Η θέση της Ελλάδας στο τρελό μωσαϊκό της ενεργειακής κρίσης

Γράφει ο Γιάννης Μανιάτης

Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία έχει λειτουργήσει ως ένας απίστευτος επιταχυντής αποφάσεων της Ε.Ε. στον τομέα της ενέργειας. Σκέψεις και στόχοι που συζητούνται για δεκαετίες, αλλά δεν υλοποιούνται, ξαφνικά παίρνουν σάρκα και οστά μέσα σε λίγες ημέρες.
Η οδυνηρή αποκάλυψη του τι σημαίνει γεωπολιτικά η κατά 40% εξάρτηση της Ε.Ε. από το ρωσικό φυσικό αέριο έχει ενεργοποιήσει όλα τα αντανακλαστικά κυβερνήσεων και κοινωνιών για να αποκτήσουμε επιτέλους την ευρωπαϊκή στρατηγική μας αυτάρκεια. 

Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία έχει λειτουργήσει ως ένας απίστευτος επιταχυντής αποφάσεων της Ε.Ε. στον τομέα της ενέργειας. Σκέψεις και στόχοι που συζητούνται για δεκαετίες, αλλά δεν υλοποιούνται, ξαφνικά παίρνουν σάρκα και οστά μέσα σε λίγες ημέρες. Η οδυνηρή αποκάλυψη του τι σημαίνει γεωπολιτικά η κατά 40% εξάρτηση της Ε.Ε. από το ρωσικό φυσικό αέριο (Φ.Α.), έχει ενεργοποιήσει όλα τα αντανακλαστικά κυβερνήσεων και κοινωνιών για να αποκτήσουμε επιτέλους την ευρωπαϊκή στρατηγική μας αυτάρκεια. Ως παρεπόμενο, αλλά πιθανά με ακόμη χειρότερες συνέπειες για τις κοινωνίες, η διαφαινόμενη «κόλαση» της επισιτιστικής ανεπάρκειας, της πείνας και των πιθανών κοινωνικών αναταράξεων και κυμάτων μετανάστευσης από χώρες που επηρεάζονται άμεσα από την τροφοδοσία τους με σιτάρι από Ρωσία και Ουκρανία. Πακιστάν, Μπαγκλαντές, Αίγυπτος, ολόκληρη η Αφρική και η ΝΑ Ασία κινδυνεύουν να βγουν εκτός ελέγχου.

Οι Ευρωπαίοι πρωθυπουργοί δεν έχουν βρει ακόμη τον αναγκαίο συντονισμό για ένωση των αποσπασματικών δυνάμεών τους σε ενιαία δύναμη πυρός διαπραγμάτευσης και προμήθειας Φ.Α. Ο ευρωπαϊκός Νότος, με πρωτοβουλία και της Ελλάδας, έχει διαμορφώσει μια ρεαλιστική δέσμη προτάσεων, που όμως δεν γίνονται δεκτές από τις βόρειες χώρες. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρόσφατα δημοσίευσε κατάλογο προτάσεων, όμως ο άμεσος στόχος για μείωση μέσα στο 2022 κατά 2/3 των εισαγωγών ρωσικού αερίου (από 155, στα 50 bcm/έτος), είναι προφανώς εξαιρετικά φιλόδοξος.
Η ανακοινωθείσα συμφωνία Ε.Ε. – ΗΠΑ για τροφοδοσία της Ευρώπης αρχικά με 15 bcm/έτος (με στόχο τα 50 bcm/έτος έως το 2030) με αμερικανικό LNG, σε αντικατάσταση της αντίστοιχης ρωσικής ποσότητας, βοηθάει αποφασιστικά σ’ αυτή την κατεύθυνση, παράλληλα με την υποστήριξη της ακόμα ταχύτερης πράσινης μετάβασης. Οι αντίστοιχες ελληνικές υποδομές μπορούν να αποτελέσουν σημαντικό κρίκο αυτής της αλυσίδας τροφοδοσίας. Το ολλανδικό χρηματιστήριο Φ.Α. TTF λειτουργεί ως ένας τρελός ανεξέλεγκτος μηχανισμός ανεβοκατεβάσματος τιμών 100% μέσα στην ίδια μέρα, καθιστώντας απολύτως απαραίτητη τη θεσμική παρέμβαση σε πανευρωπαϊκό επίπεδο με μέτρα, όπως π.χ. το πλαφόν στις τιμές χονδρικής. Ο ευρωπαϊκός στόχος να είναι γεμάτες κατά 80% μέχρι τον Νοέμβριο οι 140 αποθήκες φυσικού αερίου της Ε.Ε., σε σημερινές τιμές κοστίζει περίπου 160 δισ. ευρώ. Η ανακοίνωση Πούτιν ότι θα δέχεται πληρωμές μόνο σε ρούβλια έχει προκαλέσει νέα αναστάτωση στις αγορές. Δεδομένου ότι η χρήση του αερίου γίνεται κατά 1/3 στον ηλεκτρισμό, 1/3 στη θέρμανση κτιρίων, 1/3 στη βιομηχανία, προφανώς μόνο στον ηλεκτρισμό μπορούν να υπάρξουν μέτρα άμεσης εφαρμογής, όπως π.χ. επανεκκίνηση μονάδων με λιγνίτη ή πετρέλαιο. Το «μπαζούκα» της ευρωπαϊκής άμυνας, η κοινή προμήθεια αερίου, θα χρειαστεί να αντιμετωπίσει επιπλέον ζητήματα, όπως το καθεστώς λειτουργίας των υπόγειων αποθηκών (πολλές ανήκουν στη ρωσική Gazprom) και οι αντιδράσεις μεγάλων καταναλωτών, όπως Κίνα, Ινδία, Ιαπωνία, από την εκτροπή από τις δικές τους αγορές τόσο σημαντικών προμηθειών LNG.

Ομως, δεν υπάρχει αδιέξοδο εάν υπάρξει λύση με κοινή, αποφασιστική ευρωπαϊκή αντιμετώπιση σε προμήθειες και αποθήκευση, γενναία φορολόγηση των «ουρανοκατέβατων» υπερκερδών της ηλεκτροπαραγωγής με παράλληλη παρέμβαση και ρυθμίσεις στις αγορές, εφαρμογή πλαφόν, μεγιστοποίηση δράσεων εξοικονόμησης και ανάπτυξης ανανεώσιμων πηγών, επανέναρξη αξιοποίησης κοιτασμάτων αερίου στα κράτη-μέλη της Ε.Ε.

Η ελληνική παρέμβαση
Η Ευρώπη, παρότι σχεδιάζει να χρησιμοποιεί μέχρι το 2050 ως μεταβατικό καύσιμο το Φ.Α., παρατηρούσε αδιάφορη τα τελευταία 10 χρόνια τη δική της παραγωγή να μειώνεται από 25% της συνολικής κατανάλωσης στο 9%, χωρίς μείωση της αντίστοιχης ρωσικής εξάρτησης. Αντίθετα, χώρες όπως η Γερμανία, είχαν εμπιστευτεί την ενεργειακή τους ασφάλεια στην τροφοδοσία από τους ρωσικούς αγωγούς Nord Stream I και ΙΙ. Τον τελευταίο χρόνο όλα άλλαξαν. Η Νορβηγία ανακοινώνει κέρδη από υδρογονάνθρακες 158 δισ. ευρώ, αύξηση παραγωγής 9%, 40 νέα «πηγάδια» το 2022. Η Δανία συνεχίζει τις γεωτρήσεις πετρελαίου έως το 2050. Η Ολλανδία βάζει ξανά μπροστά την εκμετάλλευση του γιγαντιαίου κοιτάσματος Γκρόνινγκεν. Η Βρετανία ανακοινώνει την αξιοποίηση και της τελευταίας σταγόνας υδρογονανθράκων. Η γειτονική Ιταλία αποφασίζει την επανενεργοποίηση των δεκάδων εξεδρών γεωτρήσεων της Αδριατικής.
Ο Ελληνας πρωθυπουργός ανακοινώνει εξελίξεις στις έρευνες υδρογονανθράκων στη χώρα μας. Η Εθνική Διαχειριστική Εταιρεία Υδρογονανθράκων (ΕΔΕΥ) ανακοινώνει ότι οι γεωλογικές δομές σε Ιόνιο και Ν-ΝΔ Κρήτης θα μπορούσαν να φιλοξενούν αποθέματα έως 2.000 bcm (με την Ελλάδα να καταναλώνει 6 bcm/έτος), με αξία της τάξης των 250 δισ.

Το εκτός πραγματικότητας non paper του Στέιτ Ντιπάρτμεντ για δήθεν μη βιωσιμότητα του αγωγού EastMed είναι εξαφανισμένο. Τα 5,2 δισ. κόστους του αγωγού μοιάζουν παρωνυχίδα μπροστά στις εκατοντάδες δισ. για αντιμετώπιση της εξωφρενικής κερδοσκοπίας των αγορών αερίου. Οι 36 μήνες για την κατασκευή του και η εξασφάλιση περίπου 15 bcm/έτος από τα κοιτάσματα της Ανατ. Μεσογείου, με την πιθανή προσθήκη των ελληνικών σε Ιόνιο και Νότια Κρήτη, επιβεβαιώνουν την προοπτική λειτουργίας της περιοχής μας ως της μοναδικής νέας πηγής τροφοδοσίας της Ε.Ε.
Ο άμεσος στόχος για μείωση μέσα στο 2022 κατά 2/3 των εισαγωγών ρωσικού αερίου είναι εξαιρετικά φιλόδοξος.

Διπλασιασμός μεταφορικής ικανότητας TA, συν λειτουργία ελληνοβουλγαρικού IGB, συν FSRU Αλεξανδρούπολης, συν αναβαθμισμένη Ρεβυθούσα, συν FSRU Διώρυγα GAS, συν EastMed μπορούν να αθροίσουν το 20% των εισαγωγών ρωσικού Φ.Α. στην Ε.Ε., που μάλιστα προέρχεται από τρεις διαφορετικές πηγές (Κασπία, Ανατ. Μεσόγειος, LNG-ΗΠΑ).
Επιπλέον, τα δύο καλώδια Ισραήλ – Ελλάδας και Αιγύπτου – Ελλάδας βάζουν την Ελλάδα δυναμικά στον χάρτη των χωρών μεταφοράς πράσινου ηλεκτρισμού από Ασία και Αφρική προς Ευρώπη, αναβαθμίζοντας τη χώρα στον συνολικό ενεργειακό ευρωπαϊκό χάρτη.

Ας προσγειωθούμε τώρα σε μέτρα άμεσης αποτελεσματικότητας στην Ελλάδα. Μια χώρα που από το 2014 είναι η 6η καλύτερη στον κόσμο στην κατά κεφαλήν παραγωγή φωτοβολταϊκής ενέργειας, η 7η καλύτερη στην Ε.Ε. στην παραγωγή αιολικής ενέργειας, ενώ από το 2013 εφαρμόζει το 2ο καλύτερο «Εξοικονομώ» και η οποία με το τρέχον φιλόδοξο πρόγραμμα του Ταμείου Ανάκαμψης πιθανά θα βελτιώσει στα παραπάνω ακόμη περισσότερο τη θέση της.
Ο θερμοσίφωνας σε ένα μέσο νοικοκυριό καταναλώνει το 20% του οικιακού ρεύματος. Ο ταπεινός ηλιακός θερμοσίφωνας μπορεί να αποτελέσει μια κορυφαία εθνική (αλλά και πανευρωπαϊκή) δράση για μείωση της εξάρτησης από τρίτες χώρες. Με κόστος μόλις 1.000 ευρώ για μια τετραμελή οικογένεια, εξοικονομεί το 20% του οικιακού ρεύματος, καταλαμβάνει τον μισό χώρο από το αντίστοιχο φωτοβολταϊκό, λειτουργεί χωρίς κόστος για 25 χρόνια, εξοικονομεί την ίδια ποσότητα διοξειδίου του άνθρακα όπως ένα ηλεκτρικό αυτοκίνητο. Πρόκειται για τη φθηνότερη εναλλακτική λύση σε χρήση οικιακού ζεστού νερού. Ηδη από το 2011 έχουμε εντάξει τους ηλιακούς θερμοσίφωνες στο πρόγραμμα «Εξοικονομώ κατ’ οίκον», αλλά αυτό δεν φτάνει. Οι εγκατεστημένοι σήμερα ηλιακοί θερμοσίφωνες στην Ελλάδα είναι περίπου 1.000.000, ενώ άλλες 5.000.000 κατοικίες δεν διαθέτουν ηλιακό. Εάν θέλουμε να μειώσουμε άμεσα κατά 20% τους λογαριασμούς ηλεκτρικού αυτών των 5.000.000 ελληνικών νοικοκυριών και ταυτόχρονα να δημιουργήσουμε άλλες 3.500 θέσεις εργασίας, πρέπει να προχωρήσουμε σε γενναία επιδότηση έως 70% της εγκατάστασης νέων και αντικατάστασης των παλιών ηλιακών θερμοσιφώνων. Πολύ περισσότερο τώρα, που προβλέπεται ενίσχυση με 100 εκατ. ευρώ για αντικατάσταση σύγχρονων, ενεργειακά οικονομικότερων λευκών οικιακών συσκευών, που όμως όλες κατασκευάζονται στο εξωτερικό.

Δεύτερο αποτελεσματικό, κοινωνικά δίκαιο και μάλιστα διαρθρωτικού χαρακτήρα πράσινο μέτρο, που μπορεί να μειώσει κατά 60% το μεγαλύτερο κόστος καλλιέργειας, το ενεργειακό κόστος άρδευσης σε 300.000 Ελληνες αγρότες, αποτελεί η ρύθμιση που νομοθετήσαμε το 2014 (για τους 400 Γενικούς – Τοπικούς Οργανισμούς Εγγείων Βελτιώσεων (ΓΟΕΒ/ΤΟΕΒ) να μπορούν κατά προτεραιότητα όλων των άλλων ιδιωτικών αιτήσεων να αδειοδοτηθούν για να εγκαταστήσουν φωτοβολταϊκά πάνελ. Αυτοί οι 400 ΓΟΕΒ/ΤΟΕΒ αποτελούν τις μοναδικές υπαρκτές ενεργειακές κοινότητες της χώρας, που ήδη εδώ και αρκετές δεκαετίες λειτουργούν, καταναλώνουν ενέργεια, έχουν διοικήσεις, γενικές συνελεύσεις και ΑΦΜ. Συνολικά, οι ΤΟΕΒ της χώρας καταναλώνουν κάθε χρόνο περίπου 200 GWh, ενώ λόγω αδυναμίας αποπληρωμής χρωστούν σήμερα στη ΔΕΗ πάνω από 65.000.000. Δεδομένου ότι οι ίδιοι οι αγρότες των ΓΟΕΒ/ΤΟΕΒ μπορούν πολύ εύκολα να βρουν στον τόπο τους γη χαμηλής παραγωγικότητας, προκειμένου να εγκαταστήσουν μικρές αποκεντρωμένες μονάδες φωτοβολταϊκών, ώστε σε ελάχιστους μήνες να μειώσουν το υψηλό ενεργειακό τους κόστος κατά τουλάχιστον 60%, απαιτείται να διαμορφωθεί ειδική δράση στο Πρόγραμμα Αγροτικής Ανάπτυξης (ΠΑΑ) για επιδότηση έως 70%. Στο πλαίσιο του Green Deal και της νέας ΚΑΠ «από το χωράφι στο πιάτο», ιδιαίτερα σήμερα στο μέσο της ενεργειακής και ενόψει της πιθανής επισιτιστικής κρίσης, μια τέτοια δράση θα ήταν εξαιρετικά καλοδεχούμενη και από όλα τα ευρωπαϊκά χρηματοδοτικά σχήματα.

Περιττεύει να επαναλάβουμε για πολλοστή φορά την ανάγκη άμεσης δρομολόγησης δύο ακόμη σημαντικών ενεργειακών παρεμβάσεων: α) της υπόγειας αποθήκης Φ.Α. στη Νότια Καβάλα, την οποία έχουμε εντάξει από το 2013 στα ευρωπαϊκά χρηματοδοτούμενα προγράμματα PCIs και σήμερα θα αποδείκνυε τη χρησιμότητά της όσο ποτέ άλλοτε, και β) την έμφραξη του έτοιμου υδροηλεκτρικού φράγματος της Μεσοχώρας, αξίας 500 εκατ. που ακόμη δεν λειτουργεί.
Στο απάνθρωπο και τρελό μωσαϊκό της ουκρανικής τραγωδίας, της ενεργειακής κρίσης και της επαπειλούμενης πείνας, πρέπει να απαντήσουμε με αποτελεσματικότητα, αποφασιστικότητα και επίγνωση ότι μαγικές λύσεις δεν υπάρχουν.

* Ο κ. Γιάννης Μανιάτης είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς, πρώην υπουργός Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής.

Περισσότερα στο kathimerini.gr

Διαβάστε ακόμη:

Σχόλια