ήρθε παράλληλα σε συνεννόηση με τον διαπρεπή Παλαιότουρκο Μπασρί Μπέη για να παραμείνει η Κωνσταντινούπολη υπό τουρκικό έλεγχο και να δοθούν στην Ελλάδα η Θράκη και η Μικρά Ασία. Παράλληλα ένας ομογενής θα καταλάμβανε το αξίωμα του Υπουργού Εσωτερικών ή του Υπουργού Δικαιοσύνης. Βέβαια αυτή η συμφωνία δεν εφαρμόστηκε ποτέ. Τρεις μέρες αργότερα η συνάντηση των ηγετών των Συμμάχων και του Βενιζέλου επαναλήφθηκε, παρουσία και των στρατιωτικών εμπειρογνωμόνων. Ο Αμερικανός Στρατηγός Tasker Howard Bliss ζήτησε να ενημερωθούν οι Τούρκοι και οι Ιταλοί όμως η πρόταση του συνάντησε αντιδράσεις.
Τελικά οι Ιταλοί ενημερώθηκαν στις 29 Απριλίου/12 Μαΐου 1919 ότι οι Έλληνες είχαν πάρει άδεια να αποβιβάσουν δυνάμεις στη Σμύρνη ενώ οι Τούρκοι μόλις 12 ώρες πριν τη διεξαγωγή της επιχείρησης. Σύμφωνα με τον Κ. Σβολόπουλο, ο Ελευθέριος Βενιζέλος δεν συμβουλεύθηκε τους στρατιωτικούς εμπειρογνώμονες καθώς οι επιτυχίες των προηγούμενων χρόνων τον είχαν οπλίσει με δυσκαταμάχητη πεποίθηση για την ικανότητα του να διαχειρίζεται εκτός από τα πολιτικά και τα πολεμικά-στρατιωτικά ζητήματα.
Ο Ελληνικός Στρατός στη Σμύρνη
Οι σχετικές διαταγές δόθηκαν στην Ι Μεραρχία, οι άνδρες της οποίας βρίσκονταν στο λιμάνι των Ελευθερών της Καβάλας. Τα τμήματα της συγκεκριμένης Μεραρχίας ήταν το 4ο Σύνταγμα, το 5ο Σύνταγμα, το 1/38 Σύνταγμα Ευζώνων και δύο Μοίρες Ορειβατικού Πυροβολικού. Προετοιμάστηκαν από τις 24 ως τις 29 Απριλίου και στις 17.00 το απόγευμα της επομένης επιβιβάστηκαν σε 18 οπλιταγωγά που συνοδεύονταν από 4 ελληνικά και 3 αγγλικά αντιτορπιλικά. Μόνο η ηγεσία της Μεραρχίας γνώριζε ότι θα πήγαιναν στη Σμύρνη. Όλοι νόμιζαν ότι προορισμός τους θα ήταν η νότια Ρωσία.
Την ίδια περίοδο στη Σμύρνη ήταν εγκατεστημένη μία τουρκική στρατιωτική δύναμη 3.000 περίπου ανδρών που βρισκόταν σε στρατώνες κοντά στο διοικητήριο της πόλης στο νότιο τμήμα της προκυμαίας. Το πρωί της 1ης/14ης Μαΐου 1919, ο Βρετανός Ναύαρχος Calthorpe επέδωσε στον βαλή της Σμύρνης μια διακοίνωση με την οποία του γνωστοποιούσε την απόφαση του Ανώτατου Διασυμμαχικού Συμβουλίου για τη στρατιωτική κατάληψη της πόλης και του ζήτησε την επόμενη μέρα τα τουρκικά στρατεύματα να παραμείνουν στους στρατώνες του.
Τη νύχτα όμως πολλοί Τούρκοι συγκεντρώθηκαν κοντά στο εβραϊκό νεκροταφείο όπου άναψαν μεγάλες φωτιές και χτυπούσαν τύμπανα. Οι Τούρκοι και ορισμένοι εκπρόσωποι των Μεγάλων Δυνάμεων υποστήριξαν ότι επρόκειτο για μια ειρηνική διαμαρτυρία. Αντίθετα από ελληνικής πλευράς εκλήφθηκε ως προσπάθεια στρατολόγησης ανδρών εν’ όψει της ελληνικής απόβασης στη Σμύρνη.
Στο μεταξύ οι άνδρες της Ελληνικής Μεραρχίας, διοικητής της οποίας ήταν ο Αντισυνταγματάρχης Πυροβολικού Νικόλαος Ζαφειρίου, μόλις σηκώθηκαν οι άγκυρες ενημερώθηκαν ότι θα μετέβαιναν στη Σμύρνη και όχι τη Ρωσία. «Οπουδήποτε και αν διευθυνθώμεν πάντως πρόκειται να ελευθερώσωμεν υπόδουλους αδελφούς μας. Ο ενθουσιασμός υπό του οποίου πάντες πληρούμεθα είναι λίαν δικαιολογημένος είναι όμως αδικαιολόγητος οιοσδήποτε απρεπής τρόπος εκδηλώσεως αυτού», ήταν οι πρώτες φράσεις της Ημερήσιας Διαταγής που υπέγραφε ο Αν/χης Ζαφειρίου. Την 1η/14η Μαΐου η νηοπομπή στάθμευσε στη Γέρα της Λέσβου καθυστερώντας την είσοδο στο λιμάνι της Σμύρνης καθώς είχε καθοριστεί από το ναύαρχο Calthorpe ότι αυτή θα γινόταν το πρωί της 2ας/15ης Μαΐου.
Ο διοικητής της Μεραρχίας και άλλα στελέχη βρήκαν την ευκαιρία από την καθυστέρηση αυτή για να πλεύσουν στη Σμύρνη και να κάνουν αναγνώριση από τη γέφυρα του θωρηκτού «Αβέρωφ». Το ίδιο βράδυ αφού πήραν από τον αρχηγό της εκεί ελληνικής αποστολής Μαυρουδή χάρτες και σχέδια που θα χρησιμοποιούσαν στην απόβαση της επόμενης ημέρας, επέστρεψαν στη Λέσβο. Σκοπός των Συνταγμάτων Πεζικού ήταν ο αποκλεισμός όλης της πόλης και ο διαχωρισμός της ελληνικής συνοικίας από την τουρκική για να αποφευχθούν συγκρούσεις. Στο Σύνταγμα Ευζώνων 1/38 ανατέθηκε ο αποκλεισμός της Σμύρνης από την Καραντίνα ως το φρούριο Πάγος.
Στο 5ο Σύνταγμα από την Πούντα ως τον Πάγο και στο 4ο Σύνταγμα ο αποκλεισμός της τουρκικής συνοικίας.
Στη Σμύρνη εντείνονταν οι φήμες ότι συμμαχικά πολεμικά πλοία θα καταλάμβαναν την πόλη. Στις 4 το απόγευμα της 1ης/14ης Μαΐου 1919 οι Έλληνες πρόκριτοι και προύχοντες της πόλης κλήθηκαν στην Μητρόπολη της Αγίας Φωτεινής στον αυλόγυρο της οποίας είχε συγκεντρωθεί μεγάλο πλήθος το οποίο ανέμενε να πληροφορηθεί το μήνυμα της απελευθέρωσης από τον Μητροπολίτη Χρυσόστομο και να ακούσει από τον Πλοίαρχο Μαυρουδή το διάγγελμα του Ελευθερίου Βενιζέλου. Το διάγγελμα ήταν μετριοπαθές και αισιόδοξο: «Το πλήρωμα του χρόνου ήλθεν. Η Ελλάδα εκλήθη υπό του Συνεδρίου της Ειρήνης να καταλάβει Σμύρνην ίνα ασφαλίσει την τάξιν. Οι ομογενείς εννοούσιν ότι η απόφασις αυτή ελήφθη διότι εν τη συνειδήσει των διευθυνόντων το Συνέδριον είναι αποφασισμένη η ένωσις της Σμύρνης μετά της Ελλάδος…
Ιδιαιτέρα προσοχή πρέπει να επιδειχθεί προς το ιταλικόν στοιχείον. Ας μην παροραθεί ότι η Ιταλία συνήνεσε μετά των λοιπών συμμάχων Δυνάμεων εις την ελληνικήν κατάληψιν της Σμύρνης. Γνωρίζω ότι η έκκλησίς μου προς την Ελληνικήν Μικράν Ασίαν δεν γίνεται επί ματαίω και εύχομαι όπως, όσον τάχιστα δυνηθώ να επισκεφθώ αυτήν, κομιστής του ευαγγελίου της εθνικής δ’ αυτήν αποκαταστάσεως».
Μεταξύ 7.30 π.μ. και 7.50 π.μ. της 2ας/15ης Μαΐου 1919 έγινε η απόβαση των ελληνικών στρατευμάτων στη Σμύρνη κοντά στο επιβλητικό κτίριο της Λέσχης των Κυνηγών. Ο επικεφαλής του ευζωνικού Συντάγματος Δ. Σταυριανόπουλος δεν έλαβε υπόψη το τροποποιημένο σχέδιο Μαυρουδή που είχε θορυβηθεί από τα νυχτερινά γεγονότα. Ενώ πλήθος Ελλήνων αποθέωνε και έραινε με άνθη τους εύζωνες, αυτοί δέχθηκαν ομαδικά πυρά και χειροβομβίδες και αναγκάστηκαν να σταματήσουν. Τα πυρά προέρχονταν από τους τουρκικούς στρατώνες, το κτίριο των φυλακών, οι πόρτες των οποίων είχαν ανοίξει το προηγούμενο βράδυ από τους Ιταλούς που τις έλεγχαν, με αποτέλεσμα Τούρκοι κατάδικοι του κοινού ποινικού δικαίου να μείνουν ελεύθεροι, το Αρχηγείο της Χωροφυλακής, το Διοικητήριο, τα μικρά πλοία του λιμανιού και την τουρκική συνοικία, απ’ όπου δρούσαΝ ελεύθεροι σκοπευτές. Η συμπλοκή άρχισε στις 10.30 π.μ. και διήρκεσε μία ώρα.
Οι ελληνικές απώλειες ήταν 2 άνδρες νεκροί (οι εύζωνες Βασίλειος Δάλαρης και Γεώργιος Παπακώστας) και 9 πολίτες τραυματίες. Οι Τούρκοι είχαν 5 στρατιώτες νεκρούς και τραυματίες 8 αξιωματικούς και 8 οπλίτες. Επίσης υπήρξαν 47 νεκροί και τραυματίες, πολίτες διαφόρων εθνικοτήτων. Ακολούθησε έρευνα σε όλα τα σημεία από τα οποία προήλθαν πυροβολισμοί. Συνελήφθησαν ο βαλής της Σμύρνης και πάνω από 1.000 Τούρκοι. Ανάμεσά τους όλοι οι υπάλληλοι του Διοικητηρίου που ήταν η βασική εστία των τουρκικών πυροβολισμών. Το άτυχο αυτό γεγονός όξυνε την τουρκική αντίδραση κάτι που οδήγησε σε μεμονωμένα επεισόδια όλη τη διάρκεια της μέρας.
Ποιος ευθύνεται για τα αιματηρά επεισόδια;
Ο Πλοίαρχος Μαυρουδής έριξε ευθύνες στον Αντισυνταγματάρχη Σταυριανόπουλο που δεν ακολούθησε τις οδηγίες του και οδήγησε «στρατόν και λαόν εις το στόμα κυριολεκτικώς του λύκου». Σε λεπτομερή του έκθεση στις 4 Μαΐου 1919 γράφει ότι οι ομάδες που προκάλεσαν τα επεισόδια οργανώθηκαν από Ιταλούς αξιωματικούς. Μάλιστα ενώ συνεχιζόταν οι συμπλοκές, οι Ιταλοί ζήτησαν από τον Calthorpe να τους δοθεί άδεια για να αποκαταστήσουν την τάξη, κάτι που ο Βρετανός αρνήθηκε λέγοντας ότι οι Έλληνες δεν του ζήτησαν ενισχύσεις.
O Μαυρουδής έγραψε επίσης ότι σε πολλές περιπτώσεις, τα επεισόδια προκλήθηκαν από Τούρκους ντυμένους με ευρωπαϊκά ρούχα που είχαν εισχωρήσει στο πλήθος και μέσα στη γενική σύγχυση σκότωναν Έλληνες. Αλλά και πολλοί Μικρασιάτες βρήκαν την ευκαιρία να «λύσουν» παλιές διαφορές…
Η αντίδραση του Ελευθέριου Βενιζέλου
Στις 4/17 Μαΐου 1919 ο Ελευθέριος Βενιζέλος πληροφορήθηκε τα γεγονότα από τον Calthorpe και έστειλε εσπευσμένα τον στενό του συνεργάτη Εμμανουήλ Ρέπουλη να μεταβεί στη Σμύρνη και να παραμείνει εκεί ως την άφιξη του νέου διοικητή της πόλης Αριστείδη Στεργιάδη. Στις 4 Μαΐου άρχισαν οι ανακρίσεις για τα γεγονότα. Στις 5 Μαΐου λειτούργησε στρατοδικείο, οι πρώτες θανατικές καταδίκες του οποίου ήταν σε βάρος δύο Ελλήνων που εκδόθηκαν και εκτελέστηκαν την ίδια μέρα. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να σταματήσουν οι εκατέρωθεν αυθαιρεσίες στη Σμύρνη. Ευνοϊκή απήχηση είχε και η αποκατάσταση των τουρκικών Αρχών στις 6 Μαΐου. Η άφιξη του Αριστείδη Στεργιάδη στις 8 Μαΐου και η αναχώρηση του Ρέπουλη από τη Σμύρνη επισφράγισαν και τυπικά την αποκατάσταση της τάξης στην πόλη. Οι ταραξίες απελάθηκαν ενώ ο Βενιζέλος συνέστησε να συνεργαστούν οι στρατιωτικές Αρχές με τον Μητροπολίτη Σμύρνης και τους πρόκριτους της πόλης στους οποίους ανέθετε «να κάμωσι συστηματικήν διδασκαλίαν προς ομογενή πληθυσμόν όπως όλοι ανυψωθώσι μέχρι των μεγάλων εθνικών περιστάσεων ας διερχόμεθα».
Πηγές: «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ», τ. ΙΕ, ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΑΘΗΝΩΝ,
Δρ. Ιωάννης Παπαφλωράτος, «Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΣΤΡΑΤΟΥ (1833-1949)», Τόμος Ι, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΣΑΚΚΟΥΛΑ, 2014
Διαβάστε ακόμη
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών