Λουδίτες: Οι εργάτες που κατέστρεφαν μηχανήματα για να σταματήσουν την βιομηχανική επανάσταση

Η πρόοδος της επιστήμης, οι ραγδαίες τεχνολογικές εξελίξεις και ιδιαίτερα η εμφάνιση και ανάπτυξη της Τεχνητής Νοημοσύνης (Artificial Intellinge, συντομ. AI) έχουν οδηγήσει σε πολλές αλλαγές στην καθημερινότητά μας τα τελευταία χρόνια. Και όμως, απ’ ό,τι φαίνεται, ακόμα δεν έχουμε δει τίποτα. Σαφώς και η Τεχνητή Νοημοσύνη μπορεί να βοηθήσει στην επίλυση σημαντικών προβλημάτων, αλλά υπάρχει και μία άλλη παράμετρος: η AI θα οδηγήσει στην κατάργηση ή εξαφάνιση κάποιων επαγγελμάτων. Ανάμεσά τους οι ταμίες, οι οδηγοί ταξί, λεωφορείων και φορτηγών, τυπογράφοι, βιβλιοθηκάριοι κ.ά. Ορισμένοι βέβαια απ’ όσους εξασκούν σήμερα τα συγκεκριμένα επαγγέλματα, απλά θα κάνουν κάτι παρεμφερές: π.χ. οι βιβλιοθηκάριοι θα «μετατραπούν» σε ένα είδος ξεναγών στις βιβλιοθήκες. Όλα αυτά βέβαια αφορούν το, όχι και τόσο, μακρινό μέλλον.
Γενικότερα, στο πέρασμα των αιώνων υπήρχαν πολύ συχνά εποχές ριζικών αλλαγών και επαγγέλματα που χάνονταν. Οι μεγαλύτεροι σε ηλικία αναγνώστες θα θυμούνται ασφαλώς τους γανωτήδες, τους καρεκλάδες (όχι τους… ντισκόβιους), τους νερουλάδες, τους παγοπώληδες και άλλους.

Το πέρασμα από τη μία εποχή στην άλλη δεν γίνεται πάντα χωρίς αντιδράσεις. Χαρακτηριστικότερη περίπτωση, ίσως, στα νεότερα χρόνια είναι όσα έγιναν στην Αγγλία στις αρχές του 19ου αιώνα με αφορμή την «είσοδο» των μηχανών στην κλωστοϋφαντουργία. Πολλοί εργάτες έμειναν άνεργοι οι αντιδράσεις δεν περιορίστηκαν σε κάποιες διαδηλώσεις ή μεμονωμένες βιαιοπραγίες, αλλά ξεκίνησαν από καταστροφές μηχανημάτων και έφτασαν ως τις συγκρούσεις με τον αγγλικό στρατό! Όλο αυτό το κίνημα που ήταν ενάντια στη βιομηχανική επανάσταση έμεινε γνωστό στην ιστορία ως λουδισμός και οι οπαδοί του, ως Λουδίτες.

Οι αλλαγές στην υφαντουργία τον 18ο αιώνα
Οι πρώτοι νεωτερισμοί στην υφαντουργία ξεκίνησαν πολύ νωρίτερα από τις αρχές του 19ου αιώνα. Συγκεκριμένα, το 1733 ο Τζον Κέι εφεύρε την ιπτάμενη σαΐτα, χάρη στην οποία ένας αργαλειός μπορούσε να τεθεί σε λειτουργία από έναν μόνο εργάτη και όχι από δύο, όπως γινόταν μέχρι τότε. Το 1764 ο υφαντουργός Τζέιμς Χιγκρέιβς επινόησε μια μηχανή κλωστικής γνωστή ως jenny. Το 1769 ο Ρίτσαρντ Άρκραϊτ έλαβε δίπλωμα ευρεσιτεχνίας για τη μηχανή που λειτουργούσε με νερό (waterframe). Το 1785 ο Έντμουντ Κάρτραϊτ έλαβε δίπλωμα ευρεσιτεχνίας για τον μηχανικό αργαλειό, ο οποίος βελτιώθηκε στις αρχές του 19ου αιώνα. Τέλος, το 1799 ο Σάμουελ Κρόμπτον εφεύρε τη διαλείπουσα υφαντική μηχανή (spinning mule). Όλες αυτές οι εφευρέσεις είχαν σαν αποτέλεσμα οι βιομηχανίες υφαντουργίας να χρειάζονται λιγότερους εργάτες.
Για παράδειγμα, οι μηχανικός αργαλειός του Κάρτραϊτ αντικατέστησε βαθμιαία τον χειροκίνητο αργαλειό και οδήγησε σε σημαντική μείωση του κόστους, αφού δύο μηχανικοί αργαλειοί, που μπορούσε να τους χειριστεί ακόμα κι ένα παιδί παρήγαγαν ποσότητα υφάσματος τρεις φορές περισσότερη από έναν χειροκίνητο αργαλειό που τον χειριζόταν ένας ενήλικος, ειδικευμένος εργάτης.

Οι Λουδίτες και η δράση τους – Πώς ξεκίνησε το κίνημα του λουδισμού;
Ήδη από το 1710 κάποιες αυξήσεις στα τρόφιμα είχαν αρχίσει να προκαλούν αντιδράσεις. Τα επόμενα χρόνια, υφαντουργοί, χτίστες και τεχνίτες στη ναυπηγική οργάνωσαν ειρηνικές κοινωνικές ομάδες με σκοπό να ασφαλιστούν σε περίπτωση ανεργίας ή ασθένειας και να έχουν κάποια προστασία απέναντι στους ξένους εργάτες. Οι νέες τεχνικές και εφευρέσεις στην υφαντουργία προκάλεσαν αντιδράσεις το 1768 και το 1779 που αντιμετωπίστηκαν με βίαιη καταστολή και στη συνέχεια με την ψήφιση νόμων.
Το κίνημα των Λουδιτών (Luditte) πήρε το όνομά του από τον Ned Ludd, νεαρό Άγγλο εργάτη ο οποίος το 1779 έσπασε δύο μηχανικούς αργαλειούς. Πιθανώς το Ned Ludd ήταν ψευδώνυμο, όμως το όνομα αυτό πέρασε στη σφαίρα του θρύλου. Το κίνημα των Λουδιτών εμφανίστηκε στη διάρκεια των δύσκολων οικονομικών συνθηκών των Ναπολεόντειων Πολέμων, που συνδυάστηκαν με την αύξηση στη χρήση αυτοματοποιημένου εξοπλισμού κλωστοϋφαντουργίας. Έτσι, ειδικευμένοι εργάτες κινδύνευαν να χάσουν τη θέση τους ή να υποστούν μείωση στους μισθούς τους καθώς πλέον με τα νέα μηχανήματα μπορούσαν να αντικατασταθούν από «φθηνότερους» και λιγότερο ειδικευμένους εργάτες.

Ήδη από το 1810, η βρετανική οικονομία ταλανιζόταν από υψηλή ανεργία και αύξηση του πληθωρισμού. Η δράση των Λουδιτών ξεκίνησε από το Άρνολντ του Νότιγχαμ στις 11 Μαρτίου 1811 και τα επόμενα δύο χρόνια εξαπλώθηκε σχεδόν σε όλη την Αγγλία. Οι Λουδίτες συγκεντρώνονταν τις νύχτες έξω από πόλεις, για να προβούν σε «καταδρομικές επιχειρήσεις», όπως θα λέγαμε σήμερα, εναντίον των βιομηχανιών. Αρχικά στο Νότιγχαμσαϊρ τον Νοέμβριο του 1811 και στη συνέχεια στο Γιόρκσαϊρ στις αρχές του 1812 και στο Λάνκαστερ, ως τον Μάρτιο του 1813 κατέστρεφαν συγκεκριμένους τύπους μηχανημάτων, πλήττοντας στοχευμένα τις βιομηχανίες κάθε περιοχής. Στο Μίντλαντς, το κεντρικό τμήμα της Αγγλίας στόχος τους ήταν οι μηχανές που κατασκεύαζαν φτηνά και κατώτερα είδη δαντέλας. Στη βορειοδυτική Αγγλία οι Λουδίτες προσπάθησαν να καταστρέψουν τους ατμοκίνητους αργαλειούς, η χρήση των οποίων οδηγούσε σε μείωση των μισθών, ενώ στο Γιόρκσαϊρ έφτασαν στο σημείο να καίνε μύλους που χρησιμοποιούνταν στο φινίρισμα μάλλινων υφασμάτων.
Οι περισσότεροι Λουδίτες ήταν πολύ καλά οργανωμένοι και θεωρούσαν ότι το σπάσιμο και η καταστροφή των μηχανών ήταν η κατάλληλη μέθοδος για την επίτευξη των στόχων τους. Εκτός από τις ενέργειές τους αυτές όμως άρχισαν να στέλνουν επιστολές σε τοπικούς βιομηχάνους και κυβερνητικούς αξιωματούχους, απειλώντας με κλιμάκωση των ενεργειών τους αν συνεχιζόταν η χρήση των «απεχθών μηχανών». Πιο ριζοσπαστική απ’ όλες, ήταν η δράση των Λουδιτών του Γιόρκσαϊρ, στις επιστολές των οποίων προς τους τοπικούς αξιωματούχους υπήρχαν ευθείες απειλές, καθώς τους θεωρούσαν συνυπεύθυνους για τη χρήση των νέων μηχανημάτων και τα επακόλουθά της. Αρχικά ,κάποιοι βιομήχανοι φοβήθηκαν και σταμάτησαν να χρησιμοποιούν μηχανές, ενώ παράλληλα προσέλαβαν ξανά κάποιους εργάτες που είχαν απολύσει.

Η αντίδραση της αγγλικής κυβέρνησης – Συγκρούσεις Αγγλικού Στρατού και Λουδιτών
Όπως ήταν αναμενόμενο η αγγλική κυβέρνηση αντέδρασε. Κυβερνητικά στρατεύματα συγκρούστηκαν με Λουδίτες σε περιοχές του Λάνκασαϊρ. Οι Λουδίτες και οι υποστηρικτές τους σκλήρυναν τη στάση τους και άρχισαν να στέλνουν επιστολές σε δικαστές και εμπόρους τροφίμων, απειλώντας ότι θα τους σκοτώσουν. Η κυβέρνηση έστειλε τελικά 12.000 στρατιώτες εναντίον των Λουδιτών, έναν ασυνήθιστα μεγάλο αριθμό, ακόμα και για πολεμικές επιχειρήσεις, περιορισμένης βέβαια κλίμακας. Ο λόρδος Βύρων μιλώντας στη Βουλή των Λόρδων στις 27 Φεβρουαρίου 1812 τάχθηκε με το μέρος των Λουδιτών και επέπληξε την κυβέρνηση για την πολιτική καταστολής που ακολουθούσε, λέγοντας χαρακτηριστικά τα εξής: «Έχω βρεθεί σε μερικές από τις πιο καταπιεσμένες επαρχίες της Τουρκίας, αλλά ποτέ, κάτω από τις δεσποτικές, από τις άπιστες κυβερνήσεις, δεν είδα τέτοια αθλιότητα όπως έχω δει από την επιστροφή μου στην ίδια την καρδιά μιας χριστιανικής χώρας».

Η δολοφονία του ιδιοκτήτη εργοστασίων, οι δίκες, οι απαγχονισμοί και οι εξορίες των Λουδιτών.
Ένα γεγονός κομβικής σημασίας ήταν η δολοφονία του William Horsfall, ενός ιδιοκτήτη εργοστασίων από Λουδίτες. Ο Horsfall ήταν επιχειρηματίας κατασκευής υφασμάτων. Για να διατηρήσει τα κερδοφόρα εργοστάσιά του σε λειτουργία προσέλαβε μισθοφόρους και τοποθέτησε κανόνια στα εργοστάσιά του για να προστατεύσει τις μηχανές του. Έτσι όμως μπήκε στο στόχαστρο των Λουδιτών. Ένα από αυτούς ήταν ο Τζορτζ Μέλορ, 23 ετών περίπου, ο οποίος βλέποντας τις ραγδαίες εξελίξεις στον χώρο των βιομηχανιών αποφάσισε να ενταχθεί στο κίνημα των Λουδιτών. Πανύψηλος και με οργανωτικές ικανότητες ηγήθηκε επιθέσεων σε εργοστάσια.
Στις 11 Απριλίου 1812, ο Μέλορ με τους Γουίλιαμ Θορπ, Τόμας Σμιθ και έναν ακόμα Λουδίτη ο οποίος έγινε έπειτα πληροφοριοδότης της Αστυνομίας έστησαν ενέδρα στον Horsfall. Ο Μέλορ πυροβόλησε τον σαραντάχρονο Horsfall στη βουβωνική χώρα και τον σκότωσε. Η κυβέρνηση μετά τη δολοφονία αυτή συνέλαβε τον Μέλορ και άλλα 60 άτομα, ανάμεσα στα οποία υπήρχαν και ορισμένα που δεν ήταν Λουδίτες.

Όλοι αυτοί δικάστηκαν μαζικά στο Γιορκ τον Ιανουάριο του 1813. Στο δικαστήριο υπήρχαν και ένορκοι και οι διαδικασίες που ακολουθήθηκαν ήταν απολύτως νόμιμες. Λόγω έλλειψης αποδεικτικών στοιχείων, περίπου 30 από τους κατηγορούμενους αθωώθηκαν και αφέθηκαν ελεύθεροι. Οι υπόλοιποι καταδικάστηκαν σε θάνατο και στη λεγόμενη «ποινική μεταφορά» (penal transportation), μιας μορφής εξορία, κυρίως σε αποικίες. Ανάμεσα σε αυτούς που εκτελέστηκαν με απαγχονισμό ήταν οι Μέλορ, Θορπ και Σμιθ (για τον Μέλορ βρήκαμε ότι εκτελέστηκε στο Γιορκ στις 8 Ιανουαρίου 1813). Την ίδια μέρα απαγχονίστηκαν συνολικά 14 Λουδίτες.
Μετά από τις εκτελέσεις και τις σκληρές ποινές σε βάρος των Λουδιτών, το κίνημα άρχισε σταδιακά να φθίνει. Το Κοινοβούλιο ψήφισε νόμο με τον οποίο υπήρχε αυστηρότατη τιμωρία για το σπάσιμο μηχανών. Ο λόρδος Βύρων αντιτάχθηκε σ’ αυτή τη νομοθεσία και έμεινε ένας απ’ τους ελάχιστους υποστηρικτές των Λουδιτών, μετά τις δίκες του Γιορκ. Αν και οι Λουδίτες υπέστησαν ισχυρότατο πλήγμα από τις καταδίκες των ηγετικών στελεχών τους μεμονωμένες ενέργειες – σαμποτάζ έγιναν και τα επόμενα χρόνια. Το 1816 ακτιβιστές έσπασαν τη μηχανή κατασκευής δαντέλας του βιομήχανου Healthcote στο Loughborough. Αυτός και άλλοι βιομήχανοι είχαν κατασκευάσει μυστικούς θαλάμους στα κτίριά τους, που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ως κρυψώνες κατά τη διάρκεια μιας επίθεσης. Το 1817 ο Τζερέμια Μπράντρεθ, ένας άνεργος, πρώην εργαζόμενος σε εργοστάσιο κατασκευής καλτσών και μάλλον παλιός Λουδίτης, ηγήθηκε της λεγόμενης Επανάστασης του Pentrich, χωριού στο Ντέρμπισαϊρ. Σε σύγκρουση με κυβερνητικά στρατεύματα οι επαναστάτες διασκορπίστηκαν.

Σαράντα από αυτούς αιχμαλωτίστηκαν, ενώ οι αρχηγοί της εξέγερσης ξέφυγαν και συνελήφθησαν αργότερα. Στη δίκη που ακολούθησε, έντεκα επαναστάτες καταδικάστηκαν σε ισόβια, τρεις σε «ποινική μεταφορά» και είκοσι τρεις σε μικρότερες ποινές. Ο Μπράντρεθ ως αρχηγός και άλλοι δύο (Turner και Ludlam) ως ηγετικά στελέχη της επανάστασης καταδικάστηκαν σε θάνατο και εκτελέστηκαν. Αυτή ήταν και η τελευταία σημαντική ενέργεια των Λουδιτών, αν και δεν έγιναν καταστροφές μηχανημάτων στη διάρκειά της. Περισσότερο σχετιζόταν με τις αυξήσεις των τιμών των αγαθών που προέκυψαν μετά τους Ναπολεόντειους Πολέμους. Σήμερα η λέξη λουδίτης χρησιμοποιείται μεταφορικά και δηλώνει τον εχθρό της τεχνολογικής ανάπτυξης.

Επίλογος
Ο λουδισμός προέκυψε ως κίνηση διαμαρτυρίας και απελπισίας φτωχών εργατών σε κλωστοϋφαντουργίες της Αγγλίας. 20.000 από αυτούς είχαν μείνει άνεργοι με την «εισβολή» των μηχανών. Η εβδομαδιαία αμοιβή ενός υφαντουργού στο Λάνκασαϊρ μειώθηκε από 25 σελίνια το 1800 σε 14 το 1811. Η αγορά πλημμύριζε από φτηνά, κατώτερης ποιότητας προϊόντα και η κυβέρνηση αδυνατούσε να πάρει μέτρα που θα βοηθούσαν τους εργαζόμενους. Αντίθετα, νομοθέτησε υπέρ των βιομηχάνων.
Το άκρως επίκαιρο αυτό θέμα θίγει ο Brian Merchant στο βιβλίο του «Blood in Machine» («Αίμα στη Μηχανή») (2023). Σύμφωνα με τον Merchant οι Λουδίτες δεν αντιστάθηκαν στην τεχνολογία αυτή καθαυτή, αλλά αγωνίστηκαν για τα δικαιώματα των εργαζόμενων, απέναντι στην, άδικη γι’ αυτούς, κερδοφορία των βιομηχάνων από τον αυτοματισμό. Κατά ένα περίεργο τρόπο το θέμα ήρθε στην επικαιρότητα σχεδόν διακόσια χρόνια αργότερα, αποδεικνύοντας ότι η ιστορία κάνει κύκλους.

Θα δικαιωθεί άραγε ο Sam Altman, CEO της OpenAI που δήλωσε στο «The Atlantic», με περίσσιο κυνισμό, ότι «θέσεις εργασίας σίγουρα θα εξαφανιστούν» ή για μία ακόμα φορά ο άνθρωπος θα βγει νικητής, αυτή τη φορά σε μία μάχη απέναντι στον ίδιο του τον εαυτό;

Διαβάστε ακόμη

Σχόλια