Γράφει ο Στέλιος Φενέκος
Δύο ημέρες πριν τις εκλογές στις ΗΠΑ, στο Συνέδριο "G3 Foresight Forum", κάποιοι από τους συμμετέχοντες προέβλεψαν με ακρίβεια και με στοιχεία την επανεκλογή Τραμπ, παρά τις υπεραισιόδοξες προβλέψεις σύσσωμου σχεδόν του Δυτικού τύπου (και αμερικανικού εν πολλοίς).
Και αποτελεί έκπληξη, πως μετά τις εκλογές εμφανίσθηκαν τόσοι πολλοί "μετά Χριστόν προφήτες", που εξηγούν μάλιστα με βεβαιότητα και το "γιατί" με ατεκμηρίωτες εν πολλοίς "διαπιστώσεις".
1. Η ΕΕ ΚΑΙ Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΡΑΜΠ
Ως Πρόεδρος των ΗΠΑ, ο Τραμπ υιοθέτησε μια πιο εθνοκεντρική εξωτερική πολιτική και εστίασε στο δόγμα "America First" (Πρώτα η Αμερική). Αυτή η στάση αντικατοπτρίστηκε και στην πολιτική του στάση απέναντι στην Ευρώπη, καθώς και στις στρατηγικές συμμαχίες που επιδίωξε. Και οι οποίες επ ουδενί ήταν σχέσεις απομόνωσης.
Οικονομικά, οι ΗΠΑ και η Ευρώπη είναι πολύ αλληλοεξαρτώμενες, με μεγάλα επίπεδα εμπορίου και επενδύσεων μεταξύ τους. Παρά την κριτική του Τραμπ, που έκανε προς χώρες όπως η Γερμανία για το εμπορικό τους πλεόνασμα , οι οικονομικές σχέσεις παρέμειναν σημαντικές.
Σήμερα η ΕΕ εξακολουθεί να είναι από τους μεγαλύτερους εμπορικούς εταίρους των ΗΠΑ, και εκατοντάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού εξαρτώνται από αυτή τη συνεργασία.
2. ΗΠΑ-ΝΑΤΟ-ΕΕ
Στον τομέα της άμυνας, αν και ο Τραμπ πίεσε τους συμμάχους του ΝΑΤΟ, ιδιαίτερα τις χώρες της Ευρώπης, να αυξήσουν τις αμυντικές τους δαπάνες, θεωρώντας ότι οι ΗΠΑ επιβαρύνονται οικονομικά δυσανάλογα για τη διατήρηση της ασφάλειας της Δύσης, εν τούτοις, η στρατηγική σημασία της Ευρώπης είναι αδιαμφισβήτητη.
Οι ΗΠΑ έχουν στρατιωτικές βάσεις στην Ευρώπη, οι οποίες αποτελούν σημαντικά σημεία υποστήριξης και στρατηγικής θέσης, τόσο για την ανάσχεση της επιθετικότητας της Ρωσίας (όχι μόνο ως προς την Ουκρανία αλλά και ως προς άλλες ευρωπαϊκές χώρες και χώρες του Εύξεινου Ποντου), όσο και για τις συγκρούσεις στην Μέση Ανατολή.
Ο Τραμπ εστιάζει περισσότερο στην εγχώρια κοινή γνώμη, απευθυνόμενος σε ένα ακροατήριο που βλέπει με σκεπτικισμό τις δαπάνες για πολυμερείς συνεργασίες και θεωρούν ότι οι ΗΠΑ αρκετά χρηματοδότησαν τόσο πολύ, την Ουκρανία, τους διεθνείς οργανισμούς και τους παραδοσιακούς συμμάχους τους. Ωστόσο, σε διεθνές επίπεδο, η διατήρηση καλών σχέσεων με την Ευρώπη παραμένει πολύτιμη για την αμερικανική ηγεσία και τη διατήρηση του αμερικανικού ρόλου ως υπερδύναμη.
3. RPIMACY OR COOPERATIVE SECURITY
Γεωπολιτικά, η συμμαχία ΗΠΑ-ΕΕ λειτουργεί ως αντίβαρο σε χώρες όπως η Ρωσία, η Κίνα οι διευρυνόμενοι BRICS, η Συμφωνία της Σαγκάης κλπ .
Η αποδυνάμωση των δεσμών με την Ευρώπη θα μπορούσε να περιορίσει την επιρροή των ΗΠΑ σε παγκόσμιο επίπεδο, αφού πλέον oi HΠA δεν μπορούν να υποστηρίξoyn την ηγεμονία τoυς (Primacy) και χρειάζονται την συνεργατική ασφάλεια (Cooperative security) της ΕΕ και του ΝΑΤΟ.
Ο Τραμπ το αντιλαμβάνεται αυτό και παρά τα όσα λέει για το ΝΑΤΟ, δεν θα επιδίωκε την αποχώρηση (καθ' οιονδήποτε τρόπο) των ΗΠΑ από αυτό.
Ενδεχομένως να είναι πιο πρόθυμος να υιοθετήσει τακτικές που είναι ωφέλιμες διμερείς συμφωνίες με επιμέρους χώρες – αντιπροσώπους, για να καλύψει τα κενά της αδυναμίας των ΗΠΑ να κινηθούν ηγεμονικά στο διεθνές πεδίο συγκρούσεων. Και μία από αυτές τις χώρες μπορεί να είναι και η Τουρκία (υπάρχουν πολλές πιθανότητες).
Συνεπώς οι οικονομικοί, στρατηγικοί και γεωπολιτικοί δεσμοί των ΗΠΑ με την ΕΕ είναι πολύ ισχυροί για να αγνοηθούν. Επομένως, ενώ ο Τραμπ μπορεί να μην επιθυμεί μια βαθιά εξάρτηση με την Ευρώπη, χρειάζεται την υποστήριξη και τη συνεργασία της για να διατηρηθούν οι ΗΠΑ σε θέση ισχύος στην παγκόσμια σκηνή.
4. ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΓΙΑ ΕΝΕΡΓΕΙΑ & ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ
Ένα από τα πιο αμφιλεγόμενα βήματα της πολιτικής του για την ενέργεια και το περιβάλλον ήταν η αποχώρηση των ΗΠΑ από τη Συμφωνία του Παρισιού για την Κλιματική Αλλαγή το 2017. Επίσης δεν έδωσε προτεραιότητα στην ανάπτυξη ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, όπως η ηλιακή και η αιολική ενέργεια. Αν και οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας συνέχισαν να αναπτύσσονται στις ΗΠΑ, λόγω κυρίως ιδιωτικών επενδύσεων και πολιτειακών πρωτοβουλιών, η ομοσπονδιακή στήριξη για έργα καθαρής ενέργειας ήταν περιορισμένη.
Επιπλέον, ο Τραμπ επικαλέστηκε συχνά αρνητικά σχόλια για τις ανανεώσιμες τεχνολογίες, όπως ανεμογεννήτριες, αμφισβητώντας την αποδοτικότητα και την αισθητική τους.
Η πολιτική του Τραμπ στον τομέα της ενέργειας επικεντρώθηκε στην ενίσχυση της παραγωγής ορυκτών καυσίμων και στην άρση των περιβαλλοντικών κανονισμών, υποστηρίζοντας ότι αυτό θα ενίσχυε την αμερικανική οικονομία και την ενεργειακή ανεξαρτησία.
Εστίασε στην "ενεργειακή κυριαρχία" των ΗΠΑ, προσπαθώντας να τις καταστήσει εξαγωγέα πετρελαίου και φυσικού αερίου. Αυτή η στρατηγική είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση της παραγωγής και εξαγωγής υδρογονανθράκων, κάνοντάς τις ΗΠΑ ενεργειακά αυτάρκεις και ενισχύοντας την παρουσία τους στις παγκόσμιες ενεργειακές αγορές. Αναδείχθηκαν μάλιστα σε σημαντικό εξαγωγέα LNG (υγροποιημένου φυσικού αερίου) κατά την περίοδο αυτή, κάτι που επηρέασε τις τιμές και τις ροές ενέργειας παγκοσμίως. Αν και αυτό είχε ορισμένα οικονομικά οφέλη, προκάλεσε σημαντικές περιβαλλοντικές ανησυχίες και έφερε τις ΗΠΑ σε αντίθεση με τις διεθνείς προσπάθειες για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.
5. Ο ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΚΙΝΑΣ
Η πολιτική του Τραμπ προς την Κίνα ήταν αρκετά επιθετική και καθοδηγούμενη από την αρχή "America First", καθώς επιδίωκε να μειώσει την εξάρτηση των ΗΠΑ από την Κίνα και να αντιμετωπίσει ζητήματα που, σύμφωνα με τον ίδιο, έβλαπταν τα αμερικανικά συμφέροντα.
Η πολιτική του βασίστηκε σε τέσσερις βασικούς πυλώνες: το εμπόριο, την τεχνολογία, την εθνική ασφάλεια και την επιρροή της Κίνας σε παγκόσμιο επίπεδο.
Ο Τραμπ επέβαλε δασμούς σε κινεζικά προϊόντα αξίας εκατοντάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων, με σκοπό να περιορίσει το μεγάλο εμπορικό έλλειμμα των ΗΠΑ με την Κίνα και να αναγκάσει το Πεκίνο να υιοθετήσει πιο δίκαιες πρακτικές.
Οι δασμοί, που επιβλήθηκαν σε διάφορα προϊόντα, έφτασαν να πλήττουν από τα βιομηχανικά προϊόντα μέχρι τα αγροτικά είδη. Η "Πρώτη Φάση" της εμπορικής συμφωνίας που υπογράφτηκε το 2020 ήταν αποτέλεσμα αυτών των πιέσεων, με την Κίνα να δεσμεύεται να αυξήσει τις αγορές αμερικανικών προϊόντων και να προστατεύσει πνευματικά δικαιώματα, αν και τα αποτελέσματα αυτής της συμφωνίας ήταν αμφιλεγόμενα.
Επίσης είχε λάβει μέτρα για να περιορίσει την πρόσβαση της Κίνας σε προηγμένη αμερικανική τεχνολογία. Οι περιορισμοί αυτοί αφορούσαν κυρίως εταιρείες υψηλής τεχνολογίας και social media, επικαλούμενος λόγους εθνικής ασφάλειας.
Εκτιμάται ότι αυτά τα μέτρα θα συνεχισθούν, γιατί έχουν ως στόχο να αναχαιτίσουν την άνοδο της Κίνας ως τεχνολογικής δύναμης (που αντιγράφει κλεψίτυπα την αμερικανική τεχνολογία), καθώς η τεχνολογία είναι κρίσιμη για την εθνική ασφάλεια και την οικονομική ισχύ.
6. ΕΘΝΙΚΗ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΚΑΙ ΣΥΜΜΑΧΙΕΣ
Σε ότι αφορά την Εθνική Ασφάλεια και τις Συμμαχίες, ο Τραμπ είχε αυξήσει την πίεση στην Κίνα και στον στρατιωτικό τομέα, ενισχύοντας συμμαχίες στην περιοχή του Ινδο-Ειρηνικού (όπως με την Ιαπωνία, την Αυστραλία και την Ινδία), για να περιορίσει την κινεζική επιρροή και να αντιμετωπίσει τον αυξανόμενο στρατιωτικό ανταγωνισμό.
Οι ΗΠΑ ενίσχυσαν την παρουσία τους στη Νότια Σινική Θάλασσα, αμφισβητώντας τις εδαφικές διεκδικήσεις της Κίνας και ενθαρρύνοντας την ελεύθερη ναυσιπλοΐα στην περιοχή. Εκτιμάται ότι την ίδια πολιτική θα ακολουθήσει και τώρα, αφού θεωρεί την Κίνα απειλή για την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ, λόγω της επιθετικής εξωτερικής της πολιτικής και της τεχνολογικής της ανάπτυξης.
Προσπάθησε επίσης να περιορίσει την αυξανόμενη παγκόσμια επιρροή της Κίνας, μέσω πρωτοβουλιών όπως US Internationa Development Finance Corporation (DFC ), η οποία είχε στόχο να προσφέρει οικονομική βοήθεια σε χώρες στον Ινδο-Ειρηνικό που αντιμετωπίζουν δυσκολίες και επιδιώκουν εναλλακτικές επιλογές χρηματοδότησης εκτός της Κίνας .
7. ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΠΡΟΣ ΤΟ ΙΡΑΝ
Η πολιτική του Ντόναλντ Τραμπ προς το Ιράν ήταν έντονα συγκρουσιακή και εστιασμένη στην αποδυνάμωση του Ιράν μέσω οικονομικών, στρατιωτικών και διπλωματικών πιέσεων, με συμμαχίες των ΗΠΑ με χώρες που θεωρούν το Ιράν ως απειλή, όπως η Σαουδική Αραβία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και το Ισραήλ.
Ένα παράδειγμα αυτής της στρατηγικής ήταν οι "Συμφωνίες του Αβραάμ" που υπεγράφησαν μεταξύ του Ισραήλ και πολλών αραβικών κρατών.
Ο Τραμπ υιοθέτησε μια "πολιτική μέγιστης πίεσης", η οποία είχε στόχο να περιορίσει την περιφερειακή επιρροή του Ιράν και να το αναγκάσει να διαπραγματευτεί από την αρχή μια πιο αυστηρή πυρηνική συμφωνία, αποχωρώντας από την Κοινή Συνολική Δράση (JCPOA) το 2018, γνωστή ως "πυρηνική συμφωνία του Ιράν" (είχε συναφθεί το 2015 μεταξύ του Ιράν και της ομάδας των χωρών P5+1: ΗΠΑ, Ρωσία, Κίνα, Ηνωμένο Βασίλειο, Γαλλία και Γερμανία). Η Συμφωνία προέβλεπε τον περιορισμό του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν με αντάλλαγμα την άρση των οικονομικών κυρώσεων.
Μετά την αποχώρηση από τη συμφωνία, η κυβέρνηση Τραμπ επανέφερε τις αυστηρές οικονομικές κυρώσεις και επέβαλε νέες, επιδιώκοντας να περιορίσει την ικανότητα του Ιράν να χρηματοδοτεί τον στρατό του, το Σώμα των Φρουρών της Επανάστασης (IRGC), που το χαρακτήρισε ως τρομοκρατική οργάνωση και τους περιφερειακούς του αντιπρόσωπους (Χεζμπολάχ, Χαμάς, Χούτι κλπ).
8. ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΠΡΟΣ ΤΟ ΙΣΡΑΗΛ - ΠΑΛΑΙΣΤΙΝΗ
Όσον αφορά το Ισραήλ, είχε αναγνωρίσει την Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσα του Ισραήλ και είχε μεταφέρει εκεί την αμερικανική πρεσβείας από το Τελ Αβίβ, ένα από τα πιο αμφιλεγόμενα θέματα της αραβο-ισραηλινής διένεξης.
Το 2019, αναγνώρισε την ισραηλινή κυριαρχία στα Υψίπεδα του Γκολάν, μια περιοχή που είχε καταλάβει το Ισραήλ από τη Συρία κατά τον Πόλεμο των Έξι Ημερών το 1967.
Αυτή η αναγνώριση ήταν ιστορική, καθώς οι περισσότερες χώρες και ο ΟΗΕ δεν αναγνωρίζουν την κυριαρχία του Ισραήλ στα Υψίπεδα.
Εφάρμοσε δε μια σκληρή πολιτική απέναντι στους Παλαιστίνιους, λαμβάνοντας αποφάσεις που αποδυνάμωσαν τη θέση τους στις διαπραγματεύσεις.
- Διέκοψε τη χρηματοδότηση προς την Υπηρεσία Αρωγής και Έργων του ΟΗΕ για τους Παλαιστίνιους Πρόσφυγες (UNRWA).
- Έκλεισε το γραφείο της Οργάνωσης για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (PLO) στην Ουάσιγκτον.
- Υποστήριξε το σχέδιο "Συμφωνία του Αιώνα" (Peace to Prosperity), ένα ειρηνευτικό σχέδιο που απορρίφθηκε από τους Παλαιστίνιους, καθώς θεωρήθηκε ότι υποστήριζε έντονα τις ισραηλινές θέσεις και παρείχε περιορισμένες δυνατότητες για την ίδρυση ανεξάρτητου παλαιστινιακού κράτους.
ΚΑΤΑΛΗΓΟΝΤΑΣ
Υπάρχει αμφιβολία ότι πάνω σε αυτές τις γραμμές θα διαμορφώσει την νέα εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ;
Σημαντικό βέβαια ρόλο θα παίξουν και οι συνεργάτες που θα επιλέξει, αν και στο τέλος δεν θα διστάσει να τους αλλάξει εάν δεν συμφωνούν με τις δικές τους αντιλήψεις (όπως συχνά έκανε και στην προηγούμενη θητεία του).
Άλλωστε, ελέγχει σήμερα και Βουλή των Αντιπροσώπων και την Γερουσία αλλά και μπορεί να ορίσει και την Δικαστική εξουσία του Ανώτατου Δικαστηρίου.
Διαβάστε ακόμη

Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών