Γράφει ο Μιχάλης Στούκας
Ισχύουν όμως όλα όσα γράφουν οι αναγνώστες-σχολιαστές; Είναι τόσο μεγάλη η επίδραση της αλβανικής γλώσσας στα Ελληνικά; Με τα ζητήματα αυτά θα ασχοληθούμε σήμερα έχοντας ως βασική πηγή το βιβλίο του Κωνσταντίνου Ευ. Οικονόμου, που υπήρξε για χρόνια Λέκτορας, Επίκουρος Καθηγητής και Αναπληρωτής Καθηγητής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, «Η ΑΛΒΑΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΙΚΗ ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΣΤΑ ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΑ ΙΔΙΩΜΑΤΑ». Να σημειώσουμε ότι ο Κ. Οικονόμου χρησιμοποιεί ως πηγές περισσότερα από 40 ελληνικά και ξένα συγγράμματα τα οποία αναφέρει αναλυτικά στο βιβλίο του.
Έχει σχέση η αλβανική με την ιλλυρική γλώσσα;
Η αλβανική είναι μια αυτοτελής ινδοευρωπαϊκή γλώσσα. Ανήκει στον κλάδο satθm των ινδοευρωπαϊκών γλωσσών (αν και γι’ αυτό έχουν διατυπωθεί επιφυλάξεις από τους A. Hetzer-Z. Finger στο έργο τους «Lehrbuch der vereintlichten albanischen Schriftsprache», Hamburg, 1993). Παλαιότερα υπήρχε η άποψη ότι η αλβανική είναι συνέχεια της ιλλυρικής γλώσσας. Η άποψη αυτή όμως σήμερα δεν είναι ευρέως αποδεκτή, αφού το χρονικό χάσμα ανάμεσα στις πρώτες γλωσσικές μαρτυρίες της ιλλυρικής από την αρχαιότητα (τοπωνύμια, ανθρωπωνύμια και ελάχιστα προσηγορικά) και τις πρώτες γραπτές μαρτυρίες της αλβανικής που χρονολογούνται στον 15ο αιώνα είναι τεράστιο. Βέβαια οι σημερινοί Αλβανοί θεωρούν τους εαυτούς τους απογόνους των αρχαίων Ιλλυριών και τη γλώσσα τους ως εξέλιξη της αρχαίας ιλλυρικής.
Η αλβανική γλώσσα δέχτηκε μεγάλη επίδραση από άλλες (λατινική, ελληνική, τουρκική κλπ.) κάτι που καθιστά ακόμα πιο δύσκολη την αναγωγή της στην ιλλυρική. Συνέχεια της ιλλυρικής γλώσσας αποτελεί σήμερα η μεσσαπική γλώσσα στην Κάτω Ιταλία. Βέβαια σε αντιδιαστολή με την αλβανική, η ελληνική διατηρεί από το προελληνικό γλωσσικό υπόστρωμα πολλά τοπωνύμια και ανθρωπωνύμια αλλά και προσηγορικά (ουσιαστικά που δηλώνουν σύνολο ομοειδών προσώπων ζώων ή πραγμάτων, π.χ. άνθρωπος, σκύλος, σπίτι).
Πού ομιλείται σήμερα η αλβανική γλώσσα και πώς δημιουργήθηκε
Η αλβανική γλώσσα μιλιέται σήμερα στα γεωγραφικά όρια της Αλβανίας στο μεγαλύτερο μέρος του Κοσόβου και από τον αλβανικό πληθυσμό (περίπου 500.000) της λεγόμενης «Βόρειας Μακεδονίας». Εκτός από αυτές τις περιοχές ,από την ύστερη βυζαντινή εποχή και από την εποχή της τουρκοκρατίας υπάρχουν αλβανικές «γλωσσικές νησίδες» στην Κάτω Ιταλία όπου ομιλείται αλβανική διάλεκτος από τους επονομαζόμενους Arbereshe, στην Ελλάδα όπου τα αρβανίτικα αποτελούν ένα σύνολο από διάφορες «ποικιλίες» της τοσκικής (της νότιας αλβανικής διαλέκτου) και σε μεμονωμένες περιοχές της Βουλγαρίας, Ουκρανίας και Δαλματίας όπου μιλιούνται πολύ αρχαία αλβανικά ιδιώματα (Bucholz-Fiedler, “Albanische Grammatik”, Leipzig 1987).
Η σύγχρονη αλβανική γλώσσα χωρίζεται σε δύο μεγάλες διαλεκτικές ομάδες: τα γκέγκικα στον βορρά και τα τόσκικα στον νότο. Ως όριο μεταξύ των δύο αλβανικών διαλέκτων θεωρείται ο ποταμός Γενούσος (αλβ. Shkubin-i) που διατρέχει την Αλβανία από τα ανατολικά προς τα δυτικά. Εκτός από την περιοχή βόρεια του Γενούσου, τα γκέγκικα μιλιούνται και στην περιοχή του Κοσόβου. Η αναλογία είναι 2:1, δηλαδή στους 2 Αλβανούς που μιλούν τη γκέγκικη διάλεκτο, αντιστοιχεί ένας που μιλά την τοσκική.
Η αλβανική γλώσσα μιλιέται σήμερα στα γεωγραφικά όρια της Αλβανίας στο μεγαλύτερο μέρος του Κοσόβου και από τον αλβανικό πληθυσμό (περίπου 500.000) της λεγόμενης «Βόρειας Μακεδονίας». Εκτός από αυτές τις περιοχές ,από την ύστερη βυζαντινή εποχή και από την εποχή της τουρκοκρατίας υπάρχουν αλβανικές «γλωσσικές νησίδες» στην Κάτω Ιταλία όπου ομιλείται αλβανική διάλεκτος από τους επονομαζόμενους Arbereshe, στην Ελλάδα όπου τα αρβανίτικα αποτελούν ένα σύνολο από διάφορες «ποικιλίες» της τοσκικής (της νότιας αλβανικής διαλέκτου) και σε μεμονωμένες περιοχές της Βουλγαρίας, Ουκρανίας και Δαλματίας όπου μιλιούνται πολύ αρχαία αλβανικά ιδιώματα (Bucholz-Fiedler, “Albanische Grammatik”, Leipzig 1987).
Η σύγχρονη αλβανική γλώσσα χωρίζεται σε δύο μεγάλες διαλεκτικές ομάδες: τα γκέγκικα στον βορρά και τα τόσκικα στον νότο. Ως όριο μεταξύ των δύο αλβανικών διαλέκτων θεωρείται ο ποταμός Γενούσος (αλβ. Shkubin-i) που διατρέχει την Αλβανία από τα ανατολικά προς τα δυτικά. Εκτός από την περιοχή βόρεια του Γενούσου, τα γκέγκικα μιλιούνται και στην περιοχή του Κοσόβου. Η αναλογία είναι 2:1, δηλαδή στους 2 Αλβανούς που μιλούν τη γκέγκικη διάλεκτο, αντιστοιχεί ένας που μιλά την τοσκική.
Η σημερινή επίσημη αλβανική γλώσσα δημιουργήθηκε πάνω στα γλωσσικά δεδομένα της τοσκικής διαλέκτου η οποία λόγω της γεωγραφικής εξάπλωσης της στο νότιο τμήμα της Αλβανίας επέδρασε κυρίως στα ιδιώματα της Ηπείρου. Φορείς της τοσκικής διαλέκτου εισήλθαν από τον 14ο αιώνα στις ελληνικές περιοχές και δημιούργησαν τα αρβανίτικα.
Το αλβανικό «αλφάβητο»
Το «αλφάβητο» (τα εισαγωγικά υπάρχουν στο βιβλίο του Κώστα Οικονόμου) της αλβανικής δημιουργήθηκε σχετικά πρόσφατα, το 1908 στο Συνέδριο του Μοναστηρίου. Έτσι στην αλβανική δεν υπάρχει το πρόβλημα της ιστορικής ορθογραφίας. Στην αλβανική διαβάζεται ό, τι γράφεται και γράφεται ό, τι μιλιέται. Η αλβανική γλώσσα περιλαμβάνει συμφωνικούς φθόγγους, 9 από τους οποίους αποδίδονται με δίψηφους συμφωνικούς χαρακτήρες.
Πόσες αλβανικές λέξεις υπάρχουν στα ιδιώματα της Ηπείρου;
Η συμβίωση και η επαφή αλβανικών πληθυσμών με τους Ηπειρώτες χρονολογείται ήδη από τα μέσα του 14ου αιώνα (T. Jochalas, “Uber die Einwanderung der Albaner in Griechheland”, Dissertationes Albanical (in Honorem Josephi Valentini et Ernesti Kolidi), Munchen 1979, σελ. 89-106). Λόγω της μακραίωνης επαφής των δύο λαών ήταν αναπόφευκτα τόσο τα ελληνικά στην αλβανική γλώσσα όσο και τα αλβανικά στα ιδιώματα της Ηπείρου.
Θα περίμεναν κάποιοι ότι οι αλβανικές λέξεις στα ιδιώματα της Ηπείρου είναι χιλιάδες. Κάτι τέτοιο όμως δεν συμβαίνει. Συνολικά ο Κ. Οικονόμου έχει καταγράψει 248 σχετικά λήμματα, από τα οποία τα 140 (ποσοστό 56,45%) έχουν την ίδια ή παρόμοια σημασία στα αλβανικά και στα ηπειρωτικά ιδιώματα ενώ τα 108 (ποσοστό 43,55%) εμφανίζονται με νέα σημασία η οποία δόθηκε στις λέξεις αυτές που είναι αλβανικής αρχής κατά τη χρήση τους από τους Ηπειρώτες. Τα λήμματα αλβανικής προέλευσης αναφέρονται σε σωματικά ή ψυχικά χαρακτηριστικά (24 από τα 183), στη γεωργική και την κτηνοτροφική ζωή (22/183), σε ονομασίες ζώων (21/183), σε ονόματα φυτών και καρπών (20/183), σε γεωγραφικούς και εδαφολογικούς όρους (20/183), σε εργαλεία και επαγγέλματα (13/183), σε όρους ένδυσης (10/183), σε φαγώσιμα είδη (8/183), στο νοικοκυριό (8/183), σε ασθένειες (7/183), στην οικογενειακή ζωή (6/183), σε μέτρα και σταθμά (2/183), στην κοινωνική ζωή (3/183) ενώ ένα λήμμα αναφέρεται σε καιρικά φαινόμενα. Τέλος 18 λήμματα εντάσσονται στα «διάφορα».
Εντυπωσιακό είναι το γεγονός ότι στην περιοχή Ιωαννίνων υπάρχουν 90 αλβανικά «δάνεια», στη Θεσπρωτία 84, στην Κόνιτσα 60, στη Βόρειο Ήπειρο 40 και στην περιοχή Χιμάρας-Δρυμάδων-Παλιάσας, που θεωρεί ξεχωριστή ο Κ. Οικονόμου, 13 (κάποια «δάνεια» υπάρχουν σε περισσότερες από μία περιοχές). Αν και θα περίμενε κάποιος στην περιοχή της Θεσπρωτίας να υπάρχουν λόγω Τσάμηδων περισσότερα αλβανικά «δάνεια», αυτό δεν συμβαίνει. Το ίδιο παρατηρούμε και στις περιοχές της Βορείου Ηπείρου. Αυτό είτε οφείλεται στη συνειδητή απόρριψη αλβανικών λέξεων από τους λεξικογράφους είτε, κυρίως, στην άμυνα, την άρνηση των ελληνόφωνων να υιοθετήσουν αλβανικές λέξεις που είχαν συνείδηση όχι μόνο της φυλετικής αλλά και της γλωσσικής τους διαφοράς.
Πόσες αλβανικές λέξεις υπάρχουν στο λεξιλόγιο της κοινής νεοελληνικής γλώσσας;
Τα αλβανικά «δάνεια» της κοινής νεοελληνικής γλώσσας είναι ελάχιστα. «Περίπου δέκα, ίσως και λίγο περισσότερα» μας είπε ο ακαδημαϊκός κύριος Χριστόφορος Χαραλαμπάκης ότι υπάρχουν στο «Χρηστικό Λεξικό της Νεοελληνικής Γλώσσας»(ΧΛΝΓ) της Ακαδημίας Αθηνών. Ας δούμε Τις αλβανικές λέξεις που εντοπίσαμε στο κορυφαίο ελληνικό ελληνικό λεξικό και μερικές ακόμα:
βλάμης, «αδελφοποιτός, φίλος» (<αλβανικό vellam,-i)
γκιόνης, «είδος πτηνού» (<αλβανικό gjon,-i)
γκορ(ι)τσιά, «αγριοαχλαδιά» (<αλβανικό gorrice/e, a)
γκούσα, «ο πρόλοβος των πουλιών» (<αλβανικό gush/e,-a)
μπέσα, «εμπιστοσύνη» (<αλβανικό bes/e, -a)
φάρα, «γενιά, φυλή», (<αλβανικό far/e, -a= ο σπόρος, το γένος)
μούτι, «κυρ. στη φρ. τα κάνω μούτι=αποτυγχάνω», (<αλβανικό mut=κόπρανα ανθρώπων και ζώων). Εντυπωσιακό στοιχείο στην παραπάνω λέξη είναι ότι αν και έχει μπει στο λεξιλόγιο της κοινής νεοελληνικής τα τελευταία χρόνια, υπάρχει για περισσότερα από 60 χρόνια στα ηπειρώτικα ιδιώματα με τις έννοιες «ακαθαρσία» (Ευάγγελος Μπόγκας, «Τα γλωσσικά ιδιώματα της Ηπείρου», 1964-1966) αλλά και «αιδοίο» (Ν. Τσιάκας, «Πάργα-στεριά», 1968).
σβέρκος, «τράχηλος» (<αλβανικό zverk,-u)
Η λέξη ρόμπολο, «είδος άγριου πεύκου» εμφανίζεται στο ΧΛΝΓ χωρίς ετυμολογία. Στο ΛΕΞΙΚΟ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ των εκδόσεων ΠΑΠΥΡΟΣ διαβάζουμε: ετυμολ. κατά μία άποψη, μη επιβεβαιωμένη<λατινικό robur,-oris «άγρια δρυς, άγριο δέντρο με σκληρό ξύλο»)
Ο Κ. Οικονόμου το ετυμολογεί από το αλβανικό rrobull «είδος λευκής πεύκης», λατινικής (robur) ή αρωμουνικής αρχής, (a)robuli, είδος ελάτης.
Υπάρχουν και κάποιες άλλες λέξεις που προέρχονται από τα αλβανικά, δεν έχουν όμως ευρεία χρήση π.χ.: γκίζα, «είδος μυζήθρας» (<αλβανικό gjize).
Τι σημαίνουν τα επώνυμα Γκέκας και Λάτσης;
Η λέξη γκέκας είχε αρχική σημασία στα ηπειρώτικα ιδιώματα «ζαχαροπώλης» γιατί το επάγγελμα αυτό (υπαίθριο με τον ταβλά στο κεφάλι) το έκαναν κυρίως γκέγκηδες, κάτοικοι δηλαδή της Βόρειας Αλβανίας. Γκέ(γ)κας είναι και ονομασία κυνηγόσκυλου που αρχικά προερχόταν από τη Βόρεια Αλβανία. Η λέξη είναι αλβανική: gege, κάτοικος της Gregeria, της Βόρειας Αλβανίας.
Η αλβανική λέξη llac σημαίνει βοηθός χτίστη. Οι Πυρσογιαννίτες (από την Πυρσόγιαννη Κονίτσης Ιωαννίνων), φημισμένοι χτίστες, είχαν το παρατσούκλι «λάτσηδες». Από τη λέξη αυτή προέρχεται και το επώνυμο Λάτσης.
Δυστυχώς υπάρχουν ορισμένοι που βλέποντας τις ομοιότητες πανάρχαιων ελληνικών λέξεων με αλβανικές, τις ετυμολογούν από τα αρχαία αλβανικά! Οι ομοιότητες όμως λέξεων επεκτείνονται και σε άλλες γλώσσες. Ενδεικτικά αναφέρουμε το παρακάτω παράδειγμα.
Η λέξη mall είναι αγγλικής προέλευσης και σημαίνει «εμπορικό κέντρο». Πρωτοεμφανίζεται στα αγγλικά γύρω στο 1660. Ας ελπίσουμε ότι δεν θα ισχυριστούν κάποιοι ότι η λέξη είναι αλβανικής αρχής ,καθώς το mall σημαίνει στα αλβανικά ιδιοκτησία, περιουσία αλλά και εμπόρευμα…
Πηγή: Κ.ΕΥ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, «Η ΑΛΒΑΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΙΚΗ ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΣΤΑ ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΑ ΙΔΙΩΜΑΤΑ», ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ, Ιωάννινα, 1997
Διαβάστε ακόμη
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών