Οι Μούσες της Ομόνοιας και η χαμένη Καλλιόπη

Η πλατεία Ομονοίας είναι ο πιο πολυσυζητημένος δημόσιος χώρος της Αθήνας. Από τη στιγμή που χαράχτηκε στο πολεοδομικό σχέδιο του Κλεάνθη και του Σάουμπερτ στα πρώτα χρόνια της πρωτεύουσας, υπήρξε σημείο-ορόσημο, σύμβολο αστικού εκσυγχρονισμού αλλά και αφορμή για διαρκείς αντιπαραθέσεις γύρω από την αισθητική της πόλης. Μια από τις πιο ενδιαφέρουσες και μυστηριώδεις σελίδες της ιστορίας της γράφτηκε στη δεκαετία του 1930, όταν η πλατεία στολίστηκε με τις περίφημες «Μούσες της Ομόνοιας» — και γέννησε έναν από τους πιο διαχρονικούς μύθους της αθηναϊκής αργκό.

Η νέα πλατεία και οι καπνοδόχοι
Το 1930 ολοκληρώθηκε το μεγάλο έργο της εποχής: η κατασκευή του υπόγειου σταθμού του ηλεκτρικού σιδηροδρόμου (σημερινός σταθμός Ομόνοια). Για να πραγματοποιηθεί, ξηλώθηκε ολόκληρη η τότε καταπράσινη πλατεία με τους φοίνικες και τα παρτέρια, ώστε να ακολουθήσει μια νέα ανάπλαση. Η τεχνολογία της εποχής απαιτούσε τεράστιους αεραγωγούς για τον εξαερισμό, με διαστάσεις που θύμιζαν εργοστασιακές καμινάδες.
Απέναντι από την πρόκληση, η δημοτική αρχή υπό τον δήμαρχο Σπύρο Μερκούρη αποφάσισε να «καλλωπίσει» την αναγκαστική αυτή κατασκευή. Αντί για έναν ογκώδη αεραγωγό, προτιμήθηκε η τοποθέτηση πολλών ψηλών στύλων, που θα συνδύαζαν πρακτική και αισθητική λειτουργία. Στην κορυφή τους θα τοποθετούνταν αγάλματα εμπνευσμένα από τη μυθολογία: Μούσες, Χάριτες και Νύμφες.

Οι Μούσες της Ομόνοιας
Η παραγγελία δόθηκε στο Σωματείο Ελλήνων Γλυπτών, με τη συμμετοχή δύο δεκάδων καλλιτεχνών. Το αποτέλεσμα ήταν οκτώ επιβλητικοί στύλοι με φανοστάτες και βάσεις που στέγαζαν καπνοπωλεία και μικρομάγαζα, προσφέροντας εισόδημα σε ανάπηρους πολέμου. Στην κορυφή των στύλων τοποθετήθηκαν καθιστές μορφές, γλυπτά από λευκό τσιμέντο. Ανάμεσά τους, σύμφωνα με τα τεκμήρια, βρίσκονταν οι Ερατώ, Δήμητρα, Αγλαΐα, Θάλεια, Εστία, Μελπομένη, Ουρανία και πιθανότατα η Ευτέρπη.
Η υποδοχή, όμως, ήταν συντριπτικά αρνητική. Οι Αθηναίοι έβλεπαν στην πλατεία μια «τούρτα» από τσιμέντο αντί για την παλιά δροσερή όαση. Οι γελοιογράφοι, όπως ο Φωκίων Δημητριάδης, χλεύαζαν τη σύνθεση: η Μούσα Ερατώ παρουσιαζόταν να «εξεμέει» από την ασχήμια της Ομόνοιας, ενώ η ευγενής Καλλιόπη απεικονιζόταν να οδηγείται στα δημόσια ουρητήρια της πλατείας. Οι εφημερίδες μιλούσαν για «αίσχος ακαλαισθησίας και ρυπαρότητας». Η αντίδραση υπήρξε τόσο έντονη, ώστε η φήμη των Μουσών επισκίασε την όποια καλλιτεχνική αξία τους.

Η χαμένη Καλλιόπη
Αν και οι Μούσες στη μυθολογία είναι εννέα, στην Ομόνοια στήθηκαν μόνο οκτώ. Η απουσία της Καλλιόπης, της σοφότερης και σεβαστότερης, έγινε αντικείμενο συνεχούς ειρωνείας. Όταν οι περαστικοί ρωτούσαν «πού είναι η ένατη;», η απάντηση δινόταν σκωπτική: «Κάτω στην Καλλιόπη», δηλαδή στα υπόγεια ουρητήρια της πλατείας. Έτσι γεννήθηκε η ταύτιση του ονόματος με τις δημόσιες τουαλέτες, που επιβιώνει μέχρι σήμερα στη στρατιωτική αργκό.
Στην πραγματικότητα, δεν υπάρχουν στοιχεία ότι το άγαλμα της Καλλιόπης φυλάχτηκε ποτέ στα υπόγεια. Πιθανότερο είναι πως απλώς δεν τοποθετήθηκε ποτέ στην Ομόνοια, καθώς το σχέδιο πέρασε από αλλεπάλληλες αλλαγές και περικοπές. Ο μύθος, ωστόσο, ήταν τόσο ζωντανός που η Καλλιόπη έμεινε στη συλλογική μνήμη πιο έντονα από όλες τις υπόλοιπες.

Η σύντομη ζωή των Μουσών

Οι Μούσες δεν έμειναν για πολύ στην πλατεία. Το 1937, μόλις τρία χρόνια μετά τα αποκαλυπτήρια, η επόμενη δημοτική αρχή αποφάσισε την απομάκρυνσή τους. Η αισθητική αποτυχία ήταν πλέον παραδεκτή, ενώ ένα ατύχημα — η πτώση ενός αγάλματος που τραυμάτισε περαστικούς — έδωσε την αφορμή για να ξηλωθεί ολόκληρη η σύνθεση. Τα γλυπτά φυλάχτηκαν σε αποθήκες για δεκαετίες, ώσπου σταδιακά μεταφέρθηκαν σε διάφορα σημεία της χώρας: σήμερα δύο βρίσκονται στην Αμοργό, δύο στις Καρυές Λακωνίας και τέσσερα στην πλατεία της Καρδίτσας. Η Καλλιόπη παραμένει άφαντη.

Η κληρονομιά της αποτυχίας
Η ιστορία των Μουσών της Ομόνοιας αναδεικνύει δύο χαρακτηριστικά του αθηναϊκού αστικού τοπίου: την απουσία συστηματικού σχεδιασμού και τη δύναμη της λαϊκής σάτιρας. Η παρέμβαση της δεκαετίας του ’30 επιχείρησε να μετατρέψει ένα τεχνικό πρόβλημα (τον εξαερισμό του σταθμού) σε αισθητικό πλεονέκτημα, αλλά το αποτέλεσμα ήταν αντίστροφο: η ασχήμια όχι μόνο δεν κρύφτηκε, αλλά πολλαπλασιάστηκε.
Κι όμως, μέσα από αυτή την αποτυχία γεννήθηκε κάτι που επιβιώνει μέχρι σήμερα. Η Καλλιόπη, που ποτέ δεν στήθηκε στην Ομόνοια, ζει στη γλώσσα των Ελλήνων ως συνώνυμο των δημόσιων αποχωρητηρίων. Είναι ένα από τα σπάνια παραδείγματα όπου η μνήμη ενός καλλιτεχνικού έργου διασώζεται όχι μέσα από την υλική του παρουσία, αλλά μέσα από τη σάτιρα και την αργκό.

Επίλογος
Σχεδόν έναν αιώνα αργότερα, η πλατεία Ομονοίας έχει αλλάξει αμέτρητες φορές μορφή, κάθε δήμαρχος επιχειρώντας να αφήσει το δικό του αποτύπωμα. Κανένα από αυτά τα αποτυπώματα δεν έμεινε στη μνήμη τόσο έντονα όσο οι οκτώ τσιμεντένιες Μούσες. Και από όλες, η πιο διάσημη είναι εκείνη που δεν τοποθετήθηκε ποτέ: η Καλλιόπη, η οποία από κορυφαία Μούσα της επικής ποίησης κατέληξε, μέσω της αθηναϊκής σάτιρας, να γίνει η πιο ταπεινή αλλά και πιο ζωντανή μορφή της λαϊκής γλώσσας.

Διαβάστε ακόμη

Σχόλια