Κατεδαφίσεις στην Αυλώνα: Ανάπτυξη ή αδικία εις βάρος των κατοίκων;

Η Εθνική Επιθεώρηση Προστασίας Εδάφους (IKMT) προχώρησε τη Δευτέρα στη συνέχιση της επιχείρησης κατεδάφισης κατασκευών στην περιοχή κοντά στο λιμάνι της Αυλώνας, στο πλαίσιο της κατασκευής του νέου συνδετικού δρόμου που θα ενώσει τη Διαβαλκανική Οδό με τον παράκτιο λιμένα. Το έργο αυτό έχει χαρακτηριστεί κομβικής σημασίας για την κυκλοφοριακή αποσυμφόρηση και την οικονομική ανάπτυξη της περιοχής, ωστόσο έχει προκαλέσει έντονες αντιδράσεις από τους κατοίκους, οι οποίοι υποστηρίζουν ότι θίγονται τα δικαιώματα ιδιοκτησίας τους και ότι οι αποζημιώσεις που προσφέρονται δεν ανταποκρίνονται στις πραγματικές αξίες της αγοράς.

Η Αυλώνα, ως παράκτιο κέντρο με σημαντική εμπορική και τουριστική δραστηριότητα, χρειάζεται επειγόντως σύγχρονες υποδομές που θα τη συνδέσουν αποτελεσματικά με το υπόλοιπο εθνικό και βαλκανικό οδικό δίκτυο. Ο νέος δρόμος φιλοδοξεί να επιταχύνει τη ροή της κυκλοφορίας, μειώνοντας τον χρόνο μετακίνησης φορτηγών και επιβατικών οχημάτων, αλλά και να ενισχύσει τον ρόλο του λιμανιού ως στρατηγικού κόμβου για τις διεθνείς μεταφορές.
Η κυβέρνηση παρουσιάζει το έργο ως απαραίτητη προϋπόθεση για την προσέλκυση επενδύσεων και την τόνωση της τοπικής οικονομίας. Η άμεση σύνδεση της Διαβαλκανικής Οδού με το λιμάνι εκτιμάται ότι θα μειώσει τα κόστη μεταφορών, θα αυξήσει την εμπορευματική κίνηση και θα ενισχύσει την ανταγωνιστικότητα της χώρας στην ευρύτερη περιοχή.

Η πρώτη φάση του σχεδίου προβλέπει την κατεδάφιση περισσότερων από 17 κατασκευών, με επιπλέον κτίρια να έχουν ενταχθεί στη δεύτερη φάση. Σύμφωνα με τις αρχές, πρόκειται για απαραίτητες ενέργειες ώστε να απελευθερωθεί ο χώρος που θα χρησιμοποιηθεί για την κατασκευή του δρόμου.
Ωστόσο, οι κάτοικοι αντιδρούν έντονα. Υποστηρίζουν ότι είναι νόμιμοι ιδιοκτήτες των ακινήτων τους και ότι οι αποζημιώσεις που προσφέρονται είναι εξαιρετικά χαμηλές σε σχέση με τις πραγματικές αγοραίες τιμές της περιοχής. Για πολλούς, η κατεδάφιση σημαίνει απώλεια περιουσίας που αποκτήθηκε με κόπο και επενδύθηκε ως μέσο εξασφάλισης του μέλλοντος των οικογενειών τους.
«Δεν είμαστε ενάντια στην ανάπτυξη, αλλά δεν μπορούμε να δεχθούμε να χάσουμε τα σπίτια και τις επιχειρήσεις μας για ένα ποσό που δεν καλύπτει ούτε το μισό της πραγματικής τους αξίας», αναφέρει χαρακτηριστικά ένας κάτοικος της περιοχής.

Η αποζημίωση για απαλλοτριώσεις αποτελεί ένα από τα πιο ευαίσθητα ζητήματα σε έργα υποδομής. Σύμφωνα με το νομικό πλαίσιο, το κράτος οφείλει να αποζημιώνει τους ιδιοκτήτες με βάση την εκτίμηση των αρμόδιων υπηρεσιών, ωστόσο οι κάτοικοι συχνά υποστηρίζουν ότι οι εκτιμήσεις αυτές δεν αντανακλούν την πραγματικότητα της αγοράς.
Στην περίπτωση της Αυλώνας, οι πληγέντες ιδιοκτήτες δηλώνουν έτοιμοι να διεκδικήσουν νομικά υψηλότερες αποζημιώσεις, επιμένοντας πως το Σύνταγμα και η νομοθεσία τους προστατεύουν από αυθαίρετες ή άδικες κρατικές πρακτικές. Σε ανάλογες περιπτώσεις στο παρελθόν, τα δικαστήρια έχουν δικαιώσει πολίτες, αναγκάζοντας το κράτος να καταβάλει μεγαλύτερα ποσά. Ωστόσο, τέτοιες διαδικασίες απαιτούν χρόνο και ενδέχεται να καθυστερήσουν την πορεία του έργου.

Πέρα από το οικονομικό και το νομικό ζήτημα, υπάρχει και η κοινωνική διάσταση. Για πολλούς κατοίκους, οι κατεδαφίσεις δεν σημαίνουν μόνο την απώλεια ενός κτίσματος, αλλά και τον ξεριζωμό από μια γειτονιά με ισχυρούς δεσμούς και κοινωνικό ιστό. Επιπλέον, επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην περιοχή κινδυνεύουν να χάσουν τη βάση τους, με άμεσο αντίκτυπο στην απασχόληση και στην τοπική οικονομία.
Η αίσθηση αδικίας και έλλειψης διαφάνειας συχνά οδηγεί σε κοινωνικές εντάσεις, διαδηλώσεις και σε ορισμένες περιπτώσεις ακόμη και σε συγκρούσεις με τις αρχές. Η ισορροπία ανάμεσα στην ανάγκη για ανάπτυξη και στον σεβασμό των δικαιωμάτων των πολιτών είναι εύθραυστη και απαιτεί προσεκτικό χειρισμό.

Το έργο του συνδετικού δρόμου παραμένει στρατηγικής σημασίας και δύσκολα θα εγκαταλειφθεί. Η επιτυχής ολοκλήρωσή του θα μπορούσε να αλλάξει τον οικονομικό χάρτη της περιοχής, καθιστώντας την Αυλώνα ένα από τα σημαντικότερα λιμάνια των Βαλκανίων. Ωστόσο, η διαχείριση του ζητήματος των αποζημιώσεων θα κρίνει σε μεγάλο βαθμό την κοινωνική αποδοχή του έργου.
Η κυβέρνηση καλείται να βρει μια ισορροπημένη λύση που θα συνδυάζει την ταχύτητα υλοποίησης του έργου με τον σεβασμό προς τους πολίτες. Διαφανείς διαδικασίες εκτίμησης και δίκαιες αποζημιώσεις θα μπορούσαν να περιορίσουν τις αντιδράσεις και να ενισχύσουν την κοινωνική νομιμοποίηση του σχεδίου.

Η υπόθεση της Αυλώνας αναδεικνύει ένα κλασικό δίλημμα: ανάπτυξη ή προστασία ατομικών δικαιωμάτων; Η απάντηση, βέβαια, δεν μπορεί να είναι μονοδιάστατη. Η ανάπτυξη δεν μπορεί να επιτευχθεί με την αδικία, όπως και η προστασία των δικαιωμάτων δεν μπορεί να σταθεί εμπόδιο σε έργα ζωτικής σημασίας για το κοινό καλό. Η πρόκληση για την πολιτεία είναι να αποδείξει ότι μπορεί να πετύχει και τα δύο.

Διαβάστε ακόμη

👉Κάντε εγγραφή στο κανάλι apenadi blogspot στο youtube για να βλέπετε πρώτοι τα βίντεο μας

Σχόλια