Γράφει ο Σταύρος Ντάγιος
Η σαραντάχρονη περίοδος της κομμουνιστικής εξουσίας του Ενβέρ Χότζα (1945-1985) χαρακτηρίσθηκε, εκτός από τον ιδεολογικό συντηρητισμό, την υιοθέτηση μίας άκρας συγκεντρωτικής οργάνωσης της εθνικής οικονομίας στη βάση της δημόσιας περιουσίας χωρίς ιδιωτική πρωτοβουλία και από την εφαρμογή ενός εξοντωτικού και ανοικτίρμωνος ταξικού αγώνα ως βασική επιταγή στην εσωτερική του πολιτική, από τον τυραννικό τρόπο και τυφλό δεσποτισμό άσκησης της εξουσίας, από τη βάναυση αποτροπή κάθε αντιπολιτευτικής συμπεριφοράς και ιδεολογικής αίρεσης, από την ευρεία χρήση της θανατικής καταδίκης και της πολυετούς ειρκτής για ασήμαντα πολιτικά αδικήματα, καθώς και τις εξορίσεις σε περιοχές που ελέγχονταν αυστηρά από τη μυστική πολιτική αστυνομία, δηλαδή από την εφαρμογή μίας διακριτής πολιτικής κοινωνικής αναλγησίας. Εξόντωσε ασύστολα και μεθοδικά, κατά τις σταλινικές πρακτικές, τους βασικούς του συνεργάτες, για τους οποίους υπήρχε η παραμικρή υπόνοια ότι απειλούσαν την παντοδυναμία του, ταυτίζοντας μέχρι το τέλος το κράτος και το έθνος με το κόμμα του. Ο ναρκισσισμός, η εξουσιομανία, η παράνοια και ο κομμουνιστικός αυταρχισμός ήταν τα βασικά χαρακτηριστικά της πολιτικής του ταυτότητας. Ο βασικός του στόχος ήταν η ατομική του ασφάλεια, το καθεστώς που είχε εγκαθιδρύσει στη χώρα του και στο τέλος η ιδεολογία του (για την οποία δεν μπορείς να είσαι απόλυτα σίγουρος ότι, επειδή την ευαγγελιζόταν, την πίστευε κιόλας) ακριβώς με τη σειρά που παρατίθενται.
Οι «φίλοι» (εάν είχε κάποιον φίλο), ή οι συνεργάτες του ποτέ δεν αισθάνθηκαν σίγουροι για την πολιτική τους επιβίωση πολλές φορές και για την βιολογική τους ακεραιότητα. Μπορούσαν να κοιμηθούν ως υποστηριχτές του και να ξυπνούσαν ως εχθροί του λαού.
Γνωστός για τις οβιδιακές μεταπτώσεις, οι οποίες οφείλονταν στις προσπάθειες για την πολιτική και βιολογική του συντήρηση, άκαμπτος και κυνικός, αλλά, καθόλου τυχαίος, διαβολικός και επίβουλος, όμως καχύποπτος, καθώς διέβλεπε παντού και πάντα ύποπτες προθέσεις και αξιόμεμπτες πράξεις, μετερχόταν κάθε μέσο, ώστε να εξοντώσει όποιον καθίστατο εμπόδιο στις προθέσεις του.
Αναφέρω τρία διαφωτιστικά παραδείγματα από την βορειοηπειρωτική κοινότητα:
Κατά διαβολική σύμπτωση στο ίδιο φύλλο της εφημερίδας «Λαϊκό Βήμα» (11 Δεκεμβρίου 1952, σ. 2) ο Θύμιος Τάτταρης και ο Ηλίας Γκυζέλης (αμφότεροι ελληνοδιδάσκαλοι) επαινούν το καθεστώς και τη λαϊκή εξουσία, ως ακόλουθοι του αδιαφιλονίκητου ηγέτη, αλλά αυτό δεν τον εμπόδιζε καθόλου να τους καταδικάσει και να τους εκτελέσει ακριβώς ως εχθρούς αυτού του καθεστώτος και αυτής της εξουσίας: Ο ελληνοδιδάσκαλος Ηλίας Γκυζέλης από το Μεμούσμπεη καταδικάσθηκε σε θάνατο και εκτελέσθηκε στους Αγίους Σαράντα στις 16 Οκτωβρίου 1961 ενώ ο Θύμιος Τάτταρης καταδικάσθηκε σε θάνατο και εκτελέσθηκε στις 19 Νοεμβρίου 1964 στα Τίρανα. Ο συνταξιούχος ελληνοδιδάσκαλος Λάμπης Μπέκας επίσης εξυμνούσε τις λαογραφικές και θεατρικές παραστάσεις που εκθείαζαν τη νέα ζωή στο «Λαϊκό Βήμα» στις 20 Νοεμβρίου 1952 αλλά 26 χρόνια βραδύτερα στις το 25 Οκτωβρίου 1978 (λίγους μήνες μετά την πλειοδοτική υπόσχεση για εγγύηση των εθνικών δικαιωμάτων των Ελλήνων μειονοτικών της Αλβανίας από τον Χότζα στη Γράψη, συνελήφθη κατηγορούμενος για πολιτικά εγκλήματα και στις 3 Μαρτίου 1979 καταδικάσθηκε σε πολυετή φυλάκιση ως πολέμιος αυτής της ζωής.
* Ο Σταύρος Γ. Ντάγιος είναι διδάκτωρ ιστορίας του Τμήματος Ιστορίας & Αρχαιολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης
Διαβάστε ακόμη
* Η μυστηριώδης απέλαση των αλβανών διπλωματών από την Αθήνα το 1983 και η κατηγορία για κατασκοπεία

Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών