Γράφει ο Σταυρος Ντάγιος
Τετάρτη, 24 Ιουλίου 2002. Η Literatus είχε συγκαλέσει ένα άτυπο συμβούλιο για να αποφασίσει την έγκριση ή απόρριψη μιας έκδοσης από τα Ρωσικά. Εν μέσω εργασιών, τελείως απρόσκλητος, προσήλθε με τις μεγάλες δρασκελιές του ο Αριστοτέλης Πάνος, δραστήριος, θορυβώδης, ευθυτενής, όπως τον γνώριζα. Τον σύστησα στους συνεργάτες μου, και τανάπαλι. Ο Αριστοτέλης, όταν άκουσε «συμβούλιο για τη ρωσική λογοτεχνία», πήρε ύφος ηθοποιού και απήγγειλε μεγαλόφωνα στίχους από τον Ευγένιο Ονέγκιν του Πούσκιν στα ρωσικά:
Λοιπόν, λεγόταν Τατιανή.
Δὲν εἴλκυε τα βλέμματα
μήτ’ ἀπ’ τὴν ὀμορφιά τῆς ἀδερφῆς
μήτ’ ἀπ’ τὰ δροσερά της χρῶματα.
Ἄγρια, θλιμμένη, σιωπηλή
δορκάς του δάσους ντροπαλή,
στὴν οἰκογένεια τὴ δική της
σὰν ξένο ἕμοιαζε κορίτσι.
Δὲν ἤξερε πῶς νἀγκαλιάζει
τη μάνα της ἤ τὸν πατέρα∙
μὲς σὲ πλῆθος παιδιῶν παιδί ἡ ἴδια,
δὲν ἥθελε να παίζει ἢ νὰ πηδάει
καὶ ἔθασσε ὁλημερίς, συχνά
στὸ παραθύρι, σιωπηλά.
(Απόδοση στα ελληνικά: απόδοση Γ. Α. Σιβρίδη)
Η Σβετλάνα, επιμελήτρια ρωσικών και δεινός γνώστης της λογοτεχνίας, πάγωσε. Αποσβολωμένη, τον ρωτάει στα ρωσικά:
-Είστε μοσχοβίτης;
- Όχι, γλυκιά μου. Είμαι Έλληνας.
- Τα ρωσικά σας είναι καλύτερα από τα δικά μου!
Σηκώθηκε, τον αγκάλιασε στοργικά, σαν πατέρα της και αυτός την ασπάσθηκε φιλώντας της ευγενικά το χέρι. Η σκηνή ήταν σα να έβγαινε από την «Άννα Καρενίνα», το Τολστόι. Το συμβούλιο ναυάγησε, αλλά συνέχισε με μια συναρπαστική συζήτηση για τη Ρωσία, τη γλώσσα και το πνεύμα της.
Η σκηνή αυτή είχε επαναληφθεί δεκαπέντε χρόνια πριν, τον μακρινό Ιούλιο 1987 στο Μέγαρο Πολιτισμού της Αλβανίας, αλλά με άλλους πρωταγωνιστές και γλωσσικούς συνδυασμούς.
Βρεθήκαμε στο συνηθισμένο αντάμωμα των Βορειοηπειρωτών των Τιράνων για ένα καφέ. Ανεβαίνοντας στις σκάλες, με πρόλαβε ο Αριστοτέλης, με τις «μεγάλες δρασκελιές». Με κράτησε από το μανίκι και μου είπε χαμηλοφώνως:
Άφκιαστο κι αστόλιστο
του χάρου δε σε δίνω.
Στάσου με το ανθόνερο
την όψη σου να πλύνω.
Το στερνό το χτένισμα
με τα χρυσα τα χτένια,
πάρτε απ’ τη μανούλα σας
μαλλάκια μεταξένια.
Μήπως και τον χάροντα
καθώς θα σε κοιτάξει,
του φανείς αχάιδευτο
και σε παραπετάξει.
Κι αν διψάσεις μην το πιεις
από τον κάτω κόσμο
το νερό της αρνησιάς
φτωχό κομμένο δυόσμο.
Μην το πιεις και ολότελα
και αιώνια μας ξεχάσεις,
βάλε τα σημάδια σου
τον δρόμο να μην χάσεις.
Και στο σπίτι τ’ άραχνο
γυρνώντας, ω ακριβέ μας
γίνε αεροφύσημα
και γλυκοφίλησέ μας.
Γούρλωσα τα μάτια. Αυτός ο τεράστιος οικονομολόγος, που, όταν δημοσίευε στον αλβανικό τύπο για τους οικονομικούς ισολογισμούς, τις αγορές και το χρήμα τον διάβαζε ο ίδιος ο αλβανός πρωθυπουργός, γνώριζε και είχε αποστηθίσει τον Παλαμά! Τον κοίταξα με λατρεία. Εκείνος δάκρυσε και άθελά του και μου είπε:δορκάς του δάσους ντροπαλή,
στὴν οἰκογένεια τὴ δική της
σὰν ξένο ἕμοιαζε κορίτσι.
Δὲν ἤξερε πῶς νἀγκαλιάζει
τη μάνα της ἤ τὸν πατέρα∙
μὲς σὲ πλῆθος παιδιῶν παιδί ἡ ἴδια,
δὲν ἥθελε να παίζει ἢ νὰ πηδάει
καὶ ἔθασσε ὁλημερίς, συχνά
στὸ παραθύρι, σιωπηλά.
(Απόδοση στα ελληνικά: απόδοση Γ. Α. Σιβρίδη)
Η Σβετλάνα, επιμελήτρια ρωσικών και δεινός γνώστης της λογοτεχνίας, πάγωσε. Αποσβολωμένη, τον ρωτάει στα ρωσικά:
-Είστε μοσχοβίτης;
- Όχι, γλυκιά μου. Είμαι Έλληνας.
- Τα ρωσικά σας είναι καλύτερα από τα δικά μου!
Σηκώθηκε, τον αγκάλιασε στοργικά, σαν πατέρα της και αυτός την ασπάσθηκε φιλώντας της ευγενικά το χέρι. Η σκηνή ήταν σα να έβγαινε από την «Άννα Καρενίνα», το Τολστόι. Το συμβούλιο ναυάγησε, αλλά συνέχισε με μια συναρπαστική συζήτηση για τη Ρωσία, τη γλώσσα και το πνεύμα της.
Η σκηνή αυτή είχε επαναληφθεί δεκαπέντε χρόνια πριν, τον μακρινό Ιούλιο 1987 στο Μέγαρο Πολιτισμού της Αλβανίας, αλλά με άλλους πρωταγωνιστές και γλωσσικούς συνδυασμούς.
Βρεθήκαμε στο συνηθισμένο αντάμωμα των Βορειοηπειρωτών των Τιράνων για ένα καφέ. Ανεβαίνοντας στις σκάλες, με πρόλαβε ο Αριστοτέλης, με τις «μεγάλες δρασκελιές». Με κράτησε από το μανίκι και μου είπε χαμηλοφώνως:
Άφκιαστο κι αστόλιστο
του χάρου δε σε δίνω.
Στάσου με το ανθόνερο
την όψη σου να πλύνω.
Το στερνό το χτένισμα
με τα χρυσα τα χτένια,
πάρτε απ’ τη μανούλα σας
μαλλάκια μεταξένια.
Μήπως και τον χάροντα
καθώς θα σε κοιτάξει,
του φανείς αχάιδευτο
και σε παραπετάξει.
Κι αν διψάσεις μην το πιεις
από τον κάτω κόσμο
το νερό της αρνησιάς
φτωχό κομμένο δυόσμο.
Μην το πιεις και ολότελα
και αιώνια μας ξεχάσεις,
βάλε τα σημάδια σου
τον δρόμο να μην χάσεις.
Και στο σπίτι τ’ άραχνο
γυρνώντας, ω ακριβέ μας
γίνε αεροφύσημα
και γλυκοφίλησέ μας.
- Ο Παλαμάς μου αρέσει. Έχει μεταφραστεί στα αλβανικά ο “Δωδέκαλογος του γύφτου”, αλλά… (Pallamas; K. Dodekalogu i evgjitit, Fjala e pestë -Vdekja e të vjetërve.-Varri,/Poezi greke.Përktheu Spiro Çomora -Nëntori 1959, nr. 4; 171-177)
Κάτι άλλο ήθελε να μου πει, αλλά… τότε, την εποχή της αυτολογοκρισίας και της αυθυποβολής, όλοι οι διάλογοι έμεναν ημιτελείς με ένα “αλλά” και αποσιωπητικά.
Πρόσθεσε:
“Ο θάνατος του παλικαριού” του Κωστή Παλαμά μπορεί να μεταφραστεί, είναι σπουδαίο διήγημα, το είχα διαβάσει και ρωσικά. Αλλά … φτάνει τώρα… σώπασε και όταν ενωθήκαμε με την παρέα δεν μίλησε καν. Μάλιστα, έδειχνε κάπως φοβισμένος για αυτό που είχε αποτολμήσει να εξομολογηθεί.
Φύγαμε μαζί. Του είπα ότι στα μάτια μου ήταν ένας σπουδαίος διανοούμενος, ευαίσθητος και ευρυμαθής. Και ότι τον θαύμαζα. Πώς μπορούσε να συνδυάσει τον οικονομικό επιστήμονα με τον λάτρη της λογοτεχνίας; Ως νεαρός επιμελητής λογοτεχνίας τότε, αναμετρήθηκα με το τεράστιο πνευματικό του ανάστημα και ανεδείχθειν νάνος. Η προτροπή του, όμως στάθηκε αφορμή να μεταφράσω το «Θάνατο του παλικαριού» στα αλβανικά και να κερδίσει και βραβείο καλής μετάφρασης (Pallamas, Kostis. Të jesh i bukur dhe të vdesësh. /Novelë. Përkth.: Stavri Dajo/ - Nëntori, 1989, nr. 6, f. 135-153).
Ποιος ήταν, όμως, ο Αριστοτέλης Πάνος;
Ο Αριστοτέλης Πάνος γεννήθηκε στη Βάνιστα το 1933 και αποφοίτησε το Οικονομικό Πανεπιστήμιο της Μόσχας (1955), όπου μυήθηκε, εκτός από την οικονομική επιστήμη, στη λογοτεχνία, η οποία ήταν η κρυφή του αγάπη. Υπήρξε καθηγητής Οικονομικών Επιστημών του Πανεπιστημίου των Τιράνων με το προσωνύμιο «τίγρης της οικονομίας». Είναι συγγραφέας του “Λεξικού Οικονομικών όρων” (στα αλβανικά) και μια σειρά μελετημάτων που προκαλούν ακόμα και σήμερα την ακαδημαϊκή προσοχή. Μετάφρασε στα αλβανικά έργα του J. M. Keynes και Alan Greenspan. To 1984 του απονεμήθηκε υψηλή τιμητική διάκριση από την Αλβανική Ακαδημία.
Ο Αριστοτέλης Πάνος υπήρξε πολλά χρόνια στενός φίλος μου. Ιδιαίτερα ευαίσθητος για τον βορειοηπειρωτικό πολιτισμό και την ιστορία, πάντα με προέτρεπε να καταγραφεί σχολαστικά η πνευματική παρακαταθήκη των προγόνων μας και να γραφεί με σεβασμό η ιστορία μας, η οποία πρέπει να ενώνει και όχι να διχάζει. Δεν θα ξεχάσω ποτέ τις συζητήσεις μας υψηλού πνευματικού επιπέδου για την τέχνη, τη λογοτεχνία και την επιστήμη. Έφυγε ένα μουντό απόγευμα του Οκτώβρη 2021. Αλλά, ως επιστήθιος φίλος μου και διανοούμενος, «έβαλε σημάδια και δεν μας ξεχνά», παλιννοστεί ενίοτε με το πνεύμα και το έργο του. Είμαι ευλογημένος που τον γνώρισα και έμαθα τόσα πολλά.
Διαβάστε ακόμη



Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών