Γράφει ο Γιώργος Λιβιτσάνος
Πότε θα τελειώσει ο πόλεμος; Είναι η ερώτηση που (οφείλει να) κάνει κάθε νουνεχής βλέποντας τις εξελίξεις στην Ουκρανία. Τα ανθρώπινα δράματα και οι -ανυπολόγιστες ακόμη- κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις δεν αφήνουν περιθώρια για οποιαδήποτε άλλη σκέψη.
Προφανώς δεν κινείται σε αυτή την κατεύθυνση ο εισβολέας. Η Ρωσία κατά βάση υποκρίνεται όταν κάθεται στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων και ταυτόχρονα συνεχίζει τις πολεμικές επιχειρήσεις. Αφού είναι γνωστό πως όταν συνυπάρχουν ο πόλεμος και η διπλωματία, η δεύτερη λειτουργεί υποστηρικτικά. Αναμφίβολα το καθεστώς του Βλαντιμίρ Πούτιν κάποια στιγμή θα θελήσει να απεμπλακεί από την (εξαιρετικά δαπανηρή μεταξύ άλλων) υπόθεση. Όμως θέλει να ολοκληρώσει την επιχείρηση που εδώ και καιρό σχεδιάζει, να δημιουργήσει νέα δεδομένα ευνοϊκά για διαπραγμάτευση και έπειτα να αναζητήσει τρόπο διαφυγής.
Η Δύση επίσης δεν φαίνεται να έχει ως βασικό στόχο την παύση των πολεμικών επιχειρήσεων. Προκρίνει την φθορά (οικονομική, πολιτική και στρατιωτική) της Ρωσίας μέσω της ενίσχυσης των αμυνόμενων Ουκρανών. Πρόκειται όμως για ενισχύσεις που είναι αντικειμενικά αδύνατο να τους επιτρέψουν να νικήσουν στο πεδίο της μάχης έναν υπέρτερο αντίπαλο. Σημείο στο οποίο συμφωνούν όλοι οι στρατιωτικοί αναλυτές. Θεωρείται δεδομένο πως μία απλή δέσμευση του ΝΑΤΟ ότι δεν πρόκειται να δεχθεί στους κόλπους του πλέον χώρες της Ανατολικής Ευρώπης θα άλλαζε πλήρως τοπίο. Όμως αυτή η δήλωση δεν πρόκειται να γίνει.
Έτσι λοιπόν κάθε σενάριο για την χρονική διάρκεια του πολέμου είναι ανοιχτό. Με καταλυτικό παράγοντα το τι θα συμβεί στο επιχειρησιακό πεδίο. Αν εικάσουμε -σχετικά αυθαίρετα - πως η σύρραξη θα διατηρηθεί για μερικές εβδομάδες ή για κάποιους μήνες όλα δείχνουν πως η ένταση και η αστάθεια θα παραμείνουν για πολύ μεγαλύτερο διάστημα. Για την ακρίβεια θα αποτελούν πλέον συστατικό στοιχείο της περιοχής, η οποία θα μεταβληθεί «επισήμως» σε μία Μέση Ανατολή με χιόνια.
Η «μεσανατολικοποίηση» της Ουκρανίας μοιάζει – δυστυχώς- να είναι μια εξέλιξη συμβατή με τις επιδιώξεις των βασικών πόλων που καθορίζουν τις εξελίξεις. Αρχικά της Μόσχας που διατηρώντας μία κατάσταση ρευστή μπορεί να προωθεί τις επιδιώξεις της ανάλογα με τις συνθήκες. Το ίδιο ισχύει και για την Ουάσιγκτον που θα διατηρήσει ανοιχτό το σχέδιο επέκτασης του ΝΑΤΟ στη Ανατολή και ταυτόχρονα θα κρατήσει κοντά της την Ευρώπη, με τον «φόβο της Ρωσίας».
Στην ευρύτερη περιοχή άλλωστε συντρέχουν και πολλές άλλες προϋποθέσεις οι οποίες συναινούν σε ένα τέτοιο σενάριο. Όπως για παράδειγμα οι εκατέρωθεν εθνικισμοί, τα γλωσσικά και θρησκευτικά ζητήματα, οι τάσεις ανεξαρτητοποιήσεων, οι «βαριές» ιστορικές παρακαταθήκες. Συνδετικός κρίκος η κομβική θέση της Ουκρανίας στον έλεγχο της ενεργειακής διανομής.
Περιττό να αναφέρει κανείς ότι η Ελλάδα, εξαιτίας της γεωγραφικής θέσης της, θα βρίσκεται σε ίση απόσταση από δύο μέρη του πλανήτη καθοριστικά για το γεωπολιτικό παιχνίδι. Ένα δείγμα του τι μπορεί να συνιστά αυτό έχουμε ήδη διακρίνει, βλέποντας την υστερική προσήλωση της σημερινής κυβέρνησης στα ατλαντικά δόγματα. Όπως και την πρόθεση της για πολλαπλασιασμό των εξοπλισμών, με ότι αυτό σημαίνει για την οικονομική διακυβέρνηση.
Τα επόμενα χρόνια θα είναι και δύσκολα και επικίνδυνα.
Πότε θα τελειώσει ο πόλεμος; Είναι η ερώτηση που (οφείλει να) κάνει κάθε νουνεχής βλέποντας τις εξελίξεις στην Ουκρανία. Τα ανθρώπινα δράματα και οι -ανυπολόγιστες ακόμη- κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις δεν αφήνουν περιθώρια για οποιαδήποτε άλλη σκέψη.
Προφανώς δεν κινείται σε αυτή την κατεύθυνση ο εισβολέας. Η Ρωσία κατά βάση υποκρίνεται όταν κάθεται στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων και ταυτόχρονα συνεχίζει τις πολεμικές επιχειρήσεις. Αφού είναι γνωστό πως όταν συνυπάρχουν ο πόλεμος και η διπλωματία, η δεύτερη λειτουργεί υποστηρικτικά. Αναμφίβολα το καθεστώς του Βλαντιμίρ Πούτιν κάποια στιγμή θα θελήσει να απεμπλακεί από την (εξαιρετικά δαπανηρή μεταξύ άλλων) υπόθεση. Όμως θέλει να ολοκληρώσει την επιχείρηση που εδώ και καιρό σχεδιάζει, να δημιουργήσει νέα δεδομένα ευνοϊκά για διαπραγμάτευση και έπειτα να αναζητήσει τρόπο διαφυγής.
Η Δύση επίσης δεν φαίνεται να έχει ως βασικό στόχο την παύση των πολεμικών επιχειρήσεων. Προκρίνει την φθορά (οικονομική, πολιτική και στρατιωτική) της Ρωσίας μέσω της ενίσχυσης των αμυνόμενων Ουκρανών. Πρόκειται όμως για ενισχύσεις που είναι αντικειμενικά αδύνατο να τους επιτρέψουν να νικήσουν στο πεδίο της μάχης έναν υπέρτερο αντίπαλο. Σημείο στο οποίο συμφωνούν όλοι οι στρατιωτικοί αναλυτές. Θεωρείται δεδομένο πως μία απλή δέσμευση του ΝΑΤΟ ότι δεν πρόκειται να δεχθεί στους κόλπους του πλέον χώρες της Ανατολικής Ευρώπης θα άλλαζε πλήρως τοπίο. Όμως αυτή η δήλωση δεν πρόκειται να γίνει.
Έτσι λοιπόν κάθε σενάριο για την χρονική διάρκεια του πολέμου είναι ανοιχτό. Με καταλυτικό παράγοντα το τι θα συμβεί στο επιχειρησιακό πεδίο. Αν εικάσουμε -σχετικά αυθαίρετα - πως η σύρραξη θα διατηρηθεί για μερικές εβδομάδες ή για κάποιους μήνες όλα δείχνουν πως η ένταση και η αστάθεια θα παραμείνουν για πολύ μεγαλύτερο διάστημα. Για την ακρίβεια θα αποτελούν πλέον συστατικό στοιχείο της περιοχής, η οποία θα μεταβληθεί «επισήμως» σε μία Μέση Ανατολή με χιόνια.
Η «μεσανατολικοποίηση» της Ουκρανίας μοιάζει – δυστυχώς- να είναι μια εξέλιξη συμβατή με τις επιδιώξεις των βασικών πόλων που καθορίζουν τις εξελίξεις. Αρχικά της Μόσχας που διατηρώντας μία κατάσταση ρευστή μπορεί να προωθεί τις επιδιώξεις της ανάλογα με τις συνθήκες. Το ίδιο ισχύει και για την Ουάσιγκτον που θα διατηρήσει ανοιχτό το σχέδιο επέκτασης του ΝΑΤΟ στη Ανατολή και ταυτόχρονα θα κρατήσει κοντά της την Ευρώπη, με τον «φόβο της Ρωσίας».
Στην ευρύτερη περιοχή άλλωστε συντρέχουν και πολλές άλλες προϋποθέσεις οι οποίες συναινούν σε ένα τέτοιο σενάριο. Όπως για παράδειγμα οι εκατέρωθεν εθνικισμοί, τα γλωσσικά και θρησκευτικά ζητήματα, οι τάσεις ανεξαρτητοποιήσεων, οι «βαριές» ιστορικές παρακαταθήκες. Συνδετικός κρίκος η κομβική θέση της Ουκρανίας στον έλεγχο της ενεργειακής διανομής.
Περιττό να αναφέρει κανείς ότι η Ελλάδα, εξαιτίας της γεωγραφικής θέσης της, θα βρίσκεται σε ίση απόσταση από δύο μέρη του πλανήτη καθοριστικά για το γεωπολιτικό παιχνίδι. Ένα δείγμα του τι μπορεί να συνιστά αυτό έχουμε ήδη διακρίνει, βλέποντας την υστερική προσήλωση της σημερινής κυβέρνησης στα ατλαντικά δόγματα. Όπως και την πρόθεση της για πολλαπλασιασμό των εξοπλισμών, με ότι αυτό σημαίνει για την οικονομική διακυβέρνηση.
Τα επόμενα χρόνια θα είναι και δύσκολα και επικίνδυνα.
Περισσότερα στο news247.gr
Διαβάστε ακόμη:
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών