Το τραγικό ναυάγιο του ελληνικού πλοίου «Σούζυ» στα ανοικτά του Δυρραχίου και η στοργική περιποίηση των Αλβανών

Σταύρος Γ. ΝΤΑΓΙΟΣ
Διδάκτωρ ΑΠΘ

Ένα χρόνο μετά τη διπλωματική ανασύνδεση των δύο χωρών (Μάιος 1971), την 20η Αυγούστου 1972, βάσει των διμερών εμπορικών συμφωνιών, απέπλευσε από τον λιμένα Δυρραχίου το ελληνικό πλοίο «Σούζυ» 2880 τόνων, νηολογίου Πειραιά 3391, έμφορτο με άσφαλτο, συσκευασμένη σε βαρέλια, με 18-μελές πλήρωμα, εκ των οποίων 13 Έλληνες, 4 αλλοδαποί και μια ελληνίδα επιβάτης και προορισμό την Πάτρα. Κατά τον απόπλουν ο μοιραίος πλοίαρχος Ιωάννης Γκιουζέπης παρατήρησε ότι το πλοίο είχε μικρή κλίση, αλλά όχι επικίνδυνη, η οποία οφειλόταν μάλλον στην μετατόπιση του φορτίου· βραδύτερα, και ενώ είχε ανοιχτεί στις αλβανικές ακτές, έπνευσαν δυνατοί άνεμοι, έως και 8-9 μποφόρ. Τη νύχτα της 21ης Άγουστου, 115 μίλια από των ακτών της κεντρικής Αλβανίας, και ενώ επικρατούσε θαλασσοταραχή, το πλήρωμα διεπίστωσε ότι η κλίση είχε μεγαλώσει επικίνδυνα και υπήρχε κίνδυνος άμεσου ναυαγίου.
Ο πλοίαρχος, αναστατωμένος, διέταξε αλλαγή πλεύσης με σκοπό να προσεγγίσουν την ξηρά, αλλά 45 λεπτά μετά τα μεσάνυχτα το πλοίο είχε αρχίσει ήδη να βυθίζεται, οπότε όλοι οι επιβαίνοντες αναγκαστήκαν να το εγκαταλείψουν, αφού έριξαν πρώτα στη θάλασσα τις σωστικές λέμβους. Τα κύματα ήταν θεόρατα, παρέσυραν τις σωστικές λέμβους, ενώ οι επιβαίνοντες, ένας-ένας άρχισαν να πέφτουν στο νερό και να αρπάζουν ό,τι επέπλεε στη θάλασσα για να διασωθούν. Μερικοί πρόλαβαν, φόρεσαν σωσίβια, άλλοι πάλευαν να πιάσουν μια βάρκα, ή κάποια πρόχειρη σχεδία, ή μια σανίδα· άλλοι, όμως, δεν το κατόρθωσαν. Ο διασωθείς υποπλοίαρχος Ιωάννης Καλλέργης, ο ήρωας του ναυαγίου, ο οποίος επέδειξε γενναιότητα και ολύμπια αταραξία, διηγείται: «Με την παρέλευση πέντε ωρών, και ενώ είχα αρπάξει μια σχεδία, θυμήθηκα το απροστάτευτο κοριτσάκι μου, ηλικίας δέκα ετών. Η γυναίκα μου έχει πεθάνει πριν από τέσσερις μήνες. Έκανα το σταυρό μου, γραπώθηκα και αγκάλιασα τη σχεδία και αφέθηκα στην τύχη των κυμάτων».

Προς παροχή βοηθείας, έσπευσαν δύο παραπλέοντα πλοία, το ιταλικό «Nikoleta Mondarini» και το κυπριακό «Navinian flame», κατά τον τυχαίο πλουν τους στην Αδριατική. Μετά από 27 ώρες περίπου, οι διασωθέντες περισυνελέχθησαν και διακομίσθηκαν στο Δυρράχιο, όπου οι αλβανικές αρχές τούς οδήγησαν σε νοσοκομείο. Κανείς δεν είναι σίγουρος εάν το πλοίο εξέπεμψε σήμα SOS.

Τραγικός απολογισμός
Από τους 18 επιβαίνοντες διασώθηκαν μόνον 7, οι 8 ανευρέθησαν νεκροί και μεταφέρθηκαν στο Δυρράχιο, παρά το γεγονός ότι οι ελληνικές αρχές είχαν ζητήσει αρχικά τη διακομιδή τους στην Κέρκυρα. Τρεις απολεσθέντες χάθηκαν στα νερά της Αδριατικής και αγνοούνται, καίτοι οι αλβανικές αρχές συνέχισαν ακάρπως τις έρευνες στην θαλάσσια περιοχή του ατυχήματος μέχρι το μεσονύκτιο της Δευτέρας, επιστρατεύοντας ένα ελικόπτερο της πολεμικής αεροπορίας και ταχυκίνητα σκάφη, κατόπιν ενεργειών των ελληνικών διπλωματικών αρχών στα Τίρανα. Στη συνέχεια, διά της Υπηρεσίας Έρευνας και Διάσωσης του Αρχηγείου του Ελληνικού Σώματος, ο εκπρόσωπος της πλοιοκτήτριας εταιρείας, Ιωάννης Σούμας, μετέβη στην Αλβανία προκειμένου να μεριμνήσει για τον επαναπατρισμό των διασωθέντων και την αποστολή των πτωμάτων στην Ελλάδα προς ενταφιασμό με το πλοίο «Σαλαμίνα». Ο έλληνας πρέσβης στα Τίρανα, Διονύσιος Καραγιάννης, βρέθηκε πάραυτα στο Δυρράχιο, παρακολουθώντας εκ του σύνεγγυς την άχαρη προσπάθεια ανεύρεσης, ταυτοποίησης και διακομιδής των απολεσθέντων, τη διαδικασία ταρίχευσης των νεκρών πριν αποσταλούν στην Ελλάδα, και την παραλαβή των επτά διασωθέντων προς άμεση παλιννόστησή τους.

Ομολογίες διασωθέντων
Ο διασωθείς τροφοδότης του πλοίου, Γεώργιος Κουλούρης, αναθυμάται: «Γύρω στα μεσάνυχτα καταλάβαμε ότι το πλοίο βούλιαζε· τα είχαμε όλοι χαμένα και περισσότερο ο πλοίαρχος, ο οποίος πηγαινοερχόταν στο κατάστρωμα χωρίς να βγάλει μιλιά. Όταν κατάλαβε ότι το πλοίο θα ναυαγούσε οριστικά, έδωσε εντολή να το εγκαταλείψουμε, ενώ ο ανθυποπλοίαρχος Καλλέργης άρπαξε τις σωστικές λέμβους, τις πέταξε στη θάλασσα και ρίχτηκε και αυτός στο νερό προσπαθώντας να κρατήσει τις λέμβους και να βοηθήσει τους υπολοίπους που πετάγονταν στα αφηνιασμένα κύματα. Μετά από προσπάθειες, εγώ αρπάχτηκα από μια σανίδα· από την ίδια σανίδα αρπάχτηκε και ο μηχανοδηγός Ευάγγελος Αμμολοχίτης. Δίπλα μου έβλεπα κεφάλια και άκουγα αγωνιώδεις φωνές βοήθειας. Φρίκη. Ήταν όμως τέτοια η τρικυμία που δεν μπορούσαμε να βοηθήσουμε αλλήλους. Αφού εγώ και ο Αμμολοχίτης παραμείναμε 27 ώρες χαροπαλεύοντας με τα κύματα πάνω στη σανίδα, ξαφνικά είδαμε στεριά. Τότε ο Αμμολοχίτης πετάχθηκε από τη σανίδα και, κολυμπώντας, προσπάθησε να πλησιάσει τη στεριά. Εκείνη τη στιγμή, όμως, διήλθε το ιταλικό πλοίο και τον περισυνέλεξε· εμένα με παρέλαβε το κυπριακό. Άλλοι τέσσερις διασώθηκαν στοιβαγμένοι σε μια λαστιχένια λέμβο. Μας μετέφεραν στο Δυρράχιο και μας οδήγησαν σε νοσοκομείο. Πάντως, τη ζωή μας εμείς οι επτά διασωθέντες, τη χρωστάμε κυριολεκτικά στον ανθυποπλοίαρχο Καλλέργη· ήταν ο μόνος που διατήρησε την ψυχραιμία του σε εκείνο το γενικό πανικό.»
Άλλος διασωθείς δήλωσε: «Αναγκαστήκαμε να εγκαταλείψαμε το πλοίο φορώντας σωσίβια, κολυμπώντας σε μια ακτίνα 100 μ. από το πλοίο. Χάσαμε την επαφή μεταξύ μας και παλεύαμε με το σκοτάδι και τα κύματα.»

Το τραγικό τέλος του ερωτευμένου ζευγαριού
Ο υποπλοίαρχος Γεώργιος Φράτας συνήθιζε να παίρνει στα μακρινά ταξίδια και την μνηστή του Σπυριδούλα Φοββατά, η οποία σπούδαζε μανεκέν. Είχαν συμφωνήσει, μετά το ταξίδι αυτό, να νυμφευτούν. Όμως, ο υποπλοίαρχος ενευρέθη και ανεσύρθη νεκρός, ενώ η ερωμένη του δεν βρέθηκε ποτέ. Και οι δύο ήταν μοναχοπαίδια και πολύ ερωτευμένοι, εκμυστηρεύθηκε ο πατέρας της αγνοούμενης.

Η παράδοση στην Κρυσταλλοπηγή
Κατόπιν συνεννόησης με το ελληνικό Υπουργείο Ναυτιλίας, Μεταφορών και Επικοινωνιών και τη διπλωματική υπηρεσία στα Τίρανα, με τρία αυτοκίνητα, συνοδευόμενοι από έναν αλβανό ιατρό και τρεις αξιωματούχους του αλβανικού Υπουργείο Εξωτερικών, την 24η Αυγούστου 1972 οι επτά διασωθέντες μεταφέρθηκαν στο μεθοριακό φυλάκιο της Κρυσταλλοπηγής, το οποίο λειτούργησε ad hoc για την παράδοσή τους ενώπιον των ελληνικών στρατιωτικών και λιμενικών αρχών. Οι επτά έλληνες ναυαγοί που έφτασαν στην Κρυσταλλοπηγή ήταν οι εξής: Ιωάννης Καλλέργης ανθυποπλοίαρχος, Λουκάς Λεούσης πρώτος μηχανικός, Ευάγγελος Κατσούρας δεύτερος μηχανικός, Εμμανουήλ Καρραχότζας τρίτος μηχανικός, Ευάγγελος Αμμολοχίτης μηχανοδηγός, Γεώργιος Κομάκης ναύκληρος και Γεώργιος Κουλούρης τροφοδότης.
Οι έλληνες ναυαγοί ντυμένοι με χοντρά ρούχα που τους είχαν δώσει οι Αλβανοί δεν είχαν το κουράγιο να μιλήσουν· εκτός από τις ευχαριστίες προς τις αλβανικές αρχές δεν είχαν τίποτε άλλο να πουν.

Στους αγνοούμενους συγκαταλέγονταν ο Ιωάννης Γκιουζέπης πλοίαρχος, ο οποίος είχε αφήσει την έγκυο γυναίκα του και ένα αβάπτιστο κοριτσάκι. Αλβανικά σκάφη ανέσυραν βραδύτερα το πτώμα του ισπανού ναυτικού Φραγκίσκο Σουαρί, ενώ δεν βρέθηκαν ποτέ τα πτώματα των: Σπυριδούλα Φοββατά και Αναστ. Κορομύτη.
Ο εκπρόσωπος της πλοιοκτήτριας εταιρείας, Ιωάννης Σούμας, δήλωσε ότι το πλοίο ήταν σε πολύ καλή κατάσταση και είχε ναυπηγηθεί το 1957. Τρείς από τους ναυαγούς παρέμειναν σε νοσοκομείο της Φλώρινας νοσηλευόμενοι ενώ οι υπόλοιποι μετέβησαν στη Θεσσαλονίκη. Όλοι έφεραν μικρά τραύματα σε διάφορα μέρη του σώματος, ενώ ο Καλλέργης και ο Κουλούρης είχαν προσβληθεί από ελαφρά βρογχοπνευμονία.

Συγκινημένοι από την στοργική αγάπη των Αλβανών
Στην Κρυσταλλοπηγή αξιωματικός του ελληνικού Λιμενικού πήρε καταθέσεις από τους διασωθέντες προς ερεύνηση των αιτίων του ναυτικού δυστυχήματος και των δραματικών ωρών που διήγαν οι ναυαγοί στη θάλασσα. Όλοι οι διασωθέντες που διεκομίσθησαν στο Δυρράχιο δήλωσαν συγκινημένοι από τις περιποιήσεις που τους επιφύλαξαν οι αλβανικές αρχές. Οι Αλβανοί τούς μετέφεραν στο νοσοκομείο, τους έδωσαν ρούχα και τροφή, τους συμπαραστάθηκαν στις δύσκολες στιγμές τους όσο χρόνο νοσηλεύονταν στο νοσοκομείο. Τα πρώτα λόγια τους ήταν ένα μεγάλο ευχαριστώ προς τις αρμόδιες αλβανικές αρχές και τους απλούς Αλβανούς που τους παρέλαβαν αμέσως μετά την μεταφορά τους στο Δυρράχιο από το ιταλικό και κυπριακό πλοίο. «Μας συμπεριφέρθηκαν πάρα πολύ καλά, μας έδωσαν ρούχα και δώρα για τις οικογένειές μας», ομολόγησαν.
Οι αλβανικές αρχές κινητοποίησαν ταχυκίνητα θαλάσσια και εναέρια μέσα και έδειξαν μεγάλο ενδιαφέρον για τη διάσωση των ναυαγών, κατέθεσε ο έλληνας πρέσβης Διονύσιος Καραγιάννης.

Τραγική επιλογή
Τις ίδιες μέρες εξελισσόταν και μια άλλη ναυτική τραγωδία. Το δεξαμενόπλοιο «Τεξανίτα» ναυαγούσε στην Αφρική με 33 Έλληνες απολεσθέντες και μόνον τρείς διασωθέντες.

Διαβάστε ακόμη

Σχόλια