Για ποιους λόγους η Ρωσία δεν σκοπεύει να επιτεθείς την Ουκρανία

Τους τελευταίους μήνες όλος ο πλανήτης είναι απασχολημένος με το αν θα επιτεθεί ή όχι η Ρωσία στην Ουκρανία. Ιστορικά αποδεικνύεται ότι για να επιτεθεί μια χώρα σε μια άλλη ή να ξεσπάσει ο πόλεμος πρέπει να υπάρχει οικονομικό συμφέρον ή έστω πολιτικό. Ποιο όμως μπορεί να είναι το οικονομικό ή πολιτικό συμφέρον της Ρωσίας ώστε να ριψοκινδυνεύει σήμερα μια στρατιωτική εισβολή στην Ουκρανία. Εσκεμμένα θέτω αυτή την ερώτηση, επειδή συχνά επαναλαμβάνεται στα ελληνικά και δυτικά ΜΜΕ. Στην παραπάνω ερώτηση θα προσπαθήσω να δώσω κάποιες απαντήσεις που μάλλον καταδεικνύουν την ανυπαρξία λόγων για μια ρωσική στρατιωτική εισβολή.

Πρώτον, αν γίνει ρωσική επίθεση στην Ουκρανία, η Γερμανία αυτόματα απομακρύνεται από τη Ρωσία και η δεύτερη ξεχνάει την ενεργοποίηση του αμοιβαία επωφελούς αγωγού Nordstream-2. Θα μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί ότι στην περίπτωση αυτή η Μόσχα θα στρέφονταν προς την Κίνα για την προώθηση της άφθονης ρωσικής ενέργειας αλλά ουδείς μπορεί να εγγυηθεί την αντίδραση του Πεκίνου σε μια υποτιθέμενη ρωσική εισβολή. Επιπλέον, δεν θα συνέφερε στη Μόσχα μια ενδεχόμενη διακοπή της ενεργειακής συνεργασίας με την Ευρώπη και μονοσήμαντη εξάρτηση της από το Πεκίνο.
Δεύτερον, η εισβολή θα επιφέρει βαρύτατες κυρώσεις στη Ρωσία, ενδεχομένως πολύ σκληρότερες από αυτές που επιβλήθηκαν το 2014.

Τρίτον, η φήμη της επιθετικής χώρας που παραβαίνει κατάφωρα το διεθνές δίκαιο θα συνοδεύει για πολλά χρόνια τη Ρωσία, γεγονός που σίγουρα δεν αποτελεί στόχο της Μόσχας που συχνά καθίσταται αποδέκτης των συνεπειών της φήμης της Σοβιετικής Ένωσης αλλά και κάποιων πρόσφατων ενεργειών της.
Τέταρτον, η Ρωσία αναγκαστικά θα χρειαστεί να επωμιστεί τα τεράστια έξοδα της οικονομικής συντήρησης της Ουκρανίας πέραν των εξόδων της εισβολής και των συνεπειών των δυτικών οικονομικών κυρώσεων.

Πέμπτον, μια υποτιθέμενη ρωσική εισβολή θα οδηγούσε στη στρατιωτική ενδυνάμωση του ΝΑΤΟ και την άνοδο του κύρους των ΗΠΑ και Βρετανίας επί των κρατών-μελών του Ατλαντικού Συνασπισμού αλλά και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αντίστοιχα πιθανόν να υπήρχε μια τουρκική επαναπροσέγγιση προς την Δύση.
Έκτον, σίγουρα όλη αυτή η κατάσταση θα επηρεάσει τα γεγονότα στη Συρία δημιουργώντας μια ακόμη εστία έντασης στα νότια της Ρωσίας.

Έβδομον, η Ρωσία θα απολέσει τα «κέρδη» που είχε δημιουργήσει στους διαφόρους οργανισμούς του διεθνούς συστήματος τα τελευταία χρόνια.

Κατά συνέπεια, μια ρωσική εισβολή θα επέφερε πλήθος αρνητικών συνεπειών στην Μόσχα που δεν εξισορροπούν οποιαδήποτε κέρδη από την κατάκτηση ή διχοτόμηση της Ουκρανίας ενώ θα επιφέρουν τη δημιουργία μιας πρωτόγνωρης έντασης μεταξύ Δύσεως και Ρωσίας. Για ένα ορθολογικό «παίκτη», όπως είναι η Ρωσία εκτιμάται ότι δεν υπάρχει κανένα πολιτικό ή οικονομικό όφελος για την υλοποίηση μιας στρατιωτικής εισβολής. Ενδεχομένως να μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί ότι ο εκφοβισμός μιας εισβολής θα οδηγήσει το Κίεβο και τη Δύση στην υποχώρηση τους και την αποδοχή ορισμένων ρωσικών απαιτήσεων. Παραδόξως όμως ο φόβος της εισβολής δεν καλλιεργείται από τη Ρωσία αλλά από ορισμένα δυτικά κράτη. Κάποιοι δημιουργούν πανικό και πολεμική υστερία, μετατρέποντας όλη αυτή την κατάσταση σε ψυχολογικό πόλεμο εναντίον της Ρωσίας. Ενδεχομένως να αποσκοπούν να ωθήσουν την Μόσχα να προβεί πρώτη σε μια επιθετική κίνηση.
Ποιοι όμως θα είχαν οικονομικό και πολιτικό συμφέρον για να δημιουργηθεί μια πολεμική σύρραξη μέσα από μια ουκρανική προβοκάτσια; Κατά την εκτίμηση μου, η Ουκρανία, είτε άθελα της είτε με την παρακίνηση τρίτων μπορεί να δημιουργήσει μια προβοκάτσια που θα οδηγήσει σε στρατιωτική σύγκρουση. Η Ρωσία θεωρεί ότι στο παρελθόν η Ουκρανία έχει προκαλέσει συνθήκες ανάφλεξης που αποσοβήθηκε ένεκα της ρωσικής ψυχραιμίας.

Γιατί όμως οι ΗΠΑ και η Βρετανία επωφελούνται από τη δημιουργία έντασης και υστερίας για μια επικείμενη ρωσική εισβολή;
Οι ΗΠΑ, με συνοδοιπόρους τους Βρετανούς, θα επανακάμψουν με αυξημένο κύρος ως ο «προστάτης» της Ευρώπης.

Θα επιτευχθεί η ενίσχυση των αμυντικών δυνατοτήτων της νατοϊκής συμμαχίας για αντιμετώπιση της ρωσικής απειλής και η προσέγγιση των κρατών-μελών με τις επιδιώξεις της Ουάσιγκτον.
Θα αυξηθεί η ενεργειακή εξάρτηση της Ευρώπης από τις εισαγωγές του αρκετά ακριβότερου σχιστολιθικού φυσικού αερίου (LNG) από τις ΗΠΑ ενώ αντίθετα θα μειωθούν-μηδενιστούν οι ρωσικές εξαγωγές ενέργειας.

Η Γερμανία θα απομακρυνθεί από τη Ρωσία με την οποία και στο παρελθόν έχει προσπαθήσει να δημιουργήσει μια επωφελώς διμερή συνεργασία.
Παράλληλα, το αυξημένο κόστος ενέργειας -μετά την απώλεια των ρωσικών πηγών τροφοδοσίας- θα έχει αρνητικές επιπτώσεις στη βιομηχανική παραγωγή των χωρών της Ευρώπης και ειδικά στη Γερμανία. Κατά συνέπεια θα ατονήσει ο γερμανικός οικονομικός ανταγωνισμός σε Βρετανία και ΗΠΑ ενώ θα μειωθεί και η επιρροή του Βερολίνου στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ενδεχόμενη και μια πλήρη κατάρρευση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, γεγονός που μάλλον διαχρονικά ικανοποιεί το Λονδίνο που θα επανέλθει ισχυρότερο στο ευρωπαϊκό προσκήνιο.

Σε τελευταία ανάλυση, σε περίπτωση στρατιωτικής σύγκρουσης στην Ουκρανία είναι ξεκάθαρο ότι δεν θα συμμετάσχουν βρετανικά και αμερικανικά στρατεύματα, άρα δεν θα υποστούν αυτές οι δύο χώρες τις άμεσες συνέπειες των εχθροπραξιών.
Από την προηγηθείσα ανάλυση προκύπτει ότι μια ρωσική εισβολή θα ήταν αντιπαραγωγική για την Μόσχα. Αντιθέτως μια στρατιωτική σύγκρουση θα επέφερε ορισμένα πλεονεκτήματα και φαίνεται ότι μάλλον θα εξυπηρετούσε κάποιους στόχους της Ουάσιγκτον και του Λονδίνου. Το βασικό ερώτημα όμως είναι ποια θα πρέπει να είναι η θέση της Ευρώπης που σίγουρα είναι αυτή που θα υποστεί τις συνέπειες μιας καταστροφικής στρατιωτικής σύγκρουσης στην περιφέρεια της. Θα τολμήσει και θα μπορέσει η Ευρώπη με μια φωνή να υπερασπιστεί τα συμφέροντα τα δικά της και των λαών της και να επιβάλει μια φωνή λογικής και μετριοπάθειας αποτρέποντας επικίνδυνες καταστάσεις;

Αθανασιάδου Πολυκλέτα
Master's Degree European Integration and Governance
Μέλος του ΕΛΙΣΜΕ

Διαβάστε ακόμη:

Σχόλια