Η “μικρή κουκκίδα” που αποκαλύπτει μια μεγάλη αλήθεια: Στο Μοναστήρι δεν χτίζεται μόνο ένα θέρετρο, αλλά μια ολόκληρη αντίληψη εξουσίας

Υπάρχουν στιγμές στη δημόσια συζήτηση που μια φράση αποκτά σημασία πολύ μεγαλύτερη από τη στιγμή που ειπώθηκε. Η δήλωση της πρώην υπουργού Πολιτισμού, Μιρέλα Κουμπάρο, ότι η περιοχή του Βουθρωτού που αφαιρέθηκε από το Πάρκο ήταν «μια μικρή κουκκίδα», είναι ακριβώς μια τέτοια στιγμή. Όχι γιατί αφορά ένα μεμονωμένο έργο, αλλά γιατί αποκαλύπτει μια νοοτροπία: την ιδέα ότι η φύση, ο δημόσιος χώρος και η κοινή κληρονομιά μπορούν να τεμαχίζονται σε μικρές, “ασήμαντες” δόσεις — μέχρι που μια μέρα ξυπνάς και ανακαλύπτεις ότι δεν έχει μείνει τίποτα.
Το παράδειγμα του Μοναστηριού, στα Εξαμίλια, είναι το πιο χαρακτηριστικό. Ό,τι παρουσιάστηκε ως «μικρή παρέκκλιση» μετατρέπεται σήμερα, σύμφωνα με εικόνες και αναφορές από την περιοχή, σε ένα εκτεταμένο μέτωπο οικοδομής. Λόφοι ανοιγμένοι με εκσκαφείς, φυσικό ανάγλυφο που εξαφανίζεται, βίλες που ξεφυτρώνουν η μία δίπλα στην άλλη σαν να πρόκειται για αστικό προάστιο. Αν αυτή είναι η «ανάπτυξη» που οραματιζόμαστε για τις πιο πολύτιμες ακτογραμμές μας, τότε μιλάμε για μια μπετονένια εκδοχή του τουρισμού που καταστρέφει ακριβώς αυτό που υποτίθεται πως θέλει να εκμεταλλευτεί.

Μια χώρα που μικραίνει τις προστατευόμενες περιοχές της
Το πρόβλημα δεν είναι ότι επενδύσεις γίνονται. Το πρόβλημα είναι πού γίνονται και με ποια αντίληψη. Τα όρια ενός από τα σημαντικότερα εθνικά πάρκα της Αλβανίας μειώθηκαν. Η διαχείρισή του άλλαξε χέρια. Ένα κομμάτι του παραδόθηκε σε μια ιδιωτική ανάπτυξη, η οποία εγκρίθηκε ως «στρατηγική». Από τη στιγμή εκείνη, ήταν ζήτημα χρόνου να ακολουθήσουν οι εικόνες που βλέπουμε σήμερα.
Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι η Αλβανία —μια χώρα με ανεκτίμητες φυσικές περιοχές και με μια Ριβιέρα που θα μπορούσε να είναι παγκόσμιο παράδειγμα βιώσιμου τουρισμού— κινδυνεύει να εγκλωβιστεί σε μια λογική γρήγορου κέρδους. Μια λογική όπου το περιβάλλον αντιμετωπίζεται όχι ως κοινό αγαθό, αλλά ως οικόπεδο προς εκμετάλλευση.

Όταν η παραλία από δημόσια γίνεται “προνομιακή πρόσβαση”
Το Μοναστήρι ήταν για χρόνια μια από τις πιο καθαρές, πιο ήσυχες, πιο ιδιαίτερες παραλίες της περιοχής. Όχι επειδή είχε beach bar , αλλά ακριβώς επειδή δεν είχε. Η αξία του ήταν η ηρεμία, η αυθεντικότητα, η αίσθηση ότι η φύση προηγήθηκε.
Σήμερα, με βάση τα σχέδια που παρουσιάζονται, είναι δύσκολο να μη διερωτηθεί κανείς:
Σε ποιον θα ανήκει αυτή η παραλία όταν το έργο ολοκληρωθεί;
Σε όλους; Ή στους λίγους που μπορούν να πληρώσουν τις τιμές ενός πολυτελούς θερέτρου;
Η εμπειρία από άλλες περιοχές μάς έχει δείξει ότι “στρατηγικές επενδύσεις” συχνά καταλήγουν σε στρατηγικούς αποκλεισμούς των πολιτών. Από «κοινόχρηστοι χώροι», γίνονται “χώροι περιορισμένης πρόσβασης”. Κι όλα αυτά, έντεχνα, βήμα-βήμα, κουκκίδα-κουκκίδα.

Η αλήθεια είναι απλή: δεν είναι μια κουκκίδα — είναι μια κατεύθυνση
Η υπόθεση του Μοναστηριού είναι μεγαλύτερη από το ίδιο το έργο. Είναι ο καθρέφτης της σχέσης κράτους–πολίτη–φύσης στη σημερινή Αλβανία. Είναι η δοκιμασία του κατά πόσο οι θεσμοί μπορούν να προστατεύσουν το δημόσιο συμφέρον όταν αυτό συγκρούεται με μεγάλα οικονομικά σχέδια.
Και είναι, τελικά, ένα ερώτημα που όλοι πρέπει να θέσουμε:
Θέλουμε μια Ριβιέρα γεμάτη τείχη από μπετόν ή μια χώρα που αντιλαμβάνεται την ανάπτυξη ως ισορροπία με τη φύση και όχι ως πόλεμο εναντίον της;

Η “μικρή κουκκίδα” ήταν απλώς η αρχή.
Αυτό που βλέπουμε τώρα είναι το πραγματικό αποτύπωμα της επιλογής εκείνης.
Και όσο το αποδεχόμαστε αδιαμαρτύρητα, τόσο θα μεγαλώνει.

Διαβάστε ακόμη

Σχόλια