Η πολιτική πορεία του Έντι Ράμα, πρωθυπουργού της Αλβανίας από το 2013, προκαλεί έντονες συζητήσεις τόσο εντός όσο και εκτός της χώρας. Από καλλιτέχνης και πρώην δήμαρχος των Τιράνων, εξελίχθηκε σε μία από τις κυρίαρχες πολιτικές φυσιογνωμίες των Βαλκανίων. Μετά την εκλογική του νίκη για τέταρτη θητεία, ο Ράμα έχει συγκεντρώσει μια εξαιρετικά ισχυρή θέση εξουσίας, ικανή να επηρεάσει ακόμα και το σύνταγμα της χώρας.
Στα μάτια των υποστηρικτών του, ο Ράμα είναι ο ηγέτης που σταθεροποίησε την Αλβανία, προώθησε την ευρωπαϊκή πορεία της χώρας και εφάρμοσε φιλόδοξες μεταρρυθμίσεις στο κράτος δικαίου, ιδίως στη δικαιοσύνη. Η πρωτοβουλία "Ανοιχτά Βαλκάνια", που προώθησε από κοινού με τη Σερβία και τη Βόρεια Μακεδονία, θεωρήθηκε ως προσπάθεια ενίσχυσης της οικονομικής και πολιτικής συνεργασίας στην περιοχή.
Ωστόσο, η άλλη πλευρά του νομίσματος φέρει βαριές κατηγορίες. Η αντιπολίτευση και ανεξάρτητοι παρατηρητές εκφράζουν ανησυχίες για την ποιότητα της δημοκρατίας στη χώρα. Καταγγέλλονται ελλείψεις στη διαφάνεια των εκλογών, υπερσυγκέντρωση εξουσιών, παρεμβάσεις στη δικαιοσύνη και αδιαφανείς σχέσεις με επιχειρηματικά συμφέροντα. Ο όρος «Ραμαδουρό», ειρωνική σύνθεση του ονόματος του με εκείνο του Μαδούρο της Βενεζουέλας, κυκλοφορεί σε πολιτικά σχόλια ως ένδειξη αυταρχισμού.
Η Δύση, και ιδίως η Ευρωπαϊκή Ένωση, εξακολουθεί να βλέπει την Αλβανία ως στρατηγικό εταίρο στα Βαλκάνια. Παρά τις επιφυλάξεις, το αφήγημα της «σταθερότητας με κάθε κόστος» φαίνεται να επικρατεί. Αυτό δημιουργεί εύλογες ενστάσεις: Μπορεί μια ένωση που βασίζεται στις αρχές του κράτους δικαίου και της δημοκρατίας να συνεχίσει να στηρίζει ηγέτες που θεωρούνται από πολλούς εσωτερικά απολυταρχικοί;
Ο Έντι Ράμα αποτελεί μια χαρακτηριστική περίπτωση ηγέτη σε μια περιοχή γεμάτη αντιφάσεις: προοδευτικός στη διεθνή του ρητορική, αλλά συχνά συγκεντρωτικός στην εγχώρια πολιτική πρακτική. Το ερώτημα που τίθεται για την Ευρώπη και τις Ηνωμένες Πολιτείες είναι εάν η στρατηγική σταθερότητα μπορεί να συνυπάρξει με τις αρχές της φιλελεύθερης δημοκρατίας — ή αν, τελικά, αυτές οι αρχές θυσιάζονται στο όνομα της γεωπολιτικής.
Στα μάτια των υποστηρικτών του, ο Ράμα είναι ο ηγέτης που σταθεροποίησε την Αλβανία, προώθησε την ευρωπαϊκή πορεία της χώρας και εφάρμοσε φιλόδοξες μεταρρυθμίσεις στο κράτος δικαίου, ιδίως στη δικαιοσύνη. Η πρωτοβουλία "Ανοιχτά Βαλκάνια", που προώθησε από κοινού με τη Σερβία και τη Βόρεια Μακεδονία, θεωρήθηκε ως προσπάθεια ενίσχυσης της οικονομικής και πολιτικής συνεργασίας στην περιοχή.
Ωστόσο, η άλλη πλευρά του νομίσματος φέρει βαριές κατηγορίες. Η αντιπολίτευση και ανεξάρτητοι παρατηρητές εκφράζουν ανησυχίες για την ποιότητα της δημοκρατίας στη χώρα. Καταγγέλλονται ελλείψεις στη διαφάνεια των εκλογών, υπερσυγκέντρωση εξουσιών, παρεμβάσεις στη δικαιοσύνη και αδιαφανείς σχέσεις με επιχειρηματικά συμφέροντα. Ο όρος «Ραμαδουρό», ειρωνική σύνθεση του ονόματος του με εκείνο του Μαδούρο της Βενεζουέλας, κυκλοφορεί σε πολιτικά σχόλια ως ένδειξη αυταρχισμού.
Η Δύση, και ιδίως η Ευρωπαϊκή Ένωση, εξακολουθεί να βλέπει την Αλβανία ως στρατηγικό εταίρο στα Βαλκάνια. Παρά τις επιφυλάξεις, το αφήγημα της «σταθερότητας με κάθε κόστος» φαίνεται να επικρατεί. Αυτό δημιουργεί εύλογες ενστάσεις: Μπορεί μια ένωση που βασίζεται στις αρχές του κράτους δικαίου και της δημοκρατίας να συνεχίσει να στηρίζει ηγέτες που θεωρούνται από πολλούς εσωτερικά απολυταρχικοί;
Ο Έντι Ράμα αποτελεί μια χαρακτηριστική περίπτωση ηγέτη σε μια περιοχή γεμάτη αντιφάσεις: προοδευτικός στη διεθνή του ρητορική, αλλά συχνά συγκεντρωτικός στην εγχώρια πολιτική πρακτική. Το ερώτημα που τίθεται για την Ευρώπη και τις Ηνωμένες Πολιτείες είναι εάν η στρατηγική σταθερότητα μπορεί να συνυπάρξει με τις αρχές της φιλελεύθερης δημοκρατίας — ή αν, τελικά, αυτές οι αρχές θυσιάζονται στο όνομα της γεωπολιτικής.
Διαβάστε ακόμη

Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών