Έλληνας ο πρώτος νεκρός στα κάτεργα του Spaç

Στη σκοτεινή περίοδο της κομμουνιστικής Αλβανίας, χιλιάδες πολίτες βρέθηκαν εγκλωβισμένοι σε ένα δίκτυο καταστολής, κατασκευασμένων κατηγοριών και απάνθρωπων συνθηκών κράτησης. Ανάμεσά τους, ο Κωσταντίνος Νικόλας Κοντολόλης, μέλος της εθνικής ελληνικής μειονότητας, υπήρξε ένα από τα πρώτα θύματα του στρατοπέδου καταναγκαστικής εργασίας Spaç – και ο πρώτος που άφησε εκεί την τελευταία του πνοή.
Γεννημένος το 1904 στο χωριό Σωπίκη Πωγωνίου, στον Νομό Αργυροκάστρου, ο Κοντολόλης ήταν κτηνοτρόφος στο επάγγελμα, αλλά χαρακτηρίστηκε από το καθεστώς ως «κουλάκος», δηλαδή ως εύπορος αγρότης που θεωρούνταν αντικαθεστωτικός. Στις 3 Ιουλίου 1960 συνελήφθη στο πλαίσιο ενός κύματος συλλήψεων, που βασίζονταν σε μια φανταστική συνωμοσία η οποία – σύμφωνα με τις αρχές – ενορχηστρώθηκε από τους Τσάμηδες, μέλη της ελληνικής μειονότητας και ξένες μυστικές υπηρεσίες. Μια υπόθεση με καθαρά παρανοϊκά χαρακτηριστικά, καθώς οι «συνωμότες» όχι μόνο δεν γνώριζαν ο ένας τον άλλον, αλλά εκπροσωπούσαν υποτιθέμενα συμφέροντα αντικρουόμενων ξένων δυνάμεων.

Μαζί με τους Λάμπρο και Θανάση Βαγγέλη από τους Σχωριάδες, ο Κοντολόλης κατηγορήθηκε βάσει των άρθρων 64 και 14 του Ποινικού Κώδικα για προδοσία κατά της πατρίδας. Το Στρατοδικείο Αργυροκάστρου τον καταδίκασε στις 21 Νοεμβρίου 1960 σε 25 χρόνια φυλάκιση, δήμευση περιουσίας και στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων. Η ποινή επικυρώθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο λίγο πριν το τέλος της χρονιάς.
Οδηγήθηκε τελικά στο διαβόητο Τμήμα Νο. 303 του Spaç, το οποίο εκείνη την εποχή μόλις είχε αρχίσει να λειτουργεί. Εκεί αρρώστησε βαριά από φυματίωση. Παρά τη σοβαρότητα της κατάστασής του, μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο των φυλακών στα Τίρανα μόνο όταν η υγεία του είχε καταρρεύσει. Πέθανε στις 15 Απριλίου 1969, σε ηλικία 65 ετών.

Η περίπτωση του Κοντολόλη συμβολίζει τον παραλογισμό, την αδικία και την καταπίεση που βίωσαν τα μέλη της ελληνικής μειονότητας στην κομμουνιστική Αλβανία. Είναι μια υπενθύμιση ότι πίσω από κάθε αριθμό καταδίκης ή καταγραφής ποινής, υπήρχε ένας άνθρωπος – με οικογένεια, επάγγελμα, πατρίδα – του οποίου η ζωή καταστράφηκε από το ψεύδος, την ιδεολογική τυφλότητα και την ωμή κρατική βία.
Η ιστορία του αξίζει να διατηρηθεί στη συλλογική μνήμη. Όχι μόνο για να τιμηθεί ο ίδιος, αλλά για να μην επαναληφθούν ποτέ ξανά τέτοια εγκλήματα, είτε εις βάρος μειονοτήτων, είτε εις βάρος οποιουδήποτε ανθρώπου σε καθεστώς ανελευθερίας.

Διαβάστε ακόμη

Σχόλια