Ο θάνατος του Γεωργίου Παπανδρέου και η κηδεία του που μετατράπηκε σε κραυγή κατά της χούντας

1η Νοέμβρη του 1968. Είκοσι λεπτά μετά τις δύο τα ξημερώματα. Ήταν η στιγμή που η καρδιά του Γεωργίου Παπανδρέου θα σταματούσε για πάντα. Ήταν η στιγμή που ο «Γέρος της Δημοκρατίας» πέρασε στο πάνθεον της Ιστορίας. Η υγεία του ηγέτη της Ένωσης Κέντρου είχε επιβαρυνθεί ενώ μόλις εκδηλώθηκε το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967 συνελήφθη και αμέσως τέθηκε σε κατ' οίκον περιορισμό στη βίλα του στο Καστρί.
Στις 25 Οκτωβρίου 1968 υπέστη βαριάς μορφής γαστρορραγία και μεταφέρθηκε εσπευσμένα στον Ευαγγελισμό. Οι γιατροί κατέβαλλαν κάθε δυνατή προσπάθεια να τον σώσουν. Στις 31 Οκτωβρίου οδηγήθηκε στο χειρουργείο προκειμένου να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα. Οι θεράποντες ιατροί πίστευαν ότι θα κατάφερνε να βγει νικητής και από αυτή τη δοκιμασία. Όμως στις 02:05 η κατάσταση του επιδεινώθηκε εκ νέου ενώ υπέστη εγκεφαλικό επεισόδιο. Λίγα λεπτά μετά άφησε την τελευταία του πνοή.

Σε πολύ λίγο η είδηση του θανάτου του «Γέρου της Δημοκρατίας» έκανε τον γύρο της Αθήνας. Παρά το γεγονός ότι βρισκόταν σε ισχύ ο στρατιωτικός νόμος και ως εκ τούτου απαγορεύονταν οι συναθροίσεις και οι συγκεντρώσεις δεκάδες πολίτες άρχισαν να συγκεντρώνονται στο εκκλησάκι του Ευαγγελισμού. Είναι ενδεικτικό ότι η χούντα πιάστηκε εξαπίνης καθώς δεν υπολόγιζε τις αντιδράσεις του κόσμου.
Η σορός του Γεωργίου Παπανδρέου έφτασε στο παρεκκλήσι της Μητρόπολης εκεί την περίμεναν δεκάδες άνθρωποι. Παρά το γεγονός ότι ξέσπασε δυνατή βροχή το πλήθος όχι μόνο δεν έφυγε αλλά συνεχώς αυξανόταν. Κάποιοι από τους 7.500 συγκεντρωμένους σπάζοντας τη σιωπή άρχισαν να χειροκροτούν ενώ κάποιοι άλλοι άρχισαν να φωνάζουν «Παπανδρέου - Παπανδρέου - Παπανδρέου». Το φέρετρο τοποθετήθηκε στο εκκλησάκι του Αγίου Ελευθερίου το οποίο βρέθηκε υπό πολιορκία. Η αστυνομική παρουσία ήταν διακριτική ενώ μέλη της Νεολαίας της Ένωσης Κέντρου είχαν αναλάβει την τήρηση της τάξης.

Αν και εκείνη την εποχή - ήταν οι πρώτοι μήνες της χούντας - κυριαρχούσε ένα διαρκές «απαγορεύεται» οι συγκεντρωμένοι είχαν αποφασίσει να δώσουν το παρών και στην κηδεία του παρά το ότι η Αστυνομία Αθηνών είχε εκδόσει ανακοίνωση στην οποία ανέφερε τα εξής:
«Η Διεύθυνσις Αστυνομίας Αθηνών ανακοινοί ότι, κατ’ ασφαλείς πληροφορίας, στοιχεία της άκρας αριστεράς, εκμεταλλευόμενα την σημερινήν νεκρώσιμον ακολουθίαν και εκφοράν της σορού του τέως πρωθυπουργού Γεωργίου Παπανδρέου, θα επιχειρήσουν να προκαλέσουν ασχημίας και έκτροπα προς εν συνεχεία δυσφημιστικήν, εις βάρος της χώρας, εκμετάλλευσιν.
Επειδή, η καθ’ οιονδήποτε τρόπον βεβήλωσις της ιερότητος οιασδήποτε θρησκευτικής τελετής ή πομπής, είναι άκρως αντίθετος προς τας ελληνοχριστιανικάς παραδόσεις και το εν γένει πολιτισμόν μας, και συνεπώς απαράδεκτος, αι αρμόδιαι αρχαί θα λάβουν τα αναγκαία νόμιμα μέτρα, προς αποτροπήν εκδηλώσεως πάσης ασχημίας».

Το αντίο του Παναγιώτη Κανελλόπουλου
Ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος - ο τελευταίος προδικτατορικός πρωθυπουργός - και ένας από τους μεγαλύτερους πολιτικούς αντιπάλους του «Γέρου» τον είχε αποχαιρέτησε με σεβασμό. Παράλληλα στη δήλωσή του άφηνε σαφείς αιχμές με αποδέκτες τους πραξικοπηματίες.
«Εκφράζω την βαθείαν θλίψιν μου διά τον θάνατον του Γεωργίου Παπανδρέου. Η προσωπικότης και η φωνή του συνεδέθησαν επί πενήντα έτση με την Ελληνικήν Ιστορίαν. Υπήρξε δι’ εμέ τιμή, ότι κατά τας τελευταίας φάσεις της ελληνικής κοινοβουλευτικής ζωής είχα κύριον αντίπαλον τοιούτον άνδρα. Αλλά αι σκέψεις μου στρέφονται προ πάντων προς παλαιούς κοινούς αγώνας υπέρ της Ελευθερίας, κατά τον δεύτερον μέγαν πόλεμον και κατά τα επακολουθήσαντα σκληρά έτη, καθώς και προς την κοινήν πικράν τύχην, με την οποίαν και έκλεισεν η ζωή του», τόνιζε στη δήλωσή του.

Στις 3 Νοεμβρίου γύρω από τη Μητρόπολη επικρατούσε το αδιαχώρητο. Είναι ενδεικτικό ότι ο όγκος του κόσμου απλωνόταν σε μία απόσταση από την Πανεπιστημίου μέχρι την Πλάκα και από το Σύνταγμα έως και το Μοναστηράκι. Μέσα στη σιωπή κάποιος φώναξε.
«Πα-παν-δρέ-ου, Πα-παν-δρέ-ου» και αμέσως μετά μια ολόκληρη λαοθάλασσα άρχισε να επαναλαμβάνει τη συγκεκριμένη λέξη. Ακολούθησαν και άλλα συνθήματα όπως «Δη-μο-κρα-τία», «Κάτω η Χούντα», «Σήκω Γέρο να μας δεις. Σήμερα πεθαίνετε εσείς», «Δεν περνάει ο Φασισμός».

Λίγο μετά τις 12 ξεκίνησε η κηδεία και όταν το φέρετρο βγήκε από τη Μητρόπολη οι συγκεντρωμένοι έψαλαν τον Εθνικό Ύμνο. Η νεκρόσιμος ακολουθία του Γεωργίου Παπανδρέου είχε μετατραπεί σε μία γιορτή Δημοκρατίας. Σε μία προσπάθεια αντίδρασης άνδρες της ασφάλειας και της ΚΥΠ συνέλαβαν δεκάδες πολίτες με τις κατηγορίες για αντίσταση κατά της Αρχής, περιύβριση Αρχής κ.ά.).
Οι συλληφθέντες καταδικάστηκαν από το Έκτακτο Στρατοδικείο με συνοπτικές διαδικασίες σε ποινές φυλάκισης από οκτώ μήνες έως τέσσερα χρόνια. Σημειώνεται ότι η χούντα φοβούμενη τη κατακραυγή επέτρεψε στον Τύπο να καλύψει δημοσιογραφικά την κηδεία. Μάλιστα τα άρθρα που γράφτηκαν πέρασαν από την επιτροπή λογοκρισίας ενώ σε πολλές περιπτώσεις πολλά εξ αυτών περιείχαν ανακρίβειες σχετικά με τους συγκεντρωμένους.
Είναι ενδεικτικό ότι κάποιοι μιλούσαν για μερικούς εκατοντάδες ενώ στα «Επίκαιρα» δεν επιτράπηκε η προβολή κανενός πλάνου από την κηδεία. Παρ' όλα αυτά ο σκηνοθέτης Παντελής Βούλγαρης κατάφερε μέσα από ένα φιλμ - ντοκουμέντο να καταγράψει όλα όσα διαδραματίστηκαν εκείνη την ημέρα.

Πέντε χρόνια αργότερα και συγκεκριμένα στις 4 Νοεμβρίου 1973 το ετήσιο μνημόσυνο στη μνήμη του «Γέρου» μετετράπη σε ένα ακόμα κύμα οργής κατά του καθεστώτος της 21ης Απριλίου. Περίπου 10.000 άνθρωποι όλων των ηλικιών συγκεντρώθηκε στο Α' Νεκροταφείο.
Ανάμεσά τους ο Γεώργιος Μαύρος, ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος, το σύμβολο του αντιδικτατορικού αγώνα Αλέκος Παναγούλης με την σύντροφό του Οριάνα Φαλάτσι.


Κάποια στιγμή ένα μεγάλο μέρος του πλήθους των συγκεντρωμένων επιχείρησε να κινηθεί προς την πλευρά του Συντάγματος. Η χωροφυλακή φοβούμενη ότι το πλήθος θα ξεκινήσει να διαδηλώνει κατά της χούντας έστησε οδοφράγματα. Στην λεωφόρο Αμαλίας σημειώθηκαν συμπλοκές ανάμεσα σε χωροφυλακή και διαδηλωτές. Οι χωροφύλακες χτυπούσαν με γκλοπ τους συγκεντρωμένους ενώ σε πολλές περιπτώσεις τους έριχναν στο έδαφος και τους κλωτσούσαν. Μάλιστα βγήκαν όπλα και ακούστηκαν και πυροβολισμοί στον αέρα.
Κατά τη διάρκεια των επεισοδίων τραυματίστηκαν 32 αστυνομικοί και τρεις διαδηλωτές. Οι δύο εξ αυτών ήταν οι δημοσιογράφοι Μαρία Ζήκα και η Σούλα Αλεξανδροπούλου που μεταφέρθηκαν σε νοσοκομείο για την παροχή πρώτων βοηθειών. Η χωροφυλακή προχώρησε σε δεκάδες προσαγωγές εκ των οποίων οι 17 μετατράπηκαν σε συλλήψεις. 

Στο εδώλιο κάθισαν 15 συλληφθέντες εκ των οποίων οι 12 αθωώθηκαν. Μάλιστα το παρών στη δίκη έδωσαν τόσο ο Γεώργιος Μαύρος όσο και ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος ενώ η έδρα απαγόρευσε να προβληθεί το φιλμ όπου έδειχνε την αστυνομική αυθαιρεσία απέναντι στους διαδηλωτές. 
Λίγες μέρες μετά και συγκεκριμένα στις 14 Νοεμβρίου θα ξεκινούσε η κατάληψη του Πολυτεχνείου με επίλογο την αιματοβαμμένη εξέγερση στις 17 Νοεμβρίου.

Διαβάστε ακόμη

Σχόλια