Γράφει ο Ορφέας Μπέτσης
Εκ πρώτης όψεως φαίνεται απ’ τα εύκολα υπό εξέταση 35 κεφάλαια (Acquis) των ενταξιακών διαπραγματεύσεων, με δεδομένο ότι η αλβανική κυβέρνηση, σε όλους τους τόνους, δίνει όρκους συμμόρφωσης στο άρμα του ευρω-ατλαντικού προσανατολισμού. Βέβαια, στην πράξη αλληθωρίζει σε ατζέντες που υπονομεύουν την εξωτερική πολιτική και ειδικά την πολιτική περιφερειακής συνεργασίας και ασφάλειας της Ένωσης.
Ως γνωστόν στις 15 Οκτωβρίου, στην πρώτη Διακυβερνητική Συνδιάσκεψη στο Λουξεμβούργο, ξεκίνησαν επισήμως οι Ενταξιακές Διαπραγματεύσεις ΕΕ-Αλβανίας, εστιάζοντας στο Κεφάλαιο 1 της Διαδικασίας που αφορά τα Θεμελιώδη Δικαιώματα και Ελευθερίες. Σε ό,τι αφορά στην Εθνική Ελληνική Μειονότητα, εννοείται ότι το προαναφερόμενο Κεφάλαιο έχει ουσιαστική σημασία για τα δικαιώματα της. Η δε Αθήνα – την στιγμή που δεν έχει κατορθώσει να επιβάλει στα Τίρανα πολιτικές επαρκούς προστασίας του γηγενούς Βορειοηπειρωτικού Ελληνισμού – εναποθέτει πολλά σε αυτό το Κεφάλαιο, ίσως και πέραν των ρεαλιστικών προσδοκιών. Ταυτόχρονα, ισχυρίζεται ότι θα αξιοποιήσει την σχετική συζήτηση για να εξασφαλίσει συγκεκριμένες δεσμεύσεις από την Αλβανία.
Την ίδια στιγμή, η τρέχουσα oυγγρική Προεδρεία της ΕΕ, με ανάρτηση της στο “Χ”, δημοσιοποίησε την απόφαση των Πρεσβευτών των 27 χωρών-μελών για την επόμενη Διακυβερνητική με τα Τίρανα, όπου θα ξεκινήσει η εξέταση του Κεφαλαίου 6 του Πρωτοκόλλου Ένταξης. Χωρίς να επιδιώκουμε να αναλύσουμε τους στόχους της ουγγρικής διπλωματίας, αρκεί να επισημάνουμε ότι θεωρεί ως επιτυχία της το γεγονός ότι στις αρχές του επόμενου έτους η Αλβανία προχωρά στο επόμενο βήμα της τυπικής διαδικασίας διεύρυνσης.
Ωστόσο, η πρόκληση δεν είναι τόσο για την Βουδαπέστη και τα Τίρανα, ποσό μάλλον για τις Βρυξέλλες. Εξάλλου σε μια περίοδο μεγάλων γεωστρατηγικών μεταβολών, η διαδικασία μοιάζει περισσότερο να αφορά ζητήματα δευτερεύουσας σημασίας, παρά τους όποιους ισχυρισμούς περί του αντιθέτου. Το κυριότερο, για την συμμόρφωση των Βαλκανίων στο άρμα της στρατηγικής συνοχής της Δύσης φροντίζει η Ουάσιγκτον, ως πολύ πιο άμεσα ενδιαφερόμενη και έχοντας την δυνατότητα να τα “πειθαρχεί” από ενδεχόμενες αποκλίνουσες τάσεις. Η πρόκληση είναι για την Αθήνα.
Η ευκαιρία με την Αλβανία
Στην πραγματικότητα, με αφορμή την έναρξης της εξέτασης του Κεφαλαίου 6 περί Εξωτερικής Πολιτικής και Περιφερειακής Ασφάλειας, είναι η καλύτερη ευκαιρία για την Αθήνα να ζητήσει απ’ τα Τίρανα – εάν όχι αλλαγή πλεύσης – τουλάχιστον τις πρέπουσες εξηγήσεις για την αδράνεια στην οριστικοποίηση της συμφωνίας οριοθέτησης θαλασσίων ζωνών στο Ιόνιο. Ως γνωστόν το 2009 είχε συν-ομολογηθεί Διακυβερνητική Συμφωνία, την οποία κατήγγειλε στο Συνταγματικό Δικαστήριο της Αλβανίας η τότε αξιωματική αντιπολίτευση και νυν κυβέρνηση του Σοσιαλιστικού Κόμματος του Έντι Ράμα.
Ενώ είναι σαφές ότι η συμφωνία εξυπηρετεί και την Αλβανία, η οποία για πρώτη φορά καλείται να κατοχυρώσει δικαιώματα στο Ιόνιο, την αρνείται, στην πραγματικότητα για να εξυπηρετήσει την Τουρκία. Τώρα είναι η ευκαιρία για την Αθήνα να πιέσει πολιτικά, προκειμένου να αποδειχθεί ο βαθμός υποτέλειας του Ράμα στην ατζέντα των Ερντογάν-Φιντάν, πράγμα που στην πραγματικότητα αντιβαίνει στις στοχεύσεις της ΕΕ – και στο πεδίο εφαρμογής της Σύμβασης του Μοντέγκο Μπέι – αλλά κυρίως για να τιθασευτεί επιτέλους η αλαζονεία και η διάθεση προκλητικής επιβολής του. Είναι ζήτημα εθνικής αξιοπρέπειας να μην έχουν τα Τίρανα “λευκή επιταγή” στην μεταχείριση τους από την ΕΕ. Πόσο μάλλον όταν με τις εξελίξεις των τελευταίων χρόνων που σημειώνονται στην εξωτερική πολιτική, το προαναφερόμενο δεν είναι και κάτι παράδοξο!
Τα Τίρανα έχουν υπογράψει την Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας και με βάση αυτήν την υπογραφή διαπραγματεύτηκαν και συνομολόγησαν την σχετική Συμφωνία οι κυβερνήσεις Καραμανλή-Μπερίσα. Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει δε καταστήσει την Σύμβαση αναπόσπαστο παράρτημα του Ευρωπαϊκού Δικαίου. Ως εκ τούτου, τα Τίρανα πρέπει να αποσαφηνίσουν την στάση και την θέση τους, κατά την εξέταση του Κεφαλαίου 6. Εξάλλου πρόκειται για ένα ζήτημα πραγματικών παραμέτρων στις ελληνοαλβανικές σχέσεις. Μάλιστα η όλη συζήτηση περί δήθεν συνυποσχετικού προσφυγής σε διεθνή δικαιοδοσία, δύναται να ακυρωθεί εάν τα Τίρανα και η κυβέρνηση του Ράμα κληθούν να τοποθετηθούν, στερούμενοι τα όποια παράθυρα υπεκφυγών.
Η υπόθεση έχει και μία άλλη διάσταση. Ο ανθελληνισμός που σκοπίμως καλλιεργούν Τίρανα και Άγκυρα εν πολλοίς εδράζεται στην φημολογία ότι δια της Συμφωνίας του 2009 η Ελλάδα αποσκοπούσε στον “σφετερισμό περιοχής” που υπό “κανονικές συνθήκες” πρέπει να καταχωρηθεί στην Αλβανία, με τη λογική ότι τα Διαπόντια Νησιά δεν δικαιούνται ΑΟΖ!
Προφανώς οι γραφειοκράτες των Βρυξελλών θα θεωρήσουν το ζήτημα ελάσσονος σημασίας και βαρύτητας. Όμως για την Αθήνα αποτελεί μείζονα υπόθεση για να αποκαλυφθούν οι πραγματικές προθέσεις των Τιράνων και οι δεσμοί τους με την Άγκυρα.
Διαβάστε ακόμη
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών