Τα σύννεφα που μαζεύονται στον Βαλκανικό ορίζοντα

Με το βέτο που έθεσε η Βουλγαρία στην ενταξιακή πορεία της Βορείου Μακεδονίας, το τοπίο για τις επιδιώξεις του καθενός άρχισε λίγο πολύ να ξεκαθαρίζει, και η Ελλάδα καλείται να λάβει τα μέτρα της. Η κατηγορηματική άρνηση της Βουλγαρίας να αναγνωρίσει βορειομακεδονική γλώσσα και εθνικότητα, κατέδειξε τις προθέσεις της χώρας όσον αφορά τις εξωτερικές της προθέσεις, αλλά επίσης και το ότι ως τώρα κάποιοι απλά καλύπτονταν πίσω από τις αντιδράσεις της Ελλάδος για να χτίσουν σχέδια τα οποία δεν είναι τίποτε άλλο από μία αναβίωση της πολιτικής του παρελθόντος, ενός παρελθόντος που οι περισσότεροι εν Ελλάδι θεωρούσαν ότι είχε φύγει ανεπιστρεπτί.

Η βουλγαρική αντίδραση
Η Βουλγαρία είναι μία χώρα η οποία ως τώρα είχε τις πλέον αγαστές σχέσεις με την Ελλάδα. Οικονομικά η Ελλάδα είναι ανάμεσα στους πρώτους επενδυτές στην χώρα, με ύψος επενδύσεων στα 2,2€ δις, στην χώρα δραστηριοποιούνται 15.000 ελληνικές επιχειρήσεις απασχολώντας 53.000 άτομα προσωπικό, ενώ απορροφά 4,7% των εξαγωγών μας. Οι διακρατικές σχέσεις δεν γνώρισαν κάποια όξυνση εκτός από την περίοδο των διαπραγματεύσεων για τη δημιουργία του αγωγού Μπουργκάς Αλεξανδρούπολης, την κατασκευή του οποίου ακύρωσαν εξωτερικοί παράγοντες όμως. Με την Τουρκία η χώρα έχει ένα μόνιμο αγκάθι που αφορά τις τύχες της σημαντικής μουσουλμανικής μειονότητας στην χώρα, η οποία εν πολλοίς αυτοπροσδιορίζεται ως τουρκική, έχοντας και την οικονομική στήριξη της Τουρκίας. Η Τουρκία προχώρησε μάλιστα ένα βήμα παραπέρα, πατρονάροντας την ίδρυση νέου μειονοτικού κόμματος του DOCT, το οποίο προήλθε μετά την αποχώρηση του Λιουτφί Μεστάν, πρώην προέδρου του μειονοτικού κόμματος MRF, να δοθεί από την Βουλγαρία επίσημη στήριξη στην Τουρκία αναφορικά με την κατάρριψη του ρωσικού αεροσκάφους το 2016. Στην προσπάθεια του αυτή είχε τόσο ισχυρή στήριξη από τις επίσημες διπλωματικές αρχές της Τουρκίας, ώστε εξαφανίστηκε κάθε είδος διακριτικότητας, με αποτέλεσμα η Βουλγαρία να αντιδράσει άμεσα μέσω απελάσεων Τούρκων πολιτών. Μία προσπάθεια επαναπροσέγγισης το 2018 από την κυβέρνηση Μπορίσωφ κόλλησε εξαιτίας των εμπρηστικών δηλώσεων του προέδρου Ράντεφ περί των βουλγαρικών περιουσιών της ανατολικής Θράκης, η τύχη των οποίων εκκρεμεί ακόμη από το 1913.

Στον οικονομικό τομέα η χώρα παραπαίει. Θεωρείται μαζί με την Ρουμανία ως οι πλέον διεφθαρμένες χώρες στην ΕΕ, ενώ τα οικονομικά σκάνδαλα όπου εμπλέκονται μέλη της κυβερνήσεως αποκαλύπτονται το ένα μετά το άλλο. Το 2018 βρέθηκε δολοφονημένη και βιασμένη η δημοσιογράφος Βικτόρια Μαρίνοβα στο Ρούσε, η οποία ερευνούσε ένα σκάνδαλο διασπάθισης κοινοτικών κονδυλίων την περίοδο 2007-2013, η οποία οδήγησε στην ανέγερση 736 παραθεριστικών μονάδων για λογαριασμό ημετέρων. Δύο δημοσιογράφοι που ασχολήθηκαν με την υπόθεση επίσης φυλακίστηκαν. Μεγάλα ονόματα επιχειρηματιών, εργολάβων, και πολιτικών βρέθηκαν μπλεγμένα. Ένα δεύτερο σκάνδαλο ήρθε πάλι στο φως το 2019 με την αγοραπωλησία πολυτελών ακινήτων σε μέλη του κυβερνώντος κόμματος, πολύ κάτω από τις τρέχουσες τιμές των συγκεκριμένων ακινήτων, ενώ ακόμη δεν έχει καταλαγιάσει ο απόηχος από το σκάνδαλο με τις φωτογραφίες από την βίλλα του νυν πρωθυπουργού Μπορίσωφ, όπου διακρίνονταν πιστόλια και μάτσα 500ρικων σε ευρώ. Επιπλέον, η χώρα έχει να παλέψει με μία ενδημική οικονομική καχεξία, με τρομερές ελλείψεις υποδομών, και τώρα με την επιδημία, διαφαίνεται καθαρά η κατάρρευση του συστήματος υποδομών της χώρας στον τομέα της υγείας. Οι ταραχές και οι διαδηλώσεις στην χώρα είναι σχεδόν καθημερινές, και διέξοδο για την κυβέρνηση δεν φαίνεται πουθενά. Χρήμα και κάθε είδους οικονομική ενίσχυση είναι ευπρόσδεκτη από όποια πλευρά κι αν έρθει. Μια ευκαιρία για τα μεγαλεπίβολα σχέδια του Ερντογάν. Η περίπτωση της . Μακεδονίας συνιστά ,ία πρώτης τάξεως ευκαιρία να συνδυαστούν πολλοί στόχοι μαζί. Η κυβέρνηση Μπορίσωφ μπορεί να στρέψει την προσοχή του εκλογικού σώματος από τα σκάνδαλα που την ταλανίζουν, ενώ παράλληλα αυτοπροβάλλεται βς η κύρια γραμμή υπεράσπισης ιστορικών δικαιωμάτων της χώρας στην περιοχή και θεματοφύλακας της πάγιας πολιτικής της χώρας ήδη από τα πρώτα χρόνια της βουλγαρικής ανεξαρτησίας. Διότι η Βουλγαρία θεωρούσε πάντοτε ως αναπόσπαστο ιστορικό της τμήμα την περιοχή της Β. Μακεδονίας.

Κατά αυτό τον τρόπο η Τουρκία βγαίνει πολλαπλά κερδισμένη. Μία χώρα της οποίας τον στρατό εκπαιδεύει η Ελλάδα ενώ φυλάσσει και τον εναέριο χώρο της, αυτομάτως μένει εκτός ΕΕ για απροσδιόριστο χρονικό διάστημα, κερδίζει έδαφος στην γειτονική της Βουλγαρία, αποτέλεσμα του οποίου είδαμε όταν η Βουλγαρία αρνήθηκε να συμφωνήσει στις ευρωπαϊκές κυρώσεις κατά της Τουρκίας, και δημιουργούνται προϋποθέσεις αποσταθεροποίησης της ήδη ασταθούς Β. Μακεδονίας, η οποία είναι και η μοναδική μας γέφυρα με την φιλική Σερβία και την Ευρώπη.

Οι γύπες πάνω από το κουφάρι
Η Βουλγαρία δεν είναι η μόνη χώρα που έχει βλέψεις πάνω από την Β.Μακεδονία. Ως τώρα έχει δείξει μια αξιοσημείωτη προσπάθεια φιλικής προσέγγισης με την νεότευκτη δημοκρατία, μοιράζοντας αφειδώς βουλγαρικά διαβατήρια στους κατοίκους της ώστε να μπορούν να φεύγουν στις χώρες της ΕΕ προς άγραν εργασίας, χρηματοδοτώντας ιδρύματα, ραδιοσταθμούς, κλπ. Τα αγκάθια όμως παραμένουν. Το 2017 υπογράφηκε Σύμφωνο Φιλίας μεταξύ των δύο χωρών, που μεταξύ των άλλων προέβλεπε την σύσταση κοινής επιτροπής ιστορικών και εκπαιδευτικών προκειμένου να επεξεργαστούν κοινά σημεία του παρελθόντος. Σίγουρα είναι δύσκολο για έναν Βούλγαρο να αποδεχτεί ότι ο μεσαιωνικός βασιλιάς Σαμουήλ ή ο Επίσκοπος Ναούμ ήταν Σλαβομακεδόνες και όχι Βούλγαροι, κάτι το οποίο εγείρει τις ίδιες αντιδράσεις που χαρακτήριζαν και τις ελληνικές αντιδράσεις σε προσπάθειες αφελληνισμού του ελληνικού παρελθόντος της αρχαίας Μακεδονίας. Από την άλλη όμως, και οι Βούλγαροι θα πρέπει να καταλάβουν ότι στην περιοχή της Β. Μακεδονίας έχει εδώ και κάπου 150 χρόνια δρομολογηθεί μια διαφορετική εθνολογική εξέλιξη, η οποία σίγουρα τους φαίνεται ακατανόητη και ίσως εκινούμενη από εξωτερικούς παράγοντες, στην συγκεκριμένη περίπτωση κατηγορούν την Σερβία γι αυτό, εξέλιξη όμως που πλέον δεν μπορεί να αντιστραφεί. Η κοινή επιτροπή δεν μπόρεσε υπό αυτό το πρίσμα να εργαστεί. Για τους κατοίκους της Β. Μακεδονίας η βουλγαρική παρουσία στον ΒΠΠ ήταν φασιστική επέκταση, για τους Βούλγαρους ήταν απελευθερωτική κίνηση. Από αυτό και μόνο το σημείο σταματάει κάθε προσπάθεια φιλικής επεξεργασίας του παρελθόντος.

Αν για την Βουλγαρία οι επιδιώξεις για την περιοχή βαδίζουν μεταξύ διακαών εθνικών πόθων και διπλωματικών ακροβασιών, για τον έτερο γείτονα της Β. Μακεδονίας, την Αλβανία, τα πράγματα είναι αρκετά ξεκάθαρα. Έχει διατυπωθεί ανοιχτά ή καλυμμένα ότι η Αλβανία επιδιώκει αν όχι την άμεση προσάρτηση των αλβανόφωνων περιοχών της χώρας, τουλάχιστον την ευρεία αυτονομία τους. Μια αυτονομία που θα καθιστούσε ουσιαστικά την χώρα σε ένα ανδρείκελο κράτους, ανάλογης με την κατάσταση που επικρατούσε στην Κύπρο πριν το 1974. Ήδη η δήλωση του πρωθυπουργού Ζάεφ, ότι ο επόμενος Πρόεδρος της χώρας θα είναι Αλβανός, έχει δημιουργήσει σειρά ερωτημάτων και ανησυχία στην κοινή γνώμη.

Η Αλβανία είναι μία χώρα η οποία κηδεμονεύεται πλέον ανοιχτά από τη Τουρκία. Σχολεία, τζαμιά, υποτροφίες, κλινικές, κανάλια, χρηματοδοτούνται απευθείας από την Τουρκία. Παράλληλα η Τουρκία χρηματοδοτεί ένα ευρύ δίκτυο εθνικιστικής αλβανικής προπαγάνδας εκμεταλλευόμενη και το γεγονός του χαμηλού επιπέδου παιδείας στην χώρα, και έχει δημιουργήσει εθνικές πεποιθήσεις αλυτρωτισμού οι οποίες περιλαμβάνουν σχεδόν όλα τα Βαλκάνια πλέον, μέχρι την Πελοπόννησο. Η Ελλάδα για άλλη μια φορά κοιμήθηκε. Για άλλη μια φορά αναλώθηκε σε παρωχημένες διαμάχες ιδεολογικού επιπέδου όσον αφορά τον τρόπο προσέγγισης της γειτονικής χώρας και όχι μόνο, δίνοντας την ευκαιρία στην Τουρκία να χτίσει μία δεύτερη Τουρκία στα δυτικά Βαλκάνια. Σε συνδυασμό με την ανεξαρτησία του Κοσσυφοπεδίου λειτουργεί μία ντε φάκτο, αν όχι ντε γιούρε Μεγάλη Αλβανία, η οποία επόμενο στόχο έχει βάλει την Β. Μακεδονία. Η προοπτική συνεργασίας της Αλβανίας με την Βουλγαρία για την επίτευξη αυτού του στόχου φαντάζει δελεαστική. Η συνδρομή της Τουρκίας σε αυτό το σχέδιο, μπορεί να το μετατρέψει σε πραγματικό σενάριο. Συνέπεια ενός τέτοιου σεναρίου θα ήτα η δημιουργία μιας εχθρικής Μεγάλης Αλβανίας στα βόρεια σύνορά μας, και η εμφάνιση μιας Μεγάλης Βουλγαρίας, η οποία να σημειωθεί ότι αποδέχεται την ονομασία Μακεδονία, αλλά απορρίπτει τους όρους μακεδονική γλώσσα και έθνος, πράγμα που υποδηλώνει ότι δεν αποκλείεται καμία αλυτρωτική κίνηση σε ένα αβέβαιο μέλλον στα επόμενα 20, 30, ή και 50 χρόνια. Ένα σενάριο συνεργασίας μεταξύ Αλβανίας και Βουλγαρίας πάνω στον διαμελισμό της Β. Μακεδονίας με σπόνσορα την Τουρκία, θα ήταν καταστρεπτικό, για να μην πω εφιαλτικό.

Μονόδρομος η συντήρηση του Στάτους Κβο
Η Ελλάδα πρέπει να σκεφτεί όχι μόνον με γνώμονα την στήριξη της ΕΕ και του ΝΑΤΟ, αλλά και με προοπτική ίσως στο μέλλον να μην υπάρχουν αυτοί οι οργανισμοί ή να μην λειτουργούν όπως λειτουργούν σήμερα. Αυτό σημαίνει ότι:

α) η Ελλάδα πρέπει να ενισχύσει σε υπέρτατο βαθμό την παρουσία της στην Β. Μακεδονία.
Στρατιωτική και οικονομική συνεργασία, ενσωμάτωση της χώρας σε εν είδη εσωτερική αγορά της Ελλάδος, ενίσχυση στον τομέα των υποδομών, της αστυνομίας, του στρατού, της εκπαίδευσης, της υγείας. Κατασκευή έργων υποδομών, ίδρυση τηλεοπτικών καναλιών, παροχή υποτροφιών σε φοιτητές και καλλιτέχνες, κοινά καλλιτεχνικά και λογοτεχνικά φεστιβάλ και events, ίδρυση σχολείων, νοσοκομείων, πανεπιστημιακών τμημάτων, κέντρων ελληνικού πολιτισμού, ενσωμάτωση του εγχώριου celebrity system στο ελληνικό, κοινά επιχειρηματικά φόρουμ, εκπαίδευση εγχώριου κλήρου σε σεμινάρια της ελλαδικής εκκλησίας. Δύο μαχητικοί και ευφυείς δημοσιογράφοι, ένας γνωστός ηθοποιός ή τραγουδιστής, ένας αναγνωρισμένος καλλιτέχνης μπορούν να δημιουργήσουν μεγαλύτερη επιρροή από ένα σύνταγμα πεζικού ή από δύο F16!! Πιο ανώδυνα και πιο φθηνά επίσης. Η χώρα πρέπει να καταστεί σε προμαχώνα ελληνικών συμφερόντων στην περιοχή.

β) ανάγκη να επαναπροσδιοριστεί η σχέση της Ελλάδος με την Αλβανία.
Αυτά που πρότεινα για την Β. Μακεδονία θα έπρεπε να είχαν γίνει προ τουλάχιστον 20 ετών στην Αλβανία. Αλλά η Ελλάς κοιμάται. Η εγκληματική αμέλεια των υπευθύνων της εξωτερικής μας πολιτικής τότε, έφερε την χώρα στο στρατόπεδο της Τουρκίας, για να μην πούμε ότι η χώρα κατέστη τουρκικό προτεκτοράτο. Η προπαγάνδα της κυβέρνησης Ράμα και όχι μόνον, έχει φέρει ακόμη και την μειονότητα των Βλάχων σε μεγάλο βαθμό εναντίον της Ελλάδος, καθιστώντας τους θύματα της ρουμανικής προπαγάνδας και του αλβανικού οπορτουνισμού. Πλέον όλο και συχνότερα, όλο και δυνατότερα ακούγονται στην Αλβανία φωνές “καταπιεσμένων από την Ελλάδα Βλάχων”, οι οποίοι πιέζονταν δήθεν ακόμη και στην Αλβανία να αυτοπροσδιορίζονται ως Έλληνες. Η κατάσταση είναι τραγική. Χρειάζεται μεγάλη προσπάθεια από ελληνικής πλευράς προσεταιρισμού έστω και ενός τμήματος του αλβανικού πληθυσμού υπέρ της Ελλάδος, αρχής γενομένης από τους νότιους Τόσκηδες, πριν είναι ήδη πολύ αργά. Κυρίως χρειάζεται να ιδρυθούν σχολεία ως και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης για τους Έλληνες αλλά και Αλβανούς που θα ήθελαν της χώρας, και να ενισχυθούν επιχειρηματικές δραστηριότητες αρχικά των Ελλήνων της περιοχής, και σταδιακά και Αλβανών μέσω επενδυτικών σχημάτων καθοδηγούμενα από τις ελληνικές προξενικές αρχές. Πρέπει να δημιουργηθεί ένας κυματοθραύστης στην τουρκική προπαγάνδα. Διότι ήδη η εθνικιστική προπαγάνδα των οραματιστών της Μεγάλης Αλβανίας έχει κάνει τρομερή ζημιά.

γ) Ενίσχυση της επιρροής στην Βουλγαρία.
Δεν είναι όλοι οι Βούλγαροι οραματιστές της Μεγάλης Βουλγαρίας. Υπάρχουν ισχυρές φωνές στην χώρα που βλέπουν ότι το παρελθόν στα Βαλκάνια είναι περισσότερο αγκάθι παρά αρωγός για μια καλύτερη πορεία στο μέλλον. Αρκετοί παρατηρητές, δημοσιογράφοι, ιστορικοί, και κοινωνιολόγοι έγραψαν εναντίον του βέτο ένταξης της Β. Μακεδονίας. Η αντίδραση της Ευρώπης ήταν κάθε άλλο παρά φιλική. Η Γερμανία το είδε σαν προδοσία, σαν πισώπλατη μαχαιριά, ιδιαίτερα διότι αυτό συνέβη κατά την διάρκεια της δικής της προεδρίας στην ΕΕ. Οι υπόλοιπες χώρες δεν πήγαν πιο πίσω στην κριτική τους. Πολλοί Βούλγαροι δεν θέλουν να εξαρτάται η χώρα τους από τα τουρκικά σχέδια επέκτασης. Δεν θέλουν να δουν την χώρα τους μια τουρκική αποικία. Η Ελλάδα πρέπει να βοηθήσει αυτούς ακριβώς τους Βούλγαρους. Δημιουργώντας ένα δίκτυο ανάλογο με αυτό που πρότεινα για Β. Μακεδονία και Αλβανία, αλλά κυρίως με μια πιο άμεση τακτική, δημιουργώντας δηλαδή ένα φιλελληνικό λόμπυ ανάμεσα στους πολιτικούς της χώρας. Το λόμπυ αυτό πρέπει να δρα αθόρυβα, και να εκτείνεται σε ολόκληρο το πολιτικό φάσμα της χώρας, σε όλα τα κόμματα, καθηγητές πανεπιστημίων και ακαδημαϊκούς, δημοσιογράφους, celebrities, ακόμη και ιερείς. Κατά αυτό τον τρόπο δεν θα εξαρτάται η τύχη της εξωτερικής μας πολιτικής από το εκλογικό αποτέλεσμα της χώρας, και τα συμφέροντα της Ελλάδος θα εκπροσωπούνται από όλους σχεδόν τους πολιτικούς σχηματισμούς. Κάτι ανάλογο με αυτό που εδώ και δεκαετίες κάνει η Τουρκία στις ΗΠΑ.

Αυτά είναι τα γενικά πλαίσια μέσα στα οποία η Ελλάδα πρέπει να προσεγγίσει και να αντιμετωπίσει τις εξελίξεις στην περιοχή, και τους κινδύνους που ελλοχεύουν. Και μάλιστα πρέπει να δράσουμε γρήγορα, είναι ήδη παρά πέντε, για να μην τρέχουμε πάλι πίσω από τις εξελίξεις...

Δημήτριος Ντοϊκος

Σχόλια