Γράφει ο Δημήτρης Κωνσταντακόπουλος
(Δεύτερο από δύο άρθρα. Το πρώτο δημοσιεύτηκε εδώ)
Οι πιθανότητες να συμβεί μια γενική σύρραξη Ελλάδας και Τουρκίας είναι περιορισμένες, γιατί ούτε η Αθήνα, ούτε η Άγκυρα μοιάζουν να επιδιώκουν κάτι τέτοιο, αλλά και (κυρίως) διότι θα ήταν μια εξέλιξη πολύ αρνητική για το ΝΑΤΟ, τη στιγμή που αυτό έχει εξαπολύσει πόλεμο κατά της Ρωσίας. Για αυτό και έχουν πέσει λυτοί και δεμένοι, Αμερικανοί και Γερμανοί να την αποτρέψουν.
Αν όμως οι πιθανότητες είναι μικρές, δεν είναι και ανύπαρκτες. Στις σημερινές συνθήκες οξύτητας και μαζικών παραβιάσεων και παραβάσεων του εναερίου χώρου και των κανόνων του FIR, είναι πολύ εύκολο να πάμε σε κλιμάκωση από λάθος, κακό υπολογισμό ή προβοκάτσια, όπως φάνηκε άλλωστε από την εμπειρία του 2018 και του 2020. Το 2020 μάλιστα, σύμφωνα με καλά πληροφορημένους διπλωματικούς κύκλους, ο πρωθυπουργός δέχτηκε εισηγήσεις (που ευτυχώς απέρριψε) για μια πιο «δυναμική» αντιμετώπιση της κατάστασης στην ανατολική Μεσόγειο που, αν γίνονταν δεκτές, θα οδηγούσαν σχεδόν μετά βεβαιότητας σε σύγκρουση.
Τουρκία και Δύση (Ισραήλ περιλαμβανομένου)
Από τότε που άρχισαν να διαρρηγνύονται οι σχέσεις του Ερντογάν με το Ισραήλ και τις ΗΠΑ, δυνάμεις στον άξονα ΗΠΑ-Ισραήλ, ιδίως συνδεόμενες με τη νεοσυντηρητική τάση (όπως αίφνης ο Μάικλ Ρούμπιν, τα άρθρα του οποίου αναδημοσιεύονται τώρα τακτικά από τον ελληνικό συντηρητικό τύπο), οι ίδιες δυνάμεις που προηγουμένως μας πίεζαν για απαράδεκτες παραχωρήσεις προς την Τουρκία, άρχισαν να μας παροτρύνουν εντέχνως, κυρίως δια των πολλών ερεισμάτων που διαθέτουν στην Ελλάδα, σε συγκρουσιακές πολιτικές έναντι της Άγκυρας.
Αντίστοιχα φαινόμενα παρατηρήθηκαν και στην Τουρκία. Για παράδειγμα, ο εκ των γνωστότερων οπαδών της «Γαλάζιας Πατρίδας», ο ναύαρχος Γιατί, είναι κριτικός απέναντι στην στενή σχέση με τη Μόσχα, θέλει προσέγγιση με το Ισραήλ και δεν λέει ποτέ κουβέντα για τους Αμερικανούς.
Παρένθεση, μια και αναφερθήκαμε στον κ. Ρούμπιν, που εμφανίζεται εσχάτως ως μεγάλος φίλος της Ελλάδας και της Κύπρου. Εδώ και μερικά χρόνια, καθώς στέρεψαν τα εργαλεία (πραξικόπημα, οικονομικά μέσα) που χρησιμοποιήθηκαν κατά του καθεστώτος Ερντογάν, ο κ. Ρούμπιν θυμήθηκε την Ελλάδα και την Κύπρο και αναφέρεται συχνά στα όσα έκαναν και συνεχίζουν να κάνουν οι Τούρκοι εναντίον των δύο χωρών. Τα θυμάται όλα λεπτομερώς, όχι όμως και τον ρόλο της δικής του χώρας σε αυτά.
Ο Ρούμπιν δεν είναι τυχαίο πρόσωπο. Είναι συνεργάτης του American Enterprise Institute, εκ των λίκνων του νεοφιλελευθερισμού και νεοσυντηρητισμού, συνεργάτες του οποίου διετέλεσαν επίσης ο πατριάρχης του νεοφιλελευθερισμού Μίλτον Φρήντμαν και ο γκουρού των Νεοσυντηρητικών, Ίρβινγκ Κρίστολ.
Διετέλεσε σύμβουλος του Ντόναλντ Ράμσφελντ ως υπουργού Άμυνας και έπαιξε κεντρικό ρόλο στην προετοιμασία της εισβολής στο Ιράκ. Για να γίνει δυνατή αυτή η εισβολή, έδρασε ένας ολόκληρος παρακρατικός μηχανισμός, ακόμα και στο εσωτερικό του αμερικανικού κράτους και της κυβέρνησης, διασπείροντας ψέματα και οργανώνοντας συνωμοσίες ακόμα και εναντίον διπλωματών καριέρας και πρακτόρων της CIA.
Την άνοιξη του 2016, ο ίδιος αυτός Ρούμπιν περιέγραψε, με εντυπωσιακή ακρίβεια, ως «λαγός» των νεοσυντηρητικών, το πραξικόπημα κατά του Ερντογάν που θα γινόταν τρεις μήνες αργότερα. Αλλά και προέτρεψε, εμμέσως πλην σαφώς, τους Τούρκους αξιωματικούς να κινηθούν εναντίον του προέδρου τους, λέγοντας ότι δεν έχουν τίποτα να φοβηθούν από τις ΗΠΑ, το ΝΑΤΟ και την Ε.Ε., αν δοκιμάσουν να τον ανατρέψουν. Για τον Ερντογάν τον ίδιο προέβλεψε μια τύχη ανάλογη με αυτή του εκλεγμένου Αιγύπτιου προέδρου Μόρσι που καταδικάστηκε σε θάνατο.
Τέτοια τύχη είχε τελικά όχι ο Ερντογάν, αλλά πολλοί αναγνώστες του Ρούμπιν που πίστεψαν τα άρθρα του! Όσοι από τους τελευταίους επέζησαν, σαπίζουν τώρα στα μπουντρούμια του Ερντογάν (χειρότερα ασφαλώς από το κελί του Ιωαννίδη) ή κρύβονται καταδιωκόμενοι στην εξορία.
Είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα των συνεπειών που μπορεί να έχει η ανάγνωση άρθρων από αναγνώστες μειωμένης κριτικής σκέψης, που δεν διαθέτουν την ικανότητα να αντιληφθούν τι κρύβεται πίσω από τις γραμμές.
Τι επιδιώκουν;
Δεν θέλουμε να πούμε ότι αυτό που έχουν κατά νουν αυτά τα διεθνή κέντρα είναι να προκαλέσουν βραχυπρόθεσμα πόλεμο Ελλάδας και Τουρκίας, αν και μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, αν κρίνουν ότι ωφελεί πολύ ευρύτερες στρατηγικές τους (για την Τουρκία, αλλά επίσης για τη Μεσόγειο και για την Ε.Ε.) ασφαλώς μπορεί να τον επιδιώξουν – και έχουν ήδη «κατασκευάσει» τον μηχανισμό για να συμβεί κάτι τέτοιο.
Συνέβαλαν αποφασιστικά από το παρασκήνιο στο να καταστρέψουν το ήρεμο κλίμα που επικρατούσε στα ελληνοτουρκικά επί 15 και πλέον χρόνια, να αυξήσουν την εξάρτηση αμφοτέρων των κρατών και ιδίως της Ελλάδας και να δημιουργήσουν έναν πολύ καλό πελάτη για τις πολεμικές τους βιομηχανίες.
Ακόμα και αν δεν υπάρχει (και δεν φαίνεται να υπάρχει, αλλά δεν μπορούμε και να είμαστε βέβαιοι) βραχυπρόθεσμος σχεδιασμός για σύρραξη, το κλίμα που έχει τώρα δημιουργηθεί είναι ευεπίφορο για μια σύγκρουση ακόμα και από λάθος.
Προληπτικός πόλεμος και άλλα επικίνδυνα ανέκδοτα
Επί αρκετά χρόνια εξάλλου, καλλιεργείται ταυτόχρονα, «δουλεύεται» κατά το κοινώς λεγόμενο, μέσω διαφόρων «αναλυτών», social media ακόμα και sites που έχουν φτιαχτεί για αυτό τον σκοπό και μόνο, η εξωφρενική ιδέα ενός «προληπτικού πολέμου» κατά της Τουρκίας και πολλές άλλες συναφείς και ανάλογης (μη) σοβαρότητας.
Η Ελλάδα, που δεν τόλμησε να απειλήσει καν μια στάση πληρωμών, προκειμένου να αποφύγει την οικονομική και κοινωνική καταστροφή των Μνημονίων, που δεν τολμά και σήμερα να πάρει ένα κοινωνικό ή οικονομικό μέτρο που να μην εγκρίνει η τρόικα (που πλέον κατέστη αόρατη, ώστε να μη σκοτιζόμαστε με την ύπαρξή της), καλείται τώρα να επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα αύριο το πρωί, να καταρρίψει τα τουρκικά αεροσκάφη που κάνουν παραβιάσεις, να ανακηρύξει ΑΟΖ, να κάνει προληπτική επίθεση στην Τουρκία, να δράσει για την απελευθέρωση των κατεχομένων κυπριακών εδαφών. Με τον κίνδυνο να παρασυρθούν τελικά και τα μεγάλα κόμματα της χώρας σε μια κούρσα «πατριωτισμού», πόσο μάλλον που ποτέ δεν πέρασε από το μυαλό των ηγετών τους να υποτιμήσουν τη χρησιμότητα της δημαγωγίας. (*)
Καλείται δηλαδή η Αθήνα να κάνει όλα όσα δεν έκανε, όταν ήταν σε πολύ καλύτερη κατάσταση και όταν διέθετε έναν απείρως ευνοϊκότερο συσχετισμό δυνάμεων με την Τουρκία. Και να τα κάνει όλα αυτά, χωρίς να διαθέτει καν μια δική της υπηρεσία πληροφοριών, όντας υποχρεωμένη να στηρίζεται αποκλειστικά στις «πληροφορίες» και «εκτιμήσεις» των «συμμάχων» της.
Ο μηχανισμός πρόκλησης σύγκρουσης
Εξηγήσαμε προηγουμένως πως ακόμα και ένα απλό επεισόδιο στο Αιγαίο μπορεί εύκολα να οδηγήσει τις δύο χώρες σε συγκρουσιακή τροχιά χωρίς να το έχουν επιλέξει, ιδίως στο εξαιρετικά «τοξικό» περιβάλλον μεταξύ των δύο χωρών και σε κάθε μία από αυτές. Και ότι αν αυτό συμβεί στο μέσο προεκλογικής εκστρατείας, ο κίνδυνος θα είναι πολύ μεγαλύτερος.
Τα περισσότερα επεισόδια μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας στο παρελθόν είχαν οργανωθεί εκ των προτέρων από τις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους. Όταν η Ουάσιγκτον έσπρωχνε την Τσιλέρ στα Ίμια, ήξερε ποιο ήταν το όριο της ελληνικής αντίδρασης. Ίσως μόνο στην κρίση του 1987 υπήρξε ένας βαθμός αβεβαιότητας.
Σήμερα όμως δεν υπάρχει αυτός ο βαθμός ελέγχου, τουλάχιστον της Τουρκίας, για αυτό άλλωστε απέτυχε το πραξικόπημα κατά του Ερντογάν, ενώ υφίστανται και σημαντικά ρήγματα στις στρατηγικές που προκρίνουν διάφορες «φράξιες» στο κέντρο της «συλλογικής Δύσης», τα οποία εκδηλώθηκαν πάλι στη σύγκρουση Μπάιντεν και ισραηλινού λόμπι στις ΗΠΑ για το θέμα των F-16 της Τουρκίας. Δεν μπορούμε να ξέρουμε επίσης πώς θα εξελιχθούν οι σχέσεις Άγκυρας και Ουάσιγκτον τους μήνες που έρχονται.
Χρόνος εκλογών
Για αυτό και είναι σκόπιμο οι εκλογές στην Ελλάδα να μη γίνουν πριν τις τουρκικές, που θα διεξαχθούν στις 14 ή 21 Μαΐου. Αν η κυβέρνηση Μητσοτάκη τις κάνει νωρίτερα, αναλαμβάνει μια ιστορική ευθύνη, που η Ιστορία (και το εκλογικό σώμα) θα της χρεώσει.
Το πιθανότερο αποτέλεσμα των ελληνικών εκλογών με τα σημερινά δεδομένα είναι ο μη σχηματισμός αυτοδύναμης κυβέρνησης και η προκήρυξη νέων εκλογών με υπηρεσιακή κυβέρνηση.
Αυτό θα σημαίνει ότι θα έχουμε δύο ταυτόχρονες προεκλογικές εκστρατείες σε Ελλάδα και Τουρκία, που εξηγήσαμε πριν γιατί συμβάλλουν στην αστάθεια.
Επιπλέον, στην Αθήνα θα υπάρχει μια υπηρεσιακή κυβέρνηση, εντελώς ακατάλληλη για να πάρει κρίσιμες αποφάσεις σε πολύ σύντομους χρόνους σε περίπτωση κρίσης με την Τουρκία. Θα μπορούσε ένας υπηρεσιακός πρωθυπουργός ίσως, αν έχει το χρόνο, να διαβουλευθεί με τα κόμματα, αλλά με το γνωστό επίπεδο επικοινωνίας των κομμάτων και σε προεκλογική περίοδο, ακόμη και αυτό θα είναι αρκετά δύσκολο.
Εκ των πραγμάτων το ΓΕΕΘΑ θα επηρεάσει τακτικούς χειρισμούς που μπορεί να έχουν στρατηγική σημασία.
Αλλά ο ρόλος των στρατιωτικών είναι να εφαρμόζουν, όχι να αποφασίζουν για τέτοια θέματα. Ξέρουμε άλλωστε τι συνέβη όταν πήραν τις αποφάσεις.
Κλείνοντας, ξαναλέμε ότι τα σενάρια που εδώ εξετάσαμε έχουν μικρή πιθανότητα πραγματοποίησης. Τα εξετάσαμε όχι γιατί έχουν μεγάλες πιθανότητες, αλλά γιατί έχουν τεράστιο κόστος. Και όπως λένε στο χωριό μου, κάλλιο γαϊδουρόδενε, παρά γαϊδουρογύρευε.
(*) Σημειωτέον ότι τα ίδια αυτά κόμματα λένε ό,τι θέλουν: και επέκταση χωρικών υδάτων και διάλογο με την Τουρκία. Εμφανίζονται και ανυποχώρητοι εθναμύντορες και οπαδοί της Χάγης, χωρίς να απαιτούν την προγενέστερη άρση των τουρκικών εδαφικών διεκδικήσεων. Συμφωνούν και με μια λύση τύπου Σχεδίου Ανάν στην Κύπρο και με την φόρμουλα Νούλαντ για να επιβληθεί αυτή η λύση (δηλαδή με την παράκαμψη της υποχρέωσης δημοψηφίσματος μέσω των πενταμερών της Γενεύης). Ό,τι λάχει δηλαδή (και ό,τι τους ψιθυρίσουν), ακόμα και για τα σπουδαιότερα ζητήματα στις εξωτερικές σχέσεις της χώρας.
Οι πιθανότητες να συμβεί μια γενική σύρραξη Ελλάδας και Τουρκίας είναι περιορισμένες, γιατί ούτε η Αθήνα, ούτε η Άγκυρα μοιάζουν να επιδιώκουν κάτι τέτοιο, αλλά και (κυρίως) διότι θα ήταν μια εξέλιξη πολύ αρνητική για το ΝΑΤΟ, τη στιγμή που αυτό έχει εξαπολύσει πόλεμο κατά της Ρωσίας. Για αυτό και έχουν πέσει λυτοί και δεμένοι, Αμερικανοί και Γερμανοί να την αποτρέψουν.
Αν όμως οι πιθανότητες είναι μικρές, δεν είναι και ανύπαρκτες. Στις σημερινές συνθήκες οξύτητας και μαζικών παραβιάσεων και παραβάσεων του εναερίου χώρου και των κανόνων του FIR, είναι πολύ εύκολο να πάμε σε κλιμάκωση από λάθος, κακό υπολογισμό ή προβοκάτσια, όπως φάνηκε άλλωστε από την εμπειρία του 2018 και του 2020. Το 2020 μάλιστα, σύμφωνα με καλά πληροφορημένους διπλωματικούς κύκλους, ο πρωθυπουργός δέχτηκε εισηγήσεις (που ευτυχώς απέρριψε) για μια πιο «δυναμική» αντιμετώπιση της κατάστασης στην ανατολική Μεσόγειο που, αν γίνονταν δεκτές, θα οδηγούσαν σχεδόν μετά βεβαιότητας σε σύγκρουση.
Τουρκία και Δύση (Ισραήλ περιλαμβανομένου)
Από τότε που άρχισαν να διαρρηγνύονται οι σχέσεις του Ερντογάν με το Ισραήλ και τις ΗΠΑ, δυνάμεις στον άξονα ΗΠΑ-Ισραήλ, ιδίως συνδεόμενες με τη νεοσυντηρητική τάση (όπως αίφνης ο Μάικλ Ρούμπιν, τα άρθρα του οποίου αναδημοσιεύονται τώρα τακτικά από τον ελληνικό συντηρητικό τύπο), οι ίδιες δυνάμεις που προηγουμένως μας πίεζαν για απαράδεκτες παραχωρήσεις προς την Τουρκία, άρχισαν να μας παροτρύνουν εντέχνως, κυρίως δια των πολλών ερεισμάτων που διαθέτουν στην Ελλάδα, σε συγκρουσιακές πολιτικές έναντι της Άγκυρας.
Αντίστοιχα φαινόμενα παρατηρήθηκαν και στην Τουρκία. Για παράδειγμα, ο εκ των γνωστότερων οπαδών της «Γαλάζιας Πατρίδας», ο ναύαρχος Γιατί, είναι κριτικός απέναντι στην στενή σχέση με τη Μόσχα, θέλει προσέγγιση με το Ισραήλ και δεν λέει ποτέ κουβέντα για τους Αμερικανούς.
Παρένθεση, μια και αναφερθήκαμε στον κ. Ρούμπιν, που εμφανίζεται εσχάτως ως μεγάλος φίλος της Ελλάδας και της Κύπρου. Εδώ και μερικά χρόνια, καθώς στέρεψαν τα εργαλεία (πραξικόπημα, οικονομικά μέσα) που χρησιμοποιήθηκαν κατά του καθεστώτος Ερντογάν, ο κ. Ρούμπιν θυμήθηκε την Ελλάδα και την Κύπρο και αναφέρεται συχνά στα όσα έκαναν και συνεχίζουν να κάνουν οι Τούρκοι εναντίον των δύο χωρών. Τα θυμάται όλα λεπτομερώς, όχι όμως και τον ρόλο της δικής του χώρας σε αυτά.
Ο Ρούμπιν δεν είναι τυχαίο πρόσωπο. Είναι συνεργάτης του American Enterprise Institute, εκ των λίκνων του νεοφιλελευθερισμού και νεοσυντηρητισμού, συνεργάτες του οποίου διετέλεσαν επίσης ο πατριάρχης του νεοφιλελευθερισμού Μίλτον Φρήντμαν και ο γκουρού των Νεοσυντηρητικών, Ίρβινγκ Κρίστολ.
Διετέλεσε σύμβουλος του Ντόναλντ Ράμσφελντ ως υπουργού Άμυνας και έπαιξε κεντρικό ρόλο στην προετοιμασία της εισβολής στο Ιράκ. Για να γίνει δυνατή αυτή η εισβολή, έδρασε ένας ολόκληρος παρακρατικός μηχανισμός, ακόμα και στο εσωτερικό του αμερικανικού κράτους και της κυβέρνησης, διασπείροντας ψέματα και οργανώνοντας συνωμοσίες ακόμα και εναντίον διπλωματών καριέρας και πρακτόρων της CIA.
Την άνοιξη του 2016, ο ίδιος αυτός Ρούμπιν περιέγραψε, με εντυπωσιακή ακρίβεια, ως «λαγός» των νεοσυντηρητικών, το πραξικόπημα κατά του Ερντογάν που θα γινόταν τρεις μήνες αργότερα. Αλλά και προέτρεψε, εμμέσως πλην σαφώς, τους Τούρκους αξιωματικούς να κινηθούν εναντίον του προέδρου τους, λέγοντας ότι δεν έχουν τίποτα να φοβηθούν από τις ΗΠΑ, το ΝΑΤΟ και την Ε.Ε., αν δοκιμάσουν να τον ανατρέψουν. Για τον Ερντογάν τον ίδιο προέβλεψε μια τύχη ανάλογη με αυτή του εκλεγμένου Αιγύπτιου προέδρου Μόρσι που καταδικάστηκε σε θάνατο.
Τέτοια τύχη είχε τελικά όχι ο Ερντογάν, αλλά πολλοί αναγνώστες του Ρούμπιν που πίστεψαν τα άρθρα του! Όσοι από τους τελευταίους επέζησαν, σαπίζουν τώρα στα μπουντρούμια του Ερντογάν (χειρότερα ασφαλώς από το κελί του Ιωαννίδη) ή κρύβονται καταδιωκόμενοι στην εξορία.
Είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα των συνεπειών που μπορεί να έχει η ανάγνωση άρθρων από αναγνώστες μειωμένης κριτικής σκέψης, που δεν διαθέτουν την ικανότητα να αντιληφθούν τι κρύβεται πίσω από τις γραμμές.
Τι επιδιώκουν;
Δεν θέλουμε να πούμε ότι αυτό που έχουν κατά νουν αυτά τα διεθνή κέντρα είναι να προκαλέσουν βραχυπρόθεσμα πόλεμο Ελλάδας και Τουρκίας, αν και μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, αν κρίνουν ότι ωφελεί πολύ ευρύτερες στρατηγικές τους (για την Τουρκία, αλλά επίσης για τη Μεσόγειο και για την Ε.Ε.) ασφαλώς μπορεί να τον επιδιώξουν – και έχουν ήδη «κατασκευάσει» τον μηχανισμό για να συμβεί κάτι τέτοιο.
Συνέβαλαν αποφασιστικά από το παρασκήνιο στο να καταστρέψουν το ήρεμο κλίμα που επικρατούσε στα ελληνοτουρκικά επί 15 και πλέον χρόνια, να αυξήσουν την εξάρτηση αμφοτέρων των κρατών και ιδίως της Ελλάδας και να δημιουργήσουν έναν πολύ καλό πελάτη για τις πολεμικές τους βιομηχανίες.
Ακόμα και αν δεν υπάρχει (και δεν φαίνεται να υπάρχει, αλλά δεν μπορούμε και να είμαστε βέβαιοι) βραχυπρόθεσμος σχεδιασμός για σύρραξη, το κλίμα που έχει τώρα δημιουργηθεί είναι ευεπίφορο για μια σύγκρουση ακόμα και από λάθος.
Προληπτικός πόλεμος και άλλα επικίνδυνα ανέκδοτα
Επί αρκετά χρόνια εξάλλου, καλλιεργείται ταυτόχρονα, «δουλεύεται» κατά το κοινώς λεγόμενο, μέσω διαφόρων «αναλυτών», social media ακόμα και sites που έχουν φτιαχτεί για αυτό τον σκοπό και μόνο, η εξωφρενική ιδέα ενός «προληπτικού πολέμου» κατά της Τουρκίας και πολλές άλλες συναφείς και ανάλογης (μη) σοβαρότητας.
Η Ελλάδα, που δεν τόλμησε να απειλήσει καν μια στάση πληρωμών, προκειμένου να αποφύγει την οικονομική και κοινωνική καταστροφή των Μνημονίων, που δεν τολμά και σήμερα να πάρει ένα κοινωνικό ή οικονομικό μέτρο που να μην εγκρίνει η τρόικα (που πλέον κατέστη αόρατη, ώστε να μη σκοτιζόμαστε με την ύπαρξή της), καλείται τώρα να επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα αύριο το πρωί, να καταρρίψει τα τουρκικά αεροσκάφη που κάνουν παραβιάσεις, να ανακηρύξει ΑΟΖ, να κάνει προληπτική επίθεση στην Τουρκία, να δράσει για την απελευθέρωση των κατεχομένων κυπριακών εδαφών. Με τον κίνδυνο να παρασυρθούν τελικά και τα μεγάλα κόμματα της χώρας σε μια κούρσα «πατριωτισμού», πόσο μάλλον που ποτέ δεν πέρασε από το μυαλό των ηγετών τους να υποτιμήσουν τη χρησιμότητα της δημαγωγίας. (*)
Καλείται δηλαδή η Αθήνα να κάνει όλα όσα δεν έκανε, όταν ήταν σε πολύ καλύτερη κατάσταση και όταν διέθετε έναν απείρως ευνοϊκότερο συσχετισμό δυνάμεων με την Τουρκία. Και να τα κάνει όλα αυτά, χωρίς να διαθέτει καν μια δική της υπηρεσία πληροφοριών, όντας υποχρεωμένη να στηρίζεται αποκλειστικά στις «πληροφορίες» και «εκτιμήσεις» των «συμμάχων» της.
Ο μηχανισμός πρόκλησης σύγκρουσης
Εξηγήσαμε προηγουμένως πως ακόμα και ένα απλό επεισόδιο στο Αιγαίο μπορεί εύκολα να οδηγήσει τις δύο χώρες σε συγκρουσιακή τροχιά χωρίς να το έχουν επιλέξει, ιδίως στο εξαιρετικά «τοξικό» περιβάλλον μεταξύ των δύο χωρών και σε κάθε μία από αυτές. Και ότι αν αυτό συμβεί στο μέσο προεκλογικής εκστρατείας, ο κίνδυνος θα είναι πολύ μεγαλύτερος.
Τα περισσότερα επεισόδια μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας στο παρελθόν είχαν οργανωθεί εκ των προτέρων από τις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους. Όταν η Ουάσιγκτον έσπρωχνε την Τσιλέρ στα Ίμια, ήξερε ποιο ήταν το όριο της ελληνικής αντίδρασης. Ίσως μόνο στην κρίση του 1987 υπήρξε ένας βαθμός αβεβαιότητας.
Σήμερα όμως δεν υπάρχει αυτός ο βαθμός ελέγχου, τουλάχιστον της Τουρκίας, για αυτό άλλωστε απέτυχε το πραξικόπημα κατά του Ερντογάν, ενώ υφίστανται και σημαντικά ρήγματα στις στρατηγικές που προκρίνουν διάφορες «φράξιες» στο κέντρο της «συλλογικής Δύσης», τα οποία εκδηλώθηκαν πάλι στη σύγκρουση Μπάιντεν και ισραηλινού λόμπι στις ΗΠΑ για το θέμα των F-16 της Τουρκίας. Δεν μπορούμε να ξέρουμε επίσης πώς θα εξελιχθούν οι σχέσεις Άγκυρας και Ουάσιγκτον τους μήνες που έρχονται.
Χρόνος εκλογών
Για αυτό και είναι σκόπιμο οι εκλογές στην Ελλάδα να μη γίνουν πριν τις τουρκικές, που θα διεξαχθούν στις 14 ή 21 Μαΐου. Αν η κυβέρνηση Μητσοτάκη τις κάνει νωρίτερα, αναλαμβάνει μια ιστορική ευθύνη, που η Ιστορία (και το εκλογικό σώμα) θα της χρεώσει.
Το πιθανότερο αποτέλεσμα των ελληνικών εκλογών με τα σημερινά δεδομένα είναι ο μη σχηματισμός αυτοδύναμης κυβέρνησης και η προκήρυξη νέων εκλογών με υπηρεσιακή κυβέρνηση.
Αυτό θα σημαίνει ότι θα έχουμε δύο ταυτόχρονες προεκλογικές εκστρατείες σε Ελλάδα και Τουρκία, που εξηγήσαμε πριν γιατί συμβάλλουν στην αστάθεια.
Επιπλέον, στην Αθήνα θα υπάρχει μια υπηρεσιακή κυβέρνηση, εντελώς ακατάλληλη για να πάρει κρίσιμες αποφάσεις σε πολύ σύντομους χρόνους σε περίπτωση κρίσης με την Τουρκία. Θα μπορούσε ένας υπηρεσιακός πρωθυπουργός ίσως, αν έχει το χρόνο, να διαβουλευθεί με τα κόμματα, αλλά με το γνωστό επίπεδο επικοινωνίας των κομμάτων και σε προεκλογική περίοδο, ακόμη και αυτό θα είναι αρκετά δύσκολο.
Εκ των πραγμάτων το ΓΕΕΘΑ θα επηρεάσει τακτικούς χειρισμούς που μπορεί να έχουν στρατηγική σημασία.
Αλλά ο ρόλος των στρατιωτικών είναι να εφαρμόζουν, όχι να αποφασίζουν για τέτοια θέματα. Ξέρουμε άλλωστε τι συνέβη όταν πήραν τις αποφάσεις.
Κλείνοντας, ξαναλέμε ότι τα σενάρια που εδώ εξετάσαμε έχουν μικρή πιθανότητα πραγματοποίησης. Τα εξετάσαμε όχι γιατί έχουν μεγάλες πιθανότητες, αλλά γιατί έχουν τεράστιο κόστος. Και όπως λένε στο χωριό μου, κάλλιο γαϊδουρόδενε, παρά γαϊδουρογύρευε.
(*) Σημειωτέον ότι τα ίδια αυτά κόμματα λένε ό,τι θέλουν: και επέκταση χωρικών υδάτων και διάλογο με την Τουρκία. Εμφανίζονται και ανυποχώρητοι εθναμύντορες και οπαδοί της Χάγης, χωρίς να απαιτούν την προγενέστερη άρση των τουρκικών εδαφικών διεκδικήσεων. Συμφωνούν και με μια λύση τύπου Σχεδίου Ανάν στην Κύπρο και με την φόρμουλα Νούλαντ για να επιβληθεί αυτή η λύση (δηλαδή με την παράκαμψη της υποχρέωσης δημοψηφίσματος μέσω των πενταμερών της Γενεύης). Ό,τι λάχει δηλαδή (και ό,τι τους ψιθυρίσουν), ακόμα και για τα σπουδαιότερα ζητήματα στις εξωτερικές σχέσεις της χώρας.
Διαβάστε ακόμη
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών