Οι λιγνίτες της Πτολεμαΐδας και η ιστορία τους

Ένα από τα πλέον πολυσυζητημένα θέματα τα τελευταία χρόνια είναι αυτό της χρήσης του λιγνίτη στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Ένα χρόνο πριν, όταν έγινε η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, ο λιγνίτης είχε αποφασιστεί να αποτελέσει παρελθόν για τη χώρα μας το 2023. Οι λόγοι που οδήγησαν σε αυτή την απόφαση, σύμφωνα με τους υποστηρικτές της, ήταν η κλιματική αλλαγή, η υποχρέωση της προστασίας του περιβάλλοντος και της δημόσιας υγείας, οι αλλαγές στην ευρωπαϊκή περιβαλλοντική νομοθεσία και η ραγδαία πρόοδος στις τεχνολογίες Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) και αποθήκευσης ενέργειας.
Όμως ο πόλεμος στην Ουκρανία, που δεν αποδείχθηκε υγιεινός περίπατος για τον Πούτιν και τους Ρώσους και η εργαλειοποίηση του φυσικού αερίου από τον Ρώσο ηγέτη έφεραν τα πάνω κάτω. Όσα είχε εξαγγείλει ήδη από το Βήμα της Γενικής Συνέλευσης του Ο.Η.Ε. στις 23 Σεπτεμβρίου 2019 ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης σχετικά με την απολιγνιτοποίηση της Ελλάδας αναιρέθηκαν από τα γεγονότα.

Ήδη, από τις αρχές Απριλίου 2022 είχε ληφθεί η απόφαση για αύξηση της παραγωγής ορυχείων σε ποσοστό 50% και τον Ιούλιο του 2022 η συμμετοχή του λιγνίτη στο μείγμα ηλεκτροπαραγωγής είχε φτάσει στο 16,3%. Το έτος απολιγνιτοποίησης μετατοπίστηκε στο 2028, ενώ ο πρωθυπουργός σε επίσκεψη του στη Δυτική Μακεδονία, επισκέφθηκε το πρωί της Τρίτης 14 Φεβρουαρίου, τον νέο σταθμό παραγωγής ενέργειας της ΔΕΗ «Πτολεμαΐδα 5» , ο οποίος είχε τεθεί δοκιμαστικά σε λειτουργία από τα τέλη του 2022, ενώ θα ξεκινήσει πλήρως να λειτουργεί από τη φετινή άνοιξη.
Ο κύριος Μητσοτάκης τόνισε βέβαια ότι η στρατηγική της «πράσινης μετάβασης» παραμένει αδιαπραγμάτευτη. Στην Ελλάδα το 85% των αποθεμάτων λιγνίτη βρίσκονται στις περιοχές Πτολεμαΐδας – Αμυνταίου και Μεγαλόπολης. Τα Σέρβια Κοζάνης, το Αλιβέρι, η Ελασσόνα και οι Σέρρες είναι περιοχές όπου υπάρχουν αξιόλογα κοιτάσματα, ενώ μικρότερης σημασίας είναι αυτά της Ρόδου, της Κύμης και της Πρέβεζας. Ωστόσο βασικό ενεργειακό κέντρο της χώρας είναι η Πτολεμαΐδα. Ας δούμε περισσότερα στοιχεία για την πόλη, την, Εορδαία, την περιοχή της Μακεδονίας όπου βρίσκεται, τους λιγνίτες και την προέλευσή τους, αλλά και την αξιοποίηση των λιγνιτών της Πτολεμαΐδας μετά την απελευθέρωσή της από τους Τούρκους το 1912.



Η Εορδαία
Η Πτολεμαΐδα βρίσκεται στην Εορδαία, μία αυτόνομη γεωγραφική περιοχή στην οποία κυριαρχεί το λεκανοπέδιό της, με μέσο απόλυτο ύψος 600μ. Το λεκανοπέδιο περικλείεται από τέσσερις λίμνες (Βεγορίτιδα, Πετρών, Χειμαδίτιδα, Ζάζαρη). Νότια, υπήρχε και η Κίτρινη Λίμνη η οποία λόγω των προσχώσεων εξαφανίστηκε. Στην περιοχή επίσης υπήρχε στην αρχαιότητα και ο ποταμός Εορδαϊκός, κοντά στον οποίο στρατοπέδευσε ο Μέγας Αλέξανδρος την παραμονή της επίθεσης εναντίον του Πηλίου, αρχαίας πόλης της Ιλλυρίας. Οι αρχαίοι συγγραφείς χώριζαν τη Μακεδονία σε Άνω (ορεινή) και Κάτω (πεδινή). Στην Άνω Μακεδονία με βάση αυτόν τον διαχωρισμό βρίσκονται οι σημερινοί νόμοι Κοζάνης, Καστοριάς, Φλώρινας και Γρεβενών. Κατά την εποχή της επέκτασης του μακεδονικού βασιλείου, οι Μακεδόνες θα εξοντώσουν ή θα εκδιώξουν από την Εορδαία τους ως τότε κατοίκους της, τους Εορδούς.
Μετά την ήττα του Περσέα στην Πύδνα το 168 π.Χ. και η Εορδαία έγινε ρωμαϊκή. Για την Εορδαία των πρωτοβυζαντινών χρόνων μας δίνει πληροφορίες η καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων Αγγελική Κωνσταντακοπούλου στην «Ιστορική Γεωγραφία της Μακεδονίας, 4ος – 6ος αιώνας». Εκεί υπάρχουν στοιχεία για τα φρούρια του Ιουστινιανού στην περιοχή Εμπορίου – Αναρράχης. Κατά την τουρκοκρατία η Πτολεμαΐδα ονομαζόταν Καϊλάρι. Σύμφωνα με τον Εβλιγιά Τσελεμπή, το 1667 στην περιοχή υπήρχαν 200 σπίτια, χάνι, λουτρό και μερικά καταστήματα.

Ο Γιάννης Τσιάρας, σε παραπομπή του στη μετάφραση του έργου του Πουκεβίλ γράφει : «Το Καϊλάρι το 1806 ήταν καζάς, διοικητική περιφέρεια, επαρχία, εμπορικό κέντρο ολόκληρου του κάμπου. Οι Τούρκοι που ζούσαν στην περιοχή ήταν αληθινά θεριά, έκλεβαν και σκότωναν όποιον περνούσε από τα χωριά τους». Στο βιβλίο της Λύντιας Τρίχα «Το Βιλαέτι των Βιτωλίων το 1881» αναφέρεται ότι το Καϊλάρι είχε 2.000 Μουσουλμάνους κατοίκους και 700 Χριστιανούς. Όλο το διαμέρισμα Καϊλαρίου είχε 93 χωριά και 44.600 κατοίκους. 56 χωριά ήταν τούρκικα και 37 χριστιανικά.
Η πόλη της Πτολεμαΐδας απελευθερώθηκε στις 15 Οκτωβρίου 1912 μετά τη μάχη του Καϊλαρίου. Οι περισσότεροι Τούρκοι όμως δεν έφυγαν από εκεί Θεωρούσαν μάλιστα ότι είχαν κατακτηθεί από τους Έλληνες και όχι ότι οι Έλληνες είχαν απελευθερωθεί από τους Οθωμανούς. Με την ανταλλαγή των πληθυσμών, στην περιοχή εγκαταστάθηκαν 20.826 πρόσφυγες, κυρίως Πόντιοι και Μικρασιάτες, ενώ οι Μουσουλμάνοι κάτοικοι έφυγαν για την Τουρκία. Με Διάταγμα της Προσωρινής Κυβέρνησης στις 11 Οκτωβρίου 1916 ανασυστάθηκε η επαρχία Καϊλαρίων, ενώ με το ΒΔ της 19/12/1918, ΦΕΚ Α 260/ 1918 , αναγνωρίστηκε το Καϊλάρι ως κοινότητα.

Με Διάταγμα της 12/12/1927 ΦΕΚ Α 256/1928 η Επαρχία Καϊλαρίων μετονομάστηκε σε επαρχία Εορδαίας. Η Πτολεμαΐδα ήδη από τον Ιανουάριο του 1927 είχε λάβει το σημερινό της όνομα.
Το τουρκικό όνομα Καϊλάρια <Kayalar, πληθ. του Kaya «βράχος», ενώ σύμφωνα με τον Μ. Καλινδέρη (τα) Καϊλλάρια, «ταμείο εφοδίων» <τα Κελλάρια <Κέλλη (λατιν. Cella), (Χ.Π. Συμεωνίδης). Το όνομα Πτολεμαΐδα προέρχεται από τον στρατηγό του Μεγάλου Αλεξάνδρου Πτολεμαίο Α’ τον Λάγο που καταγόταν από την Εορδαία.


Ο λιγνίτης
Ο λιγνίτης είναι γαιάνθρακας με καστανό έως μαύρο χρώμα, που έχει σχηματιστεί από την τύρφη, υπό την επίδραση μέσης πίεσης κυρίως σε μέρη όπου υπάρχει μεγάλη υγρασία, έλη κλπ. Αποτελεί ένα από τα πρώτα παράγωγα της ενανθράκωσης και είναι ενδιάμεσο υλικό μεταξύ τύρφης και βιτουμενιούχου γαιάνθρακα. Εξόρυξη λιγνίτη σε παγκόσμια κλίμακα γίνεται από τα τέλη του 19ου αιώνα. Η παραγωγή του στις αρχές του 20ου αιώνα ήταν μικρότερη από 100 μεγατόνους τον χρόνο, ενώ το 1981 ξεπέρασε τους 1 δισεκατομμύριο μεγατόνους.
Το 2015 πρώτη στην παραγωγή λιγνίτη παγκοσμίως ήταν η Γερμανία με 178,1 εκ. τόνους ετησίως και ακολουθούσαν: Κίνα με 140 εκ. τόνους, Ρωσία με 73,2 εκ. τόνους. Η.Π.Α. με 64,7 εκ. τόνους, Πολωνία με 63,1 εκ. τόνους, Αυστραλία με 63 εκ. τόνους, Ινδονησία με 60 εκ. τόνους, Τουρκία με 50,4 εκ. τόνους και Ελλάδα με 46 εκ. τόνους. Τα επόμενα χρόνια η παραγωγή λιγνίτη στη χώρα μας «έπεσε» στα 6-8 εκ. τόνους ετησίως. Τα βέβαια αποθέματα λιγνίτη στη χώρα μας είναι 3,4 δισεκατομμύρια τόνοι, τα πιθανά 1,5 δισεκατομμύρια τόνοι και τα εκμεταλλεύσιμα 1,5 δισεκατομμύρια τόνοι. Τα 90% από τον εξορυσσόμενο λιγνίτη χρησιμοποιείται στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας.

Η ύπαρξη λιγνιτοφόρων λεκανών στη χώρα μας ήταν γνωστή από την αρχαιότητα. Οι πρώτες έρευνες και διαπιστώσεις λιγνιτικών κοιτασμάτων έγιναν στα χρόνια του Ιωάννη Καποδίστρια στην Κύμη της Εύβοιας και στην Πελοπόννησο, ιδιαίτερα στην περιοχή του Αλφειού για την οποία υπάρχουν και αναφορές αρχαίων ιστορικών. Μετά από πρόσκληση του Καποδίστρια οι περιοχές αυτές μελετήθηκαν το 1830 από γαλλική επιστημονική αποστολή με επικεφαλής τους Τ. Virlet και Puillon de Boblaye. Το 1840 ο Όθωνας κάλεσε τον γεωλόγο Fiedler ο οποίος περιέγραψε τα περισσότερα κοιτάσματα της τότε Ελλάδας. Ο λιγνίτης στην περιοχή της Εορδαίας ήταν γνωστός από τα χρόνια της τουρκοκρατίας και στις περισσότερες περιοχές αρκούσε μια απλή ανασκαφή για να αποκαλυφθούν τα πρώτα στρώματά του.
Παύλος Μποδοσάκης

Οι λιγνίτες της Πτολεμαΐδας
Η πρώτη σοβαρή προσπάθεια για την εκμετάλλευση λιγνιτικών κοιτασμάτων ξεκίνησε στο Αλιβέρι της Εύβοιας το 1873. Όμως εξαιτίας πλημμύρας οι επιφανειακές και υπόγειες εγκαταστάσεις εξόρυξης καταστράφηκαν το 1897. Μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο ξεκίνησε εκ νέου η εκμετάλλευση και το 1922 η παραγωγή έφτασε τους 23.000 τόνους ωστόσο το 1927 για οικονομικούς λόγους η λειτουργία των ορυχείων σταμάτησε προσωρινά.
Στο μεταξύ οι κάτοικοι της Πτολεμαΐδας εργάζονταν πυρετωδώς για την ανάπτυξη και τον εκσυγχρονισμό της. Αρκετοί από αυτούς ανέπτυξαν έντονη επιχειρηματική δραστηριότητα με κορυφαίους τους Γεώργιο Παυλίδη και τον κουνιάδο του Κωνσταντίνο Αδαμόπουλο, οι οποίοι πολύ γρήγορα αντιλήφθηκαν την αξία του λιγνίτη και προσπάθησαν να κάνουν συστηματική εκμετάλλευσή του. Το 1929 οριστικοποίησαν την άδεια μεταλλευτικών ερευνών σε μία έκταση 7.444 στρεμμάτων.

Σύμφωνα με δημοσίευμα τοπικής εφημερίδας το 1937 τα λιγνιτωρυχεία βρίσκονταν έξω από την Πτολεμαΐδα σε απόσταση 15’ με το αυτοκίνητο. Ο λιγνίτης αποτελούσε το βασικό μέσο θέρμανσης των κατοίκων της περιοχής και μεταφερόταν στα σπίτια με κάρα. Κοντά στις στοές υπήρχαν τα οικήματα για τη διαμονή των 40 εργατών στα ορυχεία. Λόγω της δύσκολης και επίκινδυνης εργασίας των λιγνιτωρύχων, το ημερομίσθιο ήταν 100 δραχμές, ποσό υψηλότατο για την εποχή.
Το 1938 είχαν γίνει έρευνες για λιγνίτη σε έκταση 55.000 στρεμμάτων με άκρως ενθαρρυντικά αποτελέσματα. Το 1939 ο Ιωάννης Μεταξάς δήλωσε δημόσια ότι στόχος της κυβέρνησής του είναι ν’ ασχοληθεί με την εκμετάλλευση του λιγνίτη τόσο ως καύσιμης ύλης αλλά και ως κινητήριας με τη χρήση του στους σιδηροδρόμους. Έτσι ο ειδικός Γερμανός καθηγητής Κέγκελ και ο Υπουργός Σιδηροδρόμων επισκέφθηκαν την Εορδαία. Διαπιστώθηκε μετά από έρευνες τριών μηνών ότι στην περιοχή υπήρχαν αποθέματα λιγνίτη 150.000.000 τόνων. Οι Σιδηρόδρομοι Ελληνικού Κράτους (Σ.Ε.Κ.) έστειλαν 180 τόνους λιγνίτη σε ειδικά εργαστήρια της Γερμανίας. Τα αποτελέσματα της καύσης του ήταν ιδιαίτερα θετικά κάτι που χαροποίησε τους πάντες. Σχεδόν αμέσως υπογράφηκε σύμβαση εξόρυξης του λιγνίτη με ανάδοχο τον Ελληνοαμερικανό δικηγόρο Φίλη. Η σύμβαση θα είχε διάρκεια 40 ετών.
Πρόδρομος Μποδοσάκης Αθανασιάδης

Ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος και οι εξελίξεις μετά από αυτόν
Λόγω του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και του Εμφύλιου που ακολούθησε, ματαιώθηκαν όλα τα σχέδια για την αξιοποίηση των λιγνιτών. Στα μέσα της δεκαετίας του 1940 υπήρξαν διαφορετικές απόψεις για τους λιγνίτες της Πτολεμαΐδας. Ένα μέλος της υποεπιτροπής Ορυκτού Πλούτου μάλιστα, ο Ανδρεάκος, έκανε διάρρηξη στα γραφεία των Σ.Ε.Κ. για να βρει τη μελέτη του Κέγκελ (!).
Το 1946 ο αρχηγός της αποστολής της UNRRA στην Ελλάδα Buell F. Maben συνέστησε επιτροπή από 150 Έλληνες επιστήμονες για να καταρτίσουν σχέδιο αξιοποίησης των πλουτοπαραγωγικών πηγών της χώρας, με Πρόεδρο τον Ιωάννη Ζίγδη. Σε μικρό χρονικό διάστημα ,τον Μάιο του 1947 εκδόθηκε το εξάτομο έργο «Ο ορυκτός πλούτος της Ελλάδος». Ο Ζίγδης ήταν από τους πιο ένθερμους υποστηρικτές της εκμετάλλευσης των λιγνιτών της Πτολεμαΐδας και γι’ αυτό αργότερα ανακηρύχθηκε επίτιμος δημότης της πόλης. Μετά από διάφορες προσπάθειες στα τέλη της δεκαετίας του ’40 και τις αρχές της δεκαετίας του ’50 φάνηκε ότι την εκμετάλλευση των λιγνιτών της Πτολεμαΐδας έπρεπε να αναλάβει κάποιος ισχυρός επιχειρηματικός όμιλος. Έτσι ο Σπυρίδων Μαρκεζίνης στράφηκε προς τον Πρόδρομο Μποδοσάκη Αθανασιάδη.
Καραμανλής, Μποδοσάκης, Κρουπ

Η ΛΙΠΤΟΛ του Μποδοσάκη και η εξαγορά της από τη ΔΕΗ
Το έργο της Πτολεμαΐδας υπολογιζόταν ότι θα είχε κόστος 45.000.000 δολάρια από τα οποία τα 20.000.000 θα αναλάμβανε να καταβάλει η εταιρεία ΚΡΟΥΠ έναντι των γερμανικών πιστώσεων που ανέρχονταν σε 50.000.000. Μετά την υπογραφή των σχετικών συμβάσεων, το καλοκαίρι του 1955 συντάχθηκε το καταστατικό της εταιρείας Ανώνυμος Ελληνική Μεταλλευτική και Βιομηχανική Εταιρεία Λιγνιτωρυχείων Πτολεμαΐδας (ΛΙΠΤΟΛ) του Π. Μποδοσάκη. Η σύμβαση προέβλεπε την παραγωγή σκόνης λιγνίτη και μπρικετών, μονάδα παραγωγής ατμού για την ξήρανση του λιγνίτη με ταυτόχρονη παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας για τις ανάγκες της εταιρείας.
Ταυτόχρονα η ΔΕΗ θα κατασκευάζε θερμικό σταθμό ισχύος 65 MW. Τα επίσημα εγκαίνια των έργων έγιναν στις 26 Ιουλίου 1957 από τον βασιλιά Παύλο. Στην τελετή παρευρέθηκαν υπουργοί, επίσημοι και βέβαια ο Μποδοσάκης. Τον Ιούνιο του 1959 οι καμινάδες του εργοστασίου μπρικετών κάπνισαν για πρώτη φορά. Όμως τον Φεβρουάριο του 1959 οι περισσότερες μετοχές της ΛΙΠΤΟΛ, με τη σύμφωνη γνώμη του Μποδοσάκη λόγω της τεράστιας δαπάνης και της σημασίας του έργου πέρασαν στη ΔΕΗ που το 1975 εξαγόρασε πλήρως τη ΛΙΠΤΟΛ.


Από το 1975 ως σήμερα
Μετά την πλήρη εξαγορά της ΛΙΠΤΟΛ από τη ΔΕΗ οι εργαζόμενοι έφτασαν τους 28.000. Ακολούθησαν η ανάπτυξη των λιγνιτωρυχείων επιφανειακής εξόρυξης και η κατασκευή νέων θερμοηλεκτρικών σταθμών στην Πτολεμαΐδα, την Κοζάνη και τη Φλώρινα με συνολική εγκατεστημένη ισχύ 4.378 MW. Από το 1962 ως το 2005 αυξήθηκαν οι μονάδες παραγωγής, ο αριθμός των ατμοηλεκτρικών σταθμών (ΑΗΣ) και πραγματοποιήθηκε η διάνοιξη νέων ορυχείων στις παραπάνω πόλεις. Το 1963 τέθηκε σε λειτουργία το εργοστάσιο αζωτούχων λιπασμάτων ΑΕΒΑΛ, το οποίο δημιούργησε στην περιοχή 1.000 νέες θέσεις εργασίας.
Στην Πτολεμαΐδα έφταναν πολλοί από άλλα μέρη της Ελλάδας για να εργαστούν ,καθώς και ξένοι τεχνικοί για την εκπαίδευση των εργαζομένων. Στη Δυτική Μακεδονία εξορυσσόταν το 80% του λιγνίτη της Ελλάδας και παραγόταν το 60% της συνολικής παραγόμενης ενέργειας από΄το διασυνδεδεμένο σύστημα της χώρας. Από τα 3 δις τόνους λιγνίτη της περιοχής σε 50 χρόνια έχουν εξαχθεί περίπου 1,2 δις τόνοι.

Τελικά θα γίνει η απολιγνιτοποίηση της χώρας και βέβαια και της Πτολεμαΐδας; Έχουν διατυπωθεί πολλές και διαφορετικές απόψεις για την απεξάρτηση από τον λιγνίτη, το «βρόμικο καύσιμο» για ορισμένους. Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία οδήγησε στην αναστολή της συγκεκριμένης απόφασης για το 2028. Σε έναν κόσμο που αλλάζει με καταιγιστικούς ρυθμούς και που κάποια γεγονότα (βλ. σεισμοί στην Τουρκία) είναι παντελώς απρόβλεπτα, κανείς δεν μπορεί να πει με βεβαιότητα τι και πώς θα γίνει ως τότε…

Βασική πηγή μας, ήταν το άρθρο της ιστορικού Εύας Κοβάτση «ΠΤΟΛΕΜΑΪΔΑ ΚΑΙ ΛΙΓΝΙΤΗΣ: ΤΟ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ», στο περιοδικό ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΗΜΕΝΗ, τ. 621, ΜΑΡΤΙΟΣ 2020.

Διαβάστε ακόμη

Σχόλια