Δεκαετία του 80' στην Αλβανία. Μια χώρα η οποία βίωνε τον απόλυτο σκοταδισμό και την πλήρη απομόνωση από τον υπόλοιπο κόσμο με ένα λαό να ζει μέσα στην απόλυτη φτώχεια και τον φόβο. Ο Ενβέρ Χότζα είχε καταφέρει επί 40 ολόκληρα χρόνια μέχρι και τον θάνατό του το 1985 να επιβάλει μια σκληρή σταλινικού τύπου δικτατορία αλλά κυρίως να εμφυσήσει στον αλβανικό λαό τον φόβο πως η χώρα κινδύνευε σχεδόν καθημερινά από μια πιθανή ξένη εισβολή, είτε από την τότε Γιουγκοσλαβία του Τίτο, είτε από την Ελλάδα λόγω του ζητήματος της Βορείου Ηπείρου.
Ο φόβος του αυτός τον οδήγησε στο να κατασκευάσει 750.000 πυροβολεία ή αλλιώς «μπούνκερ», αλλά κι εκατοντάδες χιλιάδες υπόγειες αποθήκες πυρομαχικών κατά μήκος των συνόρων με την Ελλάδα. Μάλιστα, λόγω της ελληνικής μειονότητας δεν ήταν λίγες οι φορές που έδινε την εντολή για στρατιωτικές ασκήσεις οι οποίες είχαν ως σενάριο είτε επίσημη εισβολή της Ελλάδας, είτε κάποια επιχείρηση ξένων πρακτόρων που στόχο είχαν την δολιοφθορά.
Την ίδια ώρα, θέλοντας να έχει υπό τον πλήρη έλεγχο του τους Έλληνες της Βορείου Ηπείρου, ο Χοτζα ακολουθούσε πολιτική μαστίγιο -καρότο, δίνοντάς τους κάποιες θέσεις στον κρατικό μηχανισμό - όχι πρωτοκλασάτες – στέλνοντας μήνυμα πως γι αυτόν όλοι ήταν Αλβανοί πολίτες, αρκεί βέβαια να ήταν πιστοί στο καθεστώς και στον πατέρα του αλβανικού κομμουνισμού, ακόμα και αν χρειαζόταν να πάρουν τα όπλα κατά της ίδιας της χώρας καταγωγής τους.
Ο Νάσος Κύρος ήταν ένας από εκείνους που έζησαν στο πετσί τους το καθεστώς του Χότζα, αναφέρθηκε σε εκείνη την περίοδο αλλά και το πως οτιδήποτε ελληνικό ήταν γνωστό στην Αλβανία μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως προπαγανδιστικό όπλο υπέρ του ηγέτη της χώρας ακόμα και αν το όπλο αυτό ήταν μια ομάδα μπάσκετ όπως ο Άρης εκείνης της εποχής και οι αστέρες του, ο Νίκος Γκάλης και ο Παναγιώτης Γιαννάκης!
«Ξέρεις ακούω όλους εδώ στην Ελλάδα να μιλάνε έτσι εύκολα για τον κομμουνισμό και την θεωρία του αλλά κανείς δεν θα ήθελε να το βιώσει όπως το ζήσαμε εμείς στην Αλβανία, μέχρι να ανοίξουν τα σύνορα. Ειδικά για εμάς που καταγόμασταν από τα ελληνικά χωριά, η καχυποψία ήταν διπλή κι έπρεπε να μην δίνουμε δικαιώματα αφού παραμόνευε η φυλακή αλλά και η εξορία στην βόρεια Αλβανία κοντά στα σύνορα με την Γιουγκοσλαβία», ανέφερε αρχικά ο Νάσος για να προσθέσει:
«Όσοι μέναμε στο Αργυρόκαστρο θεωρούσαμε τους εαυτούς μας σχετικά τυχερούς. Και αυτό γιατί από το Αργυρόκαστρο ήταν και ο ίδιος ο Χότζα οπότε πρόσεχε λίγο περισσότερο την πόλη, αλλά παράλληλα οι πολιτικές του ήταν πιο σκληρές απέναντι μας αν γινόταν κάτι το επιλήψιμο αφού ήθελε πάντα η πόλη του να αποτελεί το σωστό παράδειγμα για την υπόλοιπη Αλβανία».
.«Λόγω του γεγονότος ότι ήμασταν κοντά στα σύνορα με την Ελλάδα ξέραμε καλά πως θα μπορούσαμε να πιάνουμε ΕΡΤ και RAI φτιάχνοντας μια μικρή κεραία παράνομα την οποία φτιάχναμε εμείς από υλικά που μοιραζόμασταν μεταξύ μας και την γυρίζαμε προς την πλευρά της Νεμέρτσικα (το αλβανικό όνομα για το βουνό Δούσκο που βρίσκεται στα ελληνοαλβανικά σύνορα) για να καταφέρουμε να πάρουμε σήμα. Το ευχάριστο ήταν ότι όλοι στην γειτονιά θέλαμε να βλέπουμε κι επειδή όταν πρωτοείδαμε τα ξένα προγράμματα είχαμε εντυπωσιαστεί, κανένας δεν μπήκε στην διαδικασία να καταγγείλει τον άλλον. Έτσι, μαζευόμασταν στο σπίτι αυτουνού που είχε τηλεόραση και βλέπαμε. Σε μας ο γείτονας ο οποίος ήταν ο γενικός γραμματέας του κόμματος για τα μειονοτικά χωριά και ήταν δικός μας μαζευόμασταν σπίτι του. Κάπως έτσι μάθαμε τον Αρη του Γκάλη που τον βλέπαμε ζωντανά, ενώ μεγάλη εντύπωση μας είχε κάνει και μια σειρά στην ΕΡΤ, η Τόλμη και Γοητεία. Κυρίως η χλιδή και πράγματα που βλέπαμε για πρώτη φορά στην ζωή μας. Βλέπαμε ένα γήπεδο στα κίτρινα και να γίνεται χαμός και τον Γκάλη και τον Γιαννάκη να βάζουν το ένα καλάθι μετά το άλλο».
Και κάπου εκεί όπως μας αποκαλύπτει ο κ. Κύρος, ήρθε η ώρα ο Αρης να αποτελέσει μέρος της προπαγάνδας τους καθεστώτος. «Πρέπει να ήταν το 1988 μπορεί και το 1989 όταν ξανά στην χώρα υπήρχε η φήμη πως η Ελλάδα ετοίμαζε επίθεση ή κάποιο διπλωματικό επεισόδιο. Η χώρα ήταν σε ετοιμότητα, ειδικά εμείς που ήμασταν στην περιοχή όπου μας έλεγαν ότι θα γίνει το επεισόδιο. Τότε η αλβανική κυβέρνηση αποφάσισε να προβεί σε στρατιωτική άσκηση η οποία είχε ως στόχο την σύλληψη Ελλήνων κατασκόπων που είχαν μπει παράνομα μέσα στην Αλβανία. Εμένα ο ρόλος μου ως δάσκαλος εκείνη την εποχή στο Αργυρόκαστρο και γενικά ως άνθρωπος των γραμμάτων ήταν αυτή του στρατιωτικού Εισαγγελέα που θα περνούσε από δίκη τους Ελληνες κατασκόπους. Οι οδηγίες μάλιστα ήταν η άσκηση να φανεί όσο γινόταν πιο αληθοφανή με πράγματα που θύμιζαν τον εχθρό, όπως σημαίες κι εφημερίδες της Ελλάδας, αλλά κι ελληνικά ονόματα. Ο αρχηγός της άσκησης ήρθε σε μένα και άλλον έναν επίσης με καταγωγή από τα ελληνικά χωριά, και μας ζήτησε να του πούμε λόγω της καταγωγής μας διάφορα πράγματα που έχουν σχέση με την Ελλάδα και αφορούσαν από ονοματεπώνυμα μέχρι συνήθειες και άλλα πράγματα. Εμείς στην αρχή φοβηθήκαμε μήπως στο πλαίσιο της άσκησης υπήρχε κάποιο πλάνο για κάποια πιθανή εκκαθάριση και γι αυτό είπαμε να πούμε ονόματα άσχετα με το στενό μας περιβάλλον ή ονόματα που στο παρελθόν είχαν προβλήματα με τον Χότζα και τον Αλία. Μετά από συνεννόηση με τον Ράκη, αποφασίσαμε να πούμε τέσσερα – πέντε ονόματα της ομάδας του Αρη που τα θυμόμασταν γιατί μία ημέρα πριν είχαμε δει αγώνα στην ΕΡΤ. Τα ονόματα αυτά προορίζονταν για τους κατασκόπους που είχαμε συλλάβει. Έτσι, ο αρχηγός της αποστολής ήταν ο Νίκος Γκάλης, με τον Γιαννάκη υπαρχηγό και τον Βασίλη Λυπηρίδη τον άνθρωπο που είχε τις βόμβες. Τα άλλα δύο ονόματα δεν τα θυμάμαι ποια ήταν και τι ρόλο είχαν, άλλωστε έχουν περάσει 30 χρόνια από τότε».
Η άσκηση ήταν απόλυτα πετυχημένη για τον αλβανικό στρατό. Ο Γκάλης, ο Γιαννάκης και τα άλλα παιδιά συνελήφθησαν και αφού πέρασαν από όλα τα χωριά της Δρόπολης ως μήνυμα για το τι περίμενε όποιον σκεφτόταν να περάσει τα σύνορα, βρέθηκαν στο στρατοδικείο όπου η ετυμηγορία δεν ήταν άλλη από την θανατική ποινή. «Εγώ ήμουν αυτός που διάβασε την απόφαση», θυμάται ο Θανάσης Κύρος. «Ο Νίκος Γκάλης, ο ιμπεριαλιστής κατάσκοπος καταδικάζεται σε θάνατο για την είσοδο του σε ξένη χώρα με σκοπό την δημιουργία επανάστασης». Μπορεί για μας εν έτη 2019 το όλο αυτό σκηνικό να φαίνεται σουρεάλ, αλλά για τον Κύρο και τον Ράκη μόνο σουρεάλ δεν ήταν. «Ακόμα θυμάμαι τον απεσταλμένο του κόμματος από τα Τίρανα να μου λέει μετά το τέλος της άσκησης με ένα ύφος που μόνο φόβο μπορεί να σου προκαλούσε. Μπράβο σύντροφε, τα πήγες περίφημα, ούτε στάχτη στα μάτια να ήθελες να μας ρίξεις».
Θοδωρής Βασίλης / gazzetta.gr
Ο φόβος του αυτός τον οδήγησε στο να κατασκευάσει 750.000 πυροβολεία ή αλλιώς «μπούνκερ», αλλά κι εκατοντάδες χιλιάδες υπόγειες αποθήκες πυρομαχικών κατά μήκος των συνόρων με την Ελλάδα. Μάλιστα, λόγω της ελληνικής μειονότητας δεν ήταν λίγες οι φορές που έδινε την εντολή για στρατιωτικές ασκήσεις οι οποίες είχαν ως σενάριο είτε επίσημη εισβολή της Ελλάδας, είτε κάποια επιχείρηση ξένων πρακτόρων που στόχο είχαν την δολιοφθορά.
Την ίδια ώρα, θέλοντας να έχει υπό τον πλήρη έλεγχο του τους Έλληνες της Βορείου Ηπείρου, ο Χοτζα ακολουθούσε πολιτική μαστίγιο -καρότο, δίνοντάς τους κάποιες θέσεις στον κρατικό μηχανισμό - όχι πρωτοκλασάτες – στέλνοντας μήνυμα πως γι αυτόν όλοι ήταν Αλβανοί πολίτες, αρκεί βέβαια να ήταν πιστοί στο καθεστώς και στον πατέρα του αλβανικού κομμουνισμού, ακόμα και αν χρειαζόταν να πάρουν τα όπλα κατά της ίδιας της χώρας καταγωγής τους.
Ο Νάσος Κύρος ήταν ένας από εκείνους που έζησαν στο πετσί τους το καθεστώς του Χότζα, αναφέρθηκε σε εκείνη την περίοδο αλλά και το πως οτιδήποτε ελληνικό ήταν γνωστό στην Αλβανία μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως προπαγανδιστικό όπλο υπέρ του ηγέτη της χώρας ακόμα και αν το όπλο αυτό ήταν μια ομάδα μπάσκετ όπως ο Άρης εκείνης της εποχής και οι αστέρες του, ο Νίκος Γκάλης και ο Παναγιώτης Γιαννάκης!
«Ξέρεις ακούω όλους εδώ στην Ελλάδα να μιλάνε έτσι εύκολα για τον κομμουνισμό και την θεωρία του αλλά κανείς δεν θα ήθελε να το βιώσει όπως το ζήσαμε εμείς στην Αλβανία, μέχρι να ανοίξουν τα σύνορα. Ειδικά για εμάς που καταγόμασταν από τα ελληνικά χωριά, η καχυποψία ήταν διπλή κι έπρεπε να μην δίνουμε δικαιώματα αφού παραμόνευε η φυλακή αλλά και η εξορία στην βόρεια Αλβανία κοντά στα σύνορα με την Γιουγκοσλαβία», ανέφερε αρχικά ο Νάσος για να προσθέσει:
«Όσοι μέναμε στο Αργυρόκαστρο θεωρούσαμε τους εαυτούς μας σχετικά τυχερούς. Και αυτό γιατί από το Αργυρόκαστρο ήταν και ο ίδιος ο Χότζα οπότε πρόσεχε λίγο περισσότερο την πόλη, αλλά παράλληλα οι πολιτικές του ήταν πιο σκληρές απέναντι μας αν γινόταν κάτι το επιλήψιμο αφού ήθελε πάντα η πόλη του να αποτελεί το σωστό παράδειγμα για την υπόλοιπη Αλβανία».
.«Λόγω του γεγονότος ότι ήμασταν κοντά στα σύνορα με την Ελλάδα ξέραμε καλά πως θα μπορούσαμε να πιάνουμε ΕΡΤ και RAI φτιάχνοντας μια μικρή κεραία παράνομα την οποία φτιάχναμε εμείς από υλικά που μοιραζόμασταν μεταξύ μας και την γυρίζαμε προς την πλευρά της Νεμέρτσικα (το αλβανικό όνομα για το βουνό Δούσκο που βρίσκεται στα ελληνοαλβανικά σύνορα) για να καταφέρουμε να πάρουμε σήμα. Το ευχάριστο ήταν ότι όλοι στην γειτονιά θέλαμε να βλέπουμε κι επειδή όταν πρωτοείδαμε τα ξένα προγράμματα είχαμε εντυπωσιαστεί, κανένας δεν μπήκε στην διαδικασία να καταγγείλει τον άλλον. Έτσι, μαζευόμασταν στο σπίτι αυτουνού που είχε τηλεόραση και βλέπαμε. Σε μας ο γείτονας ο οποίος ήταν ο γενικός γραμματέας του κόμματος για τα μειονοτικά χωριά και ήταν δικός μας μαζευόμασταν σπίτι του. Κάπως έτσι μάθαμε τον Αρη του Γκάλη που τον βλέπαμε ζωντανά, ενώ μεγάλη εντύπωση μας είχε κάνει και μια σειρά στην ΕΡΤ, η Τόλμη και Γοητεία. Κυρίως η χλιδή και πράγματα που βλέπαμε για πρώτη φορά στην ζωή μας. Βλέπαμε ένα γήπεδο στα κίτρινα και να γίνεται χαμός και τον Γκάλη και τον Γιαννάκη να βάζουν το ένα καλάθι μετά το άλλο».
Και κάπου εκεί όπως μας αποκαλύπτει ο κ. Κύρος, ήρθε η ώρα ο Αρης να αποτελέσει μέρος της προπαγάνδας τους καθεστώτος. «Πρέπει να ήταν το 1988 μπορεί και το 1989 όταν ξανά στην χώρα υπήρχε η φήμη πως η Ελλάδα ετοίμαζε επίθεση ή κάποιο διπλωματικό επεισόδιο. Η χώρα ήταν σε ετοιμότητα, ειδικά εμείς που ήμασταν στην περιοχή όπου μας έλεγαν ότι θα γίνει το επεισόδιο. Τότε η αλβανική κυβέρνηση αποφάσισε να προβεί σε στρατιωτική άσκηση η οποία είχε ως στόχο την σύλληψη Ελλήνων κατασκόπων που είχαν μπει παράνομα μέσα στην Αλβανία. Εμένα ο ρόλος μου ως δάσκαλος εκείνη την εποχή στο Αργυρόκαστρο και γενικά ως άνθρωπος των γραμμάτων ήταν αυτή του στρατιωτικού Εισαγγελέα που θα περνούσε από δίκη τους Ελληνες κατασκόπους. Οι οδηγίες μάλιστα ήταν η άσκηση να φανεί όσο γινόταν πιο αληθοφανή με πράγματα που θύμιζαν τον εχθρό, όπως σημαίες κι εφημερίδες της Ελλάδας, αλλά κι ελληνικά ονόματα. Ο αρχηγός της άσκησης ήρθε σε μένα και άλλον έναν επίσης με καταγωγή από τα ελληνικά χωριά, και μας ζήτησε να του πούμε λόγω της καταγωγής μας διάφορα πράγματα που έχουν σχέση με την Ελλάδα και αφορούσαν από ονοματεπώνυμα μέχρι συνήθειες και άλλα πράγματα. Εμείς στην αρχή φοβηθήκαμε μήπως στο πλαίσιο της άσκησης υπήρχε κάποιο πλάνο για κάποια πιθανή εκκαθάριση και γι αυτό είπαμε να πούμε ονόματα άσχετα με το στενό μας περιβάλλον ή ονόματα που στο παρελθόν είχαν προβλήματα με τον Χότζα και τον Αλία. Μετά από συνεννόηση με τον Ράκη, αποφασίσαμε να πούμε τέσσερα – πέντε ονόματα της ομάδας του Αρη που τα θυμόμασταν γιατί μία ημέρα πριν είχαμε δει αγώνα στην ΕΡΤ. Τα ονόματα αυτά προορίζονταν για τους κατασκόπους που είχαμε συλλάβει. Έτσι, ο αρχηγός της αποστολής ήταν ο Νίκος Γκάλης, με τον Γιαννάκη υπαρχηγό και τον Βασίλη Λυπηρίδη τον άνθρωπο που είχε τις βόμβες. Τα άλλα δύο ονόματα δεν τα θυμάμαι ποια ήταν και τι ρόλο είχαν, άλλωστε έχουν περάσει 30 χρόνια από τότε».
Η άσκηση ήταν απόλυτα πετυχημένη για τον αλβανικό στρατό. Ο Γκάλης, ο Γιαννάκης και τα άλλα παιδιά συνελήφθησαν και αφού πέρασαν από όλα τα χωριά της Δρόπολης ως μήνυμα για το τι περίμενε όποιον σκεφτόταν να περάσει τα σύνορα, βρέθηκαν στο στρατοδικείο όπου η ετυμηγορία δεν ήταν άλλη από την θανατική ποινή. «Εγώ ήμουν αυτός που διάβασε την απόφαση», θυμάται ο Θανάσης Κύρος. «Ο Νίκος Γκάλης, ο ιμπεριαλιστής κατάσκοπος καταδικάζεται σε θάνατο για την είσοδο του σε ξένη χώρα με σκοπό την δημιουργία επανάστασης». Μπορεί για μας εν έτη 2019 το όλο αυτό σκηνικό να φαίνεται σουρεάλ, αλλά για τον Κύρο και τον Ράκη μόνο σουρεάλ δεν ήταν. «Ακόμα θυμάμαι τον απεσταλμένο του κόμματος από τα Τίρανα να μου λέει μετά το τέλος της άσκησης με ένα ύφος που μόνο φόβο μπορεί να σου προκαλούσε. Μπράβο σύντροφε, τα πήγες περίφημα, ούτε στάχτη στα μάτια να ήθελες να μας ρίξεις».
Θοδωρής Βασίλης / gazzetta.gr
Δεν ξέρω για ποιο λόγο γινόταν αλλά οι Έλληνες του τότε είχαν τις καλύτερες δουλειές εκεί
ΑπάντησηΔιαγραφή