Κλείνουν εφέτος 200 χρόνια από την εθνική μας Παλιγγενεσία. Δυο εκατονταετίες όπου η Ελλάδα κέρδισε την ανεξαρτησία της, την ελευθερία της, την οντότητά της. Και η μέρα αυτή ήρθε με σκληρούς αγώνες, με πολύ αίμα, με το μεγάλο σύνθημα: «Λευτεριά ή θάνατος». Να γιατί ο πανταχού Ελληνισμός θα γιορτάσει εφέτος με κατάνυξη, με ευλάβεια, με υπερηφάνεια την 200η επέτειο.
Οι Βορειοηπειρώτες για πολλά χρόνια, μα ιδίως στα χρόνια της κομμουνιστικής δικτατορίας, στερήθηκαν όχι μόνον να γιορτάζουν τις εθνικές τους εορτές, αλλά ούτε καν να τις υπενθυμίζουν. Φαινόμενα που εκδηλώθηκαν και στα πρώτα χρόνια της δημοκρατίας στην Αλβανία, ιδίως το 1993-1994 χρονιές με πάρα πολλά έκτροπα εις βάρος των Βορειοηπειρωτών, χρονιά -1944- που αποκορυφώθηκαν τα έκτροπα με την Νύχτα του Αγίου Βαρθολομαίου, την σύλληψη και την δίκη των πέντε ηγετών της Ομόνοιας.
Μου αποτυπώθηκαν τα συμβάντα της εθνικής μας εορτής του 1994, πράγμα που τα αποτύπωσα με την παρακάτω περιγραφή στο βιβλίο μου «Μέρες αγωνίας».
Μάρτιος τού 1994. Παραμονές της Εθνικής μας Εορτής. Σε όλες τις κοινότητες στάλθηκε ειδικό έγγραφο: «Η 25η Μαρτίου, η Εθνική μας εορτή, να γιορταστεί μεγαλοπρεπώς. Μαζί με την αλβανική να υψωθεί και η ελληνική σημαία...». Έγγραφο στάλθηκε και στο τμήμα Δημόσιας τάξης. Για την παραχώρηση άδειας.
Όλα με έγγραφα έγιναν. Μόνον το τι θα λεγόταν δεν στάλθηκε. Οι χαιρετισμοί. Οι ζητωκραυγές. Πότε θα χειροκροτούσαμε και πότε θα σιωπούσαμε... Και μετά σου μιλούσαν για δημοκρατία!
Την ήμερα της γιορτής, όλα τα αστυνομικά τμήματα, άδειασαν. Τα αστυνομικά ford περνούσαν από χωριό σε χωριό. Απειλές και φωναχτά από τους αστυνομικούς. Διαμαρτυρίες από τον κόσμο...
Οι δραστηριότητες διακόπηκαν. Οι σημαίες κατέβηκαν. Οι «δημοκράτες» έδειξαν το αληθινό τους πρόσωπο.
Στην γραφική πόλη του Ιονίου, τους Αγίους Σαράντα, ήταν κάτι το διαφορετικό. Δύσκολα να το ξεχάσει κανείς. Μισή ώρα, προτού αρχίσει η δραστηριότητα, έξω από το κινηματοθέατρο είχε συγκεντρωθεί πολύ κόσμος. Όλοι οι Έλληνες της πόλης. Κι όχι μόνον. Το κορνάρισμα μερικών αυτοκινήτων τράβηξε την προσοχή τους. Το μέρος γέμισε με αστυνομικούς. Ο προϊστάμενος, με το κινητό τηλέφωνο στο χέρι, μέσα από το αμάξι της αστυνομίας, έδινε οδηγίες. Φαινόταν εκνευρισμένος. Φώναξε τον υπεύθυνο της αίθουσας:
-Σου δίνω ρητή εντολή, να μην την ανοίξεις, γιατί θα βρεις τον μπελά σου.
Κατέβηκε από το αμάξι, πλησίασε τους διοργανωτές και τους είπε με τόνο αυστηρό:
-Πείτε στο κοινό να διαλυθεί. Η δραστηριότητα δεν θα γίνει. Με το καλό για να μην επέμβουμε εμείς.
Οι διοργανωτές, μαζί με το βουλευτή Θωμά Μήτσιο, αντέδρασαν. Ο κόσμος οργίστηκε. «Τι συμβαίνει;». «Γιατί δεν ανοίγουν την πόρτα;». «Γιατί δεν μας αφήνουν να γιορτάσουμε την Εθνική μας γιορτή;». «Πού είναι οι υποσχέσεις τους;». Μάταια όμως. Οι αστυνομικοί σχημάτισαν κλοιό. Θα γίνονταν μακελειό.
Το νέο μήνυμα, σαν ηλεκτρικός σπινθήρας, διαπέρασε το πλήθος. Έγινε κατανοητό. Έτσι αθόρυβα. Με τη γλώσσα των ματιών. Με τη γλώσσα της καρδιάς.
Ο κόσμος κουνήθηκε. Πλάι-πλάι ο ένας στον άλλον. Με το κεφάλι ψηλά, με τα χέρια σφιγμένα γροθιά, παρέλασε στον κυριότερο δρόμο της πόλης. Μέχρι το έμπα της. Εκεί που βρίσκονταν η μικρή εκκλησία του Αγίου Χαραλάμπους. Λίγοι από μέσα. Οι περισσότεροι απ’ έξω.
Από το μεγάφωνο ακούγονταν το κήρυγμα του λόγου του Θεού. Τα λόγια του Χριστού και της Υπεραγίας Θεοτόκου. Ακούστηκε το κήρυγμα του Κολοκοτρώνη, του Παπαφλέσσα, της Μπουμπουλίνας... Ακούστηκε ο εθνικός ύμνος:
Σε γνωρίζω από την κόψη
του σπαθιού την τρομερή...
Το εκκλησάκι βούιξε. Ο χώρος τριγύρω βούιξε. Οι αστυνομικοί, σαν λυσσασμένα θηρία, πηγαινοέρχονταν. Έβριζαν. Παρατηρούσαν. Σημείωναν.
Ο κόσμος, σε στάση προσοχής, τραγουδούσε. Ό αντίλαλος σκορπίστηκε σε ολόκληρη την πόλη:
…Και σαν πρώτα αντρειωμένη
Χαίρε, ω χαίρε λευτεριά.
Ήμασταν όλοι υπερήφανοι.
Ο γιορτασμός της Εθνικής μας Επετείου στέφθηκε με επιτυχία.
Αυτά, για να μην τα ξεχνούμε, για να μαθαίνουν οι νέοι πως ένας λαός μπροστά στα ιδεώδη του δεν υποχωρεί. Και πως οι καταστάσεις δεν άλλαξαν και πολύ. Πως ο τέως πρόεδρος της αλβανικής δημοκρατίας, μετά τα γεγονότα με τη δολοφονία του Κ. Κατσίφα, πρότεινε να μην επιτραπούν εκδηλώσεις για τι εθνικές εορτές της Ελλάδος στην Αλβανία!!! Απλώς να τα θυμούμαστε.
Βαγγέλης Παπαχρήστος / sfeva.gr
Οι Βορειοηπειρώτες για πολλά χρόνια, μα ιδίως στα χρόνια της κομμουνιστικής δικτατορίας, στερήθηκαν όχι μόνον να γιορτάζουν τις εθνικές τους εορτές, αλλά ούτε καν να τις υπενθυμίζουν. Φαινόμενα που εκδηλώθηκαν και στα πρώτα χρόνια της δημοκρατίας στην Αλβανία, ιδίως το 1993-1994 χρονιές με πάρα πολλά έκτροπα εις βάρος των Βορειοηπειρωτών, χρονιά -1944- που αποκορυφώθηκαν τα έκτροπα με την Νύχτα του Αγίου Βαρθολομαίου, την σύλληψη και την δίκη των πέντε ηγετών της Ομόνοιας.
Μου αποτυπώθηκαν τα συμβάντα της εθνικής μας εορτής του 1994, πράγμα που τα αποτύπωσα με την παρακάτω περιγραφή στο βιβλίο μου «Μέρες αγωνίας».
Μάρτιος τού 1994. Παραμονές της Εθνικής μας Εορτής. Σε όλες τις κοινότητες στάλθηκε ειδικό έγγραφο: «Η 25η Μαρτίου, η Εθνική μας εορτή, να γιορταστεί μεγαλοπρεπώς. Μαζί με την αλβανική να υψωθεί και η ελληνική σημαία...». Έγγραφο στάλθηκε και στο τμήμα Δημόσιας τάξης. Για την παραχώρηση άδειας.
Όλα με έγγραφα έγιναν. Μόνον το τι θα λεγόταν δεν στάλθηκε. Οι χαιρετισμοί. Οι ζητωκραυγές. Πότε θα χειροκροτούσαμε και πότε θα σιωπούσαμε... Και μετά σου μιλούσαν για δημοκρατία!
Την ήμερα της γιορτής, όλα τα αστυνομικά τμήματα, άδειασαν. Τα αστυνομικά ford περνούσαν από χωριό σε χωριό. Απειλές και φωναχτά από τους αστυνομικούς. Διαμαρτυρίες από τον κόσμο...
Οι δραστηριότητες διακόπηκαν. Οι σημαίες κατέβηκαν. Οι «δημοκράτες» έδειξαν το αληθινό τους πρόσωπο.
Στην γραφική πόλη του Ιονίου, τους Αγίους Σαράντα, ήταν κάτι το διαφορετικό. Δύσκολα να το ξεχάσει κανείς. Μισή ώρα, προτού αρχίσει η δραστηριότητα, έξω από το κινηματοθέατρο είχε συγκεντρωθεί πολύ κόσμος. Όλοι οι Έλληνες της πόλης. Κι όχι μόνον. Το κορνάρισμα μερικών αυτοκινήτων τράβηξε την προσοχή τους. Το μέρος γέμισε με αστυνομικούς. Ο προϊστάμενος, με το κινητό τηλέφωνο στο χέρι, μέσα από το αμάξι της αστυνομίας, έδινε οδηγίες. Φαινόταν εκνευρισμένος. Φώναξε τον υπεύθυνο της αίθουσας:
-Σου δίνω ρητή εντολή, να μην την ανοίξεις, γιατί θα βρεις τον μπελά σου.
Κατέβηκε από το αμάξι, πλησίασε τους διοργανωτές και τους είπε με τόνο αυστηρό:
-Πείτε στο κοινό να διαλυθεί. Η δραστηριότητα δεν θα γίνει. Με το καλό για να μην επέμβουμε εμείς.
Οι διοργανωτές, μαζί με το βουλευτή Θωμά Μήτσιο, αντέδρασαν. Ο κόσμος οργίστηκε. «Τι συμβαίνει;». «Γιατί δεν ανοίγουν την πόρτα;». «Γιατί δεν μας αφήνουν να γιορτάσουμε την Εθνική μας γιορτή;». «Πού είναι οι υποσχέσεις τους;». Μάταια όμως. Οι αστυνομικοί σχημάτισαν κλοιό. Θα γίνονταν μακελειό.
Το νέο μήνυμα, σαν ηλεκτρικός σπινθήρας, διαπέρασε το πλήθος. Έγινε κατανοητό. Έτσι αθόρυβα. Με τη γλώσσα των ματιών. Με τη γλώσσα της καρδιάς.
Ο κόσμος κουνήθηκε. Πλάι-πλάι ο ένας στον άλλον. Με το κεφάλι ψηλά, με τα χέρια σφιγμένα γροθιά, παρέλασε στον κυριότερο δρόμο της πόλης. Μέχρι το έμπα της. Εκεί που βρίσκονταν η μικρή εκκλησία του Αγίου Χαραλάμπους. Λίγοι από μέσα. Οι περισσότεροι απ’ έξω.
Από το μεγάφωνο ακούγονταν το κήρυγμα του λόγου του Θεού. Τα λόγια του Χριστού και της Υπεραγίας Θεοτόκου. Ακούστηκε το κήρυγμα του Κολοκοτρώνη, του Παπαφλέσσα, της Μπουμπουλίνας... Ακούστηκε ο εθνικός ύμνος:
Σε γνωρίζω από την κόψη
του σπαθιού την τρομερή...
Το εκκλησάκι βούιξε. Ο χώρος τριγύρω βούιξε. Οι αστυνομικοί, σαν λυσσασμένα θηρία, πηγαινοέρχονταν. Έβριζαν. Παρατηρούσαν. Σημείωναν.
Ο κόσμος, σε στάση προσοχής, τραγουδούσε. Ό αντίλαλος σκορπίστηκε σε ολόκληρη την πόλη:
…Και σαν πρώτα αντρειωμένη
Χαίρε, ω χαίρε λευτεριά.
Ήμασταν όλοι υπερήφανοι.
Ο γιορτασμός της Εθνικής μας Επετείου στέφθηκε με επιτυχία.
Αυτά, για να μην τα ξεχνούμε, για να μαθαίνουν οι νέοι πως ένας λαός μπροστά στα ιδεώδη του δεν υποχωρεί. Και πως οι καταστάσεις δεν άλλαξαν και πολύ. Πως ο τέως πρόεδρος της αλβανικής δημοκρατίας, μετά τα γεγονότα με τη δολοφονία του Κ. Κατσίφα, πρότεινε να μην επιτραπούν εκδηλώσεις για τι εθνικές εορτές της Ελλάδος στην Αλβανία!!! Απλώς να τα θυμούμαστε.
Βαγγέλης Παπαχρήστος / sfeva.gr
Διαβάστε ακόμη:
👉Ακολουθήστε μας στο twitter
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών