Απόσπασμα από τον Τρίτο Τόμο του βιβλίου «Τα ταξίδια της Φηγού» του Παναγιώτη Μπάρκα.
ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΠΝΙΓΕΤΑΙ ΣΕ ΚΥΚΛΟ ΦΟΒΟΥ ΚΑΙ ΑΙΜΑΤΟΣ…
Ο Χότζα εγκαινιάζει τον κύκλο αίματος μεταξύ των Ελλήνων
Την ίδια περίοδο το αλβανικό ΕΑΜ προς όφελος των παραγόντων που συντηρούσαν την πολιτική κυριαρχία και ακεραιότητα του Χότζα, (Αποστολές Γιουγκοσλάβων και Άγγλων που παρακολουθούσαν και δρούσαν στις περιοχές του Βορειοηπειρωτικού Ελληνισμού) κινήθηκε προς τρεις βασικές κατευθύνσεις. Πρώτη ήταν ο εμβολιασμός στους κόλπους του Βορειοηπειρωτικού Ελληνισμού του αλληλοσπαραγμού. Δεύτερη ήταν η εκκαθάριση όλων των στελεχών, δεξιών ή αριστερών, τα οποία με την απαράμιλλη πατριωτική τους δράση είχαν καταφέρει να διατηρήσουν ζωντανή την ελληνικότητα της περιοχής, ταυτόχρονα ικανά να οδηγήσουν την εθνική ελληνική μειονότητα σε ανεξέλεγκτες από το ΕΑΜ καταστάσεις. Τρίτη, η αποσύνθεση των δομών αυτόνομης λειτουργίας και η πλήρης εξαρτοποίησή τους από το νέο αλβανικό κατεστημένο.
Πρώτος ο Σαχίνης
Άρχισαν πρώτα με τον αποκεφαλισμό των πυλώνων του ελληνικού εθνικού πατριωτισμού. Στις 18 Νοεμβρίου 1943 η «τσέτα» του ΕΑΜ, εν γνώση και Ελλήνων ΕΑΜ-ιτών δολοφόνησαν με προκλητικό τρόπο τον Βασίλη Σαχίνη.
Επέλεξαν τον Σαχίνη επειδή στο πρόσωπό του ήταν ενσαρκωμένο το πρότυπο σύμπλεγμα ικανοτήτων του αδάμαστου αγωνιστή: είχε πρωτοστατήσει σε όλα τα εθνικά κινήματα, διακρίνονταν για την ηγετική μορφή και τον στοχασμό, την ψυχραιμία και την ενεργητικότητα ενός φλογερού πατριώτη. Ήταν ο πρωτεργάτης στο εκπαιδευτικό κίνημα 1933-35, βασικό ιδρυτικό στέλεχος του ΜΑΒΗ, καθώς και ο σημαντικότερος συνομιλητής του Ζέρβα. Από πολύ νωρίς είχε καταλάβει την παγίδα του αλβανικού ΕΑΜ, αλλά και την αδυναμία της Ελλάδας να ξεπεράσει το δικό της φαύλο κύκλο ερίδων και εθνικού διχασμού. Οι Αλβανοί κομμουνιστές γνώριζαν ότι ο Σαχίνης ήταν ικανός να ηγηθεί με επιτυχία κάθε εθνικού κινήματος της ΕΕΜ. (Για το Βασίλη Σαχίνη, στα αρχεία των αλβανικών μυστικών υπηρεσιών υπάρχουν πολλές εκθέσεις. Από το 1927 ο Βασίλης Σαχίνης διώκωνταν απ΄όλες τις κυβερνήσεις του Ζώγκου, αλλά και από το κίνημα των κομμουνιστών.)
Κατανάλωσαν αρκετές ενέργειες για να μη φανεί ότι τον εξόντωσαν ως Έλληνα. Ο Κυργιάννης στο βιβλίο του, «Η αντιφασιστική οργάνωση της ελληνικής μειονότητας στην Αλβανία 1943-44», αναφέρει ότι το πρώτο που τον ρώτησε το στέλεχος του αλβανικού ΕΑΜ Σεμσί Τοτοζάνι ήταν «αν οι Έλληνες πίστευαν ότι τον εκτέλεσαν σαν έλληνα.» Ο ίδιος εικάζεται ότι η δολοφονία του Σαχίνη ήταν ταυτόχρονα έργο των Γιουγκοσλάβων ή και των Άγγλων. Την ίδια περίοδο οι Αλβανοί κομμουνιστές εξόντωσαν και το άλλο ιδρυτικό στέλεχος του ΜΑΒΗ, τον Ηλία Κώνστα από το Λάμποβο.
(Ακολουθεί η περιγραφή της τελευταία πράξεις της άνανδρης εκτέλεσης του Σαχίνη, ύστερα από απόφαση στο ελληνικό ΕΑΜ.
«Οι πρώτοι αντάρτες της Τσέτας χτυπούν με θυμό τις αρβύλες τους στα γκαλντερίμια του Αργυροκάστρου. Να τοι, χτυπούν τώρα την πόρτα του Βασίλη Σαχίνη. Δυο πόδια σταθερά ακούγονται μέσα και σε λίγο η πόρτα είναι ολάνοιχτη:
«Τι θέλετε;»
«Το Βασίλη Σαχίνη, εντώ είναι;»
«Μάλιστα, εγώ είμαι».
Ο Βασίλης χαιρέτησε τη μάνα του κι ακολούθησε τους Αλβανούς οπλισμένους. Σε λίγο εμπαινε στο Λύκειο της πόλης, όπου είχε εγκαταστήσει το Αρχηγείο της η Τσέτα. Ένα ανάστημα αλύγιστο, ένα πρόσωπο αγέρωχο που στόλιζε και στην επιθανάτια αυτή στιγμή το πικρό χαμόγελο του ήρωα, η ειρωνεία στο θάνατο. Άγρια κατσουτφιασμένα μούτρα μπροστά του, χέρια βρόμικα π΄αγκάλιαζαν επιδεικτικά τα ντουφέκια τους και καθισμένος στη μέση ο αρχηγός τους Ισλάμ Ραντοβίτσκας με το Μεντρί Σπαχή, Κεμάλ Καραγκιόζι κ.α., να χαϊδεύει με ανατολίτικη ηδυπάθεια τ’ ανάρια γένια του. Γνωστό μούτρο στον τόπο απ΄τη φασιστική του δόξα, καλοπληρωμένο όργανο του Μουσολίνι. Έριξε μια ύπουλη ματιά στο Βασίλη και του σφύριξε την πρώτη φράση του:
«Συ μεγκάλο άντρωπο. Κάνουμε αρχηγό μας. Ο, ας το τώρα το Ελλάντα, πάει αυτό. Μεις κερδίσαμε το πόλεμο».
Ο Σαχίνης καλοζυγιστής της αλβανικής πονηριάς, δεν δοκίμασε καθόλου να ξεφύγει απ΄τη δύσκολη θέση του, αλλά στην έμμεση απειλή, απάντησε με τον αντρίκιο τρόπο του, που δεν κλονιζότανε ποτέ στους κινδύνους:
«Κάποιον αγώνα κάνομε όλοι μας, αλλά οι δρόμοι μας είναι τελείως αντίθετοι. Σεις αγωνίζεστε με τον τρόπο σας για την Αλβανία. Εμείς τίμια και ανδρικά για την πατρίδα μας».
Ο Σαχίνης με μια του μονάχα λέξη μπορούσε να βγει μέσα από τον τάφο που του έσκαψε το ελληνικό ΕΑΜ, και διατάχθηκε η Τσέτα να τον γεμίσει με το ολύμπιο κορμί του. Μπορούσε να υποχωρήσει, αν έκανε απόλυτα στροφή προδίδοντας τη Βόρειο Ήπειρο….
Ο Ισλάμ Ραντοβίτσκα ήξερε καλά τι θα πει γνήσια ελληνική άρνηση, είχε μετρήσει χρόνια τώρα το Βασίλη Σαχίνη. Πέταξε με αρβανίτικη υπουλότητα το τελευταίο μίσος:
«Είσαι λεύτερος».
Ο Βασίλης την τραγική συνέχεια τη γνώριζε και την εκτίμησε όπως αρμόζει στον ήρωα. Την καρτερούσε ήρεμα γιατί ήξερε πως κάποτε θα φθάσει. Και τη στιγμή που έβγαινε ακλονητος απ΄το σχολείο, δυο ριπές πολυβόλου αντήχησαν παράξενα στις πρώτες αμφίβολες ώρες του φθινοπωριάτικου πρωινού….» (Βλεπ. Λαζάκης Θ. Χρ., 2002, Αλβανία η διαιώνιση του εθνικισμού και η θέση της ελληνικής εθνότητας, Αθήνα, σελ. 64-66).
Οι δήμιοι έδωσαν εντολή να μη σηκώσει κανένας τον νεκρό. Η εντολή όμως δεν ίσχυε για τα αποφασισμένα παιδιά απ΄τη Δερβιτσάνη. Μπροστά στην αποφασιστικότητά τους οι δήμιοι κοκάλωσαν και στο διάβα του νεκρού παραμερίζουν ένοχα για να περάσει.
Την άλλη μέρα ατέλειωτα κύματα οι προσκυνητές μπροστά στον τάφο του στη Δερβιτσάνη.
Σε λίγες μέρες στη Δερβιτσάνη ιδρύθηκε το παρτιζάνικο τάγμα των Ελλήνων μειονοτικών ανταρτών «Θανάσης Ζήκος» ενταγμένο στο αλβανικό ΕΑΜ. Κανείς δεν θυμήθηκε το Σαχίνη. Μεταπολεμικά ο Χότζα εξαφάνισε τον τάφο του Σαχίνη. Δεν αρκέστηκε μ΄αυτό. ‘Εβαλε ομογενείς και κατεδάφισαν μέχρι και τα θεμέλια τα αρχοντικά του στη Δούβιανη. Την ίδια τύχη είχαν και οι συγγενείς του.
«Το Βασίλη Σαχίνη, εντώ είναι;»
«Μάλιστα, εγώ είμαι».
Ο Βασίλης χαιρέτησε τη μάνα του κι ακολούθησε τους Αλβανούς οπλισμένους. Σε λίγο εμπαινε στο Λύκειο της πόλης, όπου είχε εγκαταστήσει το Αρχηγείο της η Τσέτα. Ένα ανάστημα αλύγιστο, ένα πρόσωπο αγέρωχο που στόλιζε και στην επιθανάτια αυτή στιγμή το πικρό χαμόγελο του ήρωα, η ειρωνεία στο θάνατο. Άγρια κατσουτφιασμένα μούτρα μπροστά του, χέρια βρόμικα π΄αγκάλιαζαν επιδεικτικά τα ντουφέκια τους και καθισμένος στη μέση ο αρχηγός τους Ισλάμ Ραντοβίτσκας με το Μεντρί Σπαχή, Κεμάλ Καραγκιόζι κ.α., να χαϊδεύει με ανατολίτικη ηδυπάθεια τ’ ανάρια γένια του. Γνωστό μούτρο στον τόπο απ΄τη φασιστική του δόξα, καλοπληρωμένο όργανο του Μουσολίνι. Έριξε μια ύπουλη ματιά στο Βασίλη και του σφύριξε την πρώτη φράση του:
«Συ μεγκάλο άντρωπο. Κάνουμε αρχηγό μας. Ο, ας το τώρα το Ελλάντα, πάει αυτό. Μεις κερδίσαμε το πόλεμο».
Ο Σαχίνης καλοζυγιστής της αλβανικής πονηριάς, δεν δοκίμασε καθόλου να ξεφύγει απ΄τη δύσκολη θέση του, αλλά στην έμμεση απειλή, απάντησε με τον αντρίκιο τρόπο του, που δεν κλονιζότανε ποτέ στους κινδύνους:
«Κάποιον αγώνα κάνομε όλοι μας, αλλά οι δρόμοι μας είναι τελείως αντίθετοι. Σεις αγωνίζεστε με τον τρόπο σας για την Αλβανία. Εμείς τίμια και ανδρικά για την πατρίδα μας».
Ο Σαχίνης με μια του μονάχα λέξη μπορούσε να βγει μέσα από τον τάφο που του έσκαψε το ελληνικό ΕΑΜ, και διατάχθηκε η Τσέτα να τον γεμίσει με το ολύμπιο κορμί του. Μπορούσε να υποχωρήσει, αν έκανε απόλυτα στροφή προδίδοντας τη Βόρειο Ήπειρο….
Ο Ισλάμ Ραντοβίτσκα ήξερε καλά τι θα πει γνήσια ελληνική άρνηση, είχε μετρήσει χρόνια τώρα το Βασίλη Σαχίνη. Πέταξε με αρβανίτικη υπουλότητα το τελευταίο μίσος:
«Είσαι λεύτερος».
Ο Βασίλης την τραγική συνέχεια τη γνώριζε και την εκτίμησε όπως αρμόζει στον ήρωα. Την καρτερούσε ήρεμα γιατί ήξερε πως κάποτε θα φθάσει. Και τη στιγμή που έβγαινε ακλονητος απ΄το σχολείο, δυο ριπές πολυβόλου αντήχησαν παράξενα στις πρώτες αμφίβολες ώρες του φθινοπωριάτικου πρωινού….» (Βλεπ. Λαζάκης Θ. Χρ., 2002, Αλβανία η διαιώνιση του εθνικισμού και η θέση της ελληνικής εθνότητας, Αθήνα, σελ. 64-66).
Οι δήμιοι έδωσαν εντολή να μη σηκώσει κανένας τον νεκρό. Η εντολή όμως δεν ίσχυε για τα αποφασισμένα παιδιά απ΄τη Δερβιτσάνη. Μπροστά στην αποφασιστικότητά τους οι δήμιοι κοκάλωσαν και στο διάβα του νεκρού παραμερίζουν ένοχα για να περάσει.
Την άλλη μέρα ατέλειωτα κύματα οι προσκυνητές μπροστά στον τάφο του στη Δερβιτσάνη.
Σε λίγες μέρες στη Δερβιτσάνη ιδρύθηκε το παρτιζάνικο τάγμα των Ελλήνων μειονοτικών ανταρτών «Θανάσης Ζήκος» ενταγμένο στο αλβανικό ΕΑΜ. Κανείς δεν θυμήθηκε το Σαχίνη. Μεταπολεμικά ο Χότζα εξαφάνισε τον τάφο του Σαχίνη. Δεν αρκέστηκε μ΄αυτό. ‘Εβαλε ομογενείς και κατεδάφισαν μέχρι και τα θεμέλια τα αρχοντικά του στη Δούβιανη. Την ίδια τύχη είχαν και οι συγγενείς του.
Διαβάστε ακόμη:
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών