Αυτόνομη Βόρεια Ήπειρος - Ελευθέριος Βενιζέλος - Μύθοι και προπαγάνδα

Η 17η Μαΐου του 1914 είναι μία επετειακή ημερομηνία, καθώς γιορτάζεται η υπογραφή του πρωτοκόλλου της Κέρκυρας, μεταξύ της επαναστατικής κυβέρνησης της Βορείου Ηπείρου και της Αλβανικής κυβέρνησης, υπό τον πρίγκιπα Βίντ.

Η υπογραφή του πρωτοκόλλου της Κέρκυρας θεωρείται, στις συνειδήσεις των Βορειοηπειρωτών, ως λόγος εορτασμού, καθώς είναι το μέγιστο επίτευγμα του Ελληνισμού στη Βόρεια Ήπειρο. Στο μύθο αυτό αναθεματίζεται ρόλος του Ελευθερίου Βενιζέλου, μιας και θεωρείται ο πολιτικός που άφησε τη Βόρεια Ήπειρο εκτός Ελλάδος! Είναι έτσι τα πράγματα; Ας δούμε την ιστορική αλήθεια.

Μετά τη νικηφόρα μάχη στο Μπιτζάνι και την απελευθέρωση των Ιωαννίνων, στις 19 Φεβρουαρίου 1913, ο Ελληνικός Στρατός εισέρχεται απελευθερωτής στη σημερινή Βόρεια Ήπειρο, θεωρώντας τη ενιαία Ήπειρο και συνέχεια του ελληνικού εθνικού κορμού. Στο πλαίσιο του πρώτου βαλκανικού πολέμου, η προέλαση του Ελληνικού Στρατού σταμάτησε στο μέτωπο αυτό, καθώς οι διεκδικήσεις του είχαν εκπληρωθεί και αναμενόταν η υπογραφή της συνθήκης ειρήνης μεταξύ της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και των χριστιανών βαλκανικών Συμμάχων.
Εν τω μεταξύ, στο τέλος του Νοεμβρίου του 1912, ομάδα Αλβανών εθνικιστών είχε προβεί σε ανακήρυξη ελεύθερου αλβανικού κράτους με έδρα την Αυλώνα, παρότι το μεγαλύτερο μέρος της Αλβανίας απελευθερώθηκε από την Οθωμανική Αυτοκρατορία, από το σερβικό στρατό, ο οποίος επίσης νίκησε τον οθωμανικό στρατό, το νότιο τμήμα της χώρας απελευθερώθηκε από τον ελληνικό στρατό ως κατοικημένο από Έλληνες και δεν είχε μείνει παρά ένα μικρό κομμάτι πέριξ της Αυλώνας. Οι μεγάλες δυνάμεις δημιούργησαν μία νέα χώρα, με παλιό γηγενή πληθυσμό, την Αλβανία αποσπώντας από τις διεκδικήσεις της Σερβίας και της Ελλάδας. Οι διεκδικήσεις της Σερβίας ήταν εκτός εθνικού της κορμού, ενώ οι ελληνικές διεκδικήσεις αφορούσαν και Έλληνες οι οποίοι είχαν απελευθερωθεί. Αξίζει να σημειωθεί ότι μετά την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας τους, οι Αλβανοί στρατιώτες που πολεμούσαν στον οθωμανικό στρατό, αντικατέστησαν τις οθωμανικές σημαίες με αλβανικές, προκειμένου να δείξουν έτσι ότι ο πόλεμος είχε μετατραπεί σε αλβανοσερβικός, πράγμα που δεν συνέβη με τις μάχες που έκανε ο ελληνικός στρατός με τους Οθωμανούς. Αντιθέτως, ο αρχηγός των Αλβανών, Ισμαήλ Κεμάλ, αρνήθηκε βοήθεια προς του Οθωμανούς κατά την πολιορκία των Ιωαννίνων.

Οι μεγάλες δυνάμεις, με πρωταγωνίστρια την Αυστροουγγαρία και την Ιταλία δευτερευόντως, δημιούργησαν τη χώρα αυτή εις βάρος των Βαλκάνιων Συμμάχων, των οποίων οι στρατοί είχαν απελευθερώσει τα Βαλκάνια. Η Ελλάδα ελευθέρωσε τη Βόρεια Ήπειρο, αλλά με εντολή των μεγάλων δυνάμεων, απέσυρε το στρατό από τα μέρη που σήμερα είναι Αλβανία.

Πρέπει εδώ να επισημάνουμε δύο πράγματα:
Πρώτον, οι Μεγάλες δυνάμεις στο θέμα αυτό είχαν χωριστεί σε δύο παρατάξεις. Από τη μία η Αυστροουγγαρία και η Ιταλία, οι οποίες και τελικά επέβαλλαν την άποψή τους και οι σύμμαχες στην Ελλάδα, Αγγλία και Γαλλία που θεωρούσαν Έλληνες τους αλβανόφωνους Βορειοηπειρώτες, τονίζοντας την πολιτιστική τους Βυζαντινή και ορθόδοξη συνείδηση καθώς και τη βούλησή τους που τότε ήταν υπέρ της ένταξής τους στο Ελληνικό κράτος.
Δεύτερον, η τότε Βόρεια Ήπειρος δεν είναι η σημερινή Ελληνική μειονότητα, που είναι ελληνόφωνη, αλλά η βόρεια αυτής. Η Δρόπολη, ο Βούρκος, το Δέλβινο και οι ελληνόφωνες περιοχές δεν θεωρούσαν τον εαυτόν τους Βορειοηπειρώτη, αλλά Ηπειρώτη όπως όλοι οι σημερινοί Ηπειρώτες της Ελλάδας. Ο σημερινός όρος «Βόρεια Ήπειρος», που ταυτίζει το όνομα αυτό με την ελληνική μειονότητα, χωρίζει τη σημερινή Ήπειρο με βάση το σύνορο Ελλάδας - Αλβανίας. Οι κάτοικοι των περιοχών αυτών, δεν θεωρούσαν ότι διακυβευόταν η τύχη τους, κατά την εποχή που μιλάμε, όπως ακριβώς και οι κάτοικοι των Ιωαννίνων. Θεωρούσαν δεδομένη την υπαγωγή τους στο ελληνικό κράτος. Σήμερα συμβαίνει, μια μικρή περιοχή, η Ελληνική μειονότητα, να ταυτίζεται με το τεράστιο ιστορικό φορτίο άλλων, βάζοντας, άθελά της, ανυπέρβλητα ιστορικά προβλήματα και αναλαμβάνοντας ιστορικές ευθύνες που δεν της αντιστοιχούν.

Ωστόσο, στις 17 Φεβρουαρίου 1914, δημιουργήθηκε επαναστατικό κίνημα, το οποίο ανακήρυξε ελεύθερη Πολιτεία της Βορείου Ηπείρου, δημιούργησε στρατό και προσωρινή κυβέρνηση, με έδρα το Αργυρόκαστρο. Παρότι ο στρατός της πολιτείας δημιουργήθηκε από απόστρατους του Ελληνικού Στρατού, κυρίως Κρητικούς, η Ελλάδα επισήμως υπάκουσε στη συνθήκη Ειρήνης και δεν αναγνώρισε την Πολιτεία της Βορείου Ηπείρου. Οι αντιμαχόμενες πλευρές αποφάσισαν να διαπραγματευτούν ειρήνη και να υπογράψουν το πρωτόκολλο της Κέρκυρας, στις 17 Μάιου 1914.

Η ελληνική κυβέρνηση, που ως τότε δεν είχε αναμειχθεί στις διαπραγματεύσεις, ανέλαβε ουσιαστικό ρόλο. Ο Ελευθέριος Βενιζέλος παρακίνησε τον Ζωγράφο, πρόεδρο της κυβέρνησης της Βορείου Ηπείρου, να επικυρώσει όσο το δυνατόν ταχύτερα τους όρους του Πρωτοκόλλου χωρίς να προβάλλει επιπλέον αξιώσεις.

Η κυβέρνηση της Β. Ηπείρου αξίωνε να εγκρίνουν και να εγγυηθούν για το πρωτόκολλο οι Μεγάλες Δυνάμεις. Τελικά τη 1 η Ιουνίου το επικύρωσαν και λίγες μέρες αργότερα η αλβανική κυβέρνηση αποδέχτηκε τελικά την συμφωνία και απέδωσε το επίσημο έγγραφο του πρωτοκόλλου στις 23 Ιουνίου 1914 στην αυτόνομη κυβέρνηση
Με το πρωτόκολλο προβλεπόταν Αυτονομία, αλλά δεν πρόλαβε να εφαρμοστεί, καθώς, στις πέντε μέρες αργότερα, ξέσπασε ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος.
Ο ελληνικός στρατός, στις 27 Οκτωβρίου το 1914, με εντολή Βενιζέλου, εισήλθε εκ νέου στη Βόρεια Ήπειρο, καθώς στην Αλβανία, είχαν ξεσπάσει αναταραχές και εμφύλιος πόλεμος.

Το Μάιο του 1915, στις εθνικές εκλογές της Ελλάδας, συμπεριλήφθηκαν και οι περιοχές της Βορείου Ηπείρου οι οποίες εξέλεξαν βουλευτές. Είχε κερδίσει ο Ελευθέριος Βενιζέλος.

Μετά τη διαφωνία του με το βασιλιά Κωνσταντίνο, ο οποίος αρνήθηκε την συμμετοχή της Ελλάδας στον πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, παρότι οι εκλογές αυτές είχαν χαρακτήρα δημοψηφίσματος, ο Βενιζέλος παραιτήθηκε εκ νέου. Έγιναν νέες εκλογές χωρίς τη συμμετοχή του Ελευθερίου Βενιζέλου, στις οποίες επίσης οι βορειοηπειρώτες εκπροσωπήθηκαν στο Εθνικό κοινοβούλιο με 19 βουλευτές, 15 εκ των οποίων έχουμε τα ονόματά τους και είναι οι παρακάτω:
Από το νομό Αργυροκάστρου: Δ. Δούλης, Σ. Σπυρομήλιος, Π. Ζάππας, Κ. Κυρίτσης, Χ. Γιόσκας, Δ. Παπούλας, Θ. Αδαμίδης, Β. Σωτηριάδης και Θ.Μπαμίχας.
Από το νομό Κορυτσάς: Ι. Αδαμίδης, Κ. Πολένας, Σ. Χαρισιάδης, Κ. Σκενδέρης, Ε. Σώμος και Δ. Ζήκος.

Εν τω μεταξύ οι Βούλγαροι εισέβαλαν στη Μακεδονία, χωρίς την αντίσταση του στρατού και ο γερμανόφιλος πλέον βασιλιάς παρέδωσε το 4 ο σώμα στρατού της Μακεδονίας στη Γερμανία, το οποίο έμεινε όμηρο πολέμου, μέχρι το τέλος του πολέμου σε στρατόπεδο στη Γερμανία. Bενιζελικοί στρατιωτικοί αντέδρασαν και ζήτησαν τη βοήθεια του Βενιζέλου, ο οποίος ανταποκρίθηκε και δημιούργησε την κυβέρνηση της Θεσσαλονίκης, μετά το κίνημα της Εθνικής Αμύνης, που έκαναν οι αξιωματικοί.
Έτσι, η Ελλάδα δεν συμμετείχε εξ ολοκλήρου στον Παγκόσμιο Πόλεμο, παρά μόνο το κράτος της Θεσσαλονίκης, υπό τον Ελευθέριο Βενιζέλο. Με την παρέμβαση των Γάλλων, ο Βενιζέλος επανήλθε ως πρωθυπουργός στην Αθήνα, και κήρυξε τον πόλεμο στις Κεντρικές δυνάμεις ως ενιαία Ελλάδα. Ο Βενιζέλος ανασύστησε τη βουλή από τις εκλογές του Μαΐου του 1915, καθώς τις εκλογές που δεν συμμετείχε τις θεώρησε νόθες, στην οποία, όπως είπαμε συμμετείχαν και Βορειοηπειρώτες. Η βουλή αυτή ονομάστηκε «Βουλή των Λαζάρων», δηλαδή αναστημένη.

Συμμετείχε με τις νικήτριες δυνάμεις στη σύνοδο των Παρισίων το 1919, υπέγραψε μυστικό σύμφωνο με τον Τιτόνι, προκειμένου η Ιταλία να άρει τις αντιρρήσεις για την ενσωμάτωση της Βορείου Ηπείρου στην Ελλάδα και να εκχωρήσει τα Δωδεκάνησα, πλην της Ρόδου, η οποία θα ακολουθούσαν τη μοίρα της Κύπρου, την οποία κατείχε η Αγγλία. Η Ιταλία ανακάλεσε μονομερώς τη μυστική συνθήκη με την Ελλάδα, αλλά η Ελλάδα διεκδικούσε σχεδόν ολόκληρη τη Βόρεια Ήπειρο.

Δυστυχώς, για την Ελλάδα και τη Βόρεια Ήπειρο, ο Βενιζέλος έχασε τις εκλογές, το Νοέμβριο του 1920, αφού ο σοφός ελληνικός λαός επέλεξε τη λαϊκή δεξιά και τον Κώτσο βασιλιά. Ως αποτέλεσμα, η συνθήκη των Σεβρών δεν είχε καμία τύχη.

Έχουμε λοιπόν μία συνθήκη περί αυτονομίας της Βορείου Ηπείρου, ανάμεσα στην κυβέρνηση της Βορείου Ηπείρου και στην Αλβανία, η οποία επικυρώθηκε μεν, δεν εφαρμόστηκε δε και μία συνθήκη που την υπογράψανε όλες οι Μεγάλες Δυνάμεις όντες Βορειοηπειρώτες στην ελληνική Βουλή και όντας η Ελλάδα νικήτρια ενός Παγκοσμίου Πολέμου. Τι είναι αυτό που κάνει, σήμερα, τους Βορειοηπειρώτες να ξεχνούν την ενσωμάτωσή τους στο ελληνικό κράτος και να γιορτάζουν την αυτονομία; Γιατί γιορτάζουν μια κυβέρνηση που δεν την αναγνώρισε κάνεις, ούτε καν η Ελλάδα και όχι την ενσωμάτωσή τους στην Ελλάδα, που αφενός ήταν επίτευγμα σπουδαιότερο του προηγούμενου και αναγνωρισμένο, όχι μόνο από την Ελλάδα, αλλά από τις Μεγάλες Δυνάμεις που ήταν νικήτριες του πολέμου;

Σαν να μην έφτανε αυτό κατηγορούν τον Βενιζέλο ότι μετά τη λήξη του βαλκανικού πολέμου προτίμησε το ανατολικό Αιγαίο, δηλαδή τη Χίο, τη Μυτιλήνη και όλα τα νησιά που απελευθέρωσε στόλος με το θωρηκτό Αβέρωφ και το ναύαρχο Κουντουριώτη, τα οποία βρισκόταν στο στόμα της Τουρκίας, εν αντιθέσει με μία περιοχή σε ένα κρατίδιο που μόλις είχε δημιουργηθεί.

Μετά την ήττα του Βενιζέλου στις εκλογές του 1920, ένα αναπάντεχο και αψυχολόγητο γεγονός, στην εποχή του Εθνικού διχασμού, στην Αθήνα, η βασιλική προπαγάνδα οργίαζε. Έτσι λοιπόν, όπως πάντα, οι ηλίθιοι βορειοηπειρώτες γιορτάζουν μία αυτονομία που δεν εφαρμόστηκε, κατηγορούν το Βενιζέλο ως προδότη και ξεχνούν ότι είχαν απελευθερωθεί και ενσωματωθεί στην Ελλάδα από το Βενιζέλο.

Για να καταλάβουμε την εποχή του εθνικού διχασμού, μετά το Κίνημα της Εθνικής Αμύνης, ο Βενιζέλος αναθεματίστηκε στην Αθήνα, στο Πεδίον του Άρεως (πολιτικοί αντίπαλοι, της λαϊκής δεξιάς, έριχναν πέτρες σε ένα σωρό «λιθοβολώντας» τον) ως κακούργο, κυκλοφόρησαν φήμες ότι ο Βενιζέλος ήταν Εβραίος, ενώ ο λαός οργανωμένος από τους φιλοβασιλικούς κύκλους, εναντιωνόταν στην προοπτική εξόδου της χώρας στον πόλεμο με το σύνθημα «δεν τα θέλομε» και εννοούσαν ότι δεν ήθελαν τις νέες περιοχές που θα απελευθερώναμε, τη Θράκη, τη Μικρά Ασία, τη Βόρεια Ήπειρο, ενώ παράλληλα πρέσβευαν την γενική ιδέα της «μικρής πλην τίμιας Ελλάς», χωρίς περαιτέρω εξηγήσεις. Κατά την έννοια αυτή ήταν ανέντιμη η απελευθέρωση της Βορείου Ηπείρου, η υπεράσπιση της Μακεδονίας, των Ελλήνων της Μικράς Ασίας και του Πόντου κλπ. Το παράδοξο είναι ότι πυρήνας της λαϊκής δεξιάς, ήταν οι Αρβανίτες της παλιάς Ελλάδας. Αυτοί λοιπόν, δεν ήθελαν ως Έλληνες τους Κωνσταντινοπολίτες, τους Σμυρνιούς και όλων των περιοχών της Μεγάλης Ιδέας, που οι Φιλελεύθεροι του Βενιζέλου πρέσβευαν. Την επάνοδο του βασιλιά το 1920, η φιλοβασιλική εφημερίδα "ΣΚΡΙΠ" χαιρέτισε με το πρωτοσέλιδο «ΕΡΔΙ ΚΩΤΣΟ». Στην προπαγάνδα ότι επίτηδες έχασε τις εκλογές του 1920, προκειμένου να μην επωμιστεί τις συνέπειες της επικείμενης μικρασιατικής καταστροφής, εντάσσεται και η λογική ότι έχασε τη Βόρεια Ήπειρο.

Νομίζουμε ότι η δεξιά ταυτίζεται με τον πατριωτισμό, αλλά αυτό δεν ισχύει την εποχή των Φιλελευθέρων. Η δεξιά είναι πατριωτική, μόνο όταν δεν υπάρχουν φιλελεύθεροι ή όταν οι φιλελεύθεροι αποτελούν τμήμα της. Κατηγορούμε τον ευεργέτη μας ως προδότη, τον μόνο πολιτικό που μας διεκδίκησε και στον πόλεμο και στην ειρήνη. Είναι και αυτό «μία στάσις, νιώθεται», όπως λέει ο ποιητής.
                             /Δροπολίτης

Σχόλια