Ισμαήλ Κανταρέ

Ο Ισμαήλ Κανταρέ (Ismail Kadare) είναι Αλβανός λογοτέχνης. Γεννήθηκε στο Αργυρόκαστρο στις 28 Ιανουαρίου 1936. Σπούδασε στη Σχολή Ιστορίας και Φιλολογίας του Πανεπιστημίου των Τιράνων και κατόπιν στο Ινστιτούτο Γκόρκυ της Μόσχας. Παρουσιάστηκε στα αλβανικά γράμματα αμέσως μετά την επιστροφή του από τη Μόσχα, με ποιήματα και το πεζογράφημα «Μια πόλη χωρίς διαφημίσεις» (1959). Με τη δημοσίευση του μυθιστορήματος «Ο στρατηγός ενός νεκρού στρατού» (1963), καθιερώθηκε ως ένας από τους πλέον ταλαντούχους συγγραφείς της χώρας του. Έγραψε και ιστορικά μυθιστορήματα, τα οποία αποτελούν ένα κράμα ρεαλισμού και φανταστικού στοιχείου. Θεωρείται ένας από τους υποψήφιους, για το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας.
Το 1981 δημοσίευσε το μυθιστόρημα «Το παλάτι των ονείρων», το οποίο θεωρήθηκε ως μία αλληγορία κατά του καθεστώτος του Ενβέρ Χότζα και απαγορεύτηκε. Από το 1986, λίγα χρόνια πριν από την πτώση του κομμουνισμού στην Αλβανία, ο Κανταρέ άρχισε να φυγαδεύει τα χειρόγραφά του στη Γαλλία, όπου και άρχισαν να δημοσιεύονται από τις Εκδόσεις Fayard.
Τον Οκτώβριο του 1990, διέφυγε στη Γαλλία, όπου ζήτησε πολιτικό άσυλο, διακηρύσσοντας ότι «δικτατορία και αυθεντική λογοτεχνία είναι ασυμβίβαστες» και ότι «ο συγγραφέας είναι ο φυσικός εχθρός της δικτατορίας». Η διαφυγή του Κανταρέ στη Γαλλία θεωρήθηκε από πολλούς ως μία κίνηση εντυπωσιασμού, αλλά ο Κανταρέ, που σήμερα ζει μεταξύ Γαλλίας και Αλβανίας, σε όλες του τις δημόσιες εμφανίσεις επαναλαμβάνει ότι δεν υπήρξε οπαδός του κομμουνιστικού καθεστώτος της χώρας του.

Η εργογραφία του Κανταρέ ξεπερνά τα 20 πεζογραφήματα, τα περισσότερα από τα οποία έχουν μεταφραστεί σε πάρα πολλές γλώσσες. Στα μυθιστορήματα του Κανταρέ αναμειγνύεται το πραγματικό με το φανταστικό. Κύρια θεματογραφία του είναι η σύγχρονη αλβανική κοινωνία, το προηγούμενο κομμουνιστικό καθεστώς της χώρας του καθώς και το σκληρό αλβανικό εθιμικό δίκαιο (κανόνας της τιμής ή κανούν στα αλβανικά). Έχει γράψει επίσης και ποίηση. Στα ελληνικά, τα μυθιστορήματά του πρωτοεμφανίστηκαν τη δεκαετία του 1990, αρχικά σε μετάφραση από γαλλικές εκδόσεις και αργότερα σε απευθείας μετάφραση από τα αλβανικά.
Στη μετακομμουνιστική εποχή τα έργα του ασχολούνται συχνά με τη διαχρονική ευρωπαϊκή ταυτότητα της Αλβανίας ή των Αλβανών. Για το σκοπό αυτό συνδέει συχνά τα ομηρικά έπη με την αλβανική παράδοση. Επίσης χρησιμοποιεί συχνά την Οθωμανική Αυτοκρατορία ως πρότυπο αντι-ευρωπαϊκού καταπιεστικού πολιτισμού, η οποία κάποτε απέκοψε την Αλβανία από την Ευρώπη. Έχει ωστόσο σχολιασθεί αρνητικά για δηλώσεις όπως ότι η Αλβανία είναι ένα λευκό έθνος μέσα σε μια λευκή ευρωπαϊκή ήπειρο. Πιστεύει ότι οι Αλβανοί, οι Έλληνες και οι Ρωμαίοι είναι η καρδιά της ευρωπαϊκής πολιτισμικής ταυτότητας.

Το 2005 τιμήθηκε με το πρώτο Διεθνές βραβείο Μπούκερ, ενώ ήταν υποψήφιος για το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας. Το 2009 τιμήθηκε και με το βραβείο Πρίγκηπας των Αστούριας για τη Λογοτεχνία. Επίσης, του απονεμήθηκε το Βραβείο Balkanika για το έτος 2009, για το έργο του L’entravee. To 2015 του απενεμήθηκε το λογοτεχνικό Βραβείο Ιερουσαλήμ.

Διαβάστε ακόμη

Σχόλια