Ιερά Μονή Προφήτη Ηλία Γεωργουτσατίου

Η μονή είναι κτισµένη στο πίσω μέρος ενός ισιώματος της πλαγιάς του βουνού στο χωριό Γεωργουτσάτες και απέχει πάνω από μια ώρα οδοιπορικώς. Παρότι η πλαγιά είναι γυμνή και χωρίς εμπόδια η μονή δεν φαίνεται ούτε από απόσταση κοντινή, διότι βρίσκεται σε βαθούλωμά. Από κάτω το σημάδι που οδηγεί στη μονή είναι δύο δένδρα.

Η μονή υπήρξε προ αµνηµονεύτων χρόνων. Κατά τα έτη 1545 μέχρι το 1575 φαίνεται, ότι ο ναός είχε ανάγκη επισκευής, γι’αυτό οι χριστιανοί ζήτησαν άδεια επιδιορθώσεως από τον καδή Αργυροκάστρου, ενώ ο καδής Μεχµέτ ήταν αυτός που εξέδωσε έγγραφο σωζόμενο μέχρι και το 1980, που το παραθέτομε αυτολεξεί από το βιβλίο του Γιώργου Γιωβάνη «Η ιερά Μονή Προφήτου Ηλίου Γεωργουτσατίου, Η Δρόπολις Β. Ηπείρου, Έκδοση της Ενώσεως Δροπολιτών «Ο Δρίνος», Αθήναι 1980»: «Οι κάτοικοι εις τον καζαν Αργυροκάστρου υποκειµένου χωρίου Γεωργουτσάτες παρουσιασθέντες εις την Ιεράν Κρίσιν, είπον, ότι άνωθεν του χωρίου µας υπάρχει µια εκκλησια επ’ ονόµατι του Προφήτου Ηλιού τιµωµένη, της οποίας οι τοίχοι κατέπεσον και εν καιρώ χειµώνος δεν δυνάµεθα κατά την θρησκείαν µας να προσευχηθώµεν, και δια τούτο ζητούµεν παρά της Ιεράς Κρίσεως άδειαν να την επιδιορθώσωµε κατά το παλαιόν σχέδιον. Αφού λοιπόν είδαµε ταύτα και ηµείς, εκρίναµεν ότι η διόρθωσις είναι νόµιµος και εδώσαµεν άδειαν δια να κάµουν επισκευήν ανευ πλάτους µήκους και ύψους. Εφ’ ω εδόθη εις χείρας των το παρόν έγγραφον δια να το δείξουν όπου δει» .


Ο αρχιτεκτονικός τύπος του ναού είναι βασιλική µε νάρθηκα, ενώ κατά άλλη άποψη είναι μονόχωρος, καµαροσκέπαστος µε χορούς και νάρθηκα. Το κτίσµα είναι πέτρινο όχι ιδιαίτερα πελεκηµένο και η σκεπή, όπως συνήθως, µε πλάκα από πέτρα. Στην είσοδο του ναού υπάρχει υπόστεγο, µε γύρω-γύρω πεζούλια χτισμένα µε μεγάλες πέτρες. Το εσωτερικό του ναού είναι όλο γεμάτο από τοιχογραφίες και παρά τη φθορά της χρόνιας εγκατάλειψης είναι καλά διατηρημένες, αλλά πάνω τους υπάρχουν λίγες επιγραφές από τους άθεους του κομµουνισµού. Το πάτωμα είναι πλακόστρωτο µε μεγάλες τετράγωνες πέτρες και στη μέση μια στρογγυλή.
Ο νάρθηκας αγιογραφήθηκε το 1617 από τον Λινοτοπίτη ζωγράφο Μιχαήλ. Σύμφωνα με τον Πουλίτσα στο « Επιγραφαί και ενθυµήσεις εκ της Β. Ηπείρου», η επιγραφή επί της θύρας του νάρθηκα προς τον κύριο ναό αναφέρει: « + …. ηστωρίθη ο πανσεπτος ναός ου ο άρτηκας και γουµενέβωντος εν οσίο εροµονάχης πακήρ Σηµεών +Ετους ΖΡΚΕ: (1617) και δια χειρός καµαρτολού Μηχαήλ εκ της κόµης Ληνοτοπίου της Καστωρίας». Ενώ από την εσωτερική πλευρά του ναού είναι ασβεστωµένη στο περισσότερο µέρος και το µόνο που διαβάζεται είναι: «…Νικηφορου µοναχού ηγουµενευοντος..». Ολόκληρη η επιγραφή αναφέρεται από τον Π. Πουλίτσα όπως: «+ Έτους Ζ(ένα σήµα)∆ (1586) ιστορήθη ο θείος και πανσεπτος ούτος ναός του Προφητου Ηλιού δια χειρός Νικηφόρου µοναχού ηγουµενεύοντος κυρίου…(ιερο)µονάχου» . Το τέμπλο είναι μερικώς κατεστραμμένο, χωρίς τις αφιερωματικές εικόνες.

Ο περίβολος της μονής είναι μεγάλος, τα κτίρια είναι σχεδόν κατεστραμμένα ως τα θεμέλια και κάπου φαίνονται θόλοι και λίγα σκαλιά. Στη δυτική πλευρά του ναού υπάρχει καλοδιατηρημένο το καλοκαιρινό καθιστικό υπόστεγο στο οποίο υπάρχει και το πηγάδι. Επίσης, στη δυτική πλευρά ψηλά που ενώνεται το κτίσμα µε τη σκεπή υπάρχει μια πώρινη μαυρόπλακα, που από τις βροχές και τον ήλιο έχουν αλλοιωθεί τα γράμματα που ήταν σκαλισμένα πάνω της. Σύμφωνα με μελέτη του Πουλίτσα, αναγράφεται: «+ΑΨΛΕ (1735) Μηνι Ιουλιο Ετουτο το µνιµοσινο το έφτιασε ο Μαστορονικολας εκ τις κωµης Μποηκουκι και προσκυνητε του προφητου Ηλιου και Γουµενέβοντος ιερωµοναχος Καλλιστου και Τραπεζάρης ο Παπαθεοφανης» .

Υπάρχουν διάφορες επιγραφές, αφιερώσεις σε ιερά σκεύη της μονής και διάφορα περιβλήματα τεµαχίων λειψάνων όπως σε μηνιαίο του μήνα Σεπτεμβρίου που είχε εκδοθεί στην Βενετία το 1592 γράφει στην αρχή του εξωφύλλου «έτους 1751 αναπαύτηκε ο μακαρίτης ηγούμενος και δεν του βρέθηκαν τα ψαλτικά του κε πήραµε πρότζη κε τον εψάλαµε» ενώ στο τελευταίο φύλλο γράφει «Ετούτο το µηνεον είναι του αγίου Αθανασίου από χοριόν Σαράτες και όποιος να το από..» Επί µηνιαίου του µηνός Οκτωβρίου στο πρώτο φύλλο γράφει: «Φεβρουαριου 10 1817 Ετούτο είναι από χοριό Σαράτες…». Υπάρχουν διάφορες σηµειώσεις από χρονολογίες και από όλα τα µέρη της Ηπείρου, ενώ το 1725 υπογράφει σταυρό, ο οποίος σύµφωνα µε την επιγραφή που φέρει, ανήκε στο ναό του Προφήτη Ηλία στους Γεωργουτσάτες: «…ΠΗΥΜΑ/ΝΤΕΣΗΝΟΥ».

Επίσης, υπήρχε αρχαίο «Χρυσόβουλον» της µονής επί µεµβράνη γραµµένο, το οποίο ο Γεώργιος Γιοβάννης το 1911 είχε παραδώσει στον ∆ρυϊνουπόλεως Βασίλειο ενώπιον των Χαρ. Π. Παπαδοπούλου και Χρ. Κάλφα. Ο µητροπολίτης το παρέδωσε στον τότε πρόξενο της Ελλάδος στο Αργυρόκαστρο Αρ. Ζάχο, για να αποστείλει αυτό στην Αθήνα προς εξήγηση των γραφόµενων. Ο πρόξενος µε τη σειρά του το απέστειλε στο υπουργείο Εξωτερικών και όπως συνήθιζε πληροφόρησε τους αρµόδιους, αν το Χρυσόβουλο είναι αξίας µεγάλης να µη δοθεί στα χέρια του εξουσιοδοτήσαντος υιού κάποιου παπά Κώστα, αλλά να κατατεθεί στο οικείο Μουσείο, γιατί οι επίτροποι της µονής δεν παρέχουν εχέγγυα διαφυλάξεως των κειµηλίων, επειδή µέχρι τώρα εκποίησαν σε αρχαιοκάπηλους µεγάλης αξίας αντικείµενα και το τίµηµα το σφετερίσθηκαν.

Στην µονή του Προφήτη Ηλία άφησαν δωρεές µέσω της διαθήκης τους , ο Σπύρος Ρίζου από το ∆έλβινο που ήταν εγκατεστηµένος στην Βενετία, τριάντα δουκάτα και ο Ιωάννης Ιεροµνήµονος δέκα δουκάτα υπέρ της αναπαύσεως της ψυχής του.

Μετά τα µέσα του 19ου αι. εγκαταλείφθηκε η µονή, εξαιτίας της οικονοµικής ατασθαλίας και µολονότι πουλήθηκαν ακόµα και τα ζωντανά, πάλι έµεινε χρέος περίπου δέκα χιλιάδες . Μάλλον σύντοµα ξαναλειτούργησε, γιατί την περίοδο 1887-1894 χορηγούσε µικρή συνδροµή οικονοµικής βοήθειας στο ελληνικό σχολείο Αργυροκάστρου, αλλά διέκοψε λόγω του ότι περιήλθε ξανά σε αταξία οικονοµική και κινδύνεψε να απωλέσει παντελώς τα κτήµατά της, ως στερούµενα των τακτικών επισήµων εγγράφων. ∆εν υπήρχαν επίσηµα έγγραφα, διότι πολλοί κάτοικοι του χωριού, βασανιζόµενοι από τους Οθωµανούς, αφιέρωσαν τα κτηµατά τους στη µονή και εγκατέλειψαν το χωριό όπως και οι εναποµείναντες έπραξαν το ίδιο για να γλιτώσουν τα κτήµατά τους από την αρπαγή των Οθωµανών. Αναλαµβάνοντας ο π. Ιωάννης Ζάρος από το Βουλιαράτι τον Οκτώβριο του 1907 την διαχείριση της µονής, δαπάνησε εξ ιδίων και κατόρθωσε σε διάστηµα δύο µε τριών ετών να ανεγείρει δωµάτια, να αγοράσει ζώα και γενικά να πετύχει την ανόρθωσή της .

Η ακίνητη περιουσία της κοινοτικής ενοριακής µονής Προφήτη Ηλία ήταν 650 στρέµ. καλλιεργήσιµη γη, 60 στρεµ. αµπελότοπος, 10 στρεµ. µετόχι µε δύο αλώνια, 500 στρεµ. λιβάδι χειµερινό κάτω του χωριού, 150 στρεµ. γη καλλιεργήσιµη και χέρση, 100 στρεµ. περίπου δάσος απέναντι της µονής, στο χωριό Κάτω ∆ρόβιανη 40 στρεµ. µετόχι και 80 ελαιόδενδρα, στο χωριό Κρόγγι έναν υδρόµυλο, 30 ελαιόδενδρα, 5 στρεµ. αγρό, στη Μουζίνα 40 στρεµ. δάσος, στη Λύβινα 40 ελαιόδενδρα, στη ∆ίβρη 60 ελαιόδενδρα, στο ∆ελβινάκι 20 στρεµ. αµπελότοπο και 40 στρεµ. αγρούς, στο Γεωργουτσάτες έναν υδρόµυλο, 180 πρόβατα, 20 βόες και αγελάδες, 19 φοράδες µετά πώλων, ιερά άµφια, σκεύη και έπιπλα διάφορα. Τα πολυτιµότερα των ιερών σκευών και αµφίων της µονής λόγω της αρχαιολογικής τους αξίας δόθηκαν στα Ιωάννινα για το Πανηπειρωτικό Μουσείο.

Πηγή πληροφοριών: Ευτυχία Παππά, Η Επαρχία Δρυϊνουπόλεως της Β. Ηπείρου κατά τη νεότερη περίοδο (Τουρκοκρατία, 20ος αιώνας), Διατριβή επί Διδακτορία.

Φωτογραφίες: Baruta Photography

Διαβάστε ακόμη:

Σχόλια