Η Αλβανία βρίσκεται σε μια από τις πιο κρίσιμες στιγμές της πρόσφατης ιστορίας της. Ενώ η κυβέρνηση του Έντι Ράμα διακηρύσσει πως προχωρά με σταθερά βήματα προς την ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση και την ενίσχυση του κράτους δικαίου, το νέο σχέδιο του Ποινικού Κώδικα, που δόθηκε πρόσφατα στη δημοσιότητα, μοιάζει να τραβά τη χώρα σε αντίθετη κατεύθυνση.
Το γεγονός ότι το προσχέδιο αυτό κρατήθηκε μυστικό για σχεδόν δύο χρόνια δεν είναι απλώς μια τυπική παράλειψη διαφάνειας. Αποκαλύπτει μια πρόθεση να αποφευχθεί η κριτική, τόσο από την κοινωνία των πολιτών όσο και από τους διεθνείς εταίρους. Ακόμη πιο ανησυχητικό είναι ότι η κυβέρνηση και οι εμπειρογνώμονες που το συνέταξαν δίνουν αντιφατικές εκδοχές για το ποιος είχε τον έλεγχο της διαδικασίας. Το Υπουργείο Δικαιοσύνης δηλώνει πως δεν συμμετείχε ενεργά, ενώ οι ίδιοι οι συντάκτες επιμένουν ότι το υπουργείο είχε κεντρικό ρόλο. Αυτή η σύγχυση δεν είναι απλώς γραφειοκρατική· είναι πολιτική και ενισχύει την υποψία ότι πρόκειται για ένα εργαλείο ελέγχου της δικαιοσύνης από την εκτελεστική εξουσία.
Το περιεχόμενο του προσχεδίου ενισχύει αυτούς τους φόβους. Με βάση τις νέες διατάξεις, η κριτική στην κυβέρνηση, οι αποκαλύψεις για διαφθορά ή η στοχοποίηση υψηλόβαθμων αξιωματούχων μπορούν να οδηγήσουν σε ποινική δίωξη και πολυετείς ποινές φυλάκισης. Αυτό δεν είναι απλώς αυστηροποίηση της νομοθεσίας. Είναι ένα επικίνδυνο βήμα προς τον περιορισμό της ελευθερίας του λόγου και της πολιτικής αντιπολίτευσης – χαρακτηριστικά που θυμίζουν το μοντέλο Ερντογάν στην Τουρκία, όπου η δικαιοσύνη λειτουργεί ως προέκταση της κυβέρνησης και όχι ως αντίβαρο στην εξουσία της.
Οι αντιδράσεις εντός της Αλβανίας είναι ηχηρές. Ο επικεφαλής του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ο Γενικός Εισαγγελέας και ο επικεφαλής του SPAK εξέφρασαν ανοιχτά ανησυχίες. Ακόμη και ο Εθνικός Δικηγορικός Σύλλογος προειδοποιεί ότι το σχέδιο κινδυνεύει να υπονομεύσει τις θεμελιώδεις αρχές της δικαιοσύνης. Όταν οι ίδιοι οι θεσμοί που καλούνται να εφαρμόσουν έναν νόμο αμφισβητούν τη σκοπιμότητά του, η κυβέρνηση όφειλε να σταματήσει και να ακούσει. Αντίθετα, φαίνεται αποφασισμένη να προχωρήσει, στηριζόμενη στην κοινοβουλευτική της πλειοψηφία.
Το πιο ανησυχητικό στοιχείο είναι η διπλή γλώσσα της κυβέρνησης. Από τη μία, παρουσιάζει το σχέδιο ως απαραίτητο βήμα για την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Από την άλλη, οι ίδιες οι προβλέψεις του κώδικα απομακρύνουν την Αλβανία από τις αξίες της ΕΕ – την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης, την ελευθερία του Τύπου και την προστασία των πολιτικών δικαιωμάτων. Αν εγκριθεί όπως είναι, αυτός ο Ποινικός Κώδικας θα γίνει όχι γέφυρα προς την Ευρώπη, αλλά εμπόδιο που θα θέσει σε κίνδυνο την πορεία ένταξης.
Η χρονική στιγμή της δημοσιοποίησης – κατακαλόκαιρο, με μόλις δέκα ημέρες δημόσιας διαβούλευσης – δείχνει έναν ακόμη στρατηγικό ελιγμό: μια δοκιμή για να μετρηθούν οι αντιδράσεις της κοινωνίας και των διεθνών παραγόντων. Δεν είναι τυχαίο ότι το προσχέδιο παρέμεινε σε «συρτάρι» δύο χρόνια και εμφανίστηκε τώρα, σε μια περίοδο που η κυβέρνηση αισθάνεται αρκετά ισχυρή μετά την τελευταία εκλογική νίκη.
Η Αλβανία βρίσκεται σε σταυροδρόμι. Αν η κυβέρνηση περάσει αυτό το σχέδιο νόμου χωρίς ουσιαστικές αλλαγές, η χώρα κινδυνεύει να διολισθήσει σε ένα καθεστώς που περισσότερο μοιάζει με αυταρχικές ανατολικές πρακτικές παρά με τις ευρωπαϊκές δημοκρατίες. Η κοινωνία των πολιτών, η αντιπολίτευση και –ίσως το πιο σημαντικό– οι διεθνείς εταίροι καλούνται να αντιδράσουν δυναμικά.
Ο Ποινικός Κώδικας δεν είναι απλώς ένα νομικό κείμενο. Είναι καθρέφτης του πολιτικού συστήματος και του μέλλοντος που επιλέγει μια χώρα. Στην περίπτωση της Αλβανίας, το ερώτημα είναι ξεκάθαρο: θα αποτελέσει αυτό το νομοσχέδιο εργαλείο ενίσχυσης του κράτους δικαίου ή θα σηματοδοτήσει την αρχή μιας επικίνδυνης πορείας προς τον αυταρχισμό; Οι απαντήσεις που θα δοθούν τους επόμενους μήνες θα καθορίσουν όχι μόνο τον Ποινικό Κώδικα, αλλά και την ίδια τη δημοκρατία στην Αλβανία.
Το γεγονός ότι το προσχέδιο αυτό κρατήθηκε μυστικό για σχεδόν δύο χρόνια δεν είναι απλώς μια τυπική παράλειψη διαφάνειας. Αποκαλύπτει μια πρόθεση να αποφευχθεί η κριτική, τόσο από την κοινωνία των πολιτών όσο και από τους διεθνείς εταίρους. Ακόμη πιο ανησυχητικό είναι ότι η κυβέρνηση και οι εμπειρογνώμονες που το συνέταξαν δίνουν αντιφατικές εκδοχές για το ποιος είχε τον έλεγχο της διαδικασίας. Το Υπουργείο Δικαιοσύνης δηλώνει πως δεν συμμετείχε ενεργά, ενώ οι ίδιοι οι συντάκτες επιμένουν ότι το υπουργείο είχε κεντρικό ρόλο. Αυτή η σύγχυση δεν είναι απλώς γραφειοκρατική· είναι πολιτική και ενισχύει την υποψία ότι πρόκειται για ένα εργαλείο ελέγχου της δικαιοσύνης από την εκτελεστική εξουσία.
Το περιεχόμενο του προσχεδίου ενισχύει αυτούς τους φόβους. Με βάση τις νέες διατάξεις, η κριτική στην κυβέρνηση, οι αποκαλύψεις για διαφθορά ή η στοχοποίηση υψηλόβαθμων αξιωματούχων μπορούν να οδηγήσουν σε ποινική δίωξη και πολυετείς ποινές φυλάκισης. Αυτό δεν είναι απλώς αυστηροποίηση της νομοθεσίας. Είναι ένα επικίνδυνο βήμα προς τον περιορισμό της ελευθερίας του λόγου και της πολιτικής αντιπολίτευσης – χαρακτηριστικά που θυμίζουν το μοντέλο Ερντογάν στην Τουρκία, όπου η δικαιοσύνη λειτουργεί ως προέκταση της κυβέρνησης και όχι ως αντίβαρο στην εξουσία της.
Οι αντιδράσεις εντός της Αλβανίας είναι ηχηρές. Ο επικεφαλής του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ο Γενικός Εισαγγελέας και ο επικεφαλής του SPAK εξέφρασαν ανοιχτά ανησυχίες. Ακόμη και ο Εθνικός Δικηγορικός Σύλλογος προειδοποιεί ότι το σχέδιο κινδυνεύει να υπονομεύσει τις θεμελιώδεις αρχές της δικαιοσύνης. Όταν οι ίδιοι οι θεσμοί που καλούνται να εφαρμόσουν έναν νόμο αμφισβητούν τη σκοπιμότητά του, η κυβέρνηση όφειλε να σταματήσει και να ακούσει. Αντίθετα, φαίνεται αποφασισμένη να προχωρήσει, στηριζόμενη στην κοινοβουλευτική της πλειοψηφία.
Το πιο ανησυχητικό στοιχείο είναι η διπλή γλώσσα της κυβέρνησης. Από τη μία, παρουσιάζει το σχέδιο ως απαραίτητο βήμα για την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Από την άλλη, οι ίδιες οι προβλέψεις του κώδικα απομακρύνουν την Αλβανία από τις αξίες της ΕΕ – την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης, την ελευθερία του Τύπου και την προστασία των πολιτικών δικαιωμάτων. Αν εγκριθεί όπως είναι, αυτός ο Ποινικός Κώδικας θα γίνει όχι γέφυρα προς την Ευρώπη, αλλά εμπόδιο που θα θέσει σε κίνδυνο την πορεία ένταξης.
Η χρονική στιγμή της δημοσιοποίησης – κατακαλόκαιρο, με μόλις δέκα ημέρες δημόσιας διαβούλευσης – δείχνει έναν ακόμη στρατηγικό ελιγμό: μια δοκιμή για να μετρηθούν οι αντιδράσεις της κοινωνίας και των διεθνών παραγόντων. Δεν είναι τυχαίο ότι το προσχέδιο παρέμεινε σε «συρτάρι» δύο χρόνια και εμφανίστηκε τώρα, σε μια περίοδο που η κυβέρνηση αισθάνεται αρκετά ισχυρή μετά την τελευταία εκλογική νίκη.
Η Αλβανία βρίσκεται σε σταυροδρόμι. Αν η κυβέρνηση περάσει αυτό το σχέδιο νόμου χωρίς ουσιαστικές αλλαγές, η χώρα κινδυνεύει να διολισθήσει σε ένα καθεστώς που περισσότερο μοιάζει με αυταρχικές ανατολικές πρακτικές παρά με τις ευρωπαϊκές δημοκρατίες. Η κοινωνία των πολιτών, η αντιπολίτευση και –ίσως το πιο σημαντικό– οι διεθνείς εταίροι καλούνται να αντιδράσουν δυναμικά.
Ο Ποινικός Κώδικας δεν είναι απλώς ένα νομικό κείμενο. Είναι καθρέφτης του πολιτικού συστήματος και του μέλλοντος που επιλέγει μια χώρα. Στην περίπτωση της Αλβανίας, το ερώτημα είναι ξεκάθαρο: θα αποτελέσει αυτό το νομοσχέδιο εργαλείο ενίσχυσης του κράτους δικαίου ή θα σηματοδοτήσει την αρχή μιας επικίνδυνης πορείας προς τον αυταρχισμό; Οι απαντήσεις που θα δοθούν τους επόμενους μήνες θα καθορίσουν όχι μόνο τον Ποινικό Κώδικα, αλλά και την ίδια τη δημοκρατία στην Αλβανία.
Διαβάστε ακόμη

Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Τα σχόλια απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των αναγνωστών