Του Δημήτρη Γ. Απόκη*
Δυστυχώς, για μια ακόμη φορά, αποδεικνύεται ότι ο πειρατής του διεθνούς δικαίου και υποστηρικτής της τρομοκρατίας, Ταγίπ Ερντογάν, είναι παίκτης στο κεντρικό τραπέζι του σκληρού πόκερ του νέου γεωπολιτικού σκηνικού, που διαμορφώνεται μετά την εμφατική νίκη του Ντόναλντ Τράμπ, στις προεδρικές εκλογές της Αμερικής. Ενώ την ίδια στιγμή, η αποτυχία της Ελληνικής κυβέρνησης, να διατηρήσει μια ισσοροπία στις προτιμήσεις της, αλλά κυρίως να λειτουργήσει προληπτικά απέναντι στην πιθανότητα της εκλογής Τράμπ, εφαρμόζωντας ταυτόχρονα μια καταστροφική εξωτερική πολιτική κατευνασμού έναντι της Τουρκίας, προμηνύει δύσκολες ημέρες για τη χώρα μας.
Οι χθεσινές τοποθετήσεις του προέδρου Τράμπ, αναφορικά με τις εξελίξεις στη Συρία, αποδεικνύουν ότι αντιμετωπίζει την Τουρκία του Ερντογάν, ως βασικό παίκτη στη διαμόρφωση των εξελίξεων στην περιοχή και υπολογίσιμη δύναμη σε στρατιωτικό επίπεδο.
Την ίδια στιγμή, είναι εμφανές, ότι για τον επερχόμενο Αμερικανό πρόεδρο, η Ελλάδα, ενώ θεωρείται μια καλή σύμμαχος, δεν αντιμετωπίζεται ως βασικός παίκτης στο νέο γεωπολιτικό παιχνίδι.
Και εδώ είναι που έρχεται να επιβεβαιωθεί η άποψη, ότι η εικόνα που παρουσιάζει η Ελλάδα εδώ και αρκετό καιρό και ειδικά με κινήσεις, όπως η υπογραφή Διακήρυξης φιλίας και συνεργασίας με την Τουρκία του Ερντογάν, ενώ το casus belli είναι σε ισχύ, η παράνομη κατοχή της Κύπρου μετά την εισβολή συνεχίζεται, με απαίτηση αναγνώρισης δυο ανεξάρτητων κρατών στη Μεγαλόνησο, και η αμφισβήτηση της εθνικής κυριαρχίας και εδαφικής ακεραιότητας στο Αιγαίο επαναλαμβάνεται συνεχώς, οδηγεί τη χώρα σε ένα αβέβαιο και επικίνδυνο μονοπάτι, που υποθυκεύει το μέλλον της.
Είναι, δυστυχώς, ξεκάθαρο ότι ο Ερντογάν και ο διαμόνιος Χακάν Φιντάν, έχουν κάνει πολύ και ουσιαστική δουλειά στο παρασκήνιο, πιθανόν και πριν τις αμερικανικές προεδρικές εκλογές, αλλά σίγουρα στην παρούσα μεταβατική περίοδο, πριν την ανάληψη καθηκόντων στο Λευκό Οίκο, από τον Ντόναλντ Τράμπ.
Δεν είναι διόλου τυχαίες, οι συνεχείς, θετικές για την Τουρκία και το ρόλο της στη Συρία, αναρτήσεις του νέου Απεσταλμένου για Ειδικές Αποστολές, του προέδρου Τράμπ, Ρίτσαρντ Γκρενέλ. Αποδεικνύουν, ότι η Άγκυρα έχει δημιουργήσει ουσιαστικό κανάλι επικοινωνίας με τη νέα ομάδα εθνικής ασφάλειας του Ντόναλντ Τράμπ.
Ενώ την ίδια στιγμή, η Ελληνική κυβέρνηση, λόγω του φλέρτ με την πλευρά Χάρις, με την υιοθέτηση θέσεων της woke ατζέντας και άλλων κινήσεων που βρίσκονται απέναντι στην ατζέντα Τράμπ, υπολείπεται κατά πολύ έναντι της Τουρκίας, στο χρηματιστήριο της νέας κατάστασης στην Ουάσιγκτον.
Η εφαρμοζόμενη εξωτερική πολιτική απέναντι στην Τουρκία, πέρα από το μειονέκτημα που έχει δημιουργήσει έναντι της επερχόμενης κυβέρνησης Τράμπ, κινδυνεύει να πλήξει και τη σχέση με το Ισράηλ, το οποίο αργά ή γρήγορα, εάν δεν υπάρξει αλλαγή γραμμής, είναι ορατός ο κίνδυνος να μπει σε μια διαπραγμάτευση με την Τουρκία.
Είναι λοιπόν αδύνατο, να μην αναλογιστεί κανείς, πόσο δίκιο είχε και συνεχίζει να έχει, ο πρώην πρωθυπουργός, Αντώνης Σαμαράς, εκφράζοντας την ανησυχία του για την πορεία της εφαρμοζόμενης εξωτερικής πολιτικής, προειδοποιώντας για τους σοβαρούς κινδύνους που ενέχει για την πατρίδα. Άποψη που βρίσκει σύμφωνο και τον άλλο πρώην πρωθυπουργό, Κώστα Καραμανλή.
Και για τους πάσχοντες από τυφλή αντιπάθεια για τον πρόεδρο Τράμπ και τους Ρεπουμπλικάνους, δεν φταίει ο Αμερικανός πρόεδρος και οι Ρεπουμπλικάνοι, για την αδυναμία της ελληνικής κυβέρνησης να σχεδιάσει και να δουλέψει ρεαλιστικά και για παν ενδεχόμενο, αλλά και, κυρίως, για το γεγονός να επιλέξει μια καταστρογική αντιμετώπιση έναντι της Τουρκίας του πειρατή του διεθνούς δικαίου και υποστηρικτή της τρομοκρατίας, Ερντογάν.
Όπως λέει η σοφή παλαιά ρήση, στερνή μου γνώση να σε είχα πρώτα.
Ο Δημήτρης Γ. Απόκης, είναι Διεθνολόγος, με ειδίκευση στην Αμερικανική Εξωτερική Πολιτική, Γεωπολιτική και Διεθνή Οικονομία. Απόφοιτος των πανεπιστημίων The American University, School of International Service, καιThe Johns Hopkins University, The Paul H. Nitze, School of Advanced International Studies της Ουάσιγκτον. Είναι μέλος του The International Institute for Strategic Studies, του Λονδίνου. Ως Δημοσιογράφος, υπήρξε επί σειρά ετών διαπιστευμένος ανταποκριτής στο Λευκό Οίκο, στο Στέητ Ντιπάρτμεντ και στο Αμερικανικό Πεντάγωνο.
Δυστυχώς, για μια ακόμη φορά, αποδεικνύεται ότι ο πειρατής του διεθνούς δικαίου και υποστηρικτής της τρομοκρατίας, Ταγίπ Ερντογάν, είναι παίκτης στο κεντρικό τραπέζι του σκληρού πόκερ του νέου γεωπολιτικού σκηνικού, που διαμορφώνεται μετά την εμφατική νίκη του Ντόναλντ Τράμπ, στις προεδρικές εκλογές της Αμερικής. Ενώ την ίδια στιγμή, η αποτυχία της Ελληνικής κυβέρνησης, να διατηρήσει μια ισσοροπία στις προτιμήσεις της, αλλά κυρίως να λειτουργήσει προληπτικά απέναντι στην πιθανότητα της εκλογής Τράμπ, εφαρμόζωντας ταυτόχρονα μια καταστροφική εξωτερική πολιτική κατευνασμού έναντι της Τουρκίας, προμηνύει δύσκολες ημέρες για τη χώρα μας.
Οι χθεσινές τοποθετήσεις του προέδρου Τράμπ, αναφορικά με τις εξελίξεις στη Συρία, αποδεικνύουν ότι αντιμετωπίζει την Τουρκία του Ερντογάν, ως βασικό παίκτη στη διαμόρφωση των εξελίξεων στην περιοχή και υπολογίσιμη δύναμη σε στρατιωτικό επίπεδο.
Την ίδια στιγμή, είναι εμφανές, ότι για τον επερχόμενο Αμερικανό πρόεδρο, η Ελλάδα, ενώ θεωρείται μια καλή σύμμαχος, δεν αντιμετωπίζεται ως βασικός παίκτης στο νέο γεωπολιτικό παιχνίδι.
Και εδώ είναι που έρχεται να επιβεβαιωθεί η άποψη, ότι η εικόνα που παρουσιάζει η Ελλάδα εδώ και αρκετό καιρό και ειδικά με κινήσεις, όπως η υπογραφή Διακήρυξης φιλίας και συνεργασίας με την Τουρκία του Ερντογάν, ενώ το casus belli είναι σε ισχύ, η παράνομη κατοχή της Κύπρου μετά την εισβολή συνεχίζεται, με απαίτηση αναγνώρισης δυο ανεξάρτητων κρατών στη Μεγαλόνησο, και η αμφισβήτηση της εθνικής κυριαρχίας και εδαφικής ακεραιότητας στο Αιγαίο επαναλαμβάνεται συνεχώς, οδηγεί τη χώρα σε ένα αβέβαιο και επικίνδυνο μονοπάτι, που υποθυκεύει το μέλλον της.
Είναι, δυστυχώς, ξεκάθαρο ότι ο Ερντογάν και ο διαμόνιος Χακάν Φιντάν, έχουν κάνει πολύ και ουσιαστική δουλειά στο παρασκήνιο, πιθανόν και πριν τις αμερικανικές προεδρικές εκλογές, αλλά σίγουρα στην παρούσα μεταβατική περίοδο, πριν την ανάληψη καθηκόντων στο Λευκό Οίκο, από τον Ντόναλντ Τράμπ.
Δεν είναι διόλου τυχαίες, οι συνεχείς, θετικές για την Τουρκία και το ρόλο της στη Συρία, αναρτήσεις του νέου Απεσταλμένου για Ειδικές Αποστολές, του προέδρου Τράμπ, Ρίτσαρντ Γκρενέλ. Αποδεικνύουν, ότι η Άγκυρα έχει δημιουργήσει ουσιαστικό κανάλι επικοινωνίας με τη νέα ομάδα εθνικής ασφάλειας του Ντόναλντ Τράμπ.
Ενώ την ίδια στιγμή, η Ελληνική κυβέρνηση, λόγω του φλέρτ με την πλευρά Χάρις, με την υιοθέτηση θέσεων της woke ατζέντας και άλλων κινήσεων που βρίσκονται απέναντι στην ατζέντα Τράμπ, υπολείπεται κατά πολύ έναντι της Τουρκίας, στο χρηματιστήριο της νέας κατάστασης στην Ουάσιγκτον.
Η εφαρμοζόμενη εξωτερική πολιτική απέναντι στην Τουρκία, πέρα από το μειονέκτημα που έχει δημιουργήσει έναντι της επερχόμενης κυβέρνησης Τράμπ, κινδυνεύει να πλήξει και τη σχέση με το Ισράηλ, το οποίο αργά ή γρήγορα, εάν δεν υπάρξει αλλαγή γραμμής, είναι ορατός ο κίνδυνος να μπει σε μια διαπραγμάτευση με την Τουρκία.
Είναι λοιπόν αδύνατο, να μην αναλογιστεί κανείς, πόσο δίκιο είχε και συνεχίζει να έχει, ο πρώην πρωθυπουργός, Αντώνης Σαμαράς, εκφράζοντας την ανησυχία του για την πορεία της εφαρμοζόμενης εξωτερικής πολιτικής, προειδοποιώντας για τους σοβαρούς κινδύνους που ενέχει για την πατρίδα. Άποψη που βρίσκει σύμφωνο και τον άλλο πρώην πρωθυπουργό, Κώστα Καραμανλή.
Και για τους πάσχοντες από τυφλή αντιπάθεια για τον πρόεδρο Τράμπ και τους Ρεπουμπλικάνους, δεν φταίει ο Αμερικανός πρόεδρος και οι Ρεπουμπλικάνοι, για την αδυναμία της ελληνικής κυβέρνησης να σχεδιάσει και να δουλέψει ρεαλιστικά και για παν ενδεχόμενο, αλλά και, κυρίως, για το γεγονός να επιλέξει μια καταστρογική αντιμετώπιση έναντι της Τουρκίας του πειρατή του διεθνούς δικαίου και υποστηρικτή της τρομοκρατίας, Ερντογάν.
Όπως λέει η σοφή παλαιά ρήση, στερνή μου γνώση να σε είχα πρώτα.
Ο Δημήτρης Γ. Απόκης, είναι Διεθνολόγος, με ειδίκευση στην Αμερικανική Εξωτερική Πολιτική, Γεωπολιτική και Διεθνή Οικονομία. Απόφοιτος των πανεπιστημίων The American University, School of International Service, καιThe Johns Hopkins University, The Paul H. Nitze, School of Advanced International Studies της Ουάσιγκτον. Είναι μέλος του The International Institute for Strategic Studies, του Λονδίνου. Ως Δημοσιογράφος, υπήρξε επί σειρά ετών διαπιστευμένος ανταποκριτής στο Λευκό Οίκο, στο Στέητ Ντιπάρτμεντ και στο Αμερικανικό Πεντάγωνο.
Διαβάστε ακόμη
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών